Από τα '00s και μετά, μουσικογράφοι και αναγνωστικό κοινό δείχνουν να είναι σε μια άτυπη συνεννόηση, βασισμένη στο “δείξε μου από που ψωνίζεις τις best of λίστες σου να σου πω ποιος είσαι”. Tο γεγονός, μάλιστα, ότι ζούμε σε -αρκετά- μικρότερα μεγέθη το μουσικό χάος του δυτικού κόσμου και -πολλές φορές- με καθυστέρηση βιώνουμε τις μουσικές τάσεις, μας έχει ωθήσει στο να αποδεχόμαστε ως "ειδήμονες" και τις λίγες εγχώριες πένες ή τα μέσα πολιτιστικής ενημέρωσης που απλά “προσαρμόζουν” τα διεθνή μουσικά δρώμενα στην ιδιοσυγκρασία μας. Για παράδειγμα, στο πρώτο “σημαντικό” για την παγκόσμια βιομηχανία δεκαήμερο του Σεπτέμβρη, οπότε και κυκλοφόρησαν τα albums των Drake, Little Simz, Lil Nas X, Low, Taylor Swift και Lana Del Rey, είχε την ατυχία να κυκλοφορήσει και το spiritual αριστούργημα της Nala Sinephro. Και είναι μάλλον περιττό να σχολιάσω ότι από όλα τα παραπάνω ακριβοθώρητα ονόματα που με ποικίλους τρόπους κάλυψαν τα εγχώρια μουσικά μέσα, ελάχιστοι μπήκαμε στη διαδικασία να ασχοληθούμε με την 24χρονη Sinephro από τον κατάλογο της Warp -για την ακρίβεια, η διανομή και η έστω υποτυπώδης προώθηση του album στη χώρα μας, απλά δεν συνέβη ποτέ. 

 

Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι δεν “ψωνίζετε” από το Pitchfork που είχε τον δίσκο στην 25άδα, ή από το Crack που τον είχε στη θέση #15, ίσως το #41 στην πενηντάδα του Mojo θα μπορούσε να χτυπήσει ένα σχετικό καμπανάκι ακόμα και στους πιο συντηρητικούς ροκ / jazz / soul ακροατές.

 

 

 

Στο περσινό -year end- Incoming αναρωτιόμουν για το πώς σκέπτονται οι Έλληνες συντάκτες (και κατ' επέκταση τα μέσα) πριν παρουσιάσουν μια best of λίστα. Λίγα πράγματα έχουν αλλάξει στ’αλήθεια. Ο μιμητισμός είναι ακόμα η εύκολη λύση όσων “γράφουν” στα ελληνικά για μουσική και η πικρή αλήθεια είναι ότι λείπει η σε βάθος έρευνα ή έστω το ψάξιμο σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο (δηλαδή, ας μην είναι το BBC και οι New York Times οι αναφορές, ας είναι το NPR και το Brooklyn Vegan) -και δεν γίνεται καν λόγος για  επαφή κατευθείαν με το label / agency ή το management του εκάστοτε καλλιτέχνη. Έστω όμως, ότι βολευόμαστε όλοι σε αυτή την τυπική αναπαραγωγή των “βασικών” τάσεων που σχηματίζουν τα μεγάλα media του εξωτερικού. Και πάλι θαρρώ ότι ο τρόπος με τον οποίο επαναξιολογούμε ή ασχολούμαστε με τις λίστες, έχει “θέματα” ή για να το θέσω διαφορετικά μάλλον δεν έχει σοβαρό υπόβαθρο.

 

Αυτοί που πραγματικά ξέρουν να αξιολογήσουν την ίδια τη μουσική, συχνά είναι οι ίδιοι οι καλλιτέχνες. Κάνοντας μια μίνι έρευνα στο "who is who" των "γνωστών" συντακτών ή των radio hosts που μας επηρεάζουν από τα μεγάλα media της Αμερικής και της Αγγλίας, προκύπτει ότι οι περισσότεροι έχουν υπάρξει πρώην ή νυν (λιγότερο επιτυχημένοι) μουσικοί. Στα δικά μας βέβαια, έχω την αίσθηση ότι δύσκολα θα πείσει κάποιος τον Έλληνα καλλιτέχνη να σχολιάσει, κριτικάρει, συντάξει μερικές προτάσεις προκειμένου να αξιολογήσει τη δουλειά κάποιου συναδέλφου από τη χώρα μας ή το εξωτερικό. Στις ελάχιστες περιπτώσεις δε, που αυτό έχει συμβεί, εμφανίζονται από συντακτικά "κενά" μέχρι -κυρίως- αισθητικά. Γιατί, μετά βίας στη γενιά που ακούει τώρα μουσική έγινε αποδεκτή η αξία κάθε καλλιτέχνη χωρίς περιορισμούς και κατηγοριοποιήσεις  σε είδη και υποείδη. Κάτι που στο παρελθόν είχε στιγματίσει κοινωνικές ομάδες. Ή, για να το γράψω πιο απλά, δεν είναι στο αίμα των εγχώριων μουσικών  -και δεν το σκέφτονται καν- ότι σε κάποια φάση, οι μουσικές γνώσεις που έχουν μπορούν να αξιοποιηθούν και για την άρθρωση - σύνταξη γραπτού λόγου που μπορεί να σχετιστεί με τη μουσική / πολιτιστική επικαιρότητα. 

 

Έπειτα, αυτοί που κυρίως ασχολούνται στη χώρα μας με τη σύνταξη μουσικών κειμένων και στο τέλος του χρόνου αναπόφευκτα δημοσιεύουν λίστες, είναι οι ίδιοι οι fans. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, τα αγόρια που κάποτε στριμώχνονταν στην πρώτη σειρά του Rockwave και τα κορίτσια που είχαν crush με τους μουσικούς επί σκηνής, μέσα στα χρόνια βρήκαν τρόπο και ευκαιρίες να τοποθετηθούν δημόσια για τον ενθουσιασμό τους περί συγκροτημάτων (που σύντομα μετατράπηκαν σε “ελληνικά φαινόμενα”, βλ. Madrugada - Placebo κ.α.) και παράλληλα απέκτησαν το δικαίωμα να τρυπώνουν στο πίσω μέρος των συναυλιών με το “press πάσο” τους και την αποστολή να γράφουν για ό, τι πραγματικά τους αρέσει. Για να γίνω κατανοητός, δεν γράφουν για όλα όσα συμβαίνουν ή για κοινώς αποδεκτά ονόματα της μουσικής βιομηχανάς αλλά γράφουν (ή ξεκίνησαν να γράφουν μέχρι που τους κέρδισε η ανάγκη των sites για περιεχόμενο) για όσα πραγματικά τους αρέσουν. Ναι, από αυτή την κατηγορία, όλοι όσοι διαβάζετε αυτήν τη στήλη ξέρετε ότι έχουμε γνωστούς -και γιατί να το κρύψουμε άλλωστε, αφού η με στόμφο δημόσια γραφή είναι στο δικό μας αίμα. 

 

Τέλος, είναι αρκετοί αυτοί που αθόρυβα, για χρόνια δουλεύουν πάνω στο μουσικό τους γούστο. Συλλέγουν δίσκους, περιοδικά, γράφουν - σβήνουν συγκυριακά κάποια άρθρα αλλά από τότε που ο καθένας αποφάσισε να εκφράζει την άποψη του στα social media, κλείστηκαν ακόμη περισσότερο στο καβούκι τους. Αυτοί, ακόμη και όταν πραγματικά ξέρουν για θέματα μουσικής επικαιρότητας, δεν θα πάνε να βρουν ποτέ τον αρχισυντάκτη που θα μπορούσε να τους αξιολογήσει και να “εκμεταλλευτεί” τις γνώσεις τους. Βασικά, γιατί δεν υπάρχουν πολλοί αρχισυντάκτες με τέτοιο ραντάρ έτσι και αλλιώς στην χώρα μας. Οι “γνώστες” βέβαια, όπως τους λέει η πιάτσα των δισκοπωλείων, είναι πολύ πιθανό ακόμα και όταν κάποιος τους χτυπήσει την πόρτα, να σου πουν, “Μήτσο, οι καλύτεροι δίσκοι της χρονιάς, είναι μόνο αυτοί που έβαλα στην δισκοθήκη μου” -κάτι που εκ των πραγμάτων και πάλι περιορίζει την υπόψία έστω αντικειμενικότητας. Βέβαια, έστω και έτσι, θα σου έχουν πει την αλήθεια τους και θα έχουν παίξει καταλυτικό ρόλο ώστε το ερώτημα που οριοθετεί την θεωρία περί μουσικού υπόβαθρου και υποκειμενικής άποψης να αιωρείται ακόμα αναπάντητο.

 

Εσύ, με τα 50 διαφορετικά tabs ανοιχτά, την προσοχή στη λεπτομέρεια της σύνταξης, τις cool λίστες στο Spotify και τους influencer λογαριασμούς στο Ιnstagram, πόσο σε βάθος έχεις σκάψει για να βρεις το μουσικό σου γούστο ώστε να διαβάζουμε τις best of λίστες σου και να υποθέτουμε ότι παρουσιάζουν την αλήθεια σου για τη "σωστή" μουσική που συμβαίνει τώρα;

 

 

Σε πιο χαλαρό ύφος, αυτά είναι τα 5 podcasts που άκουσα περισσότερο φέτος. 

 

1. Μάκης Παπασημακόπουλος - Το Εξωφρενικά Σημαντικό Πόντκαστ

 

Τι να πεις και τι να γράψεις κυρία μου. A local legend at the very top of his game. Κάποιοι έμαθαν τι είναι το ποντκαστ μέσα από τον Μάκαρο και όπως το συνηθίζει, τώρα που “όλοι ξέρουν”, ο ίδιος στρέφεται ξεκάθαρα προς στο φλεγματικό χιούμορ της χώρας του. 

 

 

2. Tiga Presents : First / Last Party On Earth

 

Αυτό μας έλειπε όντως. Ένας από τους “υπόγεια” επιδραστικούς djs της γενιάς μας ανοίγει ψιλή κουβεντούλα σε κάθε επεισόδιο με μερικούς θρύλους των decks. Aπό τον Pete Tong και τον Four Tet στον Diplo και την Blessed Madonna, τον Mark Ronson, τον Jeff Mills, τον Richie Hawtin, το αφεντικό της XL Richard Russell, την Charlottete De Witte, τον art designer Trevor Jackson, τα αδέρφια του 2MANYDJS aka Soulwax. Διαφορετικές εκδοχές της σουπερσταρ dj μαγείας ανοίγονται σε κάθε επεισόδιο και αυτό το podcast βοήθησε στο να βγει “αναίμακτα” η καλοκαιρινή dj season. 

 

 

3Mark Ronson - The Fader Uncovered

 

O Mark Ronson που απολαμβάνει το break του από τις mainstream παραγωγές και τον έγγαμο βίο, βρίσκει χρόνο για να επιμεληθεί το δημοφιλέστατο νέο podcast του Fader και συνομιλεί με συναδέλφους τον οποίων τη δουλειά έχει “σπουδάσει”. Διπλό επεισόδιο για την χάρη του Pharrel Williams, μπόλικη γνώση στο επεισόδιο με τον Dj Premier και όπως πάντα απολαυστικοί οι Damon Albarn και David Byrne.  

 

 

4Broken Record With Rick Rubin and more…

 

Ναι, ο θεός του producing έχει δικό του podcast series και η αλήθεια είναι ότι σε μερικά επεισόδια τρέμεις να πατήσεις το play. Τι εννοώ; Προσπαθήστε να κάνετε εικόνα τα παρακάτω.  O Henry Rollins συνομιλεί με τον Rick Rubin, οι Beastie Boys μετά από δεκαετίες τα ξαναλένε με τον άνθρωπο που τους έδειξε τον δρόμο, ο Brian Eno μοιράζεται ιστορίες με τον Άγιο Βασίλη της μουσικής βιομηχανίας και το show συνεχίζετα. Joan Baez, Kenny Beats, Rivers Cuomo, Nas, Archie Shepp και η μουσικογράφος Lisa Robinson μεταξύ απείρων άλλων. 

 

 

5No Jumper with Adam 22

 

Την πρώτη φορά που έμαθα για την κουλτούρα των podcasts, πίσω στο 2013 στην στάση Bedford του Brooklyn, τα αμερικανάκια άκουγαν φανατικά αυτό τον τρελιάρη Adam22 να μοιράζει γνώση γύρω από τα επόμενα ονόματα της ραπ. Με το κανάλι στο Youtube να μετράει 4 εκατομμύρια followers ήταν αναμενόμενο να ανοίξει η θεματολογία και πλέον από την crypto κουλτούρα μέχρι προφανώς τo νέο hip hop αίμα, ο No Jumper είναι κάτι σαν εβδομαδιαία ρουτίνα. 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured