Δεν χρειάζονταν μια ακόμα κωμωδία ενηλικίωσης το ελληνικό σινεμά, ούτε καν άλλη μια νοσταλγική μάτια στις μεταπολιτευτικές αναμνήσεις των σημερινών πενηντάρηδων. Αυτό είναι κάτι που ο Τάσος Μπουλμέτης έδειξε να προβλέπει εύστοχα πριν επιστρέψει στο σινεμά. Ο σκηνοθέτης της πετυχημένης εμπορικά Πολίτικης Κουζίνας, χρησιμοποιεί τους πατροπαράδοτους μύθους, την προφορική παράδοση και τη συλλογική κινηματογραφική μνήμη, για να αφηγηθεί με τρυφερότητα, μια πορεία μέσα στο χρόνο, με βαθιά ελληνικότητα και με φιλοδοξία που δεν μοιάζει (επιτέλους) με αβασάνιστο ξόδεμα ενέργειας.

_KAZ6512.JPG

Ο ήρωας της ιστορίας, ο Σταύρος (τον οποίο υποδύεται ο Γιάννης Νιάρρος) θέλει να ανατρέψει τα δεδομένα της παράδοσης, να κανιβαλίσει τους ηρωικούς μύθους, να καταγράψει διαφορετικά την πραγματικότητα με το φακό του, να σταματήσει το χρόνο με την κάμερα, να γίνει αφηγητής της ζωής του και να βρει νέα ταυτότητα - πάντα μέσα από τη φαντασία και την τέχνη. Ο Μπουλμέτης επιχειρεί να σκιαγραφήσει αυτό το «άπιαστο» ρομάντζο με την ιδεατή πραγματικότητα, μέσα από το ονειροπόλο μυαλό αυτού του συνεσταλμένου αγοριού, σαν μέρος μιας ευρύτερης βιογραφίας σε μια εποχή όπου άλλαζε οριστικά η συνείδηση του μεσοαστού Έλληνα, χρησιμοποιώντας την ιδέα του Σοσιαλισμού που έρχονταν φορτσάτος, ως δικλείδα πολιτισμικών αναφορών.

_MG_3847.JPG

Όλα τα συστατικά της φιλόδοξης δραμεντί βρίσκονται σε προσεγμένη υπερβολή. Η ταινία προφανώς προορίζονταν να γίνει ένα ζοφερό ντοκουμέντο με αντηχήσεις από το κλίμα της εποχής και το πετυχαίνει. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο σκηνοθέτης δεν υποκύπτει σε παγίδες «μεγέθυνσης» και συμβατικότητας στη προσπάθειά του να καλοπιάσει το ευρύτερο κοινό. Οι υπολογισμένες προσδοκίες έχουν σαν αποτέλεσμα μια ανισορροπία στο κέντρο βάρους. Η αίσθηση του μεταπολιτευτικού αστικού τοπίου εξετάζεται επιδερμικά, μόνο ως «νοσταλγία» μπολιασμένη με «χαριτωμενιά» και όχι σαν παρεμβατικό σχόλιο σε μια εποχή που μοιάζει τόσο μακρινή σήμερα. Από την άλλη είναι αδύνατο να μην γοητευτείς από τα κίνητρα των ηρώων, που φωταγωγούνται διαφορετικά μεταξύ τους. Η συναισθηματική ενηλικίωση του ήρωα παρουσιάζεται μέσα από δυο ερωτικές περιπέτειες που ξεκίνησαν με όνειρα και ελπίδες και έληξαν άδοξα. Υπάρχει μια διαφορά στον τρόπο που ερμηνεύουν τους δυο γυναικείους ρόλους η Μελισσάνθη Μάχουτ και η Xαρά Μάτα Γιαννάτου. Η πρώτη είναι θελκτική και αλάνθαστη στο ρόλο μιας αναρριχόμενης ημι-ταλαντούχας ηθοποιού με παραπανίσια ομορφιά και περιορισμένη αντίληψη. Η δεύτερη δεν μπορεί να ξεπεράσει την ηδυπάθεια και τον ναρκισσισμό και πνίγεται σε ερμηνευτικά τερτίπια αποφεύγοντας την παραμικρή αυθόρμητη στραβοτιμονιά στο στυλ. 

ERM5582.JPG

Αυτό που λειτουργεί καλά είναι η ντελικάτη και φροντισμένη ανασύσταση εποχής στη δεκαετία του '70 και του '80 αλλά και τα περιορισμένα οπτικά εφέ στην αναπαράσταση των αρχαίων μύθων. Καθόλου μικρό συγκριτικό πλεονέκτημα σε σύγκριση με την έλλειψη φαντασιόπληκτων εικόνων από την οποία έπασχε πάντα το ελληνικό σινεμά. Εκεί όμως που κερδίζει ο «Νοτιάς», είναι στο αέρινο άγγιγμα στην αφήγηση και στην καλή αίσθηση «ρυθμού». Δεν πετάς ούτε πλάνο, δεν περισσεύει ούτε σκηνή, ακόμα και αν η δραματουργία δεν πείθει πάντα για την ειλικρίνειά της. Βέβαια, για κάθε σχηματικά δοσμένη σκηνή (το ρομάντζο και η ονειροπόληση του ήρωα σε ένα διαμέρισμα στην Κυψέλη) έρχεται μια άλλη (η Ζωζώ Σαμπουτζάκη σε ρόλο καφετζούς που εξομολογείται ένα χαμένο έρωτα) και η ιστορία φροντίζει να μην χάσεις το ενδιαφέρον σου. Για κάθε στημένη σκηνή συζητήσεων μεταξύ «διανοούμενων» για σινεμά (που δεν λειτουργούν καθόλου ρεαλιστικά) υπάρχει ένας διάλογος από καρδιάς (όπως η ανάλυση περί ευρυγώνιας λήψης και τηλεφακού ως προς την ωριμότητα) που σε παίρνει από το χέρι με σεβασμό. Για κάθε τοποθέτηση προϊόντος (τα εμβόλιμα μπισκότα, αποξενώνουν) υπάρχει μια εξαιρετικά σχεδιασμένη σκηνή (όπως το γύρισμα της μικρού μήκους ταινίας των φοιτητών στις ράγες του τρένου) και σε γλυκαίνει.

notias_05.jpg

Μπορεί τελικά οι έρωτες του ήρωα να μην μπορούν όμως να αφήσουν ουσιαστικό συγκινησιακό αποτύπωμα, γιατί η πανηγυρική επικράτηση της τσαχπινιάς χρησμιποιείται σαν μοναδική λύση στα σεναριακά αδιέξοδα, αλλά η αναδρομή μέσα από αναμνήσεις και αφήγηση είναι έξυπνη και απρόβλεπτη. Ο σκηνοθέτης τελικά καταφέρνει να συρράψει με κομψότητα και εκλεκτικότητα, αρκετά αταίριαστες φόρμες αφήγησης, με αποτέλεσμα φεύγοντας από την αίθουσα να νιώθεις ότι επί της οθόνης έχουν εκφραστεί βιωμένα αισθήματα. Αυτό σημαίνει ότι το στοίχημα κερδήθηκε.

notias_06.jpg

{youtube}r79pXl-yYnQ{/youtube}

{youtube}CSenU3GND-A{/youtube}


Συντελεστές

Σενάριο - σκηνοθεσία: Τάσος Μπουλμέτης. 

Παίζουν: Γιάννης Νιάρρος, Θέμης Πάνου, Μαρία Καλλιμάνη, Zωζώ Σαπουντζάκη, Ταξιάρχης Χάνος, Αργύρης Ξάφης, Ερρίκος Λίτσης, Όμηρος Πουλάκης, Μελισσάνθη Μάχουτ, Xαρά Μάτα Γιαννάτου, Γιώργος Βουρδαμής, Δημήτρης Ήμελλος, Φοίβος Ταραμπίκος

executive producer: Κώστας Λαμπρόπουλος

οργάνωση παραγωγής: Γιάννης Καραντάνης

διεύθυνση φωτογραφίας: Σίμος Σαρκετζής

μοντάζ: Γιώργος Μαυροψαρίδης

σκηνογράφος: Σπύρος Λάσκαρη

ενδυματολόγος: Εύα Νάθενα

μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured