Οι δυο παράδοξα αλληλοσυμπληρούμενες ταινίες, με σενάρια γεννημένα από την πιο σκληρή νομοθεσία του Μέρφι, προκαλούν ασφυξία δίχως να έχουν πνιγηρή ατμόσφαιρα, εκφράζουν στοιχειώδη αισθήματα και εμπνέουν το ενδιαφέρον μας για τις αβοήθητες ηρωίδες σε κίνδυνο, οι οποίες όμως δεν θα παραδοθούν αμαχητί. Το Stowaway είναι πιο ανθρωπιστικό σε προθέσεις, το Oxygen πιο τελεσίδικο σε φιλοσοφία.

Στο Stowaway το τριμελές πλήρωμα ενός διαστημοπλοίου με κατεύθυνση προς τον Άρη ανακαλύπτει έναν τυχαίο λαθρεπιβάτη, λίγο μετά την απογείωση. Δίχως τη δυνατότητα επιστροφής στη Γη και με τους φυσικούς πόρους για επιβίωση να μειώνονται, θα ξεσπάσει μια διαφωνία εντός της ομάδας για την τύχη του απρόσκλητου μέλους που βρέθηκε άθελά του μέσα στη μακροχρόνια αποστολή. Αυτή η παράξενη στραβοτιμονιά της τύχης θα φέρει τα τρία μέρη του πληρώματος αντιμέτωπα με σοβαρά υπαρξιακά διλλήματα. Η επιστημονική έρευνα ετών θα πρέπει να πάει στράφι και το επαγγελματικό χρέος της αποστολής θα πληγεί ανεπανόρθωτα. Όταν το κουράγιο και τα αποθέματα εξατμίζονται, τα μέλη του πληρώματος θα αντιληφθούν ότι αυτό που τελικά τους κάνει ανθρώπους είναι η «συμπόνια» για τον διπλανό τους. Η αλληλεγγύη για τον συνάνθρωπο.

Ο σκηνοθέτης Joe Penna (δικό του και το συμπαθέστατο Arctic) δίνει πιστότητα και βάθος στους χαρακτήρες του, χωρίς εξάρσεις, χωρίς βαριά μουσική υπόκρουση, χωρίς ευκολοχώνευτες συγκινήσεις και χωρίς να έχει την ανάγκη συμβολισμών για κάτι πιο σοφιστικέ, πετυχαίνοντας έτσι μια από τις πιο σκεπτόμενες ταινίες του είδους τα τελευταία χρόνια.

 


Στο Oxygen, ο ωρολογιακός μηχανισμός που πυροδοτεί η έλλειψη οξυγόνου το ασφυκτικό σασπένς, η απώλεια μνήμης, ο προσεγμένος ρυθμός στο μοντάζ και οι παλλόμενοι δείκτες στα πολλαπλά κοντέρ, σπρώχνουν την ηρωίδα όλο και πιο βαθιά στην εναέρια «κινούμενη άμμο» της αβύσσου. Η Mélanie Laurent ερμηνεύει μια γυναίκα που προσπαθεί να κρατηθεί υπό έλεγχο σκεπτόμενη δυνατά και βαριανασαίνοντας μέσα στο καβούκι της. Οι σκόρπιες μνήμες διαδέχονται το σφίξιμο στομαχιού από την αίσθηση του λιγοστού οξυγόνου.

Εδώ ο σκηνοθέτης Alexandre Aja, όπως γίνεται και στο παραπάνω φιλμ, δε θέλει να ανατρέψει τις συμβάσεις ώστε να επιδοθεί σε αχρείαστους μοντερνισμούς ούτε θέλει να προκαλέσει κατακλυσμό μελοδραματισμού. Προσπαθεί όμως να καταγράψει την ασφυξία σαν αδιόρατη γκιλοτίνα κάτω από την οποία στέκεται μια αβοήθητη γυναίκα που κρατάει την ψυχραιμία της και σκέφτεται πρακτικά τι μπορεί να κάνει και πώς μπορεί να ανταπεξέλθει. Μοναδικό της σύμμαχο έχει έναν γλυκομίλητο απόγονο του «κιουμπρικικού» HAL 9000, ο οποίος με τις πληροφορίες του της παρέχει ένα μικρό σωσίβιο ελπίδας. Το Oxygen πετυχαίνει στην έκκριση πανικού στις σκηνές σιωπής και ανασύνταξης και προδίδεται μόνο από ένα μεγάλο CGI πλάνο του φινάλε που δεν είναι οπτικά αντάξιο της φιλόδοξης ιδέας του.

Η τελικές σκηνές των δυο ταινιών, ευτυχώς δεν επιφυλάσσουν ηθικά διδάγματα ή κλασικούς ηρωισμούς. Μοιάζουν περισσότερο με αλυχτίσματα απελπισίας στο κενό διάστημα από ηρωίδες που έφτασαν στο πρόωρο τέλος μιας διαδρομής. Και ο θεατής νιώθει τη χαρά να έχει συμμετάσχει, σαν σιωπηρός συνοδοιπόρος δίπλα τους.

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured