«Out in the west Texas town of El Paso,
I fell in love with a Mexican girl»

Αυτοί οι απλοί στίχοι ηχούσαν πια αρκούντως «εξωτικοί» για τους Αμερικανούς που άφηναν πίσω τους τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ατενίζοντας μια νέα δεκαετία, εκεί στην αυγή της δεκαετίας του 1960. Παράλληλα, όμως, ήταν και μια ισχυρή ανάμνηση από το σκονισμένο τους παρελθόν, όταν δεν υπήρχε κανένα προαστιακό Όνειρο αυτοδημιούργητων νοικοκυραίων, μα μόνο περιφερόμενοι πιστολέρος-τυχοδιώκτες και περιπλανώμενοι γιατροσοφιστές που πουλούσαν snake oils.

{youtube}-zBzZJd-nfw{/youtube}

Κάπως έτσι, το "El Paso" αναγορεύτηκε στο πρώτο νούμερο 1 της δεκαετίας του 1960 και ο Marty Robbins που το τραγουδούσε έγινε σταρ της country. Τέτοιες μέρες του 1982 πέθανε, μόλις στα 57 του χρόνια, ύστερα από την 3η καρδιακή προσβολή που υπέστη στη ζωή του, από την οποία και δεν μπόρεσε να ανανήψει, παρότι πρόλαβε να εγχειριστεί στο νοσοκομείο του Νάσβιλ, όπου και ζούσε. 25 χρόνια μετά, στέκει πια μάλλον ξεχασμένος. Η ιστορία ωστόσο τον έχει καταγράψει ως έναν από τους πιο επιτυχημένους τραγουδοποιούς στο country & western στυλ, πρόλαβε δε και είχε μια καριέρα 30 χρόνων, παρά τον πρόωρο θάνατό του.

Παρά την καθαρή, γλυκιά φωνή του, στην οποία πολλοί είδαν μια συγγένεια με αυτήν του Elvis Presley, ο Robbins ήταν άνθρωπος με πραγματικές ρίζες στο παρελθόν της Άγριας Δύσης: γεννημένος στο Glenpale της Αριζόνα, έξω από το Φοίνιξ, είχε μητέρα Ινδιάνα (Paiute) και μία από τις πιο ισχυρές παιδικές του αναμνήσεις ήταν οι ιστορίες από το παρελθόν των κάου-μπόις που του διηγούταν ο παππούς του. Αυτό ίσως να ήταν και το «μυστικό» που έκανε τις country μπαλάντες του τόσο πειστικές, ακόμα κι αν ο ίδιος δεν ήταν ο τυπικός τραγουδιστής του ιδιώματος.

Στη μουσική, πάντως, βρέθηκε κατά λάθος. 17 χρονών έφυγε για να γλιτώσει από τη φτώχεια και τη ρημαγμένη του οικογένεια και κατατάχθηκε στο Ναυτικό. Μεσούντος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατέληξε σε μια μικρή βάση στα νησιά του Σολομώντα (Ειρηνικός Ωκεανός, σήμερα ανεξάρτητο κράτος), όπου είχε πολύ χρόνο για σκότωμα· έτσι άρχισε να μαθαίνει κιθάρα, αναπτύσσοντας παράλληλα ενδιαφέρον για τις μουσικές της Χαβάης. Γυρίζοντας στις Η.Π.Α. (1947), άρχισε εμφανίσεις σε μικρά clubs στο Φοίνιξ, απόκτησε δική του ραδιοφωνική εκπομπή και σύντομα ήρθε ένα δισκογραφικό συμβόλαιο με την Columbia (1952). Πρώτο του single ήταν το "I'll Go On Alone" του 1953, μια δική του σύνθεση σε ελαφρούς country ρυθμούς, η οποία και έκανε άμεσα το όνομά του γνωστό στους φίλους του είδους, παρότι δεν σημείωσε καμία επιτυχία σε εθνικό επίπεδο. 

{youtube}ta-63LK_38A{/youtube}

Αρχικά, πάντως, οι ιθύνοντες της Columbia δεν τον ήθελαν για country υλικό. Παρότι λοιπόν τα τραγούδια του συνέχισαν να έχουν έναν τέτοιον χαρακτήρα λόγω της απήχησης του "I'll Go On Alone", ωθήθηκε σταδιακά προς ένα ρεπερτόριο που στα βασικά του διέθετε ποπ δυναμικές, «φιλικές» προς την ανθούσα teen idol αγορά. Ως το 1956, η κίνηση απέδωσε πράγματι καρπούς, αφού η νεολαία της εποχής –που γενικά αδιαφορούσε για τους country τροβαδούρους– αγκάλιασε τραγούδια σαν το "Singing The Blues" ή το "Α White Sport Coat And A Pink Carnation", το οποίο του χάρισε την πρώτη του μεγάλη παναμερικανική επιτυχία, φτάνοντας στο #2 του Billboard. Του χάρισε επίσης ένα ανέλπιστο #1 στην Αυστραλία, όπου και συνέχισε να διατηρεί σταθερή fanbase για την επόμενη δεκαετία.

{youtube}zD8MnvyAi6I{/youtube}

Ο Robbins, ωστόσο, φαίνεται ότι ήθελε να πάει περισσότερο προς την country, κάτι που μπόρεσε να κάνει ανεμπόδιστα όταν το "El Paso" στρογγυλοκάθισε στο #1 των εθνικών charts, χαρίζοντάς του παράλληλα και την πρώτη του επιτυχία στη Βρετανία (#19). Το 1961, καθώς ηχογραφούσε το "Don't Worry", ο κιθαρίστας Grady Martin –τον οποίον είχε προσλάβει ως session μουσικό– δημιούργησε από καθαρό λάθος αυτό που σήμερα λέμε «fuzz» της ηλεκτρικής κιθάρας. Ο Robbins δεν ήξερε τι να κάνει όταν το άκουσε, αποφάσισε όμως να το κρατήσει στην τελική μίξη. Το εφέ έκανε αίσθηση και έστειλε αυτήν την Elvis Presley μπαλάντα στο #3 των Η.Π.Α. Δεν χρειάζεται βέβαια να πούμε πόσο επιδραστικό στάθηκε.

{youtube}Q2WBBcH6OPU{/youtube}

Τίποτα πάντως δεν χαροποίησε περισσότερο τον Robbins στην επιτυχία που γνώρισε από το γεγονός ότι πλέον είχε χρήματα να επενδύσει σε κάτι που αγαπούσε παράφορα: τα ράλι! Μπόρεσε έτσι να συμμετάσχει σε μεγάλο διαγωνισμό το 1966 και συνέχισε να το κάνει ανελιπώς ως τον θάνατό του, έστω κι αν ποτέ δεν γνώρισε τη μεγάλη διάκριση –καλύτερος τερματισμός του ήταν στην 34η θέση του Daytona 500, το 1973.

{youtube}999RqGZatPs{/youtube}

Παρότι σε παναμερικανικό επίπεδο ο Robbins δεν γνώρισε άλλη top-40 επιτυχία μετά το "Don't Worry", συνέχισε ως τον ξαφνικό του θάνατο να είναι ένας πολύ αγαπητός τραγουδοποιός στον country κόσμο, ηχογραφώντας πληθώρα επιτυχιών, αλλά και ορισμένους δίσκους που μπόρεσαν να σταθούν ως σύνολα (π.χ. το The Bend Of The River του 1968 ή το The Performer του 1979). Το 1970, μάλιστα, κέρδισε και Grammy για το τραγούδι "My Woman, My Woman, My Wife".

{youtube}D976yg8E8U4{/youtube}

Ο Robbins άφησε ένα έντονο αποτύπωμα στο rock 'n' roll, παρότι δεν αναμείχθηκε ποτέ μαζί του, πέρα από εκείνο το fuzz εφέ. Ο Elvis Presley υπήρξε δηλωμένος fan, όπως και ο Johnny Cash (ο οποίος δισκογράφησε μάλιστα το "Big Iron" στα γεράματα), οι Grateful Dead διασκεύασαν το "El Paso", οι Who έδωσαν σε τίτλο κομματιού τους το όνομά του, οι Beasts Of Bourbon έκαναν τραγούδι τη θλίψη τους για την είδηση του θανάτου του ("The Day Marty Robbins Died", 1984). Στη δεκαετία του 1990, όμως, χάθηκε για τον εκτός country μουσικό Τύπο, με αποτέλεσμα να γίνει ένας άγνωστος σε νεότερα αυτιά. Ένα κάποιο ενδιαφέρον κινήθηκε πάντως ξανά στα δικά μας χρόνια, όταν η Diane Dickman δημοσίευσε μια καλή βιογραφία του, με τίτλο Twentieth Century Drifter: The Life of Marty Robbins (2012).

{youtube}HW8YVtpN4dE{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured