Τα χρόνια όταν τούτοι οι Βορειοϊρλανδοί σκαρφάλωναν με άνεση στα charts και διεκδικούσαν εξώφυλλα σε περιοδικά – στα μέρη μας ακόμα και...cassette single τους μοίρασε κάποτε ως δέλεαρ αγοράς μεγάλο μουσικό έντυπο! – έχουν πια περάσει. Όμως οι Therapy? συνεχίζουν να φημίζονται για τα φοβερά τους live, ενώ διανύουν και περίοδο φόρμας, όπως μας απέδειξαν με το πρόσφατο άλμπουμ Crooked Timbre. Το Avopolis θα δώσει το παρών τόσο στην αθηναϊκή τους εμφάνιση (Κύτταρο, την Πέμπτη 21 του μήνα), όσο και στη συναυλία τους στη Θεσσαλονίκη (Block 33, την Παρασκευή 22). Ως τότε ο Τάσος Μαγιόπουλος εκπλήρωσε ένα παλιό όνειρο: τηλεφώνησε στον Andy Cairns!

Στ’ αλήθεια σας αρέσει να κάνετε διασκευές σε τραγούδια άλλων, έτσι δεν είναι Andy; Πώς προέκυψε αυτό και γιατί αποτέλεσε ένα ιδιαίτερο κομμάτι της καριέρας σας;

Ξεκίνησε από τις πρώτες κιόλας μέρες μας ως μπάντα, όταν κάναμε πρόβες για ατελείωτες ώρες. Τις στιγμές λοιπόν που κουραζόμασταν να δουλεύουμε στα δικά μας, ξεθάβαμε κάποια αγαπημένα μας κομμάτια για να τα παίξουμε. Επειδή λοιπόν μας άρεσε τόσο πολύ αποφασίσαμε να τα συμπεριλάβουμε και στη δισκογραφία μας.

Θα ήθελα να μου αναφέρεις ποιο τραγούδι σας είναι το αγαπημένο σου από στιχουργικής πλευράς και ποια δημιουργούν τον μεγαλύτερο ντόρο στις συναυλίες σας.

Δεν μπορώ να πω ότι έχω κάποιο συγκεκριμένο κομμάτι το οποίο να το ξεχωρίζω στιχουργικά, αν και το ομώνυμο τραγούδι από τον τελευταίο μας δίσκο, το “Crooked Timber”, ίσως να είναι η επιλογή μου για τώρα. Όσο για το ποιο τραγούδι μας «στέκεται» καλύτερα στα live μας αυτό ποικίλει: εάν παίζουμε στη Γερμανία, στην Ολλανδία ή σε άλλες κεντροευρωπαϊκές χώρες θα σου απάνταγα ότι είναι το “Nowhere” και το “Stories”. Εάν πάλι παίζουμε στην Ιρλανδία ή τη Σκωτία τότε θα σου απάνταγα το “Potato Junkie”, αλλά και το “Exiles”.

Κάτι που πάντα αναρωτιόμουνα ήταν γιατί το “Kids Stuff” έγινε τελικά b-side και δεν είχε συμπεριληφθεί στο Semi-Detached. Διότι εκτός από αξιόλογο τραγούδι θεωρώ πως είχε και μια σημαντική εμπορική δυναμική, που θα μπορούσε να το κάνει ακόμα και single.

Έχεις ένα δίκιο σε αυτό... Και συμφωνώ μαζί σου, διότι κι εμένα μου άρεσε πολύ το “Kids Stuff”. Εκείνη την εποχή όμως ήμασταν τετραμελής μπάντα και οι δυο το θέλαμε στον δίσκο ενώ οι άλλοι δυο θέλανε το “Tramline”. Εν τέλει την τελική ψήφο είχε ο τότε παραγωγός μας, ο οποίος ψήφισε το τελευταίο και έτσι αυτό μπήκε στον δίσκο ενώ το “Kids Stuff” κατέληξε ως b-side στο “Lonely Cryin’ Only”. Αλλά θεωρώ ότι τότε οι οπαδοί συγκροτημάτων όπως οι Foo Fighters πραγματικά θα το αγαπούσαν αυτό το κομμάτι. Η ιστορία όμως έγραψε διαφορετικά...

Θα ήθελες να μας πεις πως κρίνεις το Infernal Love σαν άλμπουμ; Γιατί εκείνη την εποχή είχε διχάσει τόσο τους κριτικούς όσο και τους ίδιους σας τους οπαδούς...

Για να είμαστε ρεαλιστές, οφείλω να παραδεχτώ πως το Infernal Love σκότωσε όποιο εμπορικό μομέντουμ διαθέταμε ως εκείνη τη στιγμή, καταδικάζοντας επί της ουσίας την ευκαιρία μας για ραδιοφωνική προβολή και μεγάλες αρένες. Πολλοί από τους οπαδούς μας, αλλά και τους κριτικούς, το μισήσανε και ήταν η πρώτη φορά που η μπάντα δεν ικανοποιούσε τους φίλους της – καθώς με κάθε νέα κυκλοφορία μας μέχρι εκείνη τη στιγμή δείχναμε να μεγαλώνουμε την οπαδική μας βάση. Αλλά αυτό που στην ουσία αποφασίσαμε εκείνη την εποχή ήταν πως θέλαμε να γίνουμε μια καλλιτεχνική μπάντα αντί για μια εμπορική μπάντα. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι ακούγαμε αρκετά διαφορετικά πράγματα από αυτά που συνηθίζαμε παλιότερα. Με ακούσματα όπως Dead Can Dance και Nick Cave βγήκε αρκετά φυσιολογικά το πιο σκοτεινό αποτέλεσμα του Infernal Love, όπως καταλαβαίνεις... Το ωραίο είναι πως χρόνια μετά ο μάνατζερ μάς είπε ότι αν είχαμε διαλυθεί μετά από εκείνο το άλμπουμ – όπως είχαν κάνει άλλα ονόματα του παρελθόντος σαν τους Alice In Chains και τους Helmet σε ανάλογες περιστάσεις – τώρα θα παίζαμε σε κοινό εξίσου μεγάλο με το δικό τους. Βλέπεις τα reunions γίνανε πολύ της μόδας στα ’00s. Στο τέλος όμως υπερίσχυσε η ανάγκη μας για καλλιτεχνική ελευθερία.

Στο site σας αναφέρεις ότι γνωρίσατε τον νυν drummer σας, τον Neil Cooper, σε μια συναυλία των Rival Schools. Θα ήθελα λοιπόν να ρωτήσω εάν και η προηγούμενη μπάντα του Walter Schreifels, οι σπουδαίοι Quicksand, υπήρξαν αγαπημένο σας συγκρότημα και επιρροή.

Όχι μόνο τους ακούγαμε, αλλά είχαμε την τύχη να παίξουμε και μερικές συναυλίες μαζί τους όταν πριν πολλά χρόνια κάναμε περιοδεία με τους Helmet και τους Jesus Lizard και οι τελευταίοι αναγκάστηκαν να ακυρώσουν πέντε εμφανίσεις. Τη θέση τους τότε πήραν προς μεγάλη μας χαρά οι Quicksand οι οποίοι αποδείχθηκαν εντυπωσιακοί επί σκηνής!

Να υποθέσω δηλαδή από όσα μου αναφέρεις ότι παρακολουθούσες και τον emo ήχο τότε; Και φυσικά δεν αναφέρομαι στις σαχλές μπάντες που εμφανιστήκανε μερικά χρόνια πριν, αλλά στα συγκροτήματα του πραγματικού emo, τα οποία έδρασαν στη δεκαετία του 1990 κυρίως.

Σαφώς και μου αρέσανε πάρα πολύ αρκετές από αυτές τις μπάντες! Λάτρευα τους Rites Of Spring, για παράδειγμα, ενώ άκουγα αρκετά και τους πρώτους δίσκους των Promise Ring. Γενικά παρακολουθούσα συγκροτήματα με ήχο συγγενικό με αυτόν της Jade Tree τότε, πάντα βρίσκανε θέση στο ηχοσύστημά μου! Όταν βέβαια οι επόμενες μπάντες άρχισαν να προσέχουν περισσότερο τα μαλλιά τους από τα τραγούδια τους τότε όλα πήγαν κατά διαόλου...

(σημ. αρχισυντάκτη: Τάσο, οφείλω να το ομολογήσω: τα έχεις τα ζητηματάκια σου, αλλά δεν είσαι ο μόνος...)

Μιας και πιάσαμε κινήματα του παρελθόντος, θα ήθελες να μου πεις και τη γνώμη σου για το nu metal;

Το θεώρησα αρκετά ενδιαφέρον σαν άκουσμα για να είμαι ειλικρινής. Μου άρεσαν άλλωστε πολύ μπάντες σαn τους Cold, τους Refused και τους Deftones οι οποίες κοιτάζανε όχι μόνο να παίζουνε δυνατά αλλά και να βάζουν καινούργια στοιχεία στον ήχο τους, αντί να προσπαθούν να αναπαράγουν τα μοτίβα των Rage Against The Machine. Βέβαια, όπως και με το emo, όταν όλοι αρχίσανε να κοιτάνε τι σορτς θα φορέσουνε και πόσο μακριά dreadlocks έχει ο καθένας περισσότερο από τη μουσική άρχισε και η παρακμή του είδους.

Είχατε συμμετάσχει και εσείς σε ένα σημαντικό soundtrack για εκείνο το είδος, αυτό του Judgement Night...

Ναι! Ήμασταν κι εμείς σε εκείνο τον δίσκο, αλλά για να σου πω την αλήθεια θεωρώ πως είναι αρκετά υπερεκτιμημένο σαν άλμπουμ το συγκεκριμένο. Διότι όντως άνοιξε την πύλη για ένα καινούργιο είδος, όμως είχε μέσα και κάποια κομμάτια που ήταν πραγματικά χάλια... Εξάλλου ακόμα και μια μπάντα η οποία βοήθησε όσο λίγες στην ανάδειξη της ανάμειξης των κιθάρων με το ραπάρισμα, όπως ήταν οι Faith No More, στην πορεία είδαν πως είχε κάνει τον κύκλο του το συγκεκριμένο υβρίδιο και κινηθήκανε προς άλλες κατευθύνσεις.

Υπάρχει κάτι που, όχι μετανιώνεις, αλλά που θα έκανες διαφορετικά εάν είχες την ευκαιρία να αλλάξεις κάποια πράγματα στην πορεία των Therapy?;

Μεταξύ του Infernal Love και του Semi-Detached κάναμε το μεγαλύτερο διάστημα αποχής μας από τη δισκογραφία. Θεωρώ λοιπόν ότι αν είχαμε βιαστεί περισσότερο στο να βγάλουμε τον καινούργιο δίσκο τότε θα είχαμε ένα καλύτερο τελικό αποτέλεσμα, με πιο δυνατά και οργισμένα κομμάτια. Αλλά σε γενικές γραμμές μπορώ να δηλώσω αρκετά ικανοποιημένος από τη μέχρι τώρα πορεία μας.

Ας πάμε τώρα πίσω στην εποχή του Babyteeth. Στάθηκε και για εσάς τόσο μεγάλη έκπληξη όσο και για τους υπόλοιπους μουσικόφιλους η αρκετά σημαντική επιτυχία του στους ανεξάρτητους κύκλους; Και μάλιστα για μια κυκλοφορία που στην ουσία βγάλατε ανεξάρτητα;

Σίγουρα ήταν! Εκείνη την εποχή ήμασταν πραγματικά πεινασμένοι για τον σκοπό μας, δηλαδή το να γίνουμε μια μπάντα που θα πετύχαινε. Όταν μπήκαμε στο στούντιο για να ηχογραφήσουμε το Babyteeth δεν βγήκαμε στον έξω κόσμο για τις δυο επόμενες μέρες! Μάλλον για αυτό προέκυψε και ο ήχος τόσο ωμός... Αλλά ήταν ο μόνος τρόπος για να βγει, καθώς εγώ δούλευα σε ένα εργοστάσιο και οι άλλοι δυο σπουδάζανε. Ο ήχος του δεν ήταν πάντως αρκετά industrial. Είναι μετά να απορεί κανείς γιατί παραξενευτήκανε τόσοι με τον ήχο του Infernal Love;

Μιας και βρισκόμαστε σε παλιότερες εποχές θα ήθελα να σε ρωτήσω πώς προέκυψε εκείνη η... το λιγότερο περίεργη διασκευή που είχατε σκαρώσει στο “With Or Without You” των U2.

Εκείνη την περίοδο βρισκόμασταν σε τουρνέ και μας είχαν πάρει από την τότε εταιρεία μας, την A&M, για να μας ρωτήσουν μήπως θα θέλαμε να συμμετάσχουμε σε ένα φιλανθρωπικό άλμπουμ με τίτλο Peace Together. Νέοι και παρορμητικοί όπως ήμασταν, απαντήσαμε ναι χωρίς δεύτερη σκέψη αλλά όταν μπήκαμε στο στούντιο για να το ηχογραφήσουμε μας βγήκε όλη η τρέλα της εποχής εκείνης και το αποτέλεσμα που ανέφερες προηγουμένως (εν μέσω γέλιων). Το περίεργο δε με το “With Or Without You” μας είναι πως είχε σημειώσει ιδιαίτερη επιτυχία στην Αυστραλία και είχε μάλιστα κυκλοφορήσει εκεί ως double a-side, μαζί με ένα τραγούδι της Sinead O’Connor!

Αλήθεια με τον Fyfe, τον παλιό σας drummer και ιδρυτικό μέλος της μπάντας, βρίσκεστε καθόλου πλέον;

Δυστυχώς έχω να τον δω πολύ καιρό τον Fyfe. Τα τελευταία νέα του ήρθαν από έναν κοινό γνωστό μας, ο οποίος τον είχε πετύχει σε ένα στούντιο ενώ ηχογραφούσε ένα καινούργιο του τραγούδι. Αλλά, πέρα από αυτό, δεν έχω ακούσει και πολλά για τον Fyfe τελευταία.

Πώς σας είχε φανεί όταν σας είχαν βάλει κι εσάς κάτω από την ταμπέλα του grunge πίσω στις αρχές του 1990, ενώ στην ουσία δεν είχατε καμία σχέση με εκείνο τον ήχο;

Μου φαίνεται ότι μπήκαμε κι εμείς σε εκείνο το... τσούρμο επειδή είχαμε τότε μακριά μαλλιά. Οπότε είπανε διάφοροι φωστήρες ότι και αυτοί grunge μπάντα θα είναι, χωρίς δεύτερη σκέψη! Για να είμαι ειλικρινής μου αρέσανε πολύ περισσότερο τα συγκροτήματα της Touch & Go τότε, παρά οι διάφορες μπάντες που ηχογραφούσανε στη Sub Pop.

Καθόλη τη διάρκεια της δισκογραφίας σας χρησιμοποιούσατε πάντα έγχορδα στα τραγούδια σας. Γιατί;

Μας άρεσε πάντα ο ήχος του Scott Walker και των This Mortal Coil. Όπως είναι γνωστό, είμαστε και μεγάλοι οπαδοί των Husker Du. Οπότε, όταν άρχισε και ο Bob Mould να τα χρησιμοποιεί σε τραγούδια του, αρχίσαμε να τα βλέπουμε και εμείς πιο σοβαρά από ότι στο παρελθόν. Πέρα από την πλάκα πάντως, θεωρώ ότι μπορούν να δώσουν κάτι ιδιαίτερο σε κάποια τραγούδια – αρκεί βέβαια να μην το παρακάνει ο καλλιτέχνης με τη χρήση τους.

Πόσο σημαντική θεωρείς την παρουσία των οπαδών σας τόσα χρόνια, τους οποίους δεν χάνετε ευκαιρία να ευχαριστείτε τόσο στις συναυλίες σας όσο και στα άλμπουμ σας;

Η αλήθεια είναι ότι αν περιμέναμε από το ραδιόφωνο να μας προωθήσει, τότε σωθήκαμε. Οπότε είναι σημαντικό για μια μπάντα σαν κι εμάς να έχει ένα πιστό κοινό, το οποίο και θα κρατάει ευχαριστημένο. Εξάλλου θεωρώ ότι στο μέλλον οι μπάντες δεν θα βγάζουν τα χρήματά τους από τα τραγούδια τους, αλλά από τις συναυλίες – οπότε θα είναι σημαντικό να παρουσιάζονται καλές και πάνω στη σκηνή. Γιατί έχουμε δει μεγάλες μπάντες να βγάζουν δίσκους οι οποίοι κάνουν θραύση και πάνω στη σκηνή να είναι απαράδεκτοι. Ας δουλέψουμε κι εμείς λίγο για τα χρήματά μας, δεν πειράζει. Καλό θα μας κάνει, τόσο σε εμάς όσο και στο κοινό που δίνει τα χρήματά του, περιμένοντας να δει μια αντάξια συναυλία.

Για το τέλος ήθελα να σε ρωτήσω τι σετ θα πρέπει να περιμένουμε από εσάς στις επερχόμενες συναυλίες σας στη χώρα μας. Θα βασίζεται στα παλιά σας τραγούδια ή θα προωθεί κυρίως το Crooked Timber;

Παίζουμε αρκετά από τα καινούργια μας κομμάτια, αλλά ούτως ή άλλως όλος ο δίσκος είναι 45 λεπτά όλος κι όλος – κι εμείς σαφώς δεν τον παίζουμε όλο! Οπότε η υπόλοιπη εμφάνιση θα είναι γεμάτη με παλιά και αγαπημένα τραγούδια. Μην ανησυχείτε, θα ακούσετε τραγούδια τόσο από το Troublegum και το Nurse όσο και από το Babyteeth!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured