Στη διεθνή ορολογία, το αποκαλούμε «standing ovation» και στη γλώσσα της κριτικής αποτελεί έναν αδιάψευστο δείκτη διάκρισης και ενθουσιασμού σε μια ζωντανή καλλιτεχνική περίσταση –εμείς το λέμε «χειροκρότησαν όλοι όρθιοι». Το θέμα είναι ότι έτσι κλείνει συνήθως η όποια συναυλία ή παράσταση. Στο Κατράκειο, όμως, έγινε το αντίθετο: έτσι άρχισε το κυρίως πιάτο της βραδιάς, με χιλιάδες κόσμου να επιφυλάσσουν θριαμβευτική υποδοχή στον Τόλη Βοσκόπουλο, ο οποίος έμεινε για λίγο να κοιτάει έκπληκτος και φανερά συγκινημένος. Κι έχασε τα λόγια του, αυτός που τόσες δόξες έχει ζήσει, απέναντι στα αυθόρμητα «σ' αγαπάμε» που ακούστηκαν ολούθε.

79zTolis_2.png

Η συγκεκριμένη υποδοχή έχει ακόμα μεγαλύτερη αξία αν σκεφτεί κανείς ότι στο Κατράκειο δεν αρχίσαμε καθόλου καλά. Δεν ξέρω πώς το είχε σχεδιάσει ακριβώς ο σολίστ του μπουζουκιού και καλλιτεχνικός επιμελητής της βραδιάς Μανώλης Καραντίνης, θεωρώ όμως ότι αγνόησε σημαντικές παραμέτρους: ήταν καθημερινή, το κοινό ήρθε από νωρίς στο θέατρο για να βρει μια καλή θέση, κάμποσος κόσμος ταξίδεψε από πολύ μακρινές συνοικίες δίχως δικό του μεταφορικό μέσο. Παρεκτός λοιπόν και νόμιζε ότι μόνο συνταξιούχοι από τα πέριξ της Νίκαιας θα έδιναν το παρών, δεν υπολόγισε ούτε την κούραση της ήδη εργάσιμης, ούτε τη λογική λήξη, που θα επέτρεπε να επιστρέψουμε νωρίς για να αντιμετωπίσουμε το ξυπνητήρι της επόμενης μέρας.

79zTolis_3.png

Ο Καραντίνης έστησε το πρόγραμμα με λογική πίστας και όχι συναυλίας. Και έπρεπε έτσι να περιμένουμε μέχρι τις 11 για να βγει «η φίρμα» (11 λένε βέβαια ότι έβγαινε και παλιά στα κέντρα ο Βοσκόπουλος), γεμίζοντας εντωμεταξύ 1 ολόκληρη ώρα συν κάτι ψιλά με την ...υποστήριξη, δηλαδή τη Μαρία Γράμψα, με την οποία ξεκίνησε το πρόγραμμα και τη Φραντζέσκα Μιχαήλ, που το κράτησε ώσπου να έρθει η ώρα του πρωταγωνιστή.

79zTolis_4.png

Η Μαρία Γράμψα, πάντως, ήταν εξαιρετική. Μια φωνή θαυμάσια, γυμνασμένη, με ικανότητες για λυρικό τραγούδι, μα και με έναν απόηχο από τα ζεστά «χρώματα» της Τζένης Βάνου και της Γιοβάννας. Επιπλέον, μια μπριόζα παρουσία, που κέρδισε πόντους και με το πώς στάθηκε πάνω στη σκηνή. Μας είπε πολύ ωραία τα περισσότερα από τα τραγούδια που της αναλογούσαν (π.χ. το "Αν Θυμηθείς Τ' Όνειρό Μου" ή το "Τόσα Καλοκαίρια") και με άφησε να αναρωτιέμαι ειλικρινά τι κάνει μια τόσο πλήρης τραγουδίστρια δίχως έναν έστω προσωπικό δίσκο. Αν κάπου σκόνταψε, ήταν νομίζω στη Βίκυ Μοσχολιού: η φωνή της δεν είναι όσο λαϊκή χρειάζεται για το "Δεν Ξέρω Πόσο Σ' Αγαπώ", άσχετα αν πρόκειται για κοσμαγάπητο άσμα, οπότε το μουρμουρίσαμε όλοι.

79zTolis_5.png

Η Φραντζέσκα Μιχαήλ, είναι τραγουδίστρια εντελώς άλλου τύπου. Πιο εντυπωσιακή ως παρουσία, με ένα πιο επίσημο και «λαμπερό» φόρεμα, εκπροσώπησε στο Κατράκειο τον φαντεζί κόσμο των μπουζουκιών. Και ίσως εδώ βρισκόταν το πρόβλημα, γιατί κλήθηκε να πει ρεπερτόριο έξω από τα νερά αυτά. Κι έτσι, ενώ δεν στερείται ορισμένων ερμηνευτικών χαρισμάτων (την ακούσαμε ανά σημεία με ενδιαφέρον σε πιο χαμηλές νότες), εκτέθηκε ποικιλλοτρόπως –πότε επειδή κάποιος αποφάσισε ότι έπρεπε να πει το "Προσωπικά" της Ελένης Δήμου (γιατί;), πότε επειδή κι εκείνη δεν έδειξε την απαιτούμενη συναίσθηση, αποδίδοντας λ.χ. τα πιο δραματικά σημεία του "Αγάπη Που 'Γινες Δίκοπο Μαχαίρι" με ένα ...πάλλευκο, μέχρι τα αυτιά χαμόγελο, σε ένα πραγματικά γελοίο στιγμιότυπο. Φοβάμαι λοιπόν ότι μας εξόντωσε και μας εκνεύρισε, έστω κι αν εν τέλει ήταν τόση η χαρά όταν είδαμε μπροστά μας τον Βοσκόπουλο, ώστε τα λησμονήσαμε όλα.

79zTolis_6.png

Για τον Τόλη Βοσκόπουλο, τώρα, δεν ξέραμε τι να περιμένουμε. Όχι μόνο γιατί έχουν περάσει τα χρόνια, αλλά και γιατί πρόσφατη ήταν και μια περιπέτεια υγείας που ο ίδιος μας αποκάλυψε ότι ήταν πολύ πιο σοβαρή από όσο είχε διαρρεύσει στον Τύπο. Νομίζω πάντως ότι οι περισσότεροι ήμασταν απλά χαρούμενοι που τον βλέπαμε μπροστά μας στο κομψό μπλε κοστούμι του: θα τον συνοδεύαμε ευχαρίστως στο ρεπερτόριο, με κάθε πάσα την οποία θα μας έδινε. Δεν είχαμε ιδέα, όπως αποδείχθηκε.

79zTolis_7.png

Γιατί ο Βοσκόπουλος αποτυπώθηκε τρανταχτά υπέροχος εκεί στο Κατράκειο. Ναι, ο χρόνος έχει φέρει απώλειες ευδιάκριτες στις φωνητικές του χορδές, όμως η χροιά και τα χρώματά του ήταν ακόμα εκεί, ενώ ο ίδιος παραμένει ένας μεγάλος άσσος στο «σερβίρισμα», ξεσηκώνοντάς μας έτσι απλά με μερικές κινήσεις των χεριών του, με τις συσπάσεις του προσώπου του, με την έμφαση που έδινε σε μεμονωμένα φωνήεντα ή σε επιλεγμένες λέξεις. Δεν ξέρω πραγματικά άλλον Έλληνα τραγουδιστή να έχει μετατρέψει την υπερβολή σε μια τόσο προσωπική τέχνη. Ακόμα λοιπόν και μακριά πια από το ζενίθ του, ο Βοσκόπουλος παραμένει ένας τραγουδιστής βγαλμένος από μια εποχή του ελληνικού πενταγράμμου που μοιάζει ολοένα και πιο «μαγική», όσο γεμίζουμε νεότερους δίχως αυτό το «κάτι» που έκανε ερμηνευτές σαν αυτόν να γενούν πρίγκιπες σε μια εποχή γεμάτη κολοσσούς.

79zTolis_8.png

Η λογική πίστας με την οποία στήθηκε η συναυλία στο Κατράκειο δεν επέτρεψε δυστυχώς σε όλα τα τραγούδια να ακουστούν ολόκληρα: κάποια παίζονταν έτσι, μα πολλά ακούστηκαν ως ποτ-πουρί, σε έναν απόηχο της δεκαετίας του 1980. Μερικά ήθελα προσωπικά να τα ευχαριστηθώ περισσότερο (το "Ανεπανάληπτος" π.χ. και το "Οι Άντρες Δεν Μιλούν Πολύ", τα οποία κι αγαπώ ιδιαιτέρως), γενικά όμως δεν υπάρχει νομίζω χώρος για παράπονα. Ο Βοσκόπουλος παρέλασε από όλες του τις μεγάλες επιτυχίες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και είπε όσα περίμεναν οι φίλοι του ("Οι Αναμνήσεις", "Το Φεγγάρι Πάνωθέ Μου", "Εγώ Αγαπώ Μία", "Πριν Χαθεί Το Όνειρό Μας", "Θα Κόψω Για Σένα Τη Νύχτα Στα Δύο", "Είναι Το Κάτι Που Μένει", "Παρακαλώ", "Κι Έλεγες", "Αποκοιμήθηκα") και ακόμα παραπάνω. Η απροσδόκητη έλευση του Μίμη Πλέσσα στη σκηνή υπήρξε η «νοστιμιά» της βραδιάς, προσφέροντας παράλληλα και το πρώτο της highlight, όταν ο ευδιάθετος και ενεργητικός συνθέτης κάθισε στο πιάνο και ο Βοσκόπουλος έπιασε το "Γλυκά Πονούσε Το Μαχαίρι".

79zTolis_9.png

Ένα τελευταίο ευχαριστώ και ένα «Μακάρι να ξανασυναντηθούμε» ήταν ο τρόπος με τον οποίον διάλεξε να μας καληνυχτίσει ο Τόλης Βοσκόπουλος. Είτε πάντως ανταμώσουμε και πάλι, είτε όχι, το μόνο σίγουρο είναι ότι στο Κατράκειο «σφράγισε» το πόσο ανεπανάληπτος έχει μείνει για όλους εμάς που αγαπάμε το ελληνικό τραγούδι χωρίς να ασχολούμαστε με «όχθες» και λοιπές ανοησίες, εκπορευόμενες συνήθως από όσους είναι απλά χαμένοι στα μαύρα τους μεσάνυχτα.

{youtube}mjPetcOeprA{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured