Οι κινηματογραφικές βιογραφίες -τα λεγόμενα και biopics- είναι αναμφίβολα ένα αφάνταστα δημοφιλές κινηματογραφικό genre. Συχνά-πυκνά αποτελούν το ασφαλέστερο όχημα για αρκετούς ηθοποιούς προς το πολυπόθητο Oscar ερμηνείας, ενώ πολλοί σκηνοθέτες και σεναριογράφοι βρίσκουν μια εξίσου καλή ευκαιρία για καταξίωση στον χώρο, κάτω από την ταμπέλα του «σοβαρού δημιουργού» μόλις καταπιαστούν με την ζωή μιας βαρύγδουπης παγκόσμιας προσωπικότητας -και πιθανότατα ένα εύκολο επίσης κινηματογραφικό βραβείο «αναγνώρισης». Όσον αφορά δε τα make up department teams, καριέρες γεννήθηκαν, χτίστηκαν και πέθαναν πάνω από τόνους προσθετικών και latex, στο πιο σίγουρο Oscar κάθε χρονιάς και εσαεί στο μέλλον του θεσμού.

Με απτά πλέον στοιχεία - σχεδόν το ¼ των συνολικά 93 Oscars Καλύτερης Ταινίας που έχουν δοθεί μέχρι σήμερα, έχει καταλήξει σε βιογραφικές ταινίες- το μέσο biopic έχει ένα σημαντικό ποσοστό πιθανοτήτων να πετύχει την καλύτερη δυνατή συγκομιδή σημαντικών βραβείων της βιομηχανίας και παράλληλα μια πετυχημένη εμπορική πορεία στα box office σε σχέση με πχ μια κωμωδία, ένα δράμα ή μια αμιγώς «κοινωνική» ταινία -για ταινίες επιστημονικής φαντασίας ή θρίλερ δεν γίνεται καν λόγος.

Και όμως, παρά το γεγονός ότι τα biopics παράγονται σε ρυθμούς πολυβόλου και ένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας τους θεωρείται δεδομένο πριν καλά-καλά ξεκινήσει η παραγωγή τους, είναι τρομερά ενδιαφέρον το πώς καταφέρνουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία, να μοιάζουν τόσο άψυχα και συντηρητικά, παραδομένα σε έναν ακαδημαϊκό φορμαλισμό, ο οποίος σηκώνει ένα πελώριο τείχος απέναντι σε οποιαδήποτε έμπνευση ή δημιουργική ελευθερία του καλλιτέχνη που βρίσκεται πίσω ή και μπροστά από τις κάμερες. Η προσέγγιση της μέσης βιογραφικής ταινίας, τις περισσότερες φορές δεν διαφέρει από μια ala Wikipedia στείρα παράθεση γεγονότων, πατώντας με τα δύο πόδια στην ασφάλεια που προσφέρει η αναγνωρισιμότητα του προσώπου που καταπιάνεται και στο πως αυτή αλληλεπιδρά με την οικειότητα που νιώθει ο θεατής, για το εν λόγω προβαλλόμενο πρόσωπο.

Η παραγωγή συνήθως, το τελευταίο πράγμα που θέλει είναι να «χαλάσει» αυτή την οικειότητα. Δεν προτίθεται να θολώσει τα νερά ή να πάρει καλλιτεχνικά ρίσκα που ίσως «βλάψουν» την γενικότερη υστεροφημία του βιογραφούμενου προσώπου, χάνοντας έτσι σημαντική μερίδα του κοινού στο οποίο απευθύνεται. Σταθερά όπλα της παραγωγής για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι ο συναισθηματικός εκβιασμός, το κακό μελόδραμα, η σοβαροφάνεια, η μέτρια δραματουργία, κοινώς οτιδήποτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο ελέγχου των βασικότερων ενστίκτων του θεατή, περιορίζοντας την κρίση του μόνο σε αυτά, προς χάριν ενός εύπεπτου και συναισθηματικά ανώδυνου θεάματος ευρείας κατανάλωσης.

Προσφάτως το Blonde του Andrew Dominique -ταινία που δυστυχώς δεν έχουμε ακόμα βρει την ευκαιρία να δούμε- τάραξε τα νερά της κινηματογραφικής βιομηχανίας και ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων για το περιεχόμενό της. Δικαιολογημένες ή όχι, αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί ακόμα. Η από τα συμφραζόμενα όμως αντισυμβατική φύση του πυρήνα της ταινίας, έδωσε ένα καλό πάτημα στο να γίνει μια μικρή ανασκόπηση, σε 10 αγαπημένες βιογραφικές ταινίες που δεν έπαιξαν τον φτηνό ρόλο του Oscar-bait, αλλά αντιθέτως φάνηκαν αρκούντως γενναίες και ριζοσπαστικές, εμφυσώντας πραγματική ουσία στις ιστορίες που επέλεξαν να αφηγηθούν.

 

1) Raging Bull (1980)

mv5byjrmodkznditmtnhni00yjjlltg0zjatodlhztm0yzgzythlxkeyxkfqcgd_p94977

H άνοδος του Jake LaMotta, πρωταθλητή της πυγμαχίας στη δεκαετία του ’40 και του ’50 και η παράλληλη κάθοδός του προς το Έρεβος. Άνθρωπος – προϊόν μιας πατριαρχικής κοινωνίας που έχει κανονικοποιήσει κακοποιητικές συμπεριφορές και ανέχεται κάθε μορφή σωματικής ή λεκτικής βίας, ο LaMotta είναι δέσμιος παθολογικών ανασφαλειών, αυτοκαταστροφικών εμμονών και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Βρίσκεται σε μια αέναη μάχη εναντίων ενστίκτων που παραπέμπουν περισσότερο σε ζώο παρά άνθρωπο και μονάχα μέσα στο ring, νιώθει ελεύθερος από τον εαυτό και τα πάθη του. Ο Martin Scorsese δίνει στον Robert De Niro την ευκαιρία για την ερμηνεία της ζωής του, τοποθετώντας έναν συγκλονιστικό Joe Pesci στο πλευρό του για να πλάσει ένα ερμηνευτικό δίδυμο αξιομνημόνευτης και διαχρονικής χημείας. Το αποτέλεσμα είναι ένα κερδισμένο προσωπικό στοίχημα του Scorsese (ο οποίος πάλευε με τους δικούς του προσωπικούς δαίμονες και την κοκαΐνη εκείνη την εποχή, μετά την αποτυχία του “New York, New York”) και μια από τις σημαντικές ταινίες του σύγχρονου Αμερικανικού κινηματογράφου.

 

2) Control (2007)

mv5bntezotywmtcxn15bml5banbnxkftztcwntgynji1mq__v1_fmjpg_ux1000_p77047

Στο ασπρόμαυρο Manchester των ‘80ς, ο Ian Curtis με την υπαλληλική ρουτίνα που του εξασφαλίζει τα προς το ζην, τον βιαστικό του γάμο και την απότομη πατρότητα, την μπάντα του, με την οποία μόλις υπέγραψε συμβόλαιο για δίσκο, την περιοδεία, τα σόου που διακόπτονται βίαια από επιληπτικά σοκ, την φαρμακευτική αγωγή, την κατάθλιψη, κάνει μια σκληρή μετάβαση από την εφηβεία στην ωρίμαση και την πεζή πραγματικότητα, μόλις στα 23 του χρόνια. Ο Antony Corbijn γράφει έναν μελαγχολικό και πένθιμο επικήδειο λόγο για τη σύντομη ζωή του τραγουδιστή των Joy Division, καθώς ντύνει το σκληρό, βρετανικό του ψυχόδραμα με μαύρα χρώματα και μια ατμόσφαιρα που σφίγγει τον λαιμό του θεατή σαν θηλιά, μακριά από συμβατικές αφηγηματικές φόρμες, rock ‘n’ roll υπερβολές και ακαδημαϊκή ελαφρότητα. Το “Control” είναι μια συγκροτημένη, ψύχραιμη και ειλικρινής κατάθεση ψυχής για τον καταραμένο ποιητή του post-punk, ο οποίος χάνοντας τελικά τον έλεγχο, μετατράπηκε στον ιδανικό αυτόχειρα μιας ολόκληρης γενιάς.

 

3) The Elephant Man (1980)

mv5bmdvjnjiwogitnde3ny00othjlwe0nzqtztu3yjmzztzjmzhkxkeyxkfqcgd_p48602

Στη Βικτωριανή Αγγλία του 19ου αιώνα, γεννιέται ο Joe Merrick. Μοιάζει με μια καραμπόλα μυών σάρκας και οστών, ένα αποκρουστικό ον που οφείλει την εμφάνισή του σε μια σπάνια γενετική ανωμαλία. Ο ίδιος θα εξευτελιστεί με κάθε πιθανό τρόπο, από μια κοινωνία ανθρώπων που αρέσκονται να προβάλλουν επιδεικτικά την πνευματική τους ανωτερότητα και την υλική τους αρμονία, πάνω σε οτιδήποτε παρεκκλίνει έστω και στο ελάχιστο από αυτές. Έρμαιο της ράτσας του, «τροφή για τα θηρία», η ζωή του Merrick θα γίνει ένας επίπονος Γολγοθάς προς την λύτρωση – η οποία δεν μπορεί παρά να είναι ο θάνατος. Ένα σοκαριστικό βιογραφικό ντοκουμέντο των χειρότερων και σκοτεινότερων πτυχών της ανθρώπινης φύσης, θα μπορούσε εύκολα να υποκύψει στον τον ακαδημαϊσμό και την φτηνή συναισθηματική τυμβωρυχία. Όμως, ο David Lynch είναι σκηνοθέτης που ζει στο ασυνείδητο και δεν έχει καμία διάθεση να δημιουργήσει ένα φεστιβάλ μιζέριας και κακοποίησης. Αντιθέτως, σκηνοθετεί ένα εξπρεσιονιστικό ουμανιστικό μανιφέστο, αφιερωμένο σε όλους εκείνους που η κοινωνία βλέπει από απόσταση, γιατί φοβάται την διαφορετικότητά - ενώ η ίδια δεν αντέχει να αντικρύσει τον πραγματικό της εαυτό στον καθρέπτη. Το αποτέλεσμα είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές βιογραφίες που αποτυπώθηκαν ποτέ στην οθόνη και μια ερμηνεία του John Hurt στον ομότιτλο ρόλο που θα μνημονεύεται για πάντα.

 

4) Ed Wood (1994)

14474835_max

Η βιογραφία του χειρότερου σκηνοθέτη όλων των εποχών Εd Wood, από τον -μεγαλύτερο θαυμαστή του- Tim Burton, είναι ένα κλείσιμο του ματιού στους απανταχού ονειροπόλους και παρεξηγημένους, οι οποίοι θα παλέψουν με νύχια και δόντια για το όραμα και την καλλιτεχνική τους αυτοτέλεια -ακόμα και εάν το πρωτογενές ταλέντο δεν είναι πάντα εκεί. Και εάν αυτό δεν είναι μια γνήσια μορφή ελευθερίας, που μόνο η τέχνη μπορεί να προσφέρει στον άνθρωπο τόσο απλόχερα και αβίαστα, τότε τι πραγματικά είναι; Η μελαγχολική ματιά του Burton αγκαλιάζει ένα αγαπημένο «τέρας» των κινηματογραφικών στούντιο των '50s,  δημιουργώντας ένα βιογραφικό παραμύθι μακριά από τους τυπικούς κανόνες της Χολιγουντιανής βιογραφίας, αλλά με τους κανόνες που αντιμετώπιζε ο Burton όλα τα «τέρατα» της μέχρι τότε πορείας του στο σινεμά. Μια ωδή στο περιθώριο και το camp, μια πανέμορφη αισθητικά βιογραφική ταινία και πιθανότατα το peak της καριέρας του Tim Burton, μέχρι και σήμερα.

 

 

5) American Splendor (2003)

ddde319a4c3dfa8568b6b2cd8fb9c4cd

Βίος και πολιτεία του Harvey Pekar, δημοσίου υπάλληλου - αυτό ήδη λέει πολλά- που αποφάσισε ότι ο μόνος τρόπος να δικαιολογήσει την ύπαρξή του, ήταν να μεταφέρει την πεζή και γκρίζα πραγματικότητα που βιώνει καθημερινά στις χάρτινες σελίδες ενός comic με το όνομα “American Splendor”. Ερμηνευτικό κρεσέντο από τον ιδανικό Paul Giamatti στον πρωταγωνιστικό ρόλο, υποδυόμενος έναν από τους πιο διάσημους cult underground Αμερικανούς δημιουργούς comic του 20ου αιώνα. O ίδιος ο Pekar παρεμβάλλεται διαρκώς στην ταινία -με επιπλέον διάφορες animated σκηνές- σε ένα ψευδοντοκυμαντερίστικο πείραμα που ενισχύει την πρωτοτυπία της, καθώς αυτή ενσωματώνεται οργανικά σε μια, κατά τα άλλα, εξαιρετικά γοητευτική βιογραφία, συναρπαστικά μονότονη μέσα στην μελαγχολία της καθημερινότητας που την περικλείει. Βραβείο στο Φεστιβάλ των Καννών του 2003 και ένα δικαίως κερδισμένο cult status.

 

6) Sid and Nancy (1986)

sid-and-nancy

Όταν ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα συνάντησαν την ηρωίνη (με τους Gary Oldman και Chloe Webb σε ερμηνευτικό παροξυσμό), ο Alex Cox (“Repo Man”) ανέλαβε να απαθανατίσει την καταραμένη αυτή σχέση σε μια βιογραφική ταινία μακριά από τις επιταγές της μόδας ή των καιρών, με την συνδρομή του σπουδαίου Roger Deakins στη φωτογραφία και τον Joe Strummer των Clash στην επιμέλεια του παραισθησιογόνου soundtrack της σύντομης ζωής τους. Κάπως έτσι γεννήθηκε μια από τις πιο αυθεντικά punk, βρώμικες, σοκαριστικές, ηλεκτροφόρες και τριπαρισμένες κινηματογραφικές εμπειρίες που βίωσε το σύγχρονο σινεμά! Ο Sid Vicious ερωτεύεται την Nancy Spungen, καταστρέφει την όποια καριέρα προσπάθησε να ξεκινήσει ως «μουσικός» στους Sex Pistols και μαζί ξεκινούν μια κατάβαση στην κόλαση, γεμάτη ναρκωτικά, αλκοόλ και rock 'n' roll. Απέναντί τους αρχικά, η πολιτική ορθότητα και ο καθωσπρεπισμός της Βρετανίας των 70ς. Στην πραγματικότητα όμως, η πραγματική «μάχη» είναι ο ένας εναντίον του άλλου, σε μια από τις πιο επικίνδυνες και τοξικές σχέσεις αγάπης – μίσους που έχουν αποτυπωθεί ποτέ σε film.

 

 

7) Velvet Goldmine (1999)

71yd5xonecl__ac_uf8941000_ql80_

Ο Todd Haynes σκύβει πάνω στα παραισθησιογόνα ‘60s, καταγράφοντας την έκρηξη του glam rock και εν μέρει τον μύθο του David Bowie, μέχρι τα τέλη των 80ς. Μέσα σε αυτό το ταξίδι, καταρρίπτει κάθε σεξουαλικό ταμπού, φιλτράρει τα κοινωνικό-πολιτικά γεγονότα της περιόδου με τη φρέσκια και ασυμβίβαστή του ματιά και παρασέρνει τον θεατή ολοένα και πιο βαθιά στον πολύχρωμο αυτό κόσμο, μέχρι να γίνει κάτοικος και όχι απλά ψυχρός παρατηρητής του. Η κατακερματισμένη αφήγηση και τα χώρο-χρονικά πήγαινε-έλα, συνθέτουν εν τέλει ένα πανέμορφο, μυστηριώδες και περίτεχνο μουσικό ψηφιδωτό κόσμημα για την υστεροφημία μιας ολόκληρης εποχής, με συναρπαστικές ερμηνείες από τη νεαρή τριάδα των Ewan McGregor, Christian Bale και Jonathan Rhys Meyers.  

 

 

8) Caravaggio (1986)

mv5bmje2mdiwmti4mf5bml5banbnxkftztcwmtmyoda4mq__v1_

Αυτό που σε πρώτη όψη εντυπωσιάζει με το “Caravaggio” του μεγάλου Derek Jarman, είναι η οπτικοποίηση του κόσμου του διάσημου Ιταλού μπαρόκ Ρωμαίου ζωγράφου: όλα τα σκηνικά, κουστούμια και η φωτογραφία της ταινίας, εμπνέονται και πηγάζουν απευθείας από τους πίνακές του, οι οποίοι ζωντανεύουν επί οθόνης σε μια οργιαστικά καινοτόμα αισθητική παρέμβαση, που κανένας δεν έχει καταφέρει έκτοτε να μιμηθεί. Ο θεατής μεταφέρεται έτσι, όχι μόνο στην εποχή που έζησε ο σπουδαίος ζωγράφος, αλλά και πίσω από αυτή, ενώ οι διάφορες αναχρονιστικές πινελιές προσδίδουν μια σουρεαλιστική χροιά στο όλο εγχείρημα. Σε δεύτερη χρόνο όμως ο Jarman, ένας σκηνοθέτης που ακόμα και σήμερα πολλά από τα έργα του δεν έχουν καταφέρει να αποκρυπτογραφηθούν πλήρως, υπογράφει μια γενναία καταγραφή των δικών του προβληματικών και αγωνιών (ακτιβιστής της gay κοινότητας του Λονδίνου, ζωγράφος, σκηνογράφος και συγγραφέας μεταξύ άλλων) ως άμεση αντιδιαστολή με τον «έκλυτο» βίο του μποέμ, αμφισεξουαλικού και άθεου Ιταλού καλλιτέχνη. Το “Caravaggio” είναι μια ταινία – ορόσημο, τόσο για το New Queer Cinema, όσο και για την indie κινηματογραφική σκηνή, μια αντικομφορμιστική απελευθερωτική εμπειρία, που ανοίγει απευθείας διάλογο μεταξύ κινηματογραφικής τέχνης, ζωγραφικής και σεξουαλικότητας.                              

 

 

9) Serpico (1973)

mv5botrknjg3yzqtnge3nc00m2u1ltg1oditnmm3zjmyotyzyjewxkeyxkfqcgd_p27148

H αληθινή ιστορία του Frank Serpico, νεαρού ιδεολόγου αστυνομικού στη Νέα Υόρκη των τελών των 60ς, ο οποίος αφού όρθωσε ανάστημα απέναντι στη διαφθορά του αστυνομικού σώματος, την κατήγγειλε το 1967 και μπήκε αυτομάτως στη μαύρη λίστα των συναδέλφων του. Ένα δυνατό αστυνομικό νουάρ με επίκεντρο τη μάχη ενάντια στη συστημική διαφθορά, όπως και τον συγκινητικό αγώνα ενός ανθρώπου να μείνει πιστός στα ιδανικά και τις αρχές του. Η σχεδόν ντοκυμαντερίστικη σκηνοθεσία του σπουδαίου Sidney Lumet, παίρνει μερικές ανάσες ευαισθησίας από το διαχρονικό μουσικό θέμα του Μίκη Θεοδωράκη, ενώ ο νεαρός Al Pacino δίνει μια από εκείνες τις ερμηνείες που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς όλων των εποχών. Γενναίο αντισυμβατικό πολιτικό σινεμά που μόνο τα Αμερικανικά 70ς μπορούσαν να γεννήσουν.  

 

 

10) Andrey Rublev (1966)

mv5bnjm2mjmwnzuzn15bml5banbnxkftztgwmjezmze5mte__v1_

Η κατακερματισμένη αφήγηση σε 8 κεφάλαια, χρονικά άσχετα το ένα με το άλλο -όμως εστιασμένα σε ξεχωριστά βιώματα της ζωής του Ρώσου ζωγράφου Andrey Rublev- είναι η βάση για τον Andrey Tarkovsky, ώστε να εισάγει προβληματικές και θέματα, τα οποία τον απασχόλησαν σε ολόκληρη την καριέρα του, όπως η πίστη, η αγάπη, ο θάνατος, η Τέχνη και ο πόλεμος. Όλα τα παραπάνω δένουν μέσω της ποιητικής λογικής ανάγκης -όπως αναφέρει ο ίδιος ο σκηνοθέτης στο βιβλίο του «Σμιλεύοντας τον Χρόνο»- του Rublev να ζωγραφίσει την Αγία Τριάδα, καταλήγοντας σε μια οπτική αναπαράσταση των αντιφάσεων και της πολυπλοκότητας της ζωής, καθώς και της δημιουργικότητας στην Τέχνη. Μια πλέον αντισυμβατική βιογραφία ενός καλλιτέχνη του οποίου ελάχιστα στοιχεία της πραγματικής ζωής έχουν έρθει στο φως μέχρι σήμερα, μια ευκαιρία για έναν ποιητή της κινηματογραφικής γλώσσας, ώστε να κατασκευάσει μια εκπληκτική τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured