Eli and The Portraits
Φωτ.: Lucian Amihaiesei
Εύη Παπαγιάννη

   

Το The Jungle Within, η πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά των Eli and the Portraits, προτείνει έναν τρόπο ακρόασης που δεν εξαντλείται στο τραγούδι ως αυτόνομο αντικείμενο αλλά επιμένει στη συνέχεια, στη ροή και στην ανάγκη να ειπωθεί μια ιστορία από την αρχή ως το τέλος, μέσα από λέξεις, ήχους και φωνές που λειτουργούν συλλογικά. Πρόκειται για ένα concept album που συγκροτεί έναν φανταστικό τόπο, όπου τα ζώα μιας ζούγκλας καλούνται να αντιμετωπίσουν ρωγμές στη φύση τους, φόβους που δεν χωρούν πια στο σώμα τους και μια κρίση που δεν αφορά μόνο το παρόν τους αλλά τον ίδιο τον τρόπο συνύπαρξης, ενώ στο κέντρο αυτής της αφήγησης βρίσκεται ο Eli, ο οποίος μέσα από ένα ονειρικό πέρασμα γίνεται μάρτυρας και ταυτόχρονα μέρος μιας διαδικασίας εξομολόγησης και ακρόασης.

Η ζούγκλα που ξεδιπλώνεται στον δίσκο μοιάζει να λειτουργεί ως εσωτερικό πεδίο στο οποίο οι μικρές δυσφορίες διογκώνονται, οι ρόλοι αμφισβητούνται και η ανάγκη για κοινότητα αναδεικνύεται ως βασικό ζητούμενο, τόσο σε αφηγηματικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Οι Eli and the Portraits, ως storytelling music project με αφετηρία τη Θεσσαλονίκη και διαδρομή που μετρά πάνω από δέκα χρόνια, επιστρέφουν εδώ σε υλικό γραμμένο σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, το οποίο επαναδιαπραγματεύονται μέσα από συλλογική ενορχήστρωση, πολυφωνία και θεατρική αντίληψη της αφήγησης, επιμένοντας στην ιδέα ότι η μουσική μπορεί να είναι χώρος συνάντησης, μνήμης και φροντίδας.

Με αφορμή την κυκλοφορία του δίσκου αυτού, συνομιλήσαμε με τον Χρήστο Παπαδόπουλο, ιθύνοντα νου πίσω από το project για τη αρχή, τη διαδρομή, και το αποτέλεσμα.


- Ποιοι είναι, και τι θα έλεγες πως είναι οι Eli and ThePortraits; Μπάντα; Project; Ή μουσικοί-παραμυθάδες που συναντήθηκαν για να ερμηνεύσουν μια ιστορία;

Μου αρέσει η λέξη project γιατί πραγματικά οι Eli and the Portraits είναι μία δημιουργική εργασία που τη δουλεύω μέσα στο κεφάλι μου διαρκώς, εδώ και 10 χρόνια. Αποτυπώνεται σε χαρτιά, καταγράφεται σε κινητά με μουρμουρητά, περνιέται σε προγράμματα ηχογράφησης και επικοινωνείται στους ανθρώπους που αποτελούν τους Eli and the Portraits κάθε φορά. Κάθε επί μέρους “εργασία” (live/δίσκος/βίντεο κλπ) είναι επίσης ένα ξεχωριστό project, και απαρτίζεται από διαφορετικούς ανθρώπους που έχουν να αφηγηθούν κάτι προσωπικό για αυτό. Για το άλμπουμ The Jungle Within, οι Eli and the Portraits είναι οι: Χρήστος Παπαδόπουλος, Νικόλας Πλάτων, Κατερίνα Πλεξίδα, ΡαφαέλαΤσομπανούδη, Σόφη Παπακοσμά, Αλέξανδρος Πουρλουκάκης, Δημήτρης Τσόλης. Και φυσικά όλοι όσοι συμμετείχαν είτε μουσικά είτε στα τριγύρω του δίσκου αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο αυτής της ιστορίας, διότι την πίστεψαν και της αφιέρωσαν ο καθένας από ένα τουλάχιστον κομμάτι του εαυτού του.

- Όλο αυτό ξεκίνησε πριν από λίγο περισσότερο από 10 χρόνια στη Θεσσαλονίκη, ως ένα πάντρεμα των δύο αγαπημένων σου μορφών αφήγησης – τη μουσική και τη θεατρική. Τι έχει αλλάξει από τότε, και τι έχει μείνει ίδιο;

Όλα και τίποτα. Κλισέ; Ναι. Αλλά κάπως έτσι το αισθάνομαι. Ήδη εδώ, σε δίσκο του 2025, έχουμε τραγούδια που γράφτηκαν πριν 10 και 12 χρόνια. Η χαρά μου να τα τραγουδάω, να τα μοιράζομαι με φίλους και να τα ενορχηστρώνουμε από την αρχή, να βρίσκω κόνσεπτ για βίντεο κλιπ κλπ. Δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο. Κομμάτια που είχα σκίσει από τα τετράδιά μου και τα βρήκα αργότερα ηχογραφημένα σε κάποιο ξεχασμένο σκληρό δίσκο, τώρα τα κοιτάω και λέω «εσύ μπαίνεις στο επόμενο άλμπουμ». Ακόμη θέλω να μαζευόμαστε, να τραγουδάμε, να παίρνουμε πρωτοβουλίες, να συνδημιουργούμε, να δουλεύουμε συλλογικά. Κι ακόμη θέλω και να απομονώνομαι, να μη μοιράζομαι, να κοιτάω και να αφοσιώνομαι στο μέσα. Ταυτόχρονα, ευτυχώς, αλλάζω. Ανασυντάσσομαι. Όλα με μόνο στόχο να είμαι παρών. Στη μουσική μου, στις ιστορίες μου, στις δράσεις μας.

- Ένα από τα πράγματα που σίγουρα άλλαξαν είναι πως υπάρχει πλέον μία ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά, η οποία μάλιστα χρηματοδοτήθηκε σε σημαντικό ποσοστό μέσω crowdfunding. Πώς πήρατε αυτή την απόφαση και ποια ήταν η εμπειρία σας από την όλη διαδικασία;

Μέσα σε μια εποχή που όλα οδηγούνται από το κεφάλαιο και καταλήγουν στο κεφάλαιο, και τελικά ο δημιουργός δεν είναι ούτε στην αρχή ούτε στο τέλος της δημιουργίας του, δεν υπάρχει κάτι πιο συγκινητικό και ελπιδοφόρο από τη δημιουργία κοινοτήτων αλληλεγγύης, αλληλοστήριξης και αμοιβαίας ενίσχυσης, οικονομικής και μη. Ο στόχος μου ήταν όλοι οι συνεργάτες να πάρουν κάτι από αυτό, τόσο καλλιτεχνικά όσο και οικονομικά, κι έτσι έγινε. Και το οφείλουμε σε ένα μεγάλο ποσοστό αυτό, στο crowdfunding. Όλοι οι φίλοι μας, οι γνωστοί μας αλλά και οι άγνωστοι σε εμάς που έσπευσαν να συνεισφέρουν στο ποσό που χρειαζόμασταν για να προχωρήσει η παραγωγή μπορούν να νιώθουν κομμάτι της, και έτσι θα τους νιώθω κι εγώ. Είναι η πρώτη μας δισκογραφική δουλειά, θα τη θυμόμαστε για πάντα. Και τους ευχαριστούμε που επέλεξαν με αυτόν τον τρόπο να έρθουν πιο κοντά μας και να φέρουν κι εμάς πιο κοντά σε αυτούς. Κι εύχομαι οι Eli and the Portraitsνα αποτελούν συχνά αφορμή να ανταμώσουν οι άνθρωποι, σε πληθώρα συνθηκών και περιστάσεων.

Φωτ.: Lucian Amihaiesei

- Το The Jungle Within μοιάζει με μια ενιαία αφήγηση, ένα concept album που όμως πάει πιο πέρα - συναντά την ποίηση, το θέατρο, το παραμύθι. Πώς γεννήθηκε η ανάγκη για αυτόν τον υβριδικό τρόπο αφήγησης;

Στ’ αλήθεια ήταν κάτι αυθόρμητο και της τελευταίας στιγμής! Στην πρώτη παρουσίαση του project (θέατρο εΦ, Θεσσαλονίκη 2017) είχα καμιά 15αριά τραγούδια δικά μου κι άλλα 10 covers. Μια βδομάδα περίπου πριν, το γεγονός ότι θα βρισκόμουν σε έναν θεατρικό χώρο που γνώριζα, είχα δει παράσταση εκεί, αργότερα θα έκανα πρόβες εκεί, ξύπνησε μέσα μου την επιθυμία να χρησιμοποιήσω διάφορες μορφές αφήγησης (πρόζα, ποίηση κλπ.) ως συγκολλητικό υλικό ανάμεσα στα τραγούδια μου, δίνοντας έτσι την αίσθηση της συνέχειας, του κυματισμού, ότι πρόκειται για παρουσίαση πρωτότυπων κομματιών, τα οποία κατά κάποιο τρόπο είναι συγχρόνως ένα, όλα μαζί. Μου άρεσε αυτό, άρεσε και στον κόσμο, το εμπιστεύτηκα και το κράτησα. Εξάλλου, το ίδιο μας το όνομα έρχεται από ένα ραδιοφωνικό θεατρικό έργο, το «Κάτω από το Γαλατόδασος» του Ντύλαν Τόμας.

- Ανάμεσα στα τραγούδια του δίσκου παρεμβάλλονται μικρές ιστορίες, όλες από την Εσωτερική μας Ζούγκλα. Έχουμε μέσα μας, θα έλεγες, όλες τις πτυχές του ζωϊκού βασιλείου, ή ταυτίζεσαι περισσότερο με κάποιο ζώο συγκεκριμένα;

Σίγουρα μέσα μας υπάρχει υλικό από όλη τη φύση και την προϊστορία της, μιας και από εκεί προερχόμαστε κι εκεί καταλήγουμε. Είναι ένα άτυπο σπίτι στο οποίο εγώ προσωπικά λαχταρώ και απολαμβάνω να επιστρέφω, όποτε ο χρόνος το επιτρέπει. Οι ήχοι της συνομιλούν με τις ενδότερες φωνές μας, ο εσωτερικός μας διάλογος γίνεται πιο αρμονικός όταν πατάμε στο χώμα, σε αντίθεση με τα τσιμέντα. Σίγουρα κάθε ακροατής θα βρει ένα διαφορετικό ζώο που εκφράζει κάτι δικό του, προσωπικό και μυστικό ίσως. Εγώ θα διαλέξω τη χελώνα ως πιο αγαπημένη. Μοναδικό της καταφύγιο στον κίνδυνο είναι το σπίτι της, το καβούκι της. Μα την πνίγουν τα σκοτάδια του. Η έννοια του αδιεξόδου και της εξομολόγησης στην κοινότητα για να το ξορκίσει, με συγκινεί. Επίσης η χελώνα φτάνει τελευταία στο συμβούλιο, λόγω της βραδύτητας του βαδίσματός της. Αλλά είναι και η πρώτη που χαμογελά στο τέλος.

- Στους στίχους, ο Eli είναι κάποιος που παλεύει με τον εαυτό του, τα τραύματα, τον φόβο, την κατάρρευση και την ανάρρωση. Πόσο αυτοβιογραφικό είναι το υλικό;

Είναι υλικό διαδρομών, θα πω. Και το ανακαλύπτω εκ των υστέρων τις περισσότερες φορές. Κάτι που γράφω μπορεί να ξεκινήσει να δομείται από ένα στιχάκι που μου αρέσει ηχητικά, μετά θα δουλέψω randomομοιοκαταληξία, μετά θα κολλήσω κάτι ακόμα που μου ταιριάζει εννοιολογικά, ρυθμικά κλπ. Και μήνες, χρόνια μετά στην ψυχοθεραπεία μου θα συζητήσω/ανακαλύψω κάτι που έχω ήδη γράψει σε τραγούδι πριν καιρό. Εν ολίγοις, όλα ξεκινούν από ένα παιχνίδι με τις λέξεις και μέχρι να φτάσεις στο τέλος του, έχεις εκφράσει τις μεγαλύτερες αλήθειες σου, παίζοντας. Η δημιουργική διαδικασία είναι αποκαλυπτική, σαν  τη σκηνή από το Lord of the Rings που ο Γκάνταλφ φωτίζει με το ραβδί του τα σκοτάδια των Ορυχείων της Μόρια.

Φωτ.: Βαγγέλης Μακρυγιάννης

- Στο τέλος της ιστορίας, τα ζώα δεν χαμογελούν επειδή λύθηκαν τα προβλήματα, αλλά επειδή άκουσαν το ένα το άλλο. Πόσο σημαντικό είναι για εσένα αυτό το μοτίβο της ακρόασης, της ευαλωτότητας και της κοινότητας;

Απέναντι στο γρήγορο content που καλλιεργούν τα ψηφιακά μέσα και στην κενή κατανάλωση που προτείνουν οι άρχουσες δομές, η κοινότητα που νοιάζεται να επιδεχτεί και να προκαλέσει κοινωνικές αλλαγές γνωρίζει πολύ καλά τη σημασία της μοιρασιάς και της αφήγησης ιστοριών. Έχουν λόγο να αφηγούνται γιατί αλλάζουν τις δυναμικές. Κι επειδή το κάνουν αυτό, ζουν στην αιωνιότητα. Οι ιστορίες επικοινωνούν αγώνες, τα ανθρώπινα στόματα μαρτυρούν αγάπη, πόνο, τραύμα, αλήθεια. Οι εξιστορήσεις των λαών καταγράφουν την παγκόσμια ιστορία και καλό θα ήταν να μην το ξεχνάμε αυτό. Κανείς ποτέ δεν θα ξεχάσει και δεν πρέπει να ξεχάσει, για παράδειγμα, τη Μάγδα Φύσσα. Η δική μας ιστορία, καταγράφει –τόσο στο φαντασιακό όσο και στο ψυχοκοινωνικό επίπεδο- την απόπειρα μιας κοινότητας να υπάρξει πιο ελεύθερη, πιο δίκαιη κι ευτυχισμένη, προσεγγίζοντας την αφοβία μέσω της αλληλοκατανόησης, της ενότητας και της αλληλεγγύης.

- Που τοποθετούνται οι Eli and The Portraits στο οικοσύστημα της «ελληνικής indie σκηνής»;

Σίγουρα υπάρχουν πολλές αφετηρίες έμπνευσης στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή απ’ τις οποίες αντλήσαμε πρώτες ύλες για να εμπιστευτούμε τον αγγλόφωνο στίχο και storytelling, οι 2L8, οι Dirty Granny Tales,οι Monovine,οι gravitysays_i κ.α. Δεν ξέρω αν μπορώ ακόμη να τοποθετήσω τους Eli and the Portraits σε κάποιο συγκεκριμένο genre, σε αυτό το δίσκο περνάμε από τη folk, την dark folk, την indie pop, την gospel, σε κάποιο επόμενο εγχείρημα ίσως περάσουμε κι από τη stoner ή την black metal, έτσι γιανα αξιοποιήσω από πείσμα όλο το φάσμα των ακουσμάτων μου, να ησυχάσω! Θα φανεί στην πορεία, η διαδρομή μας μόλις ξεκίνησε.

- Η ιδέα μιας ζωντανής παρουσίασης του δίσκου μοιάζει συναρπαστική. Υπάρχει κάτι τέτοιο στα σχέδια σας και θα μοιάζει περισσότερο με live ή θεατρική παράσταση;

Φυσικά και υπάρχει. Τα live μας είναι αμιγώς μουσικές συναντήσεις, με εξτραδάκι το στοιχείο της αφήγησης. Δεν αποκλείω στο μέλλον η δουλειά μας να μετουσιωθεί σε άλλες μορφές έκφρασης και επικοινωνίας, μάλιστα είναι κάτι που θα με χαροποιήσει πολύ εφόσον υπάρξουν οι συνθήκες και οι άνθρωποι να το στηρίξουν. Οι Eli and the Portraits όμως είναι ένα μουσικό project, με την ευελιξία να εμφανιστούν από full band live σε μεγάλη σκηνή μέχρι unplugged σε ένα μικρό καφενείο.

- Τέλος, κοιτώντας τώρα πίσω στη διαδρομή μέχρι την ολοκλήρωσή του, τι θα έλεγες πως μάθατε συνολικά από όλη αυτή τη διαδικασία; Τι σας άφησε αυτός ο δίσκος;

Είδα ένα παιδικό μου όνειρο να γίνεται δημιουργική πρωτοβουλία, συλλογική δουλειά, ευθύνη και χαρά πολλών. Συγκινούμαι μόνο που το γράφω αυτό.  Ευχαριστώ όλους τους Eli and the Portraits για όλα αυτά που έδωσαν στην αρχική μου ιδέα. Και ιδιαιτέρως ευχαριστώ τον Νικόλα Πλάτωνα, τον παραγωγό και ηχολήπτη και τρομπετίστα μας και και και… ο οποίος έσκυψε πάνω από τον δίσκο κι έδωσε χρόνο, χώρο και προσωπικότητα σε αυτό. Είναι η πρώτη μας δουλειά, η ελληνική ανεξάρτητη σκηνή τώρα μας καλωσορίζει και ανυπομονούμε για τη συνέχεια.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured