Η εξέλιξη της μουσικής τα τελευταία 70 χρόνια και η κατηγοριοποίηση της σε πληθώρα από styles & genres στηρίχτηκε μεν σε παραδόσεις και μουσικές ρίζες αλλά κυρίως στην ιδιοφυΐα ορισμένων μουσικών με ικανότητα να προσλαμβάνουν επιρροές και να τις εξελίσσουν. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι δίχως την εξέλιξη των μουσικών οργάνων και της εν γένει μουσικής τεχνολογίας, η δημιουργία ολοένα και περισσότερων μουσικών ειδών και κατηγοριών θα ήταν από περιορισμένη έως αδύνατη.

Ναι, σε μια αέναη μουσική ακρόαση η οποία ξεκινά από την "μπανάνα" των The Velvet Underground,  The Velvet Underground & Nico του 1967, περνά από το Hi Scores των Boards of Canada του 1996 και καταλήγει, τρόπον τινά, στο Cold Spring Fault Less Youth των Mount Kimbie του 2013, δεν είναι δυνατόν να μην σκεφτεί κάποιος το πόσο υπέροχοι είναι οι δημιουργοί, πόσο αξιοθαύμαστη είναι η εξέλιξη του ήχου, των ειδών και των κατηγοριών μουσικής εδώ και 7 δεκαετίες pop -εν γένει- δημιουργίας, αλλά ας μην κρυβόμαστε. Χωρίς τον Friedrich Gretsch, τον Torakusu Yamaha, τον Orville Gibson (που ακόμα κι αν είχαν πεθάνει πολλά χρόνια πριν την έκρηξη της ηχογραφημένης μουσικής pop κουλτούρας, είχαν προλάβει ήδη να φυτέψουν γερά τον σπόρο της ) τον Leo Fender, τον Les Paul, τον Robert Moog, τον Jim Marshall, τον Ikutaro Kakehashi (Roland), τους Tsutomu Kato -Tadashi Osanai (βλέπε Korg), τον Thomas Walter Jennings (βλέπε Vox), τον Harold "Harry" DeArmond (βλέπε τον πρώτο αποσπώμενο μαγνήτη κιθάρας), τον Roger Linn (βλέπε Akai MPC), τον Bradley J. Plunkett (βλέπε Wah Pedal), τον Jim Dunlop, τον Randall Smith (Mesa/Boogie) και τόσους και τόσους άλλους, τότε δύσκολα θα παρατηρούνταν ανάλογη εξέλιξη στην pop μουσική δημιουργία. Εκτός αν θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος τους Slowdive δίχως λαμπάτους ενισχυτές και ακραία delay/reverb effects στους ήχους της κιθάρας, το Autobahn των Kraftwerk χωρίς Minimoog και το χαρακτηριστικό baggy παίξιμο του John Squire στο "Fools Gold" δίχως wah pedal.



Σε κάθε περίπτωση αυτό που δύναται να αντιληφθεί, εν πρώτοις, ένας ακροατής είναι πως η δημιουργία της πρώτης ηλεκτρικής κιθάρας ήταν για την pop μουσική κουλτούρα ό,τι η ανακάλυψη του τροχού για την ανθρωπότητα. Κι αν κάποιος θα μπορούσε να πει ότι οι Beatles θα την έβρισκαν την άκρη τους ακόμα και με ακουστικές κιθάρες, ότι έτσι κι αλλιώς θα είχαμε Nick Drake και John Martyn και το Forever Changes των Love, άντε να πειστεί ότι θα ήταν το ίδιο αν ο (ορισμός του coolness) Lou Reed βαστούσε ένα μπάντζο αντί για ένα σκάφος Gretsch ή Gibson.

ab1a8723-6a7e-4a5f-bd24-9c224e5f4675-1667x2040-1

Για την οικονομία της κουβέντας, φαίνεται πως η ανάπτυξη όλο και πιο οριακών overdrive στους ίδιους τους ενισχυτές σε συνδυασμό με αυτόνομα πετάλια που παρήγαγαν distortion στο τελικό αποτέλεσμα του κιθαριστικού ήχου, ήταν από μόνα τους αρκετά ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε μουσικούς με την ικανότητα και, ιδίως, το ανοιχτό μυαλό να πειραματιστούν και να δοκιμάσουν τα νέα όρια που τους πρόσφερε η τεχνολογική εξέλιξη του μουσικού εξοπλισμού. Οι όλο και περισσότερο διαφορετικές ηλεκτρικές κιθάρες που έβγαιναν στην παραγωγή σε συνδυασμό με εξελιγμένους ενισχυτές και pedal effects (από flanger και chorus μέχρι phaser και envelope filters, και από pitch shifters και tremolo/vibrato μέχρι μια μεγάλη ποικιλία σε overdrive και distortion) ξεκλείδωσαν της δυναότητες της ηχητικής εξέλιξης, ώστε το αποκαλούμενο "ροκ εν ρολ" να γίνει σκέτο "ροκ" και να λάβει διάφορους κοσμητικούς προσδιορισμούς ως πρόθεμα όπως "αρτ", "μπούγκι", "γκλαμ", "γκόθικ", "χέβυ", "χαρντ", "κράουτ", "ίντι", "ποπ", "νόιζ", "πανκ", "σοφτ", "σπέης", "γιοτ" κλπ κλπ κλπ.

Πάρτε ως (χαρακτηριστικό) παράδειγμα την επιμέρους δουλειά του Robert Smith και των the Cure . Αρχικά η εμβληματική σκοτεινή τριάδα Seventeen Seconds (1980), Faith (1981) και Pornography  (1982) δεν θα είχε αυτό το αισθητικό αποτέλεσμα αν ο Robert Smith δεν χρησιμοποιούσε Fender Jazzmaster η οποία παράγει αυτόν τον mid ακατέργαστο "συρμάτινο" τόνο κι αν ο Lol Tolhurst δεν χρησιμοποιούσε ηλεκτρονικά τύμπανα και drum machines. Κι αφού ο Robert Smith πέρασε την obscure ψυχεδελική του φάση με το The Top  το 1984, δημιούργησε το πρώτο πολύ σπουδαίο pop album του, το The Head On The Door  το 1985 -διόλου τυχαίο ότι κατά την περίοδο εκείνη (και ίσως μοναδική στα 43 χρόνια της έως τώρα καρίερας του) χρησιμοποιούσε Fender Telecaster, η οποία πρέπει να παράγει τον πιο ωραίο καθαρό κιθαριστικό ήχο που υπάρχει στον γνωστό κόσμο. Και μετά, στο Kiss Me, Kiss Me, Kiss Me  του 1987, δίσκο με κιθαριστικές εξάρσεις σαν αυτές των "The Kiss", "Shiver And Shake" και "Torture", έβαλε στην φαρέτρα για πρώτη φορά κιθάρες - σκάφη με humbuckers μαγνήτες οι οποίοι παράγουν έναν πιο στρογγυλεμένο, ζεστό και γεμάτο ήχο. Για να φτάσουμε, τέλος, στο 1989 και στο magnum opus των Cure, το Disintegration , το οποίο δεν δεν θα μπορούσε να είναι αυτό το τόσο πρωτοποριακά αριστουργηματικό album δίχως το Fender Bass VI που έλιωσε ο Smith κατά την ηχογράφηση του album -ένα μοντέλο της Fender που ήταν κάτι ανάμεσα σε κιθάρα και εξάχορδο μπάσο και που σε κάνει να λιώνεις συναισθηματικά στα χαρακτηριστικά riffs των "Plainsong", "Pictures Of You", "Closedown", "Lullaby", "The Same Deep Water As You" και "Untitled". Αν προσθέσουμε στην εξίσωση και τα ιδιοφυή synths του Roger O Donell με την χρήση "εργαλείων" όπως το Roland JX-8P (το οποίο είχε τεθεί σε κυκλοφορία μόλις το 1985), αμέσως αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των μουσικών οργάνων (και των ηχητικών εργαλείων γενικότερα) στη μουσική που διαμόρφωσε την pop κουλτούρα των τελευταίων 70 ετών.

maxresdefault-2

Δεν γίνεται να φανταστείς δίσκους όπως το It'll End In Tears των This Mortal Coil, το Violator των Depeche Mode, το Loveless των My Bloody Valentine, το Heaven Or Las Vegas των Cocteau Twins, το Get Lost των Magnetic Fields, το Dummy των Portishead, το Mezzanine των Massive Attack, το Finally We Are No One των Múm, το Programmed to Love των Bent, το Neon Golden των Notwist, το Lucky Shiner του Gold Panda, το Comme Ça από Domenique Dumont και τόσα και τόσα ακόμα albums,  αν είχαμε μείνει στο τρίπτυχο κιθάρα, κόντρα μπάσο, τύμπανα και δεν είχε κάποιος μπει στον κόπο να δημιουργήσει και να θέσει σε παραγωγή ηλεκτρικές κιθάρες με διαφορετικούς τύπους μαγνητών, ποικίλα εφέ, synths, drum machines, samplers και δεν συμμαζεύεται. Συνεπώς, μήπως όλοι αυτοί οι engineers (διάσημοι αλλά και αφανείς) θα έπρεπε να βρίσκονται εξίσου ψηλά με τα απανταχού μουσικά είδωλα που καταλαμβάνουν το μυαλό και την καρδιά του κάθε αγνού μουσικόφιλου; Τροφή για σκέψη.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured