Οι Thou σχηματίστηκαν το 2005 στο Baton Rouge στη Λουιζιάνα, μια πόλη με έντονη μουσική ταυτότητα, η οποία επηρέασε καταλυτικά τη σύνθεση του ήχου τους. Αυτό που κάνει τους Thou ξεχωριστούς δεν είναι μόνο η πνευματικότητα ή η αισθητική συνέπεια, είναι η ακλόνητη θέλησή τους να απορρίψουν κάθε τεμπέλικο όριο. Είναι sludge, είναι doom, είναι grunge, είναι ambient, είναι drone, είναι ακόμα και black metal και new american folk. Αλλά κυρίως είναι οι ίδιοι τους οι εαυτοί, απογυμνωμένοι από κάθε ανάγκη να ανήκουν. Το βλέπουμε αυτό και στον τρόπο που κυκλοφορούν τη μουσική τους. Από την αρχή έδειξαν μια αδιαπραγμάτευτη προσήλωση στην DIY ηθική, απορρίπτοντας τις παραδοσιακές δομές της μουσικής βιομηχανίας. Κυκλοφορίες κασετών, δωρεάν ψηφιακή διανομή, περιοδείες χωρίς μεγάλες εταιρείες, όλα αυτά αποτελούν κομμάτι του ethos τους. Κι όμως, μέσα σε αυτό το υπεροπλουραλιστικό output, των πάνω από 50 κυκλοφοριών, είτε είναι full-length, είτε EPs, είτε demo, είτε split/collaborations, είτε compilations διασκευών, τίποτα δεν είναι περιττό. Όλα αποτελούν κομμάτια ενός παζλ μιας εκ των σημαντικότερων και εκφραστικότερων μπαντών στο σύγχρονο ακραίο ήχο. Ας δούμε λοιπόν 4 από αυτούς τους δίσκους που άφησαν λίγο πιο ανεξήτιλο το σημάδι τους στην καρδιά μου.
Tyrant (2007)
Το ντεμπούτο τους είναι σίγουρα μια δήλωση. Αργό, θεμελιώδες sludge με επιρροές από Grief, Eyehategod και Neurosis, και πάρα πολύ Sabbath, το Tyrant είναι ένας δίσκος που δεν χαρίζει τίποτα.Ξεκινά με το “Tyrant”, ένα κομμάτι-μανιφέστο. To βασικό riff επαναλαμβάνεται βήμα προς βήμα, σαν οδοστρωτήρας που κάνει τη γη να σείεται με το βάρος του. Αν οι Black Sabbath έκαναν fusion με τον τυφώνα Κατρίνα (τυχαία αναφορά αν και έπληξε και τις περιοχές των Thou εκεί στην ευρύτερη περιοχή της Louisiana). Η παραγωγή παρά το DIY ύφος των κυκλοφοριών, αν και δεν μοιάζει ο αυτοσκοπός να είναι η καθαρότητα, μας βρίσκει με όλα τα επί μέρους να ακούγονται κρυστάλλινα, μα πάνω από όλα αρμονικά και γήινα. Άλλωστε είναι ένα ντοκουμέντο καταστροφής. Eίναι τραχιά και ακατέργαστη, σαν το ίδιο το περιεχόμενο: το οποίο είναι κομμάτια-οδοστρωτήρες με διαρκείς λυρικούς στοχασμούς. Είναι sludge χωρίς προσποίηση, μακριά από τον ηχητικό νεοπλουτισμό του είδους μετά το 2000. Ο ήχος είναι έντονα distorted και χαμηλοκουρδισμένος, αλλά καθόλου λασπωμένος (που εντάξει, καμιά φορά είναι καλό ε; Noothgrush, Indian, Goatsblood I'm looking at you). Οι θεματικές εδώ ποικίλουν. Υπάρχει έντονη πολιτική ταυτότητα, παίρνουν θέση για τον πόλεμο και τη βία της εξουσίας, μιλούν για τον ανθρώπινο πόνο, την θλίψη και την ματαιότητα της ύπαρξης, και δείχνουν υπέρμετρο θυμό και ένταση, κάτι που μπορεί εύκολα να αντικατοπτριστεί στην απόδοση των στίχων. Τα φωνητικά του Bryan Funck είναι απελπισμένες κραυγές, σαν εκκλήσεις βοήθειας και άρνησης. Δεν υπάρχουν παραδοσιακά ρεφρέν ή δομές. Τα κομμάτια είναι μονόλιθοι συναισθήματος και ύπαρξης. Ο στίχος «I would rather live in constant doubt and fear, expecting an unfeeling abyss than embrace false hope or extravagant fairy tales», πάντα έκανε resonate στο κεφάλι μου σε πολύ βαθύ επίπεδο, και ίσως είναι ένας από τους ποιητικότερους μα παράλληλα ωμούς τρόπους απόρριψης κάθε αυταπάτης, κάθε παρηγορητικής αφήγησης που υπόσχεται σκοπό, σωτηρία, ευτυχία και τεράστιες μονολιθικές αλήθειες. Μια κριτική όχι μόνο στη θρησκεία, η οποία φυσικά είναι ο πρωταρχικός στόχος, αλλά και στον απολιτικό ρομαντισμό, σε κάθε σύστημα που υπόσχεται "όλα καλά", χωρίς κόστος, χωρίς αλήθεια. Δεν είναι ούτε ηρωικός, ούτε αλίγιστος, υπάρχει η παραδοχή του πόνου με αυτή τη στάση. Όπως είχε πει και ο Albert Camus: «Η ζωή είναι παράλογη, αλλά δεν θα υποκριθώ ότι δεν είναι». Προτιμούν ένα τίμιο σκοτάδι, παρά το ψεύτικο φως. Ο στίχος αυτός συνοψίζει την καρδιά του άλμπουμ: Ο Τύραννος είναι η διαρκής πάλη με την αυθεντία, με τον Θεό, με την ανάγκη για βεβαιότητα σε έναν κόσμο αβέβαιο.
Στο “With a Cold, Life Extinguishing Elegance” δεν υπάρχει απολύτως κανένα elegance. Αδυσώπητο headbanger για 7:18, με ένα από τα πιο βίαια breakdowns που έχω ποτέ ακούσει. Ίσως το πιο βαρύ τραγούδι στη δισκογραφία τους ολάκερη. Τόσο βαρύ που το post rock κλείσιμο αλά GY!BE στα τελευταία δύο λεπτά δεν αρκεί ούτε προσεγγιστικά για να με αποφορτίσει. Το μνημειώδες “Fucking Chained to the Bottom of the Ocean” από την άλλη αναβλύζει μια αρκετά διαφορετική αισθητική (η θεματολογία του τίτλου έγινε τόσο εμβληματική που οδήγησε και στη δημιουργία μπάντας με αυτό το όνομα). Ηχητικά είναι ακριβώς αυτό. Δηλαδή βαρύ όσο μια γιγαντιαία πέτρα δεμένη στα πόδια σου όσο βυθίζεσαι. Φυσικά ξεκινά συνεχίζει και τελειώνει μακρόσυρτα και βαριά, όμως νιώθω στα σημεία να έχει προστεθεί αρκετή μελωδία και μερικές σχεδόν στόνερ πινελιές. Το βάζω με χίλια disclaimers βέβαια, γιατί θα έπρεπε να το τοποθετήσω στην κορυφή του είδους, και θα έκλαιγαν πολλές μανούλες. Παραμένει πέρα για πέρα sludge, όμως που και που δανείζεται λίγη θυμαρορίγανη από τον ενοχλητικό, κατά τα άλλα, γείτονα. Ας παραμείνουμε στο breakdown που και εδώ ακούγεται σαν κεραυνοί. Το "I Was Ignored and Judged And Cast Down" έχει την αίσθηση μελωδικού Doom με πολύ distortion όμως με πολύ όμορφα και φωτεινά ξεσπάσματα. Το "Monstrance" είναι κατά κύριο λόγο one-note-wonder, με πλήρη συνείδηση της βίας που περιέχει αυτή η μινιμαλιστική προσέγγιση. Ο δίσκος κλείνει σε δύο δόσεις. Η πρώτη είναι το εκπληκτικό “What Still Flows From These Veins”, που μέσα σε 12 λεπτά περνάει από όλα τα επιμέρους genres του δίσκου. Από το βαρύ Sabbathικό Doom, στις πιο ανοιχτές μελωδίες, στα αδυσώπυτα breakdowns και τη βρωμιά του sludge του Νότου, μέχρι που τελικά αφήνεσαι να σε καταβροχθίσει σε ένα σκοτεινό drone-like κλείσιμο σαν να βρίσκεσαι στα δόντια ενός αχόρταγου χωνευτηρίου. Το "Αcceptance" μοιάζει να είναι το bonus κλείσιμο του δίσκου. Άλλα 12 λεπτά, όμως εδώ είναι τελείως φωτεινό post metal. Λες και από εκεί που περιπλανιόμουν χαμένος στο limbo, βρήκα το δρόμο για τα Ηλύσια Πεδία. Το Tyrant δεν χαϊδεύει αυτιά ούτε βάζει υποθήκες. Είναι η ιαχή που ξεκινά έναν δρόμο χωρίς επιστροφή, έναν δρόμο γεμάτο απογύμνωση.
Heathen (2014)
Βρισκόμαστε στο 2014. Ο οριακά ανήλικος ακόμα Δημητράκης έχει ανακαλύψει εδώ και μερικά χρόνια τους Acid Bath και τους έχει αναγάγει σε δώρο του Θεού (ή του Εωσφόρου λόγω edgy εφηβίας) στον άνθρωπο, και διψάει για αντίστοιχες ηχητικές εμπειρίες. Πέφτει λοιπόν πάνω μου ένας δίσκος μιας μπάντας που συζητιέται ως μία από τις πιο βαριές της δεκαετίας. Εκ πρώτης όψεως βλέπω ένα εξώφυλλο δίσκου που μοιάζει σαν να βγήκε από την Κολούμπια για την Σοφία Βέμπο. Needless to say, I am intrigued. 11 χρόνια μετά, ο δίσκος ακούγεται καλύτερα από ποτέ και μπορώ με ασφάλεια να τον θεωρήσω το magnus opus και ο πιο diverse της ως τότε πορείας των Thou. Ο τίτλος του δίσκου, Heathen (ειδωλολάτρης/άθεος/αιρετικός), παραπέμπει όχι απλώς σε θρησκευτική αποστασία, αλλά σε συνολική απόρριψη των δογμάτων, είτε αυτά είναι θεσμικά, είτε προσωπικά. Οι Thou στον δίσκο αυτό μιλούν για την απώλεια της πίστης, για την απόπειρα διαμόρφωσης νέας ηθικής εκτός κανονισμένων πλαισίων, για την ευθύνη να ζήσεις με αξιοπρέπεια μέσα στην παρακμή. Ο δίσκος ανοίγει με το “Free Will”, μια δωδεκάλεπτη εξαγγελία ελευθερίας. Η εισαγωγή του, με καθαρές κιθάρες και σταδιακή ανάπτυξη, φέρνει ξανά εδώ στο νου το post-rock των Godspeed You! Black Emperor, aka της καλύτερης μπάντας που υπήρξε ποτέ, όμως όταν έρχονται τα πρώτα βαριά riffs, η μπάντα μετατοπίζεται στον γνώριμο της χώρο: οργισμένη, αργόσυρτη, ασφυκτική. Τα φωνητικά σταθερά με το συνηθισμένο θανατερό γρέζι, μοιάζουν σαν να προσπαθεί να ελαφρύνει το σώμα του από τις παραπανήσιες φωνητικές του χορδές. Θεωρώ επίσης πως εδώ έχουμε και μια από τις πιο πετυχημένες προσπάθειες αυτών των πρώτων ετών των Thou να γράψουν ένα hook και ρεφραίν. Βέβαια όταν το περιβάλλεις από ένα 14λεπτο έπος δεν είναι ό,τι κάνεις ιδιαίτερο άνοιγμα προς τη συμβατικότητα. Απλώς φαίνεται πως εδώ δεν υπάρχει σε τόσο βαθμό η μονολιθικότητα των Summit, Peasant και προφανώς Tyrant.
Το “Dawn” λειτουργεί σχεδόν σαν ενδιάμεσο ορατόριο. Αυτή η μετάβαση οδηγεί φυσικά στο “Feral Faun”, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κομμάτια του δίσκου. Η δομή του είναι κυκλική, με riffs κινούνται γύρω από έναν κεντρικό φοβερά μελωδικό post-rock άξονα, ενώ τα φωνητικά ουσιαστικά είναι το μόνο ΜΗ ανθρώπινο στοιχείο. Από τα ομορφότερα και πιο diverse κομμάτια στη δισκογραφία τους, με το "Into The Marshlands" να με επαναφέρει στην πραγματικότητα με έναν καθαρόαιμο doom ογκόλιθο με τα drums να χτυπούν με ιεροτελεστικό ρυθμό, σαν να συνοδεύουν μια πομπή. To “At the Foot of Mount Driskill” είναι ίσως το πιο "βαρύ" σημείο του δίσκου από άποψη ατμόσφαιρας και θεματικής. Με τον τίτλο να αναφέρεται στο βουνό της γενέτειρας τους, και στίχους για το πόσο "μικρή" υπό το πρίσμα της αξίας είναι η ανθρώπινη ζωή μπροστά στο μεγαλείο της φύσης και της απειρότητας, και το πόσο μακριά είμαστε ακόμα από την κατανόηση του κόσμου γύρω μας. Στο “Immorality Dictates”, ένα από τα κορυφαία σημεία του δίσκου, η μπάντα αφήνει τη μουσική να ξεχειλίσει σε μελωδικά σημεία που θυμίζουν post metal, χωρίς όμως να εγκαταλείπει το βάθος και τη βαρβαρότητα που τους διακρίνει. Θα έλεγα πως βλέπουμε και μια πρώιμη μορφή αυτού που έκαναν μερικά χρόνια μετά με την E.R.R.. Ο επίλογος του δίσκου, “Ode to Physical Pain”, είναι και η πιο μεγαλειώδης στιγμή του Heathen. Δεν υπάρχει κάθαρση, μόνο παραδοχή. Μια αποδοχή του πόνου ως συστατικού στοιχείου της ύπαρξης, όχι αναγκαία κακού, αλλά ως μιας ουσίας που μας συνδέει όλους. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία του δίσκου είναι η ικανότητα της μπάντας να διατηρεί την ένταση σταθερή, ακόμα και όταν το ύφος αλλάζει. Τα πιο ήρεμα ή ακόμα και ambient περάσματα δεν αποτελούν παύσεις, αλλά επεκτάσεις της ίδιας αγωνίας. Η βία δεν εκφράζεται μόνο με distortion, αλλά και με τη σιωπή, με την επανάληψη, με την επιμονή. Πολλές φορές σαν λιτανική οδή στην αυτοκαταστροφή, γεμάτη πόνο, θρήνο μα και κάτι το ιερό. Σε έναν κόσμο που καταρρέει, οι Thou, μέσα από το Heathen μας επιτρέπουν να αναζητήσουμε το διαμάντι μέσα από τη τέφρα, μόνο για να ανακαλύυψουμε πως "άνθραξ ο θησαυρός", και σίγουρα δεν αναφέρομαι στην ποιότητα του δίσκου.
May Our Chambers Be Full w/ Emma Ruth Rundle (2020)
Όταν ανακοινώθηκε η επίσημη συνεργασία η χαρά μου ήταν απερίγραπτη. Το Marked For Death της Emma παραμένει ένας από τους αγαπημένους μου δίσκους στο goth/folk, και το On Dark Horses που ακολούθησε ήταν η φυσική συνέχεια του πλέον χαρακτηριστικού της ήχου. Είναι από εκείνες τις συναντήσεις που δεν μοιάζουν προϊόν στρατηγικής ή συγκυρίας, αλλά κάτι που ωρίμαζε αθόρυβα και αναπόφευκτα. Η αφετηρία υπήρξε η εμφάνισή τους στο Roadburn Festival του 2019, όπου οι Thou, σε ρόλο καλλιτεχνών σε μόνιμη παρουσία, κάλεσαν την Emma για μια σειρά κοινών εμφανίσεων. Εκεί φάνηκε πως οι δύο κόσμοι, ο συναισθηματικός μινιμαλισμός και η συναισθηματική ευαισθησία της Rundle, με την άτεγκτη και δυστοπική ορμή των Thou αλληλοφωτίζονται, ή καλύτερα ενώνουν τα σκοτάδια τους. Δεν έλειπε όμως στο μυαλό μου και μια μικρή ανησυχία, κυρίως για το κατά πόσο αυτοί οι τόσο διαφορετικοί κόσμοι μπορούν να σμίξουν, ειδικά σε έναν ολόκληρο δίσκο. Πόσο μάλλον με ένα εξώφυλλο που μοιάζει σαν τον ελλοχεύον θάνατο στην Έβδομη Σφραγίδα του Bergmann, το αποτέλεσμα απέδειξε περίτρανα πως τα σκοτάδια πάντα βρίσκουν τρόπο να αγκαλιάσουν το ένα το άλλο. Η νοτιοαμερικάνικη βρωμιά των Thou να περιβάλλει υπέροχα την αιθέρια και αλλόκοτη γοητεία της Emma. Το "Killing Floor" ανοίγει τον δίσκο με ambient feedback που σιγά-σιγά γεμίζει βάρος. Η Emma ξεκινά απαλά και, καθώς το riff γίνεται πιο πυκνό, οι κραυγές του Bryan προσθέτουν έναν άγριο αντίποδα. Τα συμβολικά hand-in-hand φωνητικά δημιουργούν μια συλλογική σύγκρουση. Οι κιθάρες κουρδισμένες χαμηλά, δίνοντας στη μελωδία ένα πιο visceral outfit. To "Ancestral Recall" είναι ίσως το πιο άγριο (μαζί με το "Into Being") αλλά παράλληλα και πιο catchy κομμάτι του δίσκου... και μία κάρτα MtG που αν βρεις ξεχασμένη στο συρτάρι σου, σε κάποιο κουτί με αντικείμενα από την προεφηβία, είσαι αυτομάτως κατά πολλά χιλιάρικα πλουσιότερος. Θεωρώ πως είναι η σύνθεση που αναδεικνύει πληρέστερα τον συνδιασμό των δύο υφών. Το αγαπημένο μου τέκνο αυτής της συνεργασίας, μαζί με την διασκευή στο "Hollywood" των Cranberries από το acoompanied EP που ακολούθησε. Δεν περίμενα τίποτα λιγότερο από τους ανθρώπους που κατάφεραν να διασκευάσουν Black Sabbath και να ακούγονται σχεδόν εξίσου καλοί (βλ. Through The Empires Of Eternal Void ), και να διασκευάσουν Nirvana και να.. ακούγονται (βλ. Blessings of the Highest Order).
Στο ίδιο κλίμα λοιπόν έχω να δηλώσω πως το "Monolith" είναι το καλύτερο grunge τραγούδι που έχει γραφτεί ποτέ. Δεν θα μπω καν στη διαδικασία να κάνω debate. Το "The Valley" από την πρώτη στιγμή που το άκουσα μου δημιουργούσε ένα τελείως eerie οικειό συναίσθημα. Επιστρέφοντας, νομίζω πως σε στιγμές μοιάζει να πατάει σε μία slowed down εκδοχή του ρυθμού του Face a la mer, το οποίο είναι προφανώς χαραγμένο σε κάθε κεφάλι ανθρώπων που μεγάλωσαν την ίδια περίοδο με εμένα. Το μόνο σίγουρο είναι πως οι Thou και η Emma δεν έχουν ιδέα για τι πράγμα μιλάω, δεν πιστεύω πως ούτε ο Calogero αλλά ούτε και ο Stereo Mike έφτασαν στα αυτιά του Αμερικανικού Νότου. Στα εννέα του λεπτά, είναι με διαφορά η πιο ποικίλα και μαγική σύνθεση του δίσκου. Ένα εκπληκτικό ταξίδι, με μια θριαμβευτική κορύφωση για κλείσιμο του δίσκου με τις φωνές να ενώνονται και να χάνονται στη σιωπή. Το May Our Chambers Be Full είναι ένας δίσκος που ακούγεται σαν να γράφτηκε από ανθρώπους που μοιράζονται κοινό όραμα, ακόμη κι αν ξεκίνησαν από διαφορετικά μονοπάτια. Δεν υπάρχουν "κορυφές" ή singles. Το μεγαλείο του έγκειται στη ροή, στη συνέχεια, και στη διαρκή αλληλεπίδραση των δύο διαφορετικών κόσμων. Ό,τι χάνεται σε επιθετικότητα (σε σχέση με άλλες κυκλοφορίες των Thou), κερδίζεται σε βάθος. Η παρουσία της Rundle δεν μαλακώνει το υλικό αλλά το μεταμορφώνει. Αν οι Thou είχαν πάντα έναν υπαρξιακό τόνο θλίψης κάτω από το βάρος τους, εδώ αποκτά φωνή και μορφή. Είναι η πιο προσβάσιμή τους δουλειά, με όλους τους σωστούς τρόπους.
Umbilical (2024)
To Umbilical κυκλοφόρησε πέρυσι, σχεδόν αιφνιδιαστικά, ως πλήρες solo statement της μπάντας μετά από χρόνια συνεργασιών, και φανερώνει μια νέα αρχή, μια νέα προσέγγιση στον ήχο τους. Ο πιο πρόσφατος δίσκος τους, και ίσως ο πιο προσωπικά τραυματικός. Πιο επιθετικός, πιο γρήγορος, πιο βίαιος, πιο Thou. Αν το Tyrant κατήγγειλε τον εξωτερικό τύραννο, το Umbilical στρέφεται στον εαυτό του. Την τυραννία του εγώ. Aνοίγει με το "Narcissist's Prayer", και αμέσως κάτι μοιάζει διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Αρχίζει με βρώμικο, αμμώδες riffing, ασυμπίεστα βαρύ, σχεδόν σαν crust σε αργή κίνηση. Η φωνή του Bryan Funck είναι περισσότερο "σχισμένη" από ποτέ: Τα ουρλιαχτά του ακούγονται περισσότερο σαν φυσική αντίδραση του ίδιου του σώματος σε βασανιστήριο παρά σε φωνητικά. Οι στίχοι αναφέρονται στην ανάγκη για αυτοδικαίωση, σε μια κοινωνία που προσποιείται ενσυναίσθηση ενώ χτίζει ταυτότητες πάνω στη θυματοποίηση. Εν συνεχεία, στο "Emotional Terrorist", σε ένα μανιφέστο για την αυτοκαταστροφικότητα του έρωτα και το πώς η εμμονική αγάπη μεταμορφώνεται σε μαρτύριο αγκαλιασμένα από ένα sludge/doom οδοστρωτήρα. Άξιο αναφοράς επίσης το γεγονός πως φαίνεται εδώ και στο Umbilical γενικότερα, να δίνεται μεγαλύτερη βάση στη δόμιση ενός καλού hook, σε τόσο βαριές συνθέσεις. Ήταν κάτι που συνήθως κρατούσαν στη φαρέτρα τους για να χρησιμοποιηθεί στα πιο mellow άλμπουμ.
Το "Lonely Vigil" αν και μόλις 3 λεπτά στη διάρκεια, είναι το ten ton hammer που περιμένεις να ακούσεις όταν βάζεις έναν δίσκο Thou. Δεν χρειάζεται άλλη περιγραφή. To "House of Ideas" συνδιάζει μια hardcore επιθετικότητα με την τελετουργική επαναληπτικότητα του doom, που οδηγεί αισίως στην κορυφαία στιγμή του δίσκου. Το "I Feel Nothing When You Cry" είναι το κομμάτι που κάνουν παντελώς embrace τις hardcore, punk, (άντε και grunge) καταβολές τους. Είναι γρήγορο, είναι groovy, είναι βαρύ. Αυτός ο ήχος είναι μια από τις πτυχές τους που δεν έχουν εξερευνήσει αρκετά, και πιστεύω πως έχει να δώσει πολλούς καρπούς. Με μια θεματική που ουρλιάζει ψυχικό τελεσιγραφισμό, σε έναν αυτομονώβριο όρκο εμμονικού μη-συναισθηματισμού. Αυτό ήταν και το πρώτο single και μαζί με το "The Promise", για τους ακριβώς ίδιους λόγους είναι τα αγαπημένα μου κομμάτια στον δίσκο.. Μοιάζει σχεδόν με death metal, όσον αφορά την αμεσότητα, με εθιστικά rhythm sections. Το "Unbidden Guest" που ακολουθεί διατηρεί τα bpm υψηλά και κορυφώνεται σε έναν industrial όλεθρο. Σε αντίστοιχο ύφος, απλά λίγο πιο mid-tempo, το "Panic Stricken" διατηρεί την καρδιά μου σε υγιείς παλμούς, τους οποίους όμως έρχεται να ψύξει το εκπληκτικό και παγερά αργό "Siege Perilous". Καμία ανύψωση, κανένα συναίσθημα λύτρωση, μονάχα σφυροκόπημα μέχρι τέλους. Δεν ξέρω αν το Umbilical είναι η πιο εσωτερική, είναι όμως σίγουρα η πιο αδυσώπητη δουλειά των Thou. Είναι η πιο εστιασμένη, ειλικρινής και επιθετική έκφραση της μπάντας μέχρι σήμερα. Η χαμηλή διάρκεια (μόλις 48') εξυπηρετεί την έννοια πυκνότητας. Το άλμπουμ απορρίπτει τις μακριές ambient/εμπειρικές φορμαλιστικές προσεγγίσεις του Heathen, του Magus, του Summit, ακόμα και του Tyrant και "επιστρέφει" στο primal σφυρίθισμα της βιωμένης οργής. Αν το Heathen ήταν ένας φιλοσοφικός θρήνος και το Tyrant ένα πολιτικό μανιφέστο, το Umbilical είναι τα ίδια τα δεσμά που μας ακινητοποιούν. Είναι η γραμμή που χωρίζει τον άνθρωπο από τον εαυτό του. Ελπίζω να εξερευνήσουν αυτήν την ηχητική ταυτότητα και σε επόμενες δουλειές τους!
.