10+1 ελληνικές ταινίες

Το ελληνικό καλοκαίρι έχει δικό του λήμμα στο κινηματογραφικό λεξικό. Άλλοτε κωμικό, άλλοτε αθώο, άλλες φορές σεξουαλικό κι άλλες επώδυνο, έχει υπάρξει αφηγηματικό πεδίο για δεκάδες σκηνοθέτες, αφήνοντας μία πλούσια σχετική φιλμογραφία. Από τις ηλιόλουστες ρομαντικές ιστορίες της Φίνος Φιλμ μέχρι τις ξέρες του σύγχρονου weird wave, από τα λαμπυρίζοντα νερά στα μικρά αστικά διαμερίσματα, τόποι, χρόνοι, άνθρωποι και συναισθήματα έχουν ξεγυμνωθεί κάτω από το αβάσταχτο θέρος, με περίσσια ομορφιά. Η λίστα των ταινιών είναι πραγματικά ατελείωτη, από τα Κορίτσια στον Ήλιο του Βασίλη Γεωργιάδη ως το Suntan του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, από το Έλα να αγαπηθούμε ντάρλινγκ ως τις Ήσυχες μέρες του Αυγούστου και πέρα από αυτές. Υπάρχουν όμως και κάποιες που παρουσιάζουν το καλοκαίρι λιγάκι διαφορετικό, με τη σκληράδα του και τα σαν αχινού αγκάθια του. Η Εύη Παπαγιάννη συγκέντρωσε τις αγαπημένες της από αυτές και ναι, θα δει στα –όχι τόσο- κρυφά και τα Φθηνά Τσιγάρα, και το Σπιρτόκουτο, τον Δεκαπενταύγουστο, το Εκείνο το καλοκαίρι, και το Τσίου. Άλλωστε, αν ξέρει καλά το ελληνικό σινεμά, είναι πως το καλοκαίρι δεν είναι ποτέ μόνο ένα.

Delivery (Νίκος Παναγιωτόπουλος)

Στις 13 Αυγούστου του 2004 η Αθήνα γιόρταζε την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων με μία κομψότατη και κατά κοινή ομολογία αξέχαστη τελετή έναρξης, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Δύο μήνες αργότερα, επρόκειτο να κυκλοφορήσει μία ταινία που καμία σχέση δεν είχε με την λεπτής αισθητικής υπερπαραγωγή σε φόντο άσπρο και λευκό. Το Delivery του Νίκου Παναγιωτόπουλου έφερε στην οθόνη εκείνη την πλευρά της Αθήνας που βίαια παραγκωνίστηκε στις άκρες του κέντρου της πόλης, εκεί που δεν έπεφταν οι κάμερες και οι προβολείς. Σε ένα ιδιαιτέρως θερμό καλοκαίρι, ένας νεαρός άνδρας (Θάνος Σαμαράς) καταφθάνει στο Κλείνον Άστυ, για να συναντήσει την αθέατη πλευρά του – μετανάστες, άστεγους, χρήστες ουσιών, βιοπαλαιστές. Μια τρυφερή ματιά στη σκληρή πόλη, με ομορφιά απλή και απτή, κι ας μην υπόσχεται θερινή ανεμελιά.

Απόντες (Νίκος Γραμματικός)

Καλοκαίρι, ή ίσως καλοκαίρια. Επτά καλοκαίρια, κατά τη διάρκεια των οποίων μία παρέα φίλων επιστρέφει στη Σαλαμίνα, βλέποντας ολοένα τις ρωγμές και τα χάσματα των σχέσεων. Η ιστορία ξεκινά με μια νίκη στο Eurobasket του ’87, και ολοκληρώνεται με μια ήττα στο Μουντιάλ του ’94, και στη διάρκεια της διαπραγματεύεται συνεχώς όλες αυτές τις μικρές προσωπικές, διαπροσωπικές και κοινωνικές ήττες, που διαρρηγνύουν σχέσεις που έμοιαζαν άχρονες και αέναες. Στους Aπόντες Νίκος Γραμματικός στη σκηνοθεσία και Νίκος Παναγιωτόπουλος στο σενάριο ενώνουν τις δημιουργικές δυνάμεις τους, για να φτιάξουν μια ταινία εξίσου όμορφη και επώδυνη, που με φόντο ένα μικρό καφενείο και το νησί του Σαρωνικού γράφεται εντός σου ανεξίτηλα.

.dog (Γιάννα Αμερικάνου)

Τίποτα δεν λέει περισσότερο «καλοκαίρι» από την εφηβική ανεμελιά. Στην ιστορία, όμως, της Γιάννας Αμερικάνου, η ανεμελιά αυτή καίγεται κάτω από τον ήλιο (της Κύπρου, εν προκειμένω), τις προσδοκίες που κατακρημνίζονται και την απώλεια. Ο νεαρός Δημήτρης, λίγο πριν την ενηλικίωση του, έχει την ευκαιρία να ζήσει ξανά την θαλπωρή της οικογένειας, μετά τη πρόσφατη αποφυλάκιση του πατέρα του. Τα πράγματα, όμως, δεν εξελίσσονται όπως τα περιμένει. Βουτιές, φιλίες κι οι πρώτοι έρωτες δοκιμάζονται από μία βίαιη συνθήκη ενηλικίωσης, που  παρουσιάζεται βέβαια με περίσσια στοργή. Εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί, πέρα από τις ερμηνείες των Ανδρέα Κωνσταντίνου και Δημήτρη Κίτσου στους ρόλους πατέρα και γιου, η πρωτότυπη μουσική, την οποία υπογράφει η Melentini.

Ας περιμένουν οι γυναίκες (Σταύρος Τσιώλης)

Η ταινία που σκηνοθέτησε το 1998 ο Σταύρος Τσιώλης απέκτησε τη δική της καλτ ταυτότητα τα τελευταία χρόνια, και δικαίως, καθώς συνδυάζει αφοπλιστικό χιούμορ, κοινωνικοπολιτικό σχόλιο, και μια γλυκόπικρη γεύση. Γιάννης Ζουγανέλης, Αργύρης Μπακιρτζής και Σάκης Μπουλάς, στο δρόμο για τη Θάσο όπου παραθερίζουν οι σύζυγοί τους, σταματούν για λίγο στην λίμνη της Βόλβης, μόνο και μόνο για να αναβάλλουν συνεχώς τη συνέχεια του ταξιδιού τους. Ο μεθοριακός αυτός χωροχρόνος γίνεται πεδίο διαπραγμάτευσης των (μεταξύ τους) σχέσεων, οι ατάκες μένουν αξέχαστες, και η ελληνική πραγματικότητα της εποχής αποτυπώνεται με ματιά κοφτερή σαν ξυράφι. Το καλοκαίρι εδώ είναι μια καλή δικαιολογία συνεύρεσης, αλλά στη δημιουργία κλίματος βοηθάει και το ασταμάτητο βουητό των τζιτζικιών.

Winona (Αλέξανδρος Βούλγαρης)

Θα εξομολογηθώ πως είδα τη Winona του Αλέξανδρου Βούλγαρη έχοντας άγνοια κινδύνου - κοινώς, πήγα στο σινεμά χωρίς να ξέρω τι πρόκειται να δω. Βρέθηκα με αλμύρα στα μάτια, καθόλου καλοκαιρινή. Στην αυθεντικά μοντέρνα και βαθιά συγκινητική ταινία που κυκλοφόρησε το 2019, τέσσερα κορίτσια περνούν μία μέρα στην παραλία, ιδιοσυγκρασιακά και επιτηδευμένα όπως μόνο ο Βούλγαρης ξέρει να περιγράφει. Πάνω στην άμμο ξεδιπλώνονται οι σχέσεις του, οι θυμοί και οι ανησυχίες τους, οι κοριτσίστικες ιδιοτροπίες τους και οι φωτεινές τους σκέψεις, μέχρι τη δύση του ήλιου, που όμως αποκαλύπτει τον λόγο που βρίσκονταν εκεί εξ αρχής.

Animal (Σοφία Έξαρχου)

Πίσω από τα ευγενικά χαμόγελα και την ανεβασμένη διάθεση των ανθρώπων που δουλεύουν σεζόν, δεν αυταπατάται κανείς πως υπάρχει μελαγχολία, κόπωση κι ίσως μοναξιά. Η μοναξιά αυτή, η απόσταση και τα όνειρα που γκρεμίζονται με φόντο το ελληνικό καλοκαίρι περιγράφονται με ουσία αλλά και σκηνοθετική διακριτικότητα στην βραβευμένη ταινία Animal της Σοφίας Έξαρχου, που κυκλοφόρησε το 2023. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο η Δήμητρα Βλαγχοπούλου γίνεται αντι-ηρωίδα που ολοένα κυλά προς τη σωματική και ψυχική κατάρρευση, μα τις στιγμές που ανασαίνει αναπνέει βαθιά, κι εκπνέει αυτή τη θερινή ελαφρότητα πως όλα, στο τέλος, κάπως θα λειτουργήσουν.

Από την άκρη της πόλης (Κωνσταντίνος Γιάνναρης)

Θα έχεις καταλάβει ως τώρα ότι το δικό μου καλοκαίρι δεν αποτυπώνεται σε φωτογραφίες με θέα την Ακρόπολη ούτε φορτώνεται σε κρουαζιερόπλοια τσέπης για βιαστικά τριήμερα σε νησιά. Το καλοκαίρι μου είναι η ευκαιρία των περιθωριοποιημένων να επανατοποθετηθούν, να πάρουν χώρο και να περπατήσουν τους δρόμους που αδειάζουν από τους συνηθισμένους κατοίκους της. Στην ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, που κυκλοφόρησε το 1998, η πόλη γίνεται πεδίο μάχης και διαπραγμάτευσης για τους νεαρούς Ρωσοπόντιους από το Μενίδι, οι οποίοι θέλουν να την κατακτήσουν από την δική τους άκρη, ως το τέλος της. Το περιθώριο εδώ έχει εφηβικό τσαμπουκά, έχει όμως κι ενήλικη βία, και υπέροχα νυχτερινά πλάνα.

Μ’ αγαπάς; (Γιώργος Πανουσόπουλος)

Το όνομα του Γιώργου Πανουσόπουλου δεν θα μπορούσε να λείπει από τη λίστα αυτή, ούτε και το καυτό, ιδρωμένο, ερωτικό του καλοκαίρι. Έχοντας κινηματογραφήσει επί μακρόν το ελληνικό τοπίο συνεργαζόμενος με τον ΕΟΤ, την ΕΡΤ και ιδιωτικές εταιρίες για τα διαφημιστικά τους σποτ, γνωρίζει πώς να αναμετράται με το σκληρό θερινό φως. Στο Μ’ αγαπάς; του 1988 ένας λάτρης του γυναικείου φύλου (Ανδρέας Μπάρκουλης), προσπαθώντας να δει μια γυναίκα που κάνει γυμνή ηλιοθεραπεία, πέφτει από το μπαλκόνι και σκοτώνεται. Στις τελευταίες του στιγμές βλέπουμε μαζί του όλες του τις ερωτικές αναμνήσεις, που έχουν πολύ νερό, πολύ φως, και πολλά κορμιά – με άλλα λόγια, η ταινία αυτή είναι ένα καλειδοσκόπιο επιθυμίας, μια σπουδή πάνω στην μνήμη του έρωτα και στην σωματική νοσταλγία. Με φως που τσούζει και σάρκα που γυαλίζει από τον ήλιο, ο Πανουσόπουλος κινηματογραφεί αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί αλλιώς: το «σ’ αγαπώ» που βγαίνει μέσα από το «σ’ αγγίζω».

Το Δέντρο που Πληγώναμε (Δήμος Αβδελιώδης)

Το Δέντρο που Πληγώναμε του Δήμου Αβδελιώδη είναι μια από αυτές τις ταινίες που με τους τίτλους τέλους απομένει η αίσθηση πως τις έζησες. Γυρισμένη στην καρδιά των μαστιχοχωριών της Χίου, είναι μια εξομολόγηση παιδικότητας. Ο Αβδελιώδης, με κάμερα που πάλλεται σαν παιδική καρδιά και με μοντάζ που μοιάζει να αιφνιδιάζεται από τις ίδιες τις αναμνήσεις, μας προσκαλεί σε έναν κόσμο απόλυτα προσωπικά, εκεί που σύο αγόρια, ένα τέλος μιας φιλίας κι η επανασύνδεση μπλέκονται με τον ήλιο, τις σφήκες, τις βέργες, και τη μαστίχα που στάζει πάνω στα χαλίκια – όλα φτιαγμένα από το υλικό των αναμνήσεων. Το δέντρο της μαστίχας γίνεται μεταφορά για το πολύτιμο που κυλά από μέσα μας όταν ανοίγουν πάνω μας πληγές, κι εκείνο το καλοκαίρι μοιάζει με αυτό που θυμάσαι κι εσύ (ή όπως θα 'θελες να το θυμάσαι).

https://youtu.be/J1-SCjSpCi4?si=OTwwwJhZQGdjwmix

Tungsten (Γιώργος Γεωργόπουλος)

Ο καύσωνας της Αθήνας δεν είναι μόνο θερμοκρασία, αλλά και οικονομική κατάρρευση, ηλεκτρικό ρεύμα που κόβεται, βία που ξεσπάει χωρίς λόγο. Το Tungsten, με μουσική υπόκρουση τους Dirty Granny Tales, παρακολουθεί τρεις παράλληλες ιστορίες μέσα σε μια μόνο μέρα — όλες σκληρές, άβολες, ανυπόφορα ρεαλιστικές. Το καλοκαίρι εδώ είναι δεν είναι γαλάζιο και κίτρινο, μα ασπρόμαυρο. Βαγγέλης Μουρίκης, Τάσος Νούσιας, Όμηρος Πουλάκης και Προμηθέας Αλιφερόπουλος ψάχνουν ανάσα σε μια απογυμνωμένη, αφόρητη μητρόπολη που χωράει μόνο ανθρώπους με αντοχή στον πόνο.

Κιούκα : Πριν το τέλος του καλοκαιριού (Κωστής Χαραμουντάνης)

Στο συν ένα σου έχουμε την πιο πρόσφατη ταινία, μιας και παίζεται ακόμη στα θερινά σινεμά. Ο ανερχόμενος Κωστής Χαραμουντάνης υπογράφει το σενάριο και σκηνοθετεί μια γεμάτη χιούμορ αλλά και μελαγχολία ταινία – ποίημα. Σε αυτή, δύο αδέρφια και ο πατέρας τους ταξιδεύουν με ιστιοφόρο για διακοπές, αγνοώντας ότι στο νησί στο οποίο κατευθύνονται τους περιμένει ένα οικείο πρόσωπο από το παρελθόν. Τα πλάνα μοιάζουν σαν οικογενειακά αναμνηστικά βίντεο, η ιστορία είναι καθηλωτικά γνώριμη, και η νοσταλγία λειτουργεί με τρόπο τέτοιο, που σου αφήνει το ίδιο συναίσθημα που είχες όταν έφυγες. ως έφηβος πια, για τελευταία φορά από το νησί των παιδικών σου χρόνων.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured