Η πρώτη σελίδα της εγχώριας ιστορίας του Boiler Room γράφτηκε την Τετάρτη 25 Ιουνίου, κάτω απ' το φουγάρο της Τεχνόπολης του Δήμου Αθηναίων. Η λονδρέζικη μουσική πλατφόρμα, η οποία έχει φιλοξενήσει τα πιο μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας ηλεκτρονικής σκηνής στήνοντας πάρτι σε κάθε πιθανή κι απίθανη γωνιά, από club cubes και dance venues ευρωπαϊκών μητροπόλεων, μέχρι τα υπόγεια της Σαγκάης και τις ελβετικές Άλπεις, κατέφθασε και στην Αθήνα, προσκεκλημένη του φετινού Plisskën Festival. Για να εκπέμψει (όπως αναφέρεται στη σελίδα της) από το ιστορικό κέντρο μιας αρχαίας πόλης-μυστήριο. 

Η πρώτη αίσθηση που αποκόμιζε κανείς περνώντας την πύλη της Τεχνόπολης ήταν κάπως κατώτερη των προσδοκιών. Έχοντας δηλαδή, στερεοτυπικά ίσως, κολλήσει στα streamings από τα υπόγεια clubs του Βερολίνου, περιμέναμε να μας μαντρώσουν ευθύς σε κάποιο ανήλιαγο pop-up club και ο ιδρωμένος χορός να μας αρπάξει απ' τα μούτρα. Όμως οι επόμενες εντυπώσεις αποδείχθηκαν η μία καλύτερη από την άλλη. 

Καθώς ο ήλιος μαλάκωνε και οι φεστιβαλιστές του Plisskën άφηναν τις σκιερές τους καβάτζες για να περικυκλώσουν το ειδικά διαμορφωμένο υπαίθριο booth μπροστά από την κεντρική σκηνή, δόθηκε και το εναρκτήριο λάκτισμα, με τα πρώτα beats της Noff Weezy να διαλύουν σιγά-σιγά την αμηχανία του άγνωστου και να συσπειρώνουν γύρω της τους πρώτους επίδοξους πρωταγωνιστές των αθηναϊκών Boiler Room στιγμιοτύπων. Αγόρια και κορίτσια με γυαλιά ηλίου και κάθε λογής avant-garde ή/και hipster στιλιστικές επιλογές, έχτιζαν λοιπόν έναν όλο και πυκνότερο, καθώς περνούσε η ώρα, χορευτικό κλοιό γύρω από το booth· σαν σμήνος πολύχρωμων πουλιών σε τελετουργικό σχηματισμό, αποφασισμένοι να δείξουν στους διοργανωτές ότι η Αθήνα ξέρει να χορεύει. 

Στο κέντρο του κύκλου, εν τω μεταξύ, η Noff Weezy, σε b2b set με τη MarcelDune, αποδείκνυαν ότι η Αθήνα δεν ξέρει μόνο να χορεύει, μα να κάνει και τους άλλους να χορεύουν. Οι δύο γνωστές παραγωγοί της αθηναϊκής σκηνής είχαν ετοιμάσει ένα απολαυστικό set, με τα εκλεπτυσμένα breakbeats και tribal περάσματα της πρώτης να κορυφώνονται στη hard style έκρηξη της δεύτερης. 

Κάπως έτσι, με χέρια στον αέρα και με μερικά καταπληκτικά σόλο χορού από ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες περσόνες τριγύρω, ήρθε η ώρα για το μεγάλο όνομα αυτού του pre-event του Plisskën 2019, τον Nicola Cruz. Η αναγγελία του ονόματός του προκάλεσε αλαλαγμούς και ο πρώτος ρυθμός που βγήκε από την κονσόλα του σήμανε ένα ατμοσφαιρικό ταξίδι υψηλής ποιότητας και λεπτής dance ουσίας. 

Καθώς το βράδυ εδραίωνε τη θέση του στην Τεχνόπολη, o ταλαντούχος παραγωγός από το Εκουαδόρ ξεδίπλωνε με μαεστρία τον μουσικό του χάρτη. Μέσω ενός αψεγάδιαστου set, το οποίο αποτέλεσε περίτρανη απόδειξη της δυναμικής του κανόνα των 100bpm –αρκεί βέβαια αυτός να εφαρμόζεται από τα σωστά χέρια. Και τα χέρια του Nicola Cruz, είναι αδιαμφισβήτητα ολόσωστα. 

Με χαμηλούς λοιπόν τόνους και χωρίς πολλά-πολλά, ο Cruz σήκωσε δίκαιο ενθουσιασμό, στέλνοντας θαυμάσια balearic beats να συναντήσουν τον ήχο της καρδιάς του Αμαζονίου· σε υποδειγματικές μίξεις, γεμάτες από τον συναισθηματισμό και την ευαισθησία που διακρίνουν τη μουσική του υπόσταση. Κι αν κράτησε δυνάμεις, εντάσεις και άσσους στο μανίκι του για το κυρίως set που θα παρουσίαζε την επόμενη, 1η μέρα του Plisskën 2019, αυτό καθόλου δεν μείωσε την εκστατική διάθεση του κοινού γύρω του, το οποίο τον αποθέωσε. 

Τη σκυτάλη πήρε το δυναμικό ντουέτο των Khidja, που, κάνοντας το ντεμπούτο του στο Boiler Room, ανέλαβε να διατηρήσει τη σημαία του χορού ψηλά. Με fusion electronica και αέρα Μέσης Ανατολής οδήγησαν τη βραδιά προς το τέλος, όπου περίμενε με dream techno διάθεση η Ana Helder: ένα ηλεκτρονικό διαμάντι από την Αργεντινή, του οποίου η επιστροφή στα sets του Boiler Room αναμενόταν με ζέση από τους ακόλουθους της πλατφόρμας ανά τον κόσμο. Η τελευταία φωτογραφία που πήρε ο αμφιβληστροειδής ήταν μερικές από τις πιο εμβληματικές φιγούρες του πάρτι να χορεύουν απτόητα πίσω από τη Helder, κάτω από το λιτό μα εύγλωττο λογότυπο του Boiler Room· φορώντας ακόμα τα γυαλιά ηλίου τους, μέσα στη νύχτα. 

Μετρώντας 100 πόλεις σε σχεδόν 10 χρόνια, το Boiler Room προσγειώθηκε με επιτυχία και στο αθηναϊκό έδαφος· και κέρδισε τις εντυπώσεις του εγχώριου κοινού, αποδεικνύοντας ότι είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα μαρκετινίστικο happening. Αντιθέτως, η αθηναϊκή εμπειρία επιβεβαίωσε την ποιότητα της πρότασής του στην ψηφιακή εποχή της ψυχαγωγίας, ενώ η απαράμιλλη αίσθησης εγγύτητας –η οποία διακρίνει όλα τα στησίματα της πλατφόρμας, κάνοντάς σε να πιστέψεις ότι έχεις τον Nicola Cruz π.χ. να παίζει στο ιδιωτικό σου πάρτι ή στο σαλόνι σου– ανέβασε τη στάθμη της εμπειρίας στα ύψη. To τρίπτυχο μότο του Boiler Room δεν θα μπορούσε λοιπόν να είναι πιο εύστοχο: Watch. Listen. Dance.

{youtube}B10_PrrvC74{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured