Βραβευμένη με Oscar 50χρονη ηθοποιός κάνει μια δεύτερη καριέρα σε τηλεοπτική εκπομπή aerobic. Όταν υποπτεύεται πως οι παραγωγοί ψάχνουν την αντικαταστάτριά της -με προτίμηση κάποια στάρλετ μικρότερης ηλικίας- δοκιμάζει ένα παράνομο μυστηριώδες ελιξίριο νεότητας και γεννάει (κυριολεκτικά… από μέσα της) μια νεότερη version της – με διαφορετικά όμως σχέδια για το κοινό τους μέλλον.

Ξεκινώντας κάποιος να περιγράψει, τι ακριβώς συμβαίνει στο πιο πολυσυζητημένο film του πρόσφατου φεστιβάλ των Καννών, είναι δύσκολο να μην σταθεί λίγο στο αμιγώς body horror κομμάτι του – το στοιχείο εκείνο της ταινίας δηλαδή, που οδήγησε το κοινό, στις περισσότερες προβολές, είτε να φύγει από την αίθουσα ουρλιάζοντας είτε να χειροκροτήσει με μανία αυτό που έβλεπε να εξελίσσεται στην μεγάλη οθόνη. Πράγματι, η Coralie Fargeat δεν βάζει κανένα όριο ή μέτρο στην παροξυσμική και αναπολόγητα camp απόλαυση του να στραπατσάρεις τη σάρκα με κάθε πιθανό τρόπο, καθώς αντλεί σχεδόν όλα τα «κόλπα» από το κινηματογραφικό τεφτέρι του είδους και τα υπερτονίζει με την μεγαλοπρεπή στυλιζαρισμένη ακρότητα που επιτρέπει το shock cinema του 2024. Εντός των pop ορίων του και σε ένα εντελώς πρώτο επίπεδο (αυτό της οπτικής «πανδαισίας» gore, αίματος και του fun που μπορεί να αντλήσει ένας θεατής από εκείνα) το Substance δεν θα αφήσει τους φίλους του είδους παραπονεμένους – ίσα ίσα που η εμπειρία θέασης αυτής της ταινίας σε κατάμεστη αίθουσα είναι μια επιλογή-μονόδρομος!

Αφήνοντας όμως πίσω το πρωταρχικό σοκ του Substance και ανιχνεύοντας την… ουσία πίσω από τις εικόνες, η αλήθεια είναι πως το δεύτερο μεγάλου μήκους film της Fargeat εκπληρώνει εν μέρει τις προσδοκίες – κερδίζοντας συνολικά ένα θετικό πρόσημο και μια αδιαπραγμάτευτη θέση στη λίστα με τις πιο αξιοπρόσεκτες ταινίες του 2024.

H κινητήριος δύναμη του film είναι η σάτιρα: η ανελέητη για την ακρίβεια σάτιρα των συγχρόνων προτύπων ομορφιάς και κατ’ επέκταση του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι γυναίκες στη showbiz. Απλά, λιτά, απέριττα, χωρίς σάλτσες, χοντροκομμένα και στα όρια του ξεδιάντροπου male gazing, η Fargeat κάνει σαφές με το καλημέρα πως το γυναικείο σώμα είναι μια μόνιμη «πηγή πόνου» για κάθε γυναίκα, καθώς καλείται να επιβιώσει σε μια κοινωνία που βρίθει εξόφθαλμου σεξισμού και δεν χαρίζεται απέναντι στις πρώτες ρυτίδες του γυναικείου προσώπου.

Το όποιο «πρόβλημα» εδώ έγκειται στην κάπως κουραστική και στείρα ανακύκλωση του παραπάνω μοτίβου με τον ίδιο υπεραπλουστευμένο τρόπο για 141 λεπτά, όταν κάλλιστα η θεματική αυτή επανάληψη θα μπορούσε να είχε δώσει τη θέση της σε κάποια έξτρα δραματουργία και περαιτέρω εμβάθυνση των βασικών ανησυχιών της ταινίας. Αυτό αναμενόμενα έχει επίπτωση και στον τρόπο που χειρίζεται το σενάριο τους δύο κεντρικούς χαρακτήρες, καθώς μοιραία οδηγούνται σε μια μοιρολατρική κατακλείδα -η οποία έχει, εν μέρει, μια ικανοποιητική meta ανάγνωση πάνω στην ουτοπία της γυναικείας χειραφέτησης σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο. Από την άλλη, εδώ είναι που εισέρχεται καθοριστικά ο (άκρως διασκεδαστικός) σαδισμός του (εντελώς παρανοϊκού) φινάλε, ο οποίος ίσως προβληματίσει κάποιους θεατές ως προς την τελική πρόθεση (ή μη πρόθεση) της Fargeat για κάτι ουσιαστικότερο πέραν του προφανούς (ή ακόμα χειρότερα για κάποιους άλλους, να υπονομεύσει αρνητικά ολόκληρη τη φεμινιστική ανάγνωση της ταινίας).

Κατά τα λοιπά, αυτό το διαβολεμένα απολαυστικό joyride φρίκης είναι συν τοις άλλοις ένα μεγάλο χωνευτήρι επιρροών και αναφορών σε σκηνοθέτες και ταινίες που άφησαν τη στάμπα τους στο ευρύτερο σινεμά τρόμου. Στα καρέ της ταινίας συνυπάρχουν τα φαντάσματα των David Lynch, John Carpenter, David Cronenberg, Peter Jackson, Terry Gilliam, Stanley Kubrick, Nicolas Winding Refn και δεκάδες ακόμα άλλων σκηνοθετών, των οποίων το DNA έχει «ποτίσει» εκείνο του Substance για τα καλά. Ευτυχώς η Fargeat φροντίζει επιμελώς να διατηρήσει τη «φωνή» της ακέραιη στο όλο εγχείρημα, με το Substance να είναι πάνω από όλα μια δική της ταινία και μια φυσική υφολογική εξέλιξη του προ επταετίας ντεμπούτου της, Revenge. Εξαιρετικές και οι δύο βασικές πρωταγωνίστριες της ταινίας, με την Demi Moore να δίνει την ερμηνεία της ζωής της και την νεαρή Margaret Qualley να αποδεικνύει για άλλη μια φορά γιατί θεωρείται μία από τις επόμενες μεγάλες ερμηνεύτριες – star της εποχής μας.

Το Substance προβληματίζει, διχάζει… αηδιάζει και προκαλεί γενικότερα πολλών ειδών αντικρουόμενα συναισθήματα στον θεατή, σίγουρα όμως όχι αυτό της αδιαφορίας. Άκρως στυλιζαρισμένη και ολοκληρωτικά παραδομένη σε ένα κρεσέντο φρίκης, τρόμου και σαρκαστικής μαύρης κωμωδίας, η ταινία της Coralie Fargeat, βρίσκεται μακριά από τη σύγχρονη, πιο «εγκεφαλική» αναβίωση του παραδοσιακού σινεμά τρόμου (με ταινίες όπως τα Hereditary ή The Witch) και πιο κοντά στο επιθετικά γκροτέσκο σινεμά σωματικού τρόμου περασμένων εποχών. Νικητής του βραβείου Σεναρίου στο φετινό φεστιβάλ των Καννών, το Substance, παρ’ όλα τα θεματικά του παράδοξα, σε προκαλεί να το συζητήσεις – και εκεί έγκειται τελικά η πραγματική του αξία, καθώς και ο λόγος για τον οποίο θα μνημονεύεται στο εγγύς μέλλον σαν ένα θρασύτατο cult classic των καιρών μας. 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured