Πέννυ Γέρου

Ας ξεκινήσουμε από το The Healing Experience, ένα πολύ προσωπικό project, στο οποίο για πρώτη φορά έχεις και τα ηνία της σύνθεσης. Ποια πράγματα σε βοήθησε να ανακαλύψεις για εσένα αυτή η νέα συνθήκη;

Πρώτον, με βοήθησε να καταλάβω ότι μπορώ να γράψω μουσική. Δεν είχα μπει ποτέ στη διαδικασία να το κάνω. Πάντα έγραφα τις μελωδικές μου, τους στίχους μου, είχα τη μουσικότητα, αλλά ανακάλυψα ότι μπορώ να το κάνω χωρίς να έχω την παραμικρή γνώση –προφανώς ό,τι έχω κάνει παλιότερα, μού είναι πλέον πολύ μακρινό. Το πάω λοιπόν καθαρά με το αυτί μου, έπειτα το δείχνω σε ανθρώπους που ξέρουν και μου λένε τι είναι και τι δεν είναι σωστό.

Δεύτερον, το Esterina & The Healing Expreience έχει ανακοινωθεί ως project εδώ και περίπου 2 χρόνια. Το πρώτο κομμάτι ήταν το “My Love”, το οποίο ήταν one-take στο σπίτι, με πολύ πρόχειρο master και όλα του τα λάθη μέσα. Κι ακόμα πιστεύω ότι έτσι πρέπει να ακούγεται, τελείως ακατέργαστο. Συνολικά το project έχει να κάνει με μια εμπειρία που ξεκίνησε πριν 3 χρόνια σε προσωπικό επίπεδο, στην οποία οφείλεται και η εξαφάνισή μου. Μέσω εκείνης, ανακάλυψα πολλά πράγματα.

Αναγκάστηκα να αποστασιοποιηθώ από τη μουσική, γιατί κατά τη γνώμη μου έκανα λάθη σε θέματα χειρισμού και αντιμετώπισης και έχασα και τη μουσική μου διάθεση. Χάθηκε δηλαδή όλο εκείνο που είχα στην αρχή, όταν έγραφα χωρίς να με νοιάζει το μετά· γεγονός που με οδήγησε και σε ψυχολογική κατάρρευση, για να σου πω την αλήθεια. Ήρθα αντιμέτωπη με δύσκολες συνθήκες, γιατί απομονώθηκα πάρα πολύ όταν κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά. Αυτό ήταν το πρώτο μέρος, όμως. Το δεύτερο μέρος ήταν η άνοδος. Το The Healing Experience και συγκεκριμένα το Superhuman –το οποίο δεν έχει ολοκληρωθεί για οικονομικούς λόγους– εκφράζουν λοιπόν αυτήν ακριβώς την ιστορία.

{youtube}JtGS1GEItLw{/youtube}

Πέρα από τις οικονομικές, τις οποίες αντιλαμβάνομαι, ποιες άλλες προκλήσεις έχει αυτό το project για σένα;

Για αρχή, είναι πέρα για πέρα προσωπικό. Μπορεί να εκφράζεται σε δεύτερο ή τρίτο πρόσωπο, αλλά η ιστορία αντλεί όλα της τα ερεθίσματα από πραγματικά γεγονότα. Και κάθε κομμάτι προλαβαίνει να εκφράσει μια τεράστια γκάμα συναισθημάτων, που εγώ βίωσα σε όλο τους το δράμα και όλη τους την έκταση. Κάποια στιγμή αισθάνθηκα μάλιστα άβολα, μήπως όλο αυτό πάει πολύ βαθιά, μήπως γίνεται δυσνόητο. Γιατί υπάρχουν πρόζες στις οποίες η πρωταγωνίστρια περνάει μέσα από τα τέσσερα στοιχεία και κάθε ένα τής παρουσιάζει και τις δύο πλευρές του. Κάτι που πράγματι προήλθε από παρατήρηση των στοιχείων αυτών, τα οποία μπορεί να είναι και ευγενή και μοχθηρά. Όλα έχουν έναν διπολικό χαρακτήρα.

Το project θίγει επίσης πάρα πολύ τα mental issues και το θέμα της μοναξιάς, και καταλήγει πάλι στην τύπισσα αυτή, η οποία ενσωματώνει κάθε στοιχείο και ανυψώνεται ως Superhuman –έχει την απόλυτη γνώση, καταλαβαίνει τα πάντα, νιώθει τα πάντα, ξέρει ακριβώς πού είναι και βρίσκεται ένα επίπεδο πιο πάνω. Συνδέεται και με τον Υπεράνθρωπο του Φρίντριχ Νίτσε, αλλά και με τον Superman, το γνωστό ήρωα των comics, ο οποίος είναι και ο αγαπημένος μου. Επίσης πέρασε και από πάρα πολλά ονόματα το project. Στην αρχή ήθελα να το πω «Part 1: Hypnosis», έπειτα «Ishtar», που είναι μια Βαβυλώνια θεά της αγάπης και του πολέμου (από την οποία προέρχεται ουσιαστικά το όνομά μου και το ανακάλυψα τυχαία), αλλά κατέληξα στο «Superhuman».

Αυτή όμως ήταν η βασική πρόκληση: το πέρασμα από το "Love Is Good", ένα κομμάτι απλό, fun και κατανοητό από όλους, σε ένα κομμάτι εντελώς αλληγορικό, όπως είναι το "Feather". Νομίζω ότι το "Love Is Good" ήταν ένα πιο θεωρητικό κομμάτι –και προφανώς το πιστεύω και το αγαπάω, και ό,τι είπα τότε το εννοώ. Το Superhuman, όμως, είναι της πράξης. Ό,τι έχει γραφτεί, έχει γίνει. Βεβαίως υπάρχει και το πρακτικό άγχος, ότι έχω λείψει τόσο καιρό, έχω χάσει επαφή γενικότερα κι από την άλλη δεν είμαι και ιδιαίτερα κοινωνική με τα μέσα. Oπότε δεν ξέρω πώς θα ξαναγεφυρώσω το χάσμα. Αυτό με σοκάρει και με αγχώνει περισσότερο από όλα.

Σε απασχόλησε πώς θα αντιδράσει ο κόσμος στη στροφή, μετά την επιτυχία του "Love Is Good"; Ή ήταν καθαρά προσωπική η πρόκληση σε αυτό το επίπεδο;

Όχι, δεν με απασχόλησε ποτέ. Στην καθημερινότητά μου, το πώς με βλέπουν οι άλλοι είναι το βάσανό μου, είναι η πηγή του στρες μου, το υπαρξιακό μου άγχος. Δεν αισθάνομαι πολύ άνετα με το ποια είμαι σαν άνθρωπος. Σαν περσόνα καλλιτεχνική, όμως, δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Αυτή η τύπισσα έχει την ελευθερία να κάνει ό,τι γουστάρει. Ο Dave Chappelle, ο αγαπημένος μου stand up comedian, είχε πει χαρακτηριστικά: «αυτός εκεί πάνω είναι ο πραγματικός, αυτός εδώ κάνει δεκαπέντε χιλιάδες πράγματα για να μπορεί αυτός να είναι εκεί και να έχει χώρο να λέει ό,τι μπορεί να λέει». Και το ασπάζομαι.

{youtube}tCvDaI0jZJ0{/youtube}

Είναι αυτό ένα project στο οποίο νιώθεις ότι θα «αγκυροβολήσεις»;

Τώρα, ναι, αυτό πιστεύω. Μπορεί αργότερα να είναι κάτι άλλο, όπως ήταν και πριν. Και το We Got Music (2013) ήταν κάτι άλλο από το "Love Is Good". Και τα πράγματα που έκανα με τους Blue Square δεν είχαν καμία σχέση με όσα έκανα εκείνη την εποχή. Το ίδιο και το τραγούδι με τον George Gaudy. Το αν περιμένει λοιπόν ο κόσμος –αν υπάρχει– κάτι συγκεκριμένο, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, γιατί δεν έχω δώσει ποτέ κάτι συγκεκριμένο. Και το "Love Is Good" και το "Falling Down" έκαναν μπραφ, και δεν έχει καμία σχέση το ένα με το άλλο.

Ποιες νέες αναφορές μπήκαν στη ζωή σου, με το project;

Κατ' αρχάς πρέπει να σου πω ότι, πριν έρθει η κατάρρευση για την οποία σου μίλησα νωρίτερα, είχα σταματήσει να ακούω μουσική. Είχα σταματήσει να είμαι ακροάτρια. Οτιδήποτε άκουγα είχε να κάνει με τα live μου και τη διόρθωση της μουσικής μου. Όταν έφυγα λοιπόν για πρώτη φορά από την Αθήνα και πήγα στην Πάρο, μπήκα στη διαδικασία να ακούσω μουσική και άκουγα πράγματα που δεν πίστευα ότι υπάρχουν. Και αναρωτιόμουν γιατί είχα τόσο καιρό να το κάνω αυτό.

Δεν μπορούσα να πιστέψω πόση μουσική παίζει εκεί έξω, πόσοι άνθρωποι γράφουν φανταστικά πράγματα. Και είδα φοβερά κομμάτια με 2.000 views, και κάπου εκεί είπα ότι δεν υπάρχει «hit». Είναι ακραίο αυτό που συμβαίνει εκεί έξω –και λέμε ότι παλιά γινότανε αυτό. Αλλά συνεχίζει και γίνεται, κανονικότατα. Και τότε συγκλονίστηκα και τραυματίστηκα, γιατί συνειδητοποίησα ότι κάτι τόσο αυτονόητο, είχα απλά σταματήσει να το κάνω. Αυτό με επαναπροσδιόρισε τελείως.

Πώς ακούς μουσική τώρα;

Πολύ δυνατά. Θα ακούσω το πρωί στον καφέ μου, όταν έρθουν οι φίλοι μου σπίτι, στο τραίνο. Ακόμα κι όταν δουλεύω, πάντα ακούω. Είναι σεταρισμένο το αυτί μου, θέλοντας και μη. Δεν τραγουδάω ωστόσο τόσο συχνά. Περισσότερο ακούω, πλέον.

Μίλησες για τα τέσσερα στοιχεία της φύσης, τα οποία παίζουν κυρίαρχο ρόλο στη νέα σου δουλειά, ωστόσο είσαι ένα κορίτσι της πόλης. Πώς συνδυάζονται ακριβώς αυτά τα δύο;

Από ένα σημείο και μετά, κάποια πράγματα κουμπώνουν. Κάποια φυσικά δεν έχουν κουμπώσει ακόμα. Είμαστε όλοι «work in progress». Δεν λέω ότι βρίσκομαι σε zen, ούτε άρχισα να μιλάω για ενέργεια –σε καμία περίπτωση δεν πραγματεύεται κάτι τέτοιο το Superhuman. Αντιθέτως, θέλει να πει «βρες το κέντρο μέσα σε όλο αυτό το χάος». Ακριβώς επειδή είμαι παιδί της πόλης, το θέμα είναι πώς βρίσκομαι στη φύση μέσα από όλα αυτά τα ερεθίσματα. Όταν είμαι στη φύση, νιώθω καλά. Όταν είμαι στην πόλη, το ψάχνω ακόμα. Υπάρχουν όμως ανοίγματα.

Υπάρχουν συμπτώματα που δεν μπορεί να θεραπεύσει η μουσική;

Η μουσική δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεραπεύσει, όταν δεν γίνεται κατανοητή. Επειδή ο ρόλος της είναι να συνδυάζει τη λογική με το συναίσθημα και να τα φέρνει σε ισορροπία, θεωρώ ότι δεν μπορεί να θεραπεύσει ανθρώπους με έντονη κριτική διάθεση. Στους ανθρώπους που ακούν με κριτική διάθεση, η μουσική δεν μπορεί προσφέρει τίποτα. Γενικά πιστεύω ότι συμβαίνει αυτό στην τέχνη. Εάν κάποιος έρθει να σου πει αν έκανες κάτι λάθος ή σωστά, δεν έχει πάρει τίποτα από εκείνο που έχει δει ή ακούσει.

Άρα, για να επιστρέψουμε στο Superhuman, δεν έχει οριστεί ημερομηνία κυκλοφορίας, σωστά;

Υποτίθεται ότι θα έβγαινε ολοκληρωμένο, αλλά έπειτα από ένα εκατομμύριο αναποδιές είπα ότι δεν πειράζει και να μη βγει. Εγώ όμως θα συνεχίσω να προωθώ το μήνυμα του Superhuman ως ολοκληρωμένου project, γιατί πιστεύω ότι είναι και λίγο μούφα όλο αυτό με τους δίσκους. Αν δεν είσαι δηλαδή η Beyoncé, με airplay, δεκαπέντε μανατζαρέους και ένα κοινό εκατομμυρίων, δεν νοιάζεται και κανείς αν έβγαλες δίσκο. Είναι λίγο ουτοπία όλο αυτό. Θα ήθελα όμως κάποια στιγμή να βγει ολοκληρωμένος, γιατί λέει μια ιστορία –κι ας την ακούσουν πέντε νοματαίοι, δεν πειράζει.

Από ό,τι διάβασα, πάντως, θα υπάρξει και μια παράσταση στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, τον Ιούνιο του 2020...

Ναι, εκεί θα παρουσιαστεί όλο το έργο. Υπάρχουν οι πρόζες, τις οποίες θα αφηγηθώ ζωντανά, μαζί με κίνηση από μια ομάδα χορευτριών. Θα είναι μια κινησιολογική παρουσίαση του έργου.

Να λοιπόν άλλο ένα νέο κομμάτι για σένα...

Δεν είναι καινούριο για μένα, το θέατρο προϋπάρχει στη ζωή μου. Έχω σπουδάσει θέατρο και έχω περάσει 3 χρόνια σε αυτόν τον χώρο. Ο άνθρωπος που με πλησίασε για τη συγκεκριμένη παράσταση, ο Νίκος ο Καραγιώργος, ήταν καθηγητής μου στη σχολή και με είχε προετοιμάσει και για το Εθνικό στα 24 μου, αν και δεν τα κατάφερα. Δεν είχα σκοπό να κάνω κάτι τέτοιο και έγινε με δική του πρόταση, επειδή του είχα αναφέρει το concept του δίσκου. Θα παίξει για έναν μήνα, από 5 ημέρες την εβδομάδα.

Για το Temple την επόμενη Πέμπτη, 5 του Δεκέμβρη, τι έχεις ετοιμάσει;

Ένα πάρα πολύ ωραίο live, με πολύ καλό ήχο και πολύ καλό γούστο. Έχει έρθει κοντά στον καινούριο ήχο και είναι πλαισιωμένο από πολλές διασκευές –κάτι που με άγχωσε κάποια στιγμή, αλλά αποφάσισα ότι αυτά τα κομμάτια είχαν πολλά να μου πουν το συγκεκριμένο διάστημα, οπότε τα θεωρώ και μέρος του Superhuman. Ο ήχος είναι πιο κοντά σε ό,τι ακούω, δεν είναι διασκευές με σκοπό να αρέσουν. Μπορεί να υπάρχουν και τραγούδια που δεν τα ξέρει ο κόσμος. Για παράδειγμα, τον Kendrick Lamar και τον Chilidish Gambino τους γνωρίζουν, αλλά για την SZA δεν είμαι σίγουρη.

{youtube}S7RPgSjznCA{/youtube}

Ποιοι θα είναι μαζί σου στη σκηνή;

Ο Βαγγέλης Ανανίδης στην κιθάρα, που είναι και πολύ καλός μου φίλος, ο Σωτήρης Μαυρονάσος στα τύμπανα, ο Αντώνης Τσιάπαλης στο μπάσο και ο Νίκος Κόρπας-Καμαριανός στα πλήκτρα. Παράλληλα όμως θέλω να πω ότι είμαι πολύ ευγνώμων για τον πρώην κιθαρίστα μου και νυν παραγωγό μου, τον Δημήτρη Σιάμπο, καθώς και για τον Φοίβο Κουντουράκη και τον Νίκο Βλάχο. Άτομα από την προηγούμενη μπάντα μου, τα οποία στην τωρινή μου φάση είναι μια καλή και υγιής οικογένεια, πολύ υποστηρικτική.

Αν μπορούσες να εξασφαλίσεις ένα πράγμα για το υπόλοιπο της ζωής σου, ποιο θα ήταν αυτό;

Έχω μεγάλη αγωνία για τα χρήματα. Σε όλη μου τη ζωή ήταν ένα τρελό κυνηγητό. Από την άλλη, όμως, έχω και τη δυσκολία με τις ανθρώπινες σχέσεις. Θα ήθελα να έχω δίπλα μου έναν άνθρωπο με τον οποίον «το βρήκαμε» και «το 'χουμε». Και τα δύο λοιπόν είναι πολύ μεγάλης σημασίας για τη ζωή μου, ώστε να γίνει καλύτερη. Πραγματικά δεν ξέρω με ποια σειρά θα τα έβαζα. Πέρασα όμως πολύ καιρό υποτιμώντας και τα δύο, πίστευα ότι δεν τρέχει κάτι και να μην τα έχεις. Αλλά τελικά είναι πολύ ζόρικο.

Έχεις ξαναθίξει την αγωνία σου για το θέμα της επικοινωνίας στο παρελθόν, ωστόσο πώς εξηγείς την αδυναμία σου να επικοινωνήσεις σε συνδυασμό με την πλούσια σου στιχουργική;

Η επικοινωνία με τους ανθρώπους, δεν εξαρτάται μόνο από σένα. Ο στίχος είναι προσωπικός, τον γράφω και δεν μου λέει κανείς τον αντίποδα. Επίσης εκείνη τη στιγμή δεν υπάρχει λογοκρισία. Όταν όμως σε μια συζήτηση έρχεται ο καθένας με τη δική του βαλίτσα εμπειριών και φίλτρων, η επικοινωνία γίνεται sprint και κοιτάει ποιος θα φτάσει πρώτος.

Έχω γνωρίσει πολύ λίγους ανθρώπους που να μπορούν να διαχειριστούν το να μη συμφωνούν. Μπορεί να σκεφτόμαστε όλοι μια «κόκκινη καρέκλα», αλλά ούτε την ίδια καρέκλα σκεφτόμαστε, ούτε το ίδιο κόκκινο. Αυτό για εμένα συνοψίζει το θέμα της επικοινωνίας. Δεν με ξενίζει ότι σκέφτεσαι διαφορετική καρέκλα, με ταράζει όμως ότι δεν μπορείς να αποδεχτείς ότι εγώ δεν σκέφτομαι την ίδια. Μερικοί άνθρωποι δεν έχουν διάθεση να επικοινωνήσουν πραγματικά με την έννοια της σύνδεσης, και όχι απλά της ομιλίας.

Εσύ πώς έχεις εκπαιδεύσει τον εαυτό σου να αποδέχεται και την «κόκκινη καρέκλα» του άλλου;

Δεν μπορώ να πω ότι είμαι άριστα εκπαιδευμένη, γιατί υπάρχουν πράγματα που ακούω και λέω «δεν γίνεται, δεν είναι δυνατόν». Πολλά μπορεί να με συγχύσουν ή να με βγάλουν εκτός εαυτού, ακόμα και σε σημείο να αμφισβητήσω τον εαυτό μου. Είναι κομμάτι που με δυσκολεύει πάρα πολύ, γιατί προσπαθώ να καταλάβω τα πάντα, μπαίνοντας έτσι σε μια δίνη. Ενώ θα μπορούσα να έχω αποφασίσει κάποια πράγματα και να είχα λύσει τα προβλήματά μου. Αλλά δεν το έχω κάνει, γιατί πάντα έχω στο μυαλό μου ότι στο ένα πράγμα που επιλέγουμε να πούμε, υπάρχουν άπειρες πιθανότητες να πούμε και να κάνουμε οτιδήποτε άλλο. Δεν ξέρω πώς αντιμετωπίζεται αυτό.

Πώς αισθάνεσαι αλήθεια με τα πρόσφατα επεισόδια βίας, που κορυφώθηκαν πριν λίγες ημέρες με την επέτειο του Πολυτεχνείου;

Γιατί, είναι κάτι καινούριο; Παρ' όλο που τα συζητάμε πιο έντονα, εξακολουθούμε να αδιαφορούμε για ό,τι συμβαίνει. Νομίζεις ο κόσμος ενδιαφέρεται πραγματικά για τη βία εκεί έξω ή για τη βία που ασκεί ο ίδιος αντιδρώντας με βία σε ό,τι τον ενοχλεί; Η βία είναι τόσο πολύπλευρη και τόσο πολυμορφική· έχει χίλιους τρόπους να περάσει. Και δεν είναι πάντα έντονη. Δεν είναι κάποιος που σε βαράει στον δρόμο ή ένας κακοποιητικός πατέρας ή γκόμενος. Η βία είναι χειρισμός, είναι σταθερή και τακτική υποτίμηση του εγώ σου, είναι αγένεια. Για αρχή, λοιπόν, δεν θεωρώ ότι κάτι άλλαξε τώρα.

Και επειδή έχω ζήσει έντονα την εποχή του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου το 2008, αυτό το πράγμα που είδα τότε από θέμα έξαρσης της βίας, δεν μπορώ να σου το περιγράψω. Και εννοείται ότι τότε δεν ασχολούνταν κανείς. Μετά άρχισαν να ψυλλιάζονται ότι κάτι συμβαίνει. Πες μου λοιπόν σήμερα για τη βία του Νίκου Ρωμανού, κι αν τη δικαιολογείς. Γιατί υπάρχει η βία που έρχεται από την εξουσία κι από την άλλη η βία που έρχεται από σκληρή καταπίεση. Σε αυτόν τον κόσμο δεν σου επιτρέπεται να θυμώνεις, αλλά σου επιτρέπεται να είσαι αγενής και να προσβάλλεις τον άλλον, χωρίς να υπάρχει λόγος.

Η βία υπάρχει λοιπόν παντού και ανά πάσα στιγμή. Δεν θεωρώ ότι αυτό που συμβαίνει τώρα είναι καινούριο. Έχω φάει άπειρο ξύλο και δακρυγόνα από τα ΜΑΤ και δεν καταλαβαίνω γιατί σοκάρεται ο κόσμος τώρα. Τόσο καιρό υπάρχουν άνθρωποι που φωνάζουν για τέτοια πράγματα και όλοι κάθονται στον υπολογιστή τους και πληκτρολογούν. Και τώρα έχω κι εγώ κριτική διάθεση, και είναι λάθος από μεριάς μου, αλλά δεν μπορώ με όλο αυτό το «ζαμανφού» μπροστά από μια οθόνη.

Θα δικαιολογούσες λοιπόν τη βία ως απάντηση στη βία;

Όταν η καταπίεση είναι μεγάλη, δεν ξέρω ποια είναι η απάντηση. Δεν ξέρω για πόσο μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος να του καταπατάς τα δικαιώματα, την ελευθερία και τα θέλω. Και δεν μιλάω τώρα για τα ΜΑΤ, μιλάω για την καθημερινότητα –εργοδότες, για παράδειγμα, που δεν κολλάνε ένσημα, που δεν προσέχουν τους εργαζόμενους. Δεν ξέρω για πόσο μπορείς να το υπομείνεις, να έχεις ένα εκατομμύριο τραύματα και να μην ξέρεις από πού να το πιάσεις και να κάνεις ένα σωρό θεραπείες γιατί νιώθεις ότι δεν πας καλά. Δεν ξέρω λοιπόν την απάντηση, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που εξεγείρονται με βία και έχουν κάθε λόγο. Γιατί υπάρχει ένα σημείο στο οποίο λες «πρέπει να φωνάξω για να με ακούσετε;».

Μου κάνει εντύπωση λοιπόν που όλοι σοκάρονται τώρα με τη βία, γιατί εγώ βλέπω βία παντού στη ζωή μου, χωρίς να φοράει κανείς κράνος και να κρατάει κλομπ. Και καμιά φορά την ασκώ κι εγώ άθελά μου, επειδή νιώθω ότι βάλλομαι και θέλω να προστατευτώ. Εδώ ασκούμε βία στον πλανήτη. Θα πεθάνουμε από ασφυξία, επειδή κάποιοι θέλουν να χτίσουν σπίτια. Κι ακόμα υπάρχουν συζητήσεις για το αν πιστεύουμε ότι υπάρχει κλιματική αλλαγή, λες και είναι θέμα θεώρησης.

Μια καλή μου φίλη είπε ότι η Ανθρωπότητα μπαίνει στα 30 της, πέρασε την ενηλικίωση που ψάχνεται γύρω-γύρω, και τώρα περνάει κρίση ταυτότητας. Μιλάμε κατά του σεξισμού, ενώ μεγαλώνουμε ακόμα ευνουχισμένους άντρες και γυναίκες βιασμένες από παντού. Ό,τι συμβαίνει εκεί έξω ξεκίνησε από καταπιεσμένους ανθρώπους, οι οποίοι δεν πήραν τη σωστή ποσότητα αγάπης.

Δεν πιστεύεις όμως ότι με το να μιλάμε, για παράδειγμα κατά του σεξισμού, σημειώνεται κάποια πρόοδος;

Για πόσο θα μιλάμε πια; Μιλάμε γι' αυτά από το 1970. Έχουν περάσει 40 χρόνια, τι κουβέντα είναι αυτή; Και μιλάμε για τι πράγμα ακριβώς; Για τα αυτονόητα; Πολύ θα ήθελα να μου εξηγήσει κάποιος.

Όσο διαιωνίζεται η αμάθεια, διαιωνίζεται και το κίνημα του φόβου. Και ο αντίποδας του φόβου είναι η αγάπη. Και με ενοχλεί πολύ και το ταμπού απέναντι στο να αντιληφθούμε λίγο πώς αισθανόμαστε και γιατί. Οι άνθρωποι θυμώνουν χωρίς να καταλαβαίνουν γιατί. Έχουν κάθε λόγο να νιώθουν έτσι, αλλά δεν ξέρουν γιατί. Αυτό προκαλεί χάος. Γιατί ο θυμός λειτουργεί προστατευτικά. Εάν όμως συνδυάζεται με άγνοια, είναι επικίνδυνος. Όταν δίνεις λοιπόν στολή και όπλο σε έναν άνθρωπο ψυχολογικά σακατεμένο, καλή τύχη.

Φοβάσαι;

Ναι. Φοβάμαι τη μοναξιά του πλήθους. Δεν έχω χειρότερο πράγμα από το να είμαι ανάμεσα σε ανθρώπους με τους οποίους δεν συνδέομαι, δεν επικοινωνώ, δεν νιώθω. Και δεν φοβάμαι απλά, φοβάμαι και να εκφραστώ μέσα σε αυτήν τη μοναξιά. Ίσως γι' αυτό νιώθω τόσο μεγάλη απέχθεια απέναντι στην αγένεια, γιατί εκείνη τη στιγμή νιώθω μόνη με κάποιον άλλον, το οποίο για μένα είναι θανατηφόρο.

Και η μουσική; Είναι το αποκούμπι;

Η μουσική είναι ένα ασφαλές μέρος. Εκεί λειτουργούν άλλου είδους δυνάμεις, που δεν είμαι σίγουρη αν μπορώ να τις εξηγήσω. Σίγουρα υπάρχει κάτι υπερφυσικό στη διαδικασία με την οποία κατεβαίνουν οι λέξεις και οι νότες στο χαρτί. Σίγουρα υπάρχει σύνδεση με κάτι άλλο, είτε το πεις ενέργεια, είτε Θεό, είτε higher self, είτε Σύμπαν. Όπως και να το πεις, μέσα είσαι.

{youtube}Ys6X2-uMY2A{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured