Χθες το βράδυ παρακολουθούσα τη λαμπερή (πραγματικά) απονομή των Grammy. Μια παντελώς αλλοτριωμένη σε ουσία τελετή, στην οποία μπορεί να βραβευτεί και να αναρριχηθεί –έστω προσωρινά– στο στερέωμα κάθε κατασκευασμένος μουσικάντης, μέχρι και το τελευταίο έκπτωτο είδωλο.  Μια ευκαιρία για να λάμψουν ξανά οι εστεμμένοι. Μια γιορτή βασισμένη σε αριθμούς και όχι σε ποιότητα, με απώτερο «μαρκετίστικο» σκοπό να εμφυσήσει μια παραπλανητική ιδέα οικονομικής ευρωστίας στις παραπαίουσες δισκογραφικές, που πάνε να καλύψουν την αιμορραγία τους χρησιμοποιώντας ψηφιακές πλατφόρμες για τσιρότα.

Την ερχόμενη Κυριακή, για την καταμέτρηση της θεαματικότητας στο ημίχρονο του τελικού του Super Bowl, οι εταιρείες στατιστικών θα δουλεύουν σε φρενήρεις ρυθμούς, επιπέδου Wall Street, ενώ η ταρίφα θα γλύψει τα 4 εκατομμύρια δολάρια για 15 δευτερόλεπτα διαφημιστικού χρόνου. Νέες κυκλοφορίες βαρέων βαρών θα ανακοινωθούν και η ανάλυση των marketing plan θα έχει εκτοξευθεί στα ύψη, καθώς η κούρσα για τις πρώτες θέσεις των κατηγοριών του Billboard και για τα βραβεία Grammy του 2015 έχει ήδη αρχίσει.

Λίγο μακριά από αυτό το χάος των εντυπώσεων και της μισθωμένης εκστρατείας γκλάμουρ η οποία σου κάνει κλύσμα στον εγκέφαλο τα νέα ονόματα/brands της δισκογραφίας, υπάρχουν οι ιστορίες που γράφονται στο περιθώριο. Είναι μερικές φορές που αυτές αποδεικνύονται απείρως πιο ενδιαφέρουσες και είναι συνήθως το σινεμά που αναλαμβάνει τον ρόλο να τις διασώσει από τη ντουλάπα της δισκογραφίας και να τις εξιστορήσει· οι ιστορίες που καταχωνιάστηκαν στους αρχειοθετημένους φακέλους μιας παγκόσμιας ροκ εν ρολ μνήμης.

Με οδηγό τη μηδενιστική φιλοσοφία τους, το αναρχικό μυαλό τους και με μουσικό γκουρού τον T-Bone Burnett, οι δαιμόνιοι αδελφοί Κοέν αφηγήθηκαν (περίπου) την ιστορία του Dave Van Ronk, ενός folk τραγουδιστή που έδρασε στο περιθώριο στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, στο Greenwich Village της Νέας Υόρκης. Ένας μουσικός με παραπανίσιο ταλέντο και ευγενική συστολή που δεν είχε στην ήλιο μοίρα, για τον οποίον το δισκογραφικό συμβόλαιο φάνταζε σαν το ιερό δισκοπότηρο, σε μια εποχή που η ιστορία (όχι μόνο η μουσική) έγραφε υπερωρίες. Ο Van Ronk μετατρέπεται λοιπόν σε Llewyn Davis και οι Κοέν αφηγούνται τη δράση του παραγνωρισμένου μουσικού στη σκιά του Bob Dylan, αντιμετωπίζοντάς τον περίπου όπως οι Μόντι Πάιθον τον Μπράιαν σε σχέση με τον Ιησού στο Life Of Brian.

Arthruns_2

Οι Κοέν αναφέρθηκαν σε μια δοξασμένη εποχή, η οποία γέννησε εκατοντάδες folk ονόματα και άφησε παρακαταθήκη αμέτρητα αντρικά και γυναικεία ονόματα από singers & songrwriters, που παρέδωσαν τη σκυτάλη του ακουστικού πνεύματος σε μια άσβεστη παράδοση –από την Joni Mitchell, τη Joan Baez, τον Paul Simon και τον Pete Seeger, μέχρι τη Laura Marling και τον Bill Callahan. Μια εποχή που μπορεί και να γεννάει μνήμες κολαστηρίου για αμέτρητα αδικοχαμένα ονόματα που δεν είδαν τον εαυτό τους σε επετειακές ανθολογίες, ούτε σε άρθρα-αναδρομές, ούτε απέκτησαν Lifetime Achievement Award. Τα «επιτεύγματα» σπανίως μετριούνται άλλωστε σε αριθμούς και σε εξώφυλλα, και αυτή είναι μια πραγματικότητα που τα Grammy αγνοούν. Γιατί πόσα βραβεία θα έπρεπε να είχαν αποσπάσει οι κυρίες Darlene Love, Merry Clayton, Lisa Fischer, Táta Vega, Claudia Lennear και Judith Hill; Αυτές οι παντελώς άγνωστες τραγουδίστριες είναι οι σούπερ σταρ του αριστουργηματικού ντοκιμαντέρ 20 Feet From Stardom. Κυρίες με αδιανόητο ταλέντο και σπάνιας ποιότητας φωνές, οι οποίες έχουν διανύσει μια μακροχρόνια καριέρα κάνοντας δεύτερα φωνητικά σε πασίγνωστες επιτυχίες. Όλες τους κουβαλάνε με υπερηφάνεια τις μνήμες τους από τις συμμετοχές τους με τον Luther Vandross, την Tina Turner, την Chaka Khan και αμέτρητους άλλους.

Arthruns_3

Συμπτωματικά, η Lisa Fischer είχε αποσπάσει το 1992 ένα Grammy για το single της “How Can I Ease The Pain”, αλλά το παγκόσμιο stardom δεν μπόρεσε να τη χωνέψει και την καταδίκασε σε υποστηρικτικό ρόλο για ηχογραφήσεις καθιερωμένων σταρ. Η υπέροχη Darlene Love δούλεψε κοντά στη Dionne Warwick και στον Frank Sinatra και εκτέλεσε χρέη μούσας για την Phil Spector σε μια σειρά επιτυχιών (ακούγεται ξεκάθαρα στο “Da Doo Ron Ron”). Αλλά δεν ήταν τόσο τυχερή(;) όσο οι Ronnetes και το όνομά της εξαφανίστηκε από κάθε δίσκο της εποχής. Η Merry Clayton, που στην παράδοση της Aretha Franklin και των άλλων big mamas της soul έγραψε ιστορία κραυγάζοντας «rape, murder –it’s just a shot away» στο επικό “Gimme Shelter” των Rolling Stones δεν αξιώθηκε να υπογράψει τα δικά της άλμπουμ. Η Táta Vega ήταν ένα από τα πιο υποσχόμενα ταλέντα της δεκαετίας του 1970 για τη Motown, αλλά ο Berry Gordy είχε διαφορετικά σχέδια για εκείνη. Η αξιαγάπητη Judith Hill έφτασε να τραγουδήσει στην κηδεία του Michael Jackson, η πιθανότητα όμως να ικανοποιήσει τον διακαή της πόθο και να κάνει το breakthrough σόλο τραγούδι της φαντάζει πιο μακρινή μέρα με τη μέρα.

Ιστορίες σπαρακτικές, ανθρώπινες, οι οποίες γιορτάζουν τη δύναμη της μουσικής μα παραλίγο να έμεναν στα αζήτητα και τελικά αφορούν περισσότερους από τον νικητή της ανάξιας λόγου κατηγορίας «best R’n’B song of the year» των Grammy. Το 20 Feet From Stardom αποτελεί μνημείο πολιτισμού και δικαιώνει τη συλλογική soul μνήμη. Με τον ίδιο ίσως τρόπο μπορεί να θεωρηθεί δικαίωση για τους Funk Brothers το αντίστοιχο ντοκιμαντέρ StandingInTheShadowsOfMotown (2002). Ένα tribute που έφερνε δάκρυα στα μάτια για τη σπουδαιότερη rhythm section μπάντα στην ιστορία της μουσικής, η οποία –με δεσμούς οικογένειας– τράβαγε τον μοναχικό της δρόμο στα υπόγεια του Ντιτρόιτ, ηχογραφώντας περισσότερες επιτυχίες και περισσότερα τρίλεπτα αριστουργήματα από κάθε γκρουπ της γενιάς της, της προηγούμενης και της επόμενης. Η ιστορία των Funk Brothers δεν έχει καλλιεργηθεί απόλυτα στη συνείδησή μας. Οι παράδοξες ιστορίες της δισκογραφίας γεννιούνται μέσα από τις απρόβλεπτες δυναμικές της.

Arthruns_4

Τα πιο πρόσφατα παραδείγματα δισκογραφικού παράδοξου είναι δύο διαμετρικά αντίθετοι καλλιτέχνες, με δύο ολότελα αντίθετες ιστορίες. Ο folk τραγουδιστής Sixto Rodriguez ήταν ένας από τους αμέτρητους songwriters των 1970s που, χωρίς να έχει καμία επίγνωση, είχε γίνει σούπερ σταρ στη Νότια Αφρική –πρόσφατα αναγεννήθηκε χάρη σε ένα ντοκιμαντέρ (Searching For Sugar Man), ώστε να τον θυμηθεί μια γενιά που τον θεωρούσε χαμένο.  Από την άλλη, ο soul man CharlesBradley πέρασε μια ολόκληρη ζωή παριστάνοντας τον μίμο του James Brown. Σε μια περίεργη τροπή της τύχης, ηχογράφησε δικά του τραγούδια και το προπέρσινό του άλμπουμ No Time For Dreaming ψηφίστηκε σαν «άλμπουμ την χρονιάς» από πολλά έντυπα –τη δική του ιστορία αφηγείται το Charles Bradley: Soul Of America. Ο Rodriguez τα είπε όλα στα νιάτα του και περίμενε στωικά για δεκαετίες μέχρι να τον ανακαλύψουν από την αρχή, ενώ ο Bradley πάλευε για το μεροκάματο και στη δύση της ζωής του δόθηκε μια ανέλπιστη ευκαιρία να ζήσει το χαμένο όνειρο και να εκφραστεί, για πρώτη φορά.

O Van Ronk, η Lisa Fischer, ο Bradley, η Merry, ο Sixto… Όλοι τους πρωταγωνιστές σε άγνωστες πτυχές της μουσικής ιστορίας. Παραδόξως, το 20 FeetFromStardom και το SearchingForSugarMan προτάθηκαν για Όσκαρ ντοκιμαντέρ. Το λες και «ειρωνική» εκδίκηση…

{youtube}754sRFIHIrA{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured