Κάποτε η pop ήθελε να είναι λεία σαν γυαλισμένο πάτωμα, τώρα, όλο και περισσότερο, λατρεύει τα σπασμένα της κομμάτια. Η glitch-pop, πέρα από ένα πολυφορεμένο (πλέον) είδος, είναι μια βλάβη στο μουσικό σύστημα με συναισθηματικό βάθος, με φωνές που τρεμοπαίζουν, beats που καταρρέουν και ξανασηκώνονται, ψηφιακά λάθη που ακούγονται πιο ανθρώπινα κι από άνθρωπο. Αν ψάχνεις τον ήχο της εποχής όπου η καρδιά κάνει buffer και το μυαλό restart, εδώ είναι είκοσι αξεπέραστα άλμπουμ που έκαναν την pop καλύτερη και πιο ενδιαφέρουσα τα τελευταία χρόνια.
1. Low – Double Negative (Sub Pop, 2018)
Το Double Negative είναι ένα άλμπουμ όπου η μουσική δεν παραμορφώνεται προς χάρην της αισθητικής, αλλά εξαφανίζει τα slowcore στοιχεία του για να αποκαλύψει κάτι πιο τρομακτικά ανθρώπινο. Οι Low παίρνουν τις αρμονίες τους και τις περνούν μέσα από ψηφιακή διάβρωση, σαν να θέλουν να δουν τι μένει όταν ο ήχος παλεύει να επιβιώσει. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύνολο που μοιάζει με μετάδοση από έναν κόσμο σε blackout: φωνές που θρυμματίζονται, beats που αναπνέουν σαν μηχανή στο τέλος της μπαταρίας, και μια (πρωτόγνωρη για την μπάντα) παραγωγή που θυμίζει ναυάγιο σε αργή κίνηση. Εκεί που άλλοι αγγίζουν το glitch για την υφή του, οι Low το χρησιμοποιούν σαν χλωρίνη: καίνε τα πάντα μέχρι να μείνει η αλήθεια. Ένας από τους πιο ριζοσπαστικούς δίσκους της δεκαετίας και ίσως ο λόγος που η hyperpop, η ambient pop και ολόκληρη η ψηφιακή μελαγχολία κατάλαβαν ότι η κατάρρευση μπορεί να είναι το πιο ισχυρό εργαλείο σύνθεσης σε όλα τα γνώριμα είδη.
2. Max Tundra – Parallax Error Beheads You (Domino, 2008)
Αν η glitch-pop είχε Ευαγγέλιο, θα το είχε γράψει ο Max Tundra σε μέγεθος τσέπης και με χίλιες σελίδες ανά δευτερόλεπτο. Το Parallax Error Beheads You είναι pop σε υπερκινητικό πανικό: MIDI-καταιγίδες, micro-prog αρμονίες, 8-bit σπασμοί, jazz-τροχιές και hooks που εμφανίζονται για μισό δευτερόλεπτο πριν εξατμιστούν. Δεν υπάρχει κουπλέ–ρεφρέν, υπάρχει ένα συνεχές data-stream που ανασχηματίζει την ποπ σε κάτι πιο κοντά σε puzzle παρά σε τραγούδι. Εκεί όπου η hyperpop έφτασε δεκαετίες αργότερα, ο Max Tundra ήταν ήδη εγκατεστημένος, πίνοντας καφέ και αλλάζοντας tempo κάθε δύο μέτρα. Το άλμπουμ σε προκαλεί: μπορείς να παρακολουθήσεις έναν εγκέφαλο που σκέφτεται ταυτόχρονα σε δεκαπέντε κατευθύνσεις και παρ’ όλα αυτά να γράφει μελωδίες που καρφώνονται στο μυαλό για πάντα. Ένα πραγματικό seminal έργο: εξωφρενικό, ιδιοφυές, και τόσο μπροστά που ακόμα προσπαθούν άλλοι να το φτάσουν.
3. Arca – Arca (XL Recordings, 2017)
Με το ομώνυμο άλμπουμ της, η Arca έκανε κάτι που κανείς δεν περίμενε: πήρε το glitch από τον χώρο της αφαιρετικής παραμόρφωσης και το έφερε στο πιο ευάλωτο, σωματικό της σημείο, στη φωνή. Το Arca είναι ένας δίσκος όπου η pop διαλύεται από τον θόρυβο και ταυτόχρονα διαλύεται και από το συναίσθημα: κραυγές που μετατρέπονται σε synths, αναπνοές που γίνονται ρυθμός, και μια «ήσυχη» παραγωγή που κόβει πιο βαθιά κι από το distortion. Η art-pop εδώ ακουμπά μια οπερατική παράδοση, latin φαντάσματα και industrial σκιές χωρίς ποτέ να ανήκει πραγματικά σε καμία από αυτές. Το glitch αποκαλύπτει: κάθε κομμάτι μοιάζει με εξομολόγηση που διακόπτεται από την ίδια του την ένταση, ένα έργο όπου η τεχνολογία δεν αποξενώνει, αλλά επιτρέπει στον άνθρωπο να μιλήσει πιο ωμά. Όταν το digital fragmentation έγινε trend, η Arca ήταν ήδη μοναδική στο είδος της: όχι επειδή έσπασε την pop σε κομμάτια, αλλά επειδή την άφησε να αυτοκτονήσει μόνη της. Μια σημαντική κυκλοφορία, βαθιά, ανησυχητική, και απόλυτα ανθρώπινη μέσα στην παραμόρφωσή της.
4. FKA twigs – MAGDALENE (Young Turks, 2019)
Το δεύτερο άλμπουμ είναι ο δίσκος όπου η FKA Twigs περνά από την εικονολατρία στην απογύμνωση με industrial λεπτότητα, baroque αισθητική και R&B που διαλύεται σε pixels, μέχρι να μείνει μόνο η φωνή της: εύθραυστη, χειρουργική, υπεράνθρωπη και ταυτόχρονα απόλυτα ανθρώπινη. Εκεί που οι περισσότεροι χρησιμοποιούν την τεχνολογία για να κρυφτούν, η Twigs τη χρησιμοποιεί για να εκτεθεί. Ένα από τα πιο καθοριστικά έργα της δεκαετίας: όχι γιατί αλλάζει την pop, αλλά γιατί αποδεικνύει πόσο βαθιά μπορεί να ραγίσει χωρίς να σπάσει.
5. Dltzk – Frailty (deadair, 2021)
Το Frailty είναι η στιγμή που η glitch-pop σταματά να κοιτά την οθόνη και αρχίζει να καταλαβαίνει τον εαυτό της (και τις δυνάμεις της). Οι Dltzk (a.k.a. Jane Remover) παίρνει την emo ευαισθησία και την περνά μέσα από ψηφιακό κατακερματισμό: breakcore διαρροές, hyperpop εκρήξεις, κιθάρες που ακούγονται σαν να φορμάρονται ξανά, φωνές μισές άνθρωπος–μισές buffer error. Δεν υπάρχει καμία προσπάθεια εξομάλυνσης, μόνο ειλικρίνεια σε raw μορφή, σαν ημερολόγιο που γράφεται με τρεμάμενο χέρι ενώ το σύστημα κάνει restart.
6. Satanicpornocultshop – Arkhaiomelisidonophunikheratos (Some Bizarre, 2010)
Οι Satanicpornocultshop παίρνουν την ιδέα της glitch-pop και την εκτινάσσουν πέρα από κάθε λογική: sampledelia χωρίς φρένα, J-pop θραύσματα, noise collages, hip-hop cut-ups, folk μικροσπάσματα και ψηφιακά clicks που μοιάζουν με έντομα παγιδευμένα σε server. Το Arkhaiomelisidonophunikheratos μοιάζει με αρχαιολογικό εύρημα από το μέλλον, όπου η pop επιβίωσε μόνο ως μνήμη διαλυμένη σε bits. Εκεί που οι περισσότεροι χρησιμοποιούν το glitch ως αισθητικό εργαλείο, οι SPCShop το αντιμετωπίζουν σαν χημικό ατύχημα: κάτι που συνέβη και δεν υπάρχει επιστροφή. Το άλμπουμ είναι ένας καταιγισμός από μικροσκοπικά hooklets, cut-and-paste ρυθμούς και αστείες αλλά τρομακτικά ευφυείς μεταμορφώσεις, σαν οι The Books, Matmos και Cornelius να κόλλησαν σε μια άπειρη λούπα μέσα σε candy φρενίτιδα. Tο αποτέλεσμα; Ένα cult αριστούργημα που παραμένει αταξινόμητο. Πολύ pop για να είναι noise, πολύ θορυβώδες για να είναι pop, πολύ μπροστά για να έχει «επηρεάσει» ανθρώπους που ακόμη δεν έχουν γεννηθεί.
7. Sufjan Stevens – The Age of Adz (Asthmatic Kitty Records, 2010)
Με το The Age of Adz, ο Sufjan Stevens έκανε την πιο βίαιη και απρόβλεπτη στροφή της καριέρας του γιατί από την indie‐folk έπεσε σε έναν κόσμο όπου τα drum machines τραυλίζουν, τα synths σκουριάζουν, οι φωνές τεμαχίζονται και η pop διαλύεται σε glitch, distortion και θεϊκή παραφροσύνη. Επηρεασμένος από τον outsider καλλιτέχνη Royal Robertson, ο δίσκος μετατρέπει την αποκαλυπτική παράνοια σε ηχητικό κολλάζ: φουτουριστικά beats, γρατζουνισμένα samples, ψηφιακοί ψίθυροι και εκρήξεις χορωδιακής μελαγχολίας που μοιάζουν να προβάλλονται από χαλασμένο προβολέα. Εδώ, το glitch δεν λειτουργεί ως αισθητικό στολίδι αλλά ως διάγνωση, ένας ήχος που καταγράφει το σώμα που αποσυντίθεται, την πίστη που ραγίζει, τη συναισθηματική αστάθεια που γίνεται εργαλείο σύνθεσης. Το "Too Much" και το "I Walked" παρουσιάζουν την pop ως εύθραυστο αντικείμενο μέσα σε ψηφιακή καταιγίδα, ενώ το επικό "Impossible Soul" είναι είκοσι πέντε λεπτά πλήρους αποδόμησης. Το The Age of Adz παραμένει μία από τις πιο σημαντικές στιγμές της glitch-pop γιατί έκανε το αδιανόητο: έφερε ένα ευρύ indie ακροατήριο αντιμέτωπο με την ιδέα ότι η pop μπορεί να σπάσει, να παραμορφωθεί και να παραμείνει συγκλονιστικά συναισθηματική. Ένα άλμπουμ‐ορόσημο, όπου η κατάρρευση ακούγεται σαν αποκάλυψη.
8. Thom Yorke – ANIMA (XL Recordings, 2019)
Στο ANIMA, ο Thom Yorke δεν «δοκιμάζει» το glitch, το είχε κάνει χρόνια πριν, αλλά εδώ το αφήνει να γίνει η ψυχολογία του δίσκου. Η ηλεκτρονική του γλώσσα μετατοπίζεται από την Radiohead παράνοια σε κάτι πιο σπασμένο, πιο υπνωτικό: ρυθμοί που μοιάζουν με insomnia‐loops, synths που αναπνέουν σαν μηχανές υποστήριξης ζωής, φωνητικά που θρυμματίζονται χωρίς ποτέ να χάνουν την αλήθεια τους. Ο Yorke συνεργάζεται ξανά με τον Nigel Godrich, αλλά εδώ ο ήχος είναι πιο κλειστοφοβικός, σαν να γράφτηκε σε υπόγειο τρένου που δεν φτάνει ποτέ στον προορισμό του. Το glitch λειτουργεί σαν anxiety engine: μικρές ηλεκτροστατικές παρεμβολές, clicks που μοιάζουν με παλμούς, beats που σπάνε και επανέρχονται με χειρουργική ψυχρότητα. Το "Traffic" και το "Twist" μετατρέπουν την dance μουσική σε εφιάλτη σε αργή κίνηση, ενώ το "Dawn Chorus" είναι ίσως η πιο συγκλονιστική απόδειξη ότι ένα τραγούδι μπορεί να παραμείνει συναισθηματικά θεοφόρο ακόμη κι όταν μοιάζει έτοιμο να εξατμιστεί. Το ANIMA δεν είναι glitch‐pop επειδή παραμορφώνει τον ήχο, είναι glitch‐pop επειδή συλλαμβάνει την εμπειρία του να ζεις σε μια εποχή που κάνει buffer.
9. Yaeji – With A Hammer (XL Recordings, 2023)
Με το With A Hammer, η Yaeji παίρνει τον glitch‐pop κόσμο από το χέρι και τον οδηγεί σε κάτι εντελώς δικό της: μια pop φόρμα που μοιάζει ήρεμη στην επιφάνεια, αλλά μέσα της βράζει σαν ηλεκτρονική καταπίεση σε χαμηλή φωτιά. Τα beats λυγίζουν σαν να κρατούν μέσα τους θυμό που δεν βρίσκει έξοδο, ενώ τα whispered vocals της λειτουργούν σαν ημερολόγιο που μιλά πιο πολύ με τις παύσεις παρά με τις λέξεις. Το glitch εδώ σημαίνει συναισθηματική απορρύθμιση: clicks σαν τικ άγχους, basslines που μοιάζουν να ξεφεύγουν από τον έλεγχο, pop hooks που εμφανίζονται σαν αναμνήσεις και εξαφανίζονται πριν τα καταλάβεις. Η Yaeji μιξάρει trip-hop σκιές, club εντάσεις και K-electronica λεπτομέρειες με έναν τρόπο που κάνει τον δίσκο να ακούγεται ταυτόχρονα soft και επικίνδυνα φορτισμένος.
10. Clarence Clarity – NO NOW (Bella Union, 2015)
Ο Clarence Clarity φτιάχνει έναν δίσκο που ακούγεται σαν pop μετά από ηλεκτροπληξία: υπερκορεσμένα layers, φωνητικά που παραμορφώνονται σαν να περνούν μέσα από κατεστραμμένο codec, funk-basslines που λιώνουν, και hooks θαμμένα κάτω από δεκάδες επίπεδα από θόρυβο, gospel-πυροτεχνήματα και digital meltdown. Δεν υπάρχει καμία παύση, 20 και κάτι tracks σε πλήρη υπερδιέγερση, σαν να παίζει ο Prince μέσα από glitching hologram και το λογισμικό του καταρρέει σταδιακά. Το NO NOW αντιμετωπίζει την pop όχι ως φόρμα αλλά ως ωμά δεδομένα: τίποτα δεν μένει σταθερό, όλα μεταμορφώνονται, όλα επαναλαμβάνονται μέχρι να χάσουν το νόημά τους και να αποκτήσουν νέο.
11. Girls Rituals – Reddishness (blacksquares, 2015)
Το Reddishness είναι σαν η ποπ να πέρασε από ψυχολογικό crash test και να βγήκε με ουλές που λάμπουν από μέσα. Η Girls Rituals (Devi McCallion) παίρνει lo-fi ηλεκτρονική μουσική, chiptune μπαλάντες και confessional songwriting, και τα παραμορφώνει μέχρι να γίνουν κάτι ενδιάμεσο: ούτε bedroom pop, ούτε vaporwave, ούτε hyperpop, αλλά μια θολή, διαλυμένη αντανάκλαση και των τριών. Οι φωνές ακούγονται σαν να τραγουδιούνται πίσω από παλιό modem, τα beats σκοντάφτουν επίτηδες, και τα hooks εμφανίζονται σαν glitchy memory leaks που δεν μπορείς να σβήσεις. Και εκεί που άλλα albums σκάβουν στο glitch για αισθητική, το Reddishness το χρησιμοποιεί σαν συναισθηματικό βραχυκύκλωμα σε τραγούδια που μοιάζουν εύθραυστα, αλλά κάτω από τον θόρυβο κρύβουν απίστευτα αιχμηρή μελωδική γραφή. Από τις πιο υποτιμημένες στιγμές του είδους και, για πολλούς, ο πραγματικός πρόγονος της μετα-internet pop ευαισθησίας.
12. Holly Herndon – Platform (4AD, 2015)
Το Platform είναι το σημείο που η pop συνειδητοποιεί ότι ζει μέσα σε δίκτυα και αρχίζει να διασκεδάζει μ' αυτό. Η Holly Herndon μετατρέπει το glitch σε πολιτική πράξη: φωνές που τεμαχίζονται σαν data packets, αναπνοές που γίνονται interface, και digital choirs που ακούγονται σαν τελετουργίες γραμμένες σε κώδικα. Η pop εδώ γίνεται πολιτισμική υποδομή. Το άλμπουμ εξερευνά τον κοινωνικό έλεγχο, το σώμα, την τεχνολογία και τη συλλογικότητα χωρίς να χάνει ούτε στιγμή τη συναισθηματική του δύναμη. Tracks όπως το "Chorus" και το "Home" μοιάζουν με τραγούδια αγάπης προς και ενάντια στο ίδιο το internet, ενώ το "DAO" και το "Locker Leak" δείχνουν πώς η ηλεκτρονική μουσική μπορεί να γίνει χώρος αγωνίας αλλά και απελευθέρωσης.
13. Dntel – Life Is Full of Possibilities (Plug Research, 2001)
Πριν η glitch‐pop αποκτήσει όνομα, o Dntel (a.k.a. Jimmy Tamborello) είχε ήδη δείξει τον δρόμο. Το Life Is Full of Possibilities είναι το άλμπουμ όπου η pop μαθαίνει να ανασαίνει μέσα από θόρυβο, με clicks που λειτουργούν σαν μετρονόμοι καρδιάς, ψηφιακούς ψίθυρους που γίνονται ρυθμός, και μελωδίες τόσο τρυφερές που μοιάζουν να φοβούνται να εμφανιστούν στην επιφάνεια. Το "(This Is) The Dream of Evan and Chan" με τον Ben Gibbard είναι η στιγμή που γεννήθηκαν οι Postal Service, αλλά και το blueprint για το πώς η ηλεκτρονική ευθραυστότητα μπορεί να γίνει pop χωρίς να χάσει την αθωότητά της. Εδώ, το glitch δεν σπάει τίποτα, αντίθετα κολλάει: field recordings, laptop pulses, ambient ζεστασιά και indie‐pop μελαγχολία συνθέτουν έναν κόσμο που ακούγεται τυχαίος, αλλά χτυπάει με χειρουργική ακρίβεια. Παραμένει ένα κομβικό άλμπουμ γιατί απέδειξε ότι η pop δεν χρειάζεται να είναι λεία για να είναι όμορφη, μπορεί να είναι ραγισμένη, pixelated, και παρ’ όλα αυτά βαθιά ανθρώπινη. Ένας απίστευτος δίσκος που ήρθε την κατάλληλη στιγμή για να αλλάξει ολόκληρη τη δεκαετία.
14. death’s dynamic shroud – Darklife (100% Electronica, 2022)
Το Darklife είναι το σημείο όπου η pop παθαίνει υπερκόπωση και αντί να καταρρεύσει, μεταμορφώνεται. Οι death’s dynamic shroud (πρωταγωνιστές της vaporwave μετά-εξέλιξης) αφήνουν πίσω τους την αισθητική της μνήμης και μπαίνουν σε πλήρη υπερπραγματική glitch‐pop λειτουργία. Κομμάτια που αλλάζουν κατεύθυνση χωρίς προειδοποίηση, φωνές κομμένες σε μικρο-κομμάτια σαν συναισθηματικά samples, και hooks που αναδύονται μέσα από θολό data-soup σαν αναμνήσεις που επιστρέφουν χωρίς να τις κάλεσες. Το άλμπουμ μοιάζει λιγότερο με tracklist και περισσότερο με μετεωρολογικό φαινόμενο με cloud‐drifting synths, basslines που γλιστρούν σαν τρελαμένο R&B, και παραγωγή που συμπεριφέρεται σαν λογισμικό που μαθαίνει σε πραγματικό χρόνο. Ό,τι ξεκινά ως vaporwave υγρή νοσταλγία καταλήγει σε κάτι πιο έντονο, πιο σωματικό, σχεδόν club‐ψυχεδέλεια για ψηφιακά φαντάσματα. Εδώ, αρχίζει να φαίνεται ότι η glitch-pop μπορεί να είναι συναισθηματική και χαοτική, υπερφορτωμένη και αθόρυβη, ή ένα είδος που δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμα.
15. Ellen Allien & Apparat – Orchestra of Bubbles (BPitch Control, 2006)
Aυτός είναι ο δίσκος που γεφύρωσε IDM, minimal techno και art-pop, ανοίγοντας τον δρόμο για μια ολόκληρη γενιά παραγωγών που κατάλαβαν ότι η pop δεν χρειάζεται να φωνάζει για να μεταμορφωθεί αρκεί να αναπνέει μέσα στα κενά της. Kαι πριν η glitch αισθητική περάσει στην pop ως συναισθηματική κατάρρευση, το Orchestra of Bubbles έδειξε μια άλλη διαδρομή: ότι η μουσική μπορεί να γίνει υγρή, μηχανική και τρυφερή ταυτόχρονα. Η Ellen Allien και ο Apparat χτίζουν έναν κόσμο όπου τα micro-glitches λεπταίνουν τη φόρμα με clicks σαν σταγόνες πάνω σε γυαλί, synths που αναβοσβήνουν σαν νευρικά συστήματα, και beats που κινούνται με χειρουργική ακρίβεια χωρίς ποτέ να χάσουν τη ζεστασιά τους.
16. Jockstrap – I Love You Jennifer B (Rough Trade, 2022)
Το I Love You Jennifer B είναι η απόδειξη ότι η pop μπορεί να κομματιαστεί, να ξαναραφτεί από την αρχή και παρ’ όλα αυτά να παραμείνει απολύτως αντιστάρ και ακαταμάχητη. Οι Jockstrap (Georgia Ellery & Taylor Skye) χρησιμοποιούν το glitch σαν υπερδύναμη αποδόμησης: κιθάρες που σκοντάφτουν και όταν πάνε να σηκωθούν μεταμορφώνονται σε ψηφιακή σκόνη, φωνές που πεθαίνουν από υπερβολική οπερατική χάρη και χαλασμένα beats βουτηγμένα στην ψηφιακή βρωμιά. Το "Glasgow" ξεκινά ως ντελικάτο folk νανούρισμα πριν εκραγεί σε glitching euphoria, το "Debra" ακούγεται σαν bubblegum που πέρασε από industrial εξορκισμό, και το "Concrete Over Water" αποδεικνύει ότι μια μελωδία μπορεί να επιβιώσει ακόμη κι όταν ολόκληρος ο κόσμος γύρω της καταρρέει. Ένας από τους πιο συναρπαστικούς δίσκους των τελευταίων χρόνων και ίσως η πιο πειστική απόδειξη ότι η pop σήμερα δεν γίνεται κομμάτια για να σοκάρει, αλλά για να ζήσει καλύτερα.
17. Junior Boys – Last Exit (KIN, 2004)
Είναι το άλμπουμ που άνοιξε τον δρόμο που αργότερα θα ακολουθούσαν οι Yeasayer, οι Hot Chip και ολόκληρη η σχολή της μετα-midnight ηλεκτρονικής pop: ένα είδος που δεν χρειάζεται κορύφωση για να σε στοιχειώσει αρκεί να σε αγγίξει σαν σκιά. Εδώ η pop μαθαίνει να ψιθυρίζει μέσα από ηλεκτροστατικό σκοτάδι. Οι Junior Boys συνδυάζουν UK garage που λιώνει, minimal R&B παλμούς και glitch λεπτομέρειες που τρεμοπαίζουν σαν φανάρια σε υγρή νύχτα. Η μουσική εδώ είναι γεμάτη αισθησιακή μελαγχολία που κινείται αργά. Το "Birthday" και το "High Come Down" αποκαλύπτουν πώς ένα beat μπορεί να είναι θρυμματισμένο και ταυτόχρονα σαγηνευτικό, γιατί εδώ τα glitches δεν είναι ακόμα αυθάδη, δεν τραβούν την προσοχή, απλώς δείχνουν ή υπονοούν: μικρές διακοπές, clicks, synths που σβήνουν πριν προλάβουν να ανθίσουν.
18. yeule – Softscars (Ninja Tune, 2023)
Το Softscars είναι η στιγμή που η pop σταματά να ντρέπεται για τις ρωγμές της και αποφασίζει να τις φορέσει σαν νέο δέρμα. Η yeule αφήνει πίσω της την καθαρά ψηφιακή αποξένωση του Glitch Princess και βυθίζεται σε έναν κόσμο όπου η κιθάρα γρατζουνάει την οθόνη, η φωνή τρεμοπαίζει σαν μνήμη που διαγράφεται, και το glitch γρατζουνάει ακόμα και το shoegaze. Ένας post‐internet ρομαντισμός που φοβάται να αγγίξει αλλά δεν μπορεί να σταματήσει να θέλει διατρέχει όλο το άλμπουμ. Κομμάτια όπως το "dazies" και το "inferno" μοιάζουν με συναισθήματα που πέρασαν από data corruption και γύρισαν πίσω διαφορετικά, ενώ το "fish in the pool" αποδεικνύει ότι μια μελωδία μπορεί να γίνει κομμάτια χωρίς να χάσει τη γοητεία της. Ένας δίσκος που χρησιμοποιεί την τεχνολογία για να πει την pop αλήθεια πιο γυμνά.
19. underscores – Wallsocket (Mom + Pop, 2023)
H πιο εκρηκτική απόδειξη ότι η pop της νέας γενιάς δεν χρειάζεται κανόνες, μόνο ρεύμα υψηλής τάσης. Η underscores (April Harper Grey) παίρνει hyperpop υπερδιέγερση, pop-punk νεύρα, Midwest-emo ευαισθησία και internet-core χιούμορ, και τα συμπιέζει σε έναν δίσκο που ακούγεται σαν μικρή πόλη να βραχυκυκλώνει σε πραγματικό χρόνο. Η pop εδώ είναι κινηματογραφική και χαοτική, σαν coming-of-age ταινία που αντί για soundtrack έχει glitch, feedback και αυτοσαρκασμό. Τα κομμάτια αλλάζουν μορφή χωρίς προειδοποίηση: το "Locals (Girls like us)" ξεκινά σαν ηλεκτρονικό meltdown και καταλήγει σε emo sing-along, το "Cops and Robbers" λειτουργεί σαν σκηνή καταδίωξης μέσα σε animation με κομμένα frames, ενώ το "Horror Movie Soundtrack" αποδεικνύει ότι η glitch-pop μπορεί να γίνει τρόμος χωρίς να χάσει την ευαισθησία της (και το χιούμορ της). Απολύτως ειλικρινές με την εποχή του για μια γενιά που μεγαλώνει online, με ταυτότητες που αλλάζουν μορφή, με συναισθήματα που glitch-άρουν από υπερφόρτωση. Ένας από τους πιο συναρπαστικούς δίσκους του είδους και ίσως η στιγμή όπου η σύγχρονη pop παραδέχεται ότι δεν έχει σταθερή μορφή και γι’ αυτό, τελικά, επιβιώνει.
20. Björk – Vespertine (One Little Indian, 2001)
Το Vespertine είναι το άλμπουμ που έβαλε το glitch στις φλέβες της παγκόσμιας μουσικής. Η Björk παίρνει την pop και τη χαμηλώνει σε ψίθυρο, αφήνοντας τα micro-beats των Matmos και του πρωτομάστορα του είδους, Herbert, να λειτουργούν σαν εσωτερικοί παλμοί: clicks από πάγο που σπάει, samples από χιόνι που τρίβεται, ψηφιακή λεπτότητα τόσο εύθραυστη που μοιάζει έτοιμη να εξαφανιστεί αν την κοιτάξεις πολύ έντονα. H pop εδώ γίνεται υποκειμενική, ιδιωτική, σχεδόν μυστική. Το glitch μετατρέπει την ηλεκτρονική παραγωγή σε οικειότητα, την τεχνολογία σε σώμα, τη σιωπή σε χώρο. Τραγούδια όπως το "Hidden Place", το “Pagan Poetry” και το "Unison" δείχνουν ότι η ηλεκτρονική μουσική μπορεί να είναι χειροποίητη, λεπτή σαν δαντέλα και παρ’ όλα αυτά ριζοσπαστική. Το Vespertine παραμένει θεμελιώδες όχι μόνο για το είδος, αλλά για ολόκληρη την εποχή που ακολούθησε. Είναι η στιγμή όπου η pop έμαθε ότι δεν χρειάζεται να υψώσει τη φωνή της για να αλλάξει τον κόσμo, αρκεί να ψιθυρίσει. Ένας δίσκος-αφετηρία και ταυτόχρονα επίλογος· η αρχή και το τέλος του glitch ως αληθινής, ανθρώπινης ευαισθησίας.









