Τι σχέση μπορεί να έχουν μεταξύ τους ο Μπάτμαν, μια δίχρωμη συσκευασία για τσίχλες μέντας, το «Tomorrow Never Knows» των Beatles, ο Richard Branson και ένας εμμονοληπτικός με τα χρώματα κατασκευαστής επίπλων; Ο Κωνσταντίνος Τσάβαλος αναλαμβάνει να λύσει το γρίφο που περιβάλλει την πρώτη δεκαετία της ζωής των White Stripes…



Όπως κάθε σημαντικό μουσικό σύνολο που αναγνωρίζεται λίγο πριν εκραγεί εντυπωσιακά στον Ουρανό της Ταμπλατούρας (ή μετά θάνατον, στην χειρότερη των περιπτώσεων), έτσι και οι Stripes έπρεπε (όπως λέμε «πάση θυσία») να πιάσουν εξαπίνης το κοινό τους μόλις στο τέταρτο άλμπουμ τους –κι έχοντας ήδη μπει στον έβδομο χρόνο της ζωής τους ως μπάντα: κι η ειρωνεία είναι ότι, για ένα σχήμα που απέρριπτε την ύπαρξη του μπάσου ως βασικό στοιχείο της μουσικής του δομής, το τραγούδι που τους έκανε γνωστούς ήταν ακριβώς αυτό που ξεκινούσε με μια μπασογραμμή που κατόπιν ψηφίστηκε από το μουσικό κανάλι VH1 ως η «πιο αναγνωρίσιμη του 21ου αιώνα». Κι όμως, το “Seven Nation Army” κρύβει μέσα του ακόμη ένα ενδιαφέρον οξύμωρο: η συστοιχία των επτά νοτών που ανοίγουν το κομμάτι δεν βγαίνουν από τον ενισχυτή ενός μπάσου, αλλά από μια vintage κιθάρα του Jack, την Res-O-Glas Airline του 1963. Χρώματος, εννοείται, ερυθρόλευκου. Έτσι, για να μην ξεχνιόμαστε…

Ο επίμονος επιπλοποιός

Οι συνθήκες δημιουργίας του συγκροτήματος δεν είναι πια θολές, όπως μερικά χρόνια πριν: έτσι σήμερα γνωρίζουμε πια ότι από το 1992 ως το 1997 ο Jack εργαζόταν ως επιπλοποιός που, ως άλλος Jack Nicholson στην ταινία «Καλύτερα Δεν Γίνεται», έχει μια παροιμιώδη εμμονή με δυο μόνο χρώματα και εκτελεί όλες τις παραγγελίες που του κάνουν σε κίτρινο και μαύρο. Του παράγγελνες έτσι π.χ. έναν καναπέ που τον ήθελες σε μπεζ για να ταιριάζει με το σαλόνι σου, αλλά ο John Gillis (όπως είναι το βαφτιστικό του) επέμενε να σου το κάνει να μοιάζει σαν το σπίτι της Μάγιας της Μέλισσας. Δεν είναι τυχαίο το ότι η καθήλωση του αυτή του κόστισε πολλούς καλούς πελάτες της περιοχής του Ντιτρόιτ που προτίμησαν να πάνε τις παραγγελιές τους σε κάποιον λιγότερο ψυχαναγκαστικό. Πάει η καριέρα του ως Χρήστου Κυριαζή της Αμερικής… Από την ανωτέρω εξίσωση έλειπε μόνο η αντίστοιχη Βάνα Μπάρμπα στην οποία ο Jack να αφιέρωνε τα τραγούδια που σκάρωνε στην φθηνή κιθάρα του στα διαλείμματα των «προβών» του για το ΙΚΕΑ του Ντιτρόιτ…

Vana=Meg

Η μανιχαιστική, περί χρωμάτων, άποψη του John τον ακολούθησε μέχρι το 1997, έτος δημιουργίας των Stripes. Οι οποίοι πήραν το όνομα τους από κάτι τόσο γελοίο που μοιάζει σχεδόν μεγαλοφυές: οι αγαπημένες τσίχλες της, πρώην γυναίκας του και ντράμερ της σχολής του Ringo Starr, Meg White ήταν κάτι peppermint τυλιγμένες στην κλασική vertigo ασπροκόκκινη συσκευασία! Πάλι καλά δηλαδή που δεν μασούσε Big Bubble. Αναλογιστείτε: «Το νέο άλμπουμ των Big Bubble ονομάζεται “Elephant” κτλ κτλ». Το black or white δίπολο του χαρακτήρα του John ευθύνεται επίσης και για την απροθυμία του τόσο να προσλάβει ένα τρίτο μέλος στην μπάντα, όσο και να χρησιμοποιήσει μπάσο –και θυμίζουμε ενδεικτικά ότι ο τελευταίος άνθρωπος που αρνήθηκε την ύπαρξη του εν λόγω μουσικού οργάνου στο συγκρότημα ΤΟΥ, βρέθηκε νεκρός μέσα σε μια μπανιέρα στο Παρίσι πριν από 36 ακριβώς χρόνια. Αυτό το έχει σκεφτεί ο, γνωστοποιημένα προληπτικός και δεισιδαίμονας, Jack;



1279 ημέρες…

…όσο δηλαδή διήρκεσε ο γάμος του Jack και της Meg, από τις 21 Σεπτεμβρίου 1996 μέχρι τις 24 Μαρτίου 2000, το συγκρότημα κυκλοφόρησε μόλις ένα άλμπουμ, το φερώνυμο τους στις 15 Ιουνίου 1999. Που, ασφαλώς, πέρασε απαρατήρητο. Πίσω στο σπίτι, ο Jack θρυλείται ότι τρώει παντόφλα (ή μάλλον μπαγκέτα) αρνούμενος να εκτελέσει τις συζυγικές του υποχρεώσεις κι αντ’ αυτού προτιμώντας να κλειστεί στο δωμάτιο του και να ακούσει ακυκλοφόρητες και σπάνιες εκτελέσεις τραγουδιών του “Βlind” Will McTell, ενός μπλουζίστα του Μεσοπολέμου, στον οποίο και αφιέρωσε το δεύτερο άλμπουμ των Stripes, το De Stilj του 2000. Όπως η γενιά μας συνηθίζει να αναφέρει χρονικά γεγονότα ως ερώτηση σχετικά με το που βρισκόταν ο καθένας από εμάς εκείνη τη μέρα (π.χ. «που ήσουν την 11η Σεπτεμβρίου 2001 ή στο μεγάλο σεισμό του Σεπτεμβρίου του 1999;»), έτσι και η γκαράζ αναβίωση των Strokes βρήκε τους Stripes αμπαρωμένους στο στούντιο να ηχογραφούν το White Blood Cells. Σε αντίθεση όμως με όλα εκείνα τα γκρουπούσκουλα της σειράς που στην πορεία τα έφτυσαν από έλλειψη ιδεών (Hives, Datsuns, Vines κτλ), η σφιχτά αγκιστρωμένη στα αμερικανικά μπλουζ μουσική των White Stripes απέδωσε γρήγορα καρπούς: 22 εκατομμύρια δολάρια απέφερε το εν λόγω άλμπουμ. Ένας τρελαμένος μπασίστας από το καταραμένο L.A. ονόματι Steve McDonald, απηυδισμένος από την δυσανεξία του Jack απέναντι στο αγαπημένο του όργανο, ανέβασε στις αρχές του 2002 στην προσωπική του σελίδα (www.reddkross.com) επαναμιξαρισμένες -και δυνατές προς ελεύθερο downloading- εκδοχές των κομματιών του «White Blood Cells» με μπάσο παιγμένο από τον ίδιο. Οι δικηγόροι των Stripes τα πήραν στο κρανίο, ο ίδιος ο Jack όμως ενθουσιάστηκε τόσο ώστε να του στείλει προσωπική επιστολή ευχαριστίας.

Αύριο, αύριο, κι αν δεν υπάρχει αύριο…

Το τέταρτο άλμπουμ ηχογραφήθηκε στην ίδια ακριβώς κονσόλα των λονδρέζικων Toe-Rag Studios που 41 χρόνια πριν οι Beatles έγραψαν το Tomorrow Never Knows. Και το Elephant του 2003 τους έβαλε πια στα μεγάλα σαλόνια –έστω κι από τη σπόντα που αναφέραμε στην αρχή. Τότε ήταν που παραλίγο να «καούν», μετά από πρόταση του ίδιου του Richard Branson να παίξουν σε ύψος 12000 μέτρων πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, στο εσωτερικό ενός πολυτελούς lear-jet της Virgin Airlines. Το εν λόγω κατόρθωμα θα τους έκανε αυτοστιγμεί λήμμα στο Βιβλίο Ρεκόρ Γκίνες, αλλά λίγο τα υπέρογκα έξοδα (πέντε εκατομμύρια δολάρια), λίγο η έλλειψη σπόνσορα να χώσει τα απαραίτητα φράγκα και λίγο η άρνηση των τεχνικών να εγγυηθούν την ασφάλεια των επιβατών μέσα σε ένα αεροπλάνο που πετάει με 900 χλμ/ώρα, μετέθεσε το όλο εγχείρημα στας ρωμαικάς καλένδας. Μέχρι φέτος δηλαδή που τους πρόλαβε ο Jamiroquai…

Batman and Robin

Καθ’ όλη τη διάρκεια του Απριλίου και του Μαΐου (τρ.ε.) τα μουσικά sites έχουν βουίξει από τα Δελτία Τύπου που στέλνουν οι ίδιοι οι White Stripes ενόψει του νέου τους άλμπουμ, Icky Thump: η κατακλείδα του που αναφέρει χαρακτηριστικά «By: Kitayana Ireyna Tatanya Kerenska Alisofaa Reporting for the Moscow Bugle» έκανε πολλούς να αναρωτηθούν τι στο κόρακα μπορεί να σήμαινε. Τελικά λίγες μέρες μετά η αλήθεια αποκαλύφθηκε. Είναι μια ατάκα από την πρώτη ταινία της κινηματογραφικής ιστορίας με ήρωα τον Άνθρωπο-Νυχτερίδα (“Batman: The Movie”, 1966), που είτε αποτελεί ακόμη μια παιδική εμμονή του Jack, είτε μιλάμε για μια αυτοπαρωδία του ντουέτου από το Ντιτρόιτ, που συχνά πυκνά έχει δει εαυτόν σε αφίσες να αναγράφεται ως «Dynamic Duo»...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured