Μιχάλης Τσαντίλας

φωτογραφίες: Ευτυχία Βλάχου

Το καινούριο σας άλμπουμ Amazing Grey μοιάζει με έκρηξη συμπυκνωμένης, δημιουργικής ενέργειας. Μιλούσατε για νέα τραγούδια σε συνέντευξή σας στο Avopolis ήδη από το 2013. Γιατί άργησαν τόσο;

Πριν απαντήσω σε αυτό, δεν νομίζετε ότι θα έπρεπε όλα τα άλμπουμ, όλων των καλλιτεχνών, να ακούγονται έτσι; Μήπως θα έπρεπε να ρωτάμε κάποιους ανθρώπους γιατί βγάζουν δίσκους κάθε χρόνο; Και σε ένα άλλο επίπεδο, γιατί μιλάνε συνέχεια χωρίς να λένε τίποτα; 

Όλα είναι θέμα τοποθέτησης απέναντι στη ζωή και τα πράγματα. Δεν έχω καμία αγωνία να ασχολούνται μαζί μου οι άνθρωποι. Αυτό το δείχνει και ο τρόπος που ζω. Έφυγα από την Ελλάδα στο peak των Raining Pleasure, μόλις βγήκε το Reflections (2005). Όλοι με έλεγαν τρελό που ρισκάρω μια τέτοια καριέρα. Αυτό που δεν κατάλαβαν ποτέ είναι ότι η καριέρα δεν μου λέει απολύτως τίποτα. 

Όσο για τα κομμάτια και τον συγκεκριμένο δίσκο, κάποια γράφτηκαν από το 2013. Όταν μου χτυπάει μια ιδέα την πόρτα, δεν θα αδιαφορήσω –και υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Την καταγράφω με τέτοιον τρόπο έτσι ώστε, όταν θα πρέπει να την αναπτύξω, να μην έχω καμία απορία για το τι εννοούσα. Τέτοιες ιδέες έχω καταγράψει πολλές. Μόλις πριν 2 χρόνια όμως ένιωσα ότι ήρθε πάλι η ώρα να ασχοληθώ συστηματικά· και αποτέλεσμα ήταν το Amazing Grey.

Το άλμπουμ μοιάζει να εφαρμόζει στο δικό σας υλικό όσα αποκομίσατε σε επίπεδο ήχου και παραγωγής από την ενασχόλησή σας με τα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη στο Sunday Cloudy Sunday (2013). Έχει βάση κάτι τέτοιο; Επίσης, από τη στιγμή που τραγουδήσατε τότε στα ελληνικά, πώς και δεν τολμήσατε να γράψετε και δικό σας ελληνόφωνο υλικό στη συνέχεια;

Ναι, φυσικά έχει βάση. Κι αν παρατηρήσει κανείς με προσοχή, θα δει ότι το ίδιο συμβαίνει με κάθε προηγούμενο και επόμενο δίσκο που έχω κάνει. Πάντα υπάρχει χώρος να μάθει κανείς κάτι καινούριο και να το εξελίξει, στον βαθμό που θεωρεί ότι το χρειάζεται. 

Όσον αφορά τώρα τα ελληνικά, ο Τσιτσάνης ήταν για μένα μια πρόκληση πολυεπίπεδη, και ως τέτοια τη διαχειρίστηκα μέχρι το τέλος. Το να γράψω στα ελληνικά, για μένα, είναι μια ιδέα που ποτέ δεν απέρριψα. Απλά δεν έχει έρθει η ώρα της. Όταν έρθει, θα το ξέρω σε κάθε μου κύτταρο και μόνο τότε θα το κάνω.

Συνεργάζεστε πλέον με την Inner Ear, μια εταιρεία που ήρθε να στηρίξει ένα ισχυρό κύμα αγγλόφωνης παραγωγής, το οποίο προέκυψε (και) λόγω της δικής σας επιτυχίας με τους Raining Pleasure. Με δεδομένη τη μέχρι πρότινος συνεργασία σας με «μεγάλες» δισκογραφικές, ποιοι λόγοι σας οδήγησαν τώρα στην επιλογή μιας ανεξάρτητης ετικέτας; Και πώς αποτιμάτε αυτά τα 10 και κάτι χρόνια εγχώριας αγγλόφωνης τραγουδοποιίας;

Η δισκογραφία στην Ελλάδα, μέχρι και 10 χρόνια πριν, ήταν μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Τόσο σε επίπεδο προσωπικού και στελέχωσης, όσο και σε καθαρά οικονομικό επίπεδο. Η συνεργασία μου με την Inner Ear είχε αρχίσει να συζητιέται από το 2008. Κάποιες δεσμεύσεις μου όμως, τυπικές και άτυπες, δεν το επέτρεψαν παρά μόνο τώρα. 

Αυτό που έχει κάνει ο Περικλής με αυτήν την εταιρία σε αυτήν εδώ τη χώρα, μόνο από τεράστιο και ατελείωτο έρωτα για τη μουσική και τις διαδικασίες της θα μπορούσε κάποιος να το κάνει. Δεν είναι εύκολη δουλειά· και, κάποτε, όλες οι μπάντες που είχαν την τιμή να βγουν εκεί, θα πρέπει να τον ευχαριστήσουν δημόσια. Οι άνθρωποι όμως νομίζουν ότι είναι σπουδαίοι και ότι η ζωή τούς χρωστάει. 

Αυτή τη μικροαστική ψωροϋπερηφάνεια και τον κρυφοανταγωνισμό ανάμεσα στις μπάντες, τα βιώνω από το πρώτο λάιβ που έκανα πιτσιρικάς, το 1991. Και είναι ο λόγος που ποτέ δεν κατάφερε να στεριώσει σ’ αυτή τη χώρα μια μουσική σκηνή ανθρώπων που στο κάτω-κάτω ζούσαν στις ίδιες συνθήκες. Γι’ αυτό και αναφέρομαι πάντα χρησιμοποιώντας τη λέξη «αντίσκηνο». Συγχωράτε με αν μιλάω σκληρά, αλλά νομίζω έχω κερδίσει το δικαίωμα.

Κάνατε πρόσφατα δύο εμφανίσεις στην ταράτσα του Gazarte, παρέα με μουσικούς εγνωσμένης αξίας. Επιχειρήσατε μαζί τους μια όσο το δυνατόν πιστή «αναπαραγωγή» του κλίματος του Amazing Grey; Ή η παρουσία τους έφερε παρεμβάσεις στο υλικό;

Είναι άλλο πράγμα ο δίσκος και άλλο το λάιβ, είναι απαραίτητο να υπάρχει διαφορετική αντιμετώπιση. Αυτή τη φορά και με τους συγκεκριμένους μουσικούς (Βαγγέλης Στεφανόπουλος, Κωστής Χριστοδούλου, Κώστας Παντέλης, Σωτήρης Ντούβας) νιώθω ότι έχουμε πετύχει μια πολύ καλή ισορροπία ανάμεσα στο να βγαίνουν τα κομμάτια στο κλίμα που πρέπει και στο να μπορεί ο καθένας να νιώθει ταυτόχρονα δημιουργικός και όχι απλά εκτελεστής. Έτσι νομίζω τουλάχιστον, ελπίζω να μην το νιώθω μόνο εγώ αυτό!

Κάνετε μάλλον σπάνιες ζωντανές εμφανίσεις, η δισκογραφική σας παρουσία είναι επίσης αραιή. Είναι κάτι τέτοιο μια καθαρά δική σας επιλογή ή μια αναγκαστική προσαρμογή στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στον «χώρο»;

Είναι μόνο δική μου επιλογή. Όπως είπα και πιο πριν, δεν μπορώ να κάνω κάτι αν δεν το νιώθω στον βαθμό που θεωρώ ότι χρειάζεται. Δεν θέλω να προσθέσω τίποτα μέτριο στη μουσική και στη ζωή μου. Από την άλλη, έχω φροντίσει έγκαιρα –και ακριβώς για αυτόν τον λόγο– να μην χρειάζεται να κάνω μόνο μουσική για την επιβίωσή μου. Και το έκανα από αγάπη για τη μουσική. Τα τραγούδια που μας περιβάλλουν θα ήταν πολύ πιο αξιόλογα, αν όλοι έκαναν το ίδιο.

Έπειτα από πολλά χρόνια, το τοπίο των πνευματικών δικαιωμάτων απαλλάχθηκε από την παρουσία της «αμαρτωλής», όπως χαρακτηρίστηκε, ΑΕΠΙ και πλέον οι δημιουργοί αναλαμβάνουν οι ίδιοι τη διαχείριση ενός νέου φορέα. Ποια η άποψή σας για τις εξελίξεις; Αισιοδοξείτε ότι οι διχόνοιες μεταξύ των καλλιτεχνών έχουν τελειώσει οριστικά;

Το ότι η ΑΕΠΙ τελείωσε, μόνο κάτι καλό μπορεί να είναι. Το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στη συνέχεια, μένει να φανεί. Ελπίζω να τα καταφέρουν καλύτερα τώρα. 

Η χώρα βρέθηκε τον τελευταίο καιρό στον πυρετό των εκλογών. Σας απασχολεί γενικά το πεδίο της πολιτικής; Ποια τα σχόλιά σας για τα αποτελέσματα;

Με μόνη εξαίρεση το περίφημο δημοψήφισμα, κάποτε, δεν τοποθετούμαι ποτέ πολιτικά σε δημόσιο περιβάλλον. Ελπίζω να σέβεστε αυτή μου την επιλογή. 

Ζώντας εκτός Ελλάδας για χρόνια, ποια κομμάτια της εγχώριας καθημερινότητας και κουλτούρας σας έλειψαν περισσότερο και ποια καθόλου;

Μου έλειψε η οικειότητα με τους ανθρώπους. Γνωστούς ή άγνωστους. Κάτι που σε έναν βαθμό έχει να κάνει με τη γλώσσα, αλλά δεν σταματάει εκεί. Η χώρα όπου μεγάλωσε ο καθένας, δίνει μια μόνιμη ενεργειακή σύνδεση, η οποία δεν μπορεί ποτέ να αντικατασταθεί. Από την άλλη, αυτή εδώ η χώρα θα είναι πάντα ένα χωριό –και όχι με την καλή έννοια. 

Δεν μπορούμε να πετάξουμε από πάνω μας τον χαρακτήρα του υπόδουλου, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Αν κάποιος από εμάς κάνει σπουδαία πράγματα σε κάποια άλλη χώρα, τον θαυμάζουμε και τον χειροκροτούμε. Αν όμως τολμήσει να ξεχωρίσει εδώ, του κόβουμε το κεφάλι. Γιατί όταν είναι στην ίδια χώρα, αποτελεί απειλή. Κι αυτό γιατί θυμίζει στους υπόλοιπους ότι γίνεται να κάνουν σπουδαία πράγματα, άρα θα πρέπει να δουλέψουν και να αφήσουν τις δικαιολογίες. Αλλά εδώ έχουμε μάθει να κρυβόμαστε πίσω από τις συνθήκες, τις δυσκολίες, την αίσθηση της κατοχής που ακόμα καλά κρατεί. Γι’ αυτό και δεν μας νοιάζει αν θα πετάξουμε τα σκουπίδια μας όπου βρούμε. Τι μας νοιάζει; Αφού δεν είναι δική μας η χώρα. 

Τι πρόγραμμα έχετε για το καλοκαίρι που απλώνεται μπροστά μας και ποια τα πιο μακροπρόθεσμα σχέδιά σας;

Το καλοκαίρι θα κυλήσει ήσυχα, από μουσικής πλευράς. Αν δεν προκύψει κάτι εκτός προγράμματος, μετά το Gazarte θα ξαναπαίξουμε το φθινόπωρο. Στο μεταξύ ήδη κάνω σχέδια και προετοιμάζω το επόμενο άλμπουμ.

{youtube}efAn-4yYStg{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured