Δεν ξέρω ποιο είναι το πιο ακριβό άθλημα στον κόσμο, στην Ελλάδα, όμως, είναι σίγουρα το διάβασμα. Εγώ από μικρή έκανα πρωταθλητισμό σ’ αυτό. Θυμάμαι σαν τώρα να καταβροχθίζω βιβλιοθήκες ολόκληρες –από παιδική λογοτεχνία μέχρι κλασικά μυθιστορήματα, ό,τι κι αν έπεφτε στα χέρια μου το διάβαζα μανιωδώς. Ένα βράδυ έμεινα ξύπνια για να τελειώσω τις Μικρές Κυρίες και την επόμενη μέρα, που το θέμα του Σκέφτομαι και Γράφω στο σχολείο ήταν «τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω», εγώ έγραψα ότι θέλω να γίνω βιβλιοπώλης. Η δασκάλα μου σοκαρίστηκε και ρώτησε τη μαμά μου αν με πιέζουν να διαβάζω εξωσχολικά βιβλία. Τραγικό. Θυμάμαι, ακόμα, τα άλλα παιδάκια να ζητούν κούκλες και transformers, ενώ εγώ ήθελα να μου φέρνουν δώρο μόνο βιβλία. Δεν με είχε απασχολήσει ποτέ το κόστος τους, γι’ αυτό και τα ζητούσα πάντα με τόση άνεση από συγγενείς και φίλους. Αργότερα θα μου λυνόταν η απορία γιατί η θεία μου προτίμησε να μου φέρει σε κάποια γενέθλια τη Μπάρμπι Γυμναστήριο, αντί για τα Ανεμοδαρμένα Ύψη, όπως της είχα ζητήσει.
 
Όταν έμεινα μόνη μου και έπρεπε να διαχειριστώ με σύνεση τα χρήματά μου, συνειδητοποίησα τρομαγμένη ότι το budget των βιβλίων έπεφτε κατακόρυφα. Τότε ήταν που κατάλαβα πως όλα αυτά τα χρόνια, είχα το προνόμιο να μπορώ να διαβάζω ό,τι θέλω. Ότι σ’ αυτήν τη χώρα είναι συνηθέστερο το φαινόμενο να είναι κάποιος αποκλεισμένος από τα βιβλία, παρά να προτρέπεται να στραφεί σ’ αυτά. Στην αρχή, ακόμα και το φθηνότερο βιβλιοπωλείο του κέντρου, μου φαινόταν μετά βίας ανεκτό οικονομικά. Πολλές φορές είχα μπει σε βιβλιοπωλείο, μόνο και μόνο για να απολαύσω αυτή την εκπληκτική μυρωδιά, που αν έβγαινε σε αποσμητικό χώρου θα την είχα σίγουρα στο σπίτι μου. Λίγο αργότερα, ανακάλυψα το κόλπο του φθηνού βιβλίου: αγγλικές εκδόσεις σε πολύ ελαφρύ χαρτί, ό,τι πρέπει για να το κουβαλάς και μαζί. Αφού εξοργίστηκα με τη διαφορά στις τιμές (εκεί που αγόραζα μια ελληνική, μπορούσα να αγοράσω δύο ή και τρεις αγγλικές), δοκίμασα να διαβάσω κάποια βιβλία στην ξένη γλώσσα. Η προσπάθεια μου, όμως, αυτή στέφθηκε με απόλυτη αποτυχία. Από το 1984 του Όργουελ δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτα, και τον Ξένο του Καμί τον αγόρασα δύο μέρες μετά στα ελληνικά. Οι ικανότητες μου φτάνουν μέχρι Χάρι Πότερ από το πρωτότυπο.
 
Χθες το μεσημέρι, γυρνώντας σπίτι, βρέθηκα σε κεντρικό πολυκατάστημα της Αθήνας για να χαζέψω. Το συνηθίζω. Κατευθύνθηκα σχεδόν αμέσως στο τμήμα των βιβλίων και έτυχε να βρω κατευθείαν το Νορβηγικό Δάσος του Χαρούκι Μουρακάμι, το οποίο τόσοι φίλοι μου έχουν προτείνει και δεν έχει τύχει μέχρι τώρα να το διαβάσω. Πήρα βαθιά ανάσα, γύρισα στο οπισθόφυλλο και αντίκρισα τα 20 ευρώ της τιμής. Εντάξει, το περίμενα, δεν μπορώ να πω. Αυτό που δεν περίμενα, όμως, ήταν να πιάσω τον εαυτό μου σε τόσο μεγάλο δίλημμα για το αν θα το αγοράσω ή όχι. Σχεδόν καρδιοχτυπούσα μέχρι να αποφασίσω αν τα χρήματα που μου περίσσευαν έπρεπε να τα επενδύσω πάνω του. Το αγόρασα, βέβαια, και μετά ντράπηκα κιόλας λίγο που το σκέφτηκα τόσο. Αλλά όσο να πεις, οι καιροί είναι δύσκολοι...
 
Διαφωνώ με όλους όσους λένε ότι το καλό χαρτί και το ανθεκτικό εξώφυλλο είναι που κρατούν ένα βιβλίο στο χρόνο. Για μένα είναι πολύ σημαντικότερη η μνήμη. Να θυμάσαι όλα αυτά τα συναισθήματα που σου προκάλεσε όταν το διάβασες για πρώτη φορά. Είτε αυτή ήταν στην πιο προσεγμένη έκδοση, είτε σε φύλλα τετραδίου. Τους Άθλιους τους πήρα δανεικούς από μια γειτόνισσά μου. Δεν έχω καν το βιβλίο στη βιβλιοθήκη μου. Αλλάζει αυτό, το πόσο με συγκλόνισε;
 
Τελικά, όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω εκατομμυριούχος και να αγοράζω μόνο βιβλία.
 
Λίλα Τζαμούση

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured