Φωτογραφίες: Έφη Κρητικού

Με μόλις 8 ευρώ εισιτήριο και ένα line up «θανάτου» αποτελούμενο απ’ τους Primal και τους Bloc, δεν σε παίρνει να διαμαρτύρεσαι για τον (όχι καλό) ήχο. Απο την άλλη πρέπει να πούμε στους διοργανωτές κι ένα ευχαριστώ, γιατί αν δεν έπεφτε το ρευστό ζεστό-ζεστό, όχι Bloc Party, αλλά ούτε το καπέλο του Kele δεν θα βλέπαμε από κοντά...


Ειδικά όμως δεν θα βλέπαμε από κοντά τον Bobby. Και τους Primal Scream. Γαμώ. Έπρεπε να είναι από μια γωνία ο Boy (μπορεί όντως να ήταν μέσα στο πλήθος, δεν ξέρω...) και να φώναζε, όπως λέει κι ο τίτλος ενός τραγουδιού του, «γιατί δεν χορεύετε ρεεεεε;» Έτσι είναι.


Είμαστε ένα καταφανώς ξενέρωτο κοινό – παίζει το “Swastika Eyes” και χορεύουμε καμιά 64αριά. Πέφτει στο καπάκι το “Shoot Speed Kill Light” και μπαίνουν στο χορό κι άλλοι 17. Σύνολο 81. Νομίζω. Να μας χαιρόμαστε ρε. Άντε κι εις άλλα με υγεία. Δηλαδή ποιον πρέπει να σου φέρω για να χορέψεις; Τον Michael Jackson (βέβηλη, αλλά άκρως επίκαιρη συγγραφική τυμβωρυχία);Οι Primal Scream κατάφεραν το ακατόρθωτο: όσους έκαναν να χορέψουν, τους «ανάγκασαν» να χτυπιούνται χωρίς τις μπλούζες τους – λες και βρίσκονταν στο Spike Island επί εποχής Stone Roses το 1990. Η εμφάνιση τους ήταν, όπως το είπε κι ο κονφερασιέ Φώτης Βαλάτος, «η καλύτερη συναυλία της φετινής χρονιάς». ΟΚ, το παραφούσκωσε και λίγο, στην επιτροπή της Coca Cola είναι, δεν περίμενα να πει πως ήταν και μούφα. Δεν ξέρω για όλο το live των Primal Scream, αλλά για ένα 20λεπτο, στο τέλος του σετ τους, όντως ήταν τα καλύτερα ίσως 20 λεπτά που είδε φέτος το αθηναϊκό κοινό...

Πριν τους Primal είχαν βγει οι Άγγλοι Let’s Tea Party και οι δικοί μας (εκ των δυο φιναλίστ του 3ου Soundwave) Le Page. Οι Let’s Tea Party προέρχονται από το Bristol (καμία σχέση με τους Tea Party) – και ίσως θα ήταν καλύτερα για όλους μας αν έμεναν περιορισμένοι εκεί.Οι Le Page πάλι, με προεξάρχουσα την Τερψιχόρη – αέρινη κι εύθραυστη (και κούκλα επίσης) μέσα στο λευκό της φόρεμα – βγήκαν στη σκηνή ελαφρώς «χεσμένοι» (το παραδέχτηκε κι ο Ζήσης, ο μπασίστας τους μετά, σε μια κατ’ ιδίαν κουβέντα), αλλά μετά από 1-2 κομμάτια ήρθαν στα ίσια τους, παρόλο που το ηχοσύστημα δεν ανέδειξε την φωνή της Τερψιχόρης, η οποία σε κάποια σημεία ακουγόταν υπερβολικά πρίμα.

Κάτι βέβαια που δεν δικαιολογεί το γεγονός πως θέλει αρκετή δουλειά ακόμη, κυρίως στα φωνητικά τα οποία «σκάνε» πάνω στα αντίστοιχα του Αντώνη. Εξαιρετική η διασκευή τους πάντως στο “I’m A Believer” των Monkees. Ένα μπράβο και στον Neil Diamond που το έγραψε – πάντα ήθελα να γράψω κάτι γι’ αυτόν και ποτέ δεν είχα την ευκαιρία...

Το αποτέλεσμα του φετινού Soundwave (είναι ο λόγος που έγινε και το όλο Summer Sounds event) δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη, αλλά εγώ προσωπικά θα ψήφιζα Flakes. Οι οποίοι, σε σύγκριση με το αντίστοιχο δίπολο, αυτό δηλαδή των πιο «naive» Le Page, θεωρώ πως διαθέτουν μια πιο κωλοπαιδίστικη και πρόστυχη μουσική προσωπικότητα, η οποία φυσικά στηρίζεται τόσο στο πόσο δεμένοι είναι ως μπάντα, αλλά και στην παρουσία της Yodashe – που μπορείς να την πεις από ξεσηκωτικά καλή, μέχρι (αν είσαι a priori κακοπροαίρετος) επιτηδευμένα κακή, αλλά σίγουρα πάντως με τίποτα αδιάφορη: προσωπικά έχω να δω γυναίκα με τόση ενέργεια και ταυτόχρονα επιτυχημένη ενάργεια τραγουδιού και κινησιολογίας από την διετία 2003-04, τα πρώτα δυο χρόνια των Film, όταν η Ελένη «έσπερνε» στη σκηνή.

Αν είχα μαντικές ικανότητες, θα έβλεπα κάλλιστα σε λίγα χρόνια από τώρα πέντε παιδιά να έχουν αφήσει πίσω τους την Πάτρα, την Αθήνα, τη Σύρο και τη Λαμία και να έχουν μετακομίσει μόνιμα στην κοιτίδα του πραγματικού alternative, με σκοπό μια παγκοσμιοποιημένη καριέρα απευθυνόμενη σε πολλές χιλιάδες κόσμου κι όχι στους 2362 νοματαίους της εγχώριας indie-λιγκέντσιας, fingers crossed (όχι το συγκρότημα). Παρεμπιπτόντως, επειδή το ακούω από διάφορους κι εκνευρίζομαι ελαφρώς, για όλους όσους κατηγορούν τους Flakes πως διαθέτουν ένα υφάκι που δεν συνάδει με τον (λίγο) καιρό τον οποίο βρίσκονται στο μετερίζι, μια χαρά το πάνε το κουπί τα παιδιά. Κι ακόμη κι αν όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο, κανείς δεν πήγε μπροστά στη μουσική με όπλο του την ταπεινοφροσύνη – αντιθέτως καριέρα έκαναν όλοι οι Freddie Mercury αυτής της Γης. Προσωπικά, αυτό που εσύ λες «τουπέ», εγώ το αποκαλώ «αυτοπεποίθηση» και χαίρομαι να βλέπω στα μάτια τους μια υγιή «γυαλάδα».

Οι Bloc Party είχαν την ατυχία να βγουν μετά τον Bobby με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αρχικά φοβήθηκα πάντως για την υγεία του ντράμερ Matt Tong ή για οτιδήποτε είναι αυτό το πλάσμα, τέλος πάντων, πίσω απ’ το ντραμ κιτ των Bloc: πάντως άνθρωπος δεν ήταν. Να ήταν ολόγραμμα; Να ήταν ο Alien Vs Predator; Να ήταν μια φαντασματοποίηση του Bonham-meets-Moon; Το μόνο που του έμενε να κάνει ήταν να μας βγάλει τη γλώσσα και να φωνάξει «see? No hands!» Εδώ χόρεψε καρσιλαμά κι έκανε αερόμπικ πάνω στη σκηνή, αυτό θα τον χαλούσε; Ο τύπος πρέπει να έριξε πάνω στις μπαγκέτες του περισσότερο ιδρώτα απ’ ότι όσοι βρίσκονταν συνολικά από κάτω. Απίστευτος – άρα λογικό που ο ήχος απ’ τα τύμπανα ακούγονταν, ενίοτε, ψηλότερα και δυνατότερα απ’ ότι η ίδια η φωνή του Kele, ο οποίος μάταια προσπαθούσε να ξεσηκώσει ένα κοινό σε χειμερία νάρκη. Πάλι, οι πρώτες 7-8 σειρές μπροστά έκαναν όλο το σαματά. Αποστομωτικό το “Song For Clay”, πλήρες λιπαρών το “Hunting For Witches”, στις σωστές του διαστάσεις το “Prayer”, άθλιο, όπως κι όλο το άλμπουμ Intimacy, το “Mercury”, επικότερα των στουντιακών τους κυβικών τα “Helicopter” και “Banquet”, ξεσηκωτικότερο του αναμενόμενου το “This Modern Love”, ξενερωτικότερο του αναμενόμενου το “Flux”. Είδαμε και τους Bloc Party και μας έφυγε το απωθημένο (για μένα προσωπικά ήταν και μάλιστα μέγιστο, εδώ και χρόνια).

«Έλα Kele να σου δείξω τ’ αμπελοχώραφα σου», έλεγε από μέσα του, μειδιώντας ο Bobby, πίσω απ’ τη σκηνή την ώρα που κοιτούσε τα πνευματικά του παιδιά να παίζουν μέχρι τη 1 παρά κάτι... Ακολούθησε DJ σετ από τον Pat Mahoney των LCD Soundsystem, αλλά η μισή τουλάχιστον αίθουσα και κάτι δεν έκατσε – η ώρα είχε περάσει και η επομένη ήταν και καθημερινή.





 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured