Οι βιογραφίες προσώπων που άφησαν αποτύπωμα στην pop κουλτούρα, το οργανωμένο έγκλημα των οικογενειών της μαφίας και η σκοτεινή μυθολογία των serial killers, είναι τρία από τα πιο εμπορικά και γάργαρα θέματα με τα οποία μπορεί να καταπιαστεί ένα σύγχρονο ντοκιμαντέρ. Επιλέγουμε λοιπόν τρεις δουλειές που ασχολούνται με τα τρία αντίστοιχα θέματα, οι οποίες αποτελούν λύση για όσους μπούχτισαν με την κάπως άχαρη φετινή, τηλεοπτική μυθοπλασία.

Be Water (Bao Nguyen)

Το Be Water είναι μια εξαιρετικά προσεγμένη βιογραφική δουλειά, που ρίχνει φως στη ζωή και το έργο του κινηματογραφικού γκουρού των πολεμικών τεχνών, Bruce Lee. Τα γεγονότα γύρω από τον εμβληματικό αστέρα της οθόνης παρουσιάζονται με στωικότητα σε μια παραγωγή του ESPN, το οποίο ήταν υπεύθυνο και για την πρόσφατη σούπερ επιτυχία The Last Dance. Ο Bruce Lee έχτισε με κόπο και υπομονή μια υπερβατική φιγούρα, αφού πρώτα υπερπήδησε με σκληρή δουλειά τα φυλετικά στεγανά και τις προκαταλήψεις του Χόλιγουντ, για να επιστρέψει τελικά στο σινεμά του Χονγκ Κονγκ και να δοξάσει την ταλαιπωρημένη από αποικιοκράτες πατρίδα των γονιών του. Το παρεξηγημένο, cult σινεμά πολεμικών τεχνών που έκανε διάσημο σε όλο τον κόσμο ο φωταγωγημένος καλλιτέχνης, δεν περιορίζονταν μόνο σε γρήγορες γροθιές και χορογραφημένες κλωτσιές της τεχνικής Κουνγκ Φου. Υπήρχε μια βαθιά φιλοσοφική στάση στην περσόνα του Bruce Lee απέναντι στους εχθρούς που έδερνε με χάρη και βαρβαρότητα, όπως και ένας προδομένος κώδικας ηθικής που βρίσκαμε παλιότερα σε έκπτωτους σαμουράι, χωρίς το macho πάθος για αυτοδικία των αμερικάνων ανταγωνιστών του όπως ο Clint Eastwood και ο Charles Bronson. Ο Bruce Lee δεν δέχονταν να ερμηνεύσει ποτέ στερεοτυπικούς ρόλους «αστείων» Ασιατών ή να συμμετάσχει σε περιπέτειες που έψαχναν για έναν οποιοδήποτε «σχιστομάτη» για κάποιον απόκοσμο ρόλο. Και φυσικά η ιδέα του για μια τηλεοπτική σειρά με ήρωα έναν περιπλανώμενο Σαολίν στην Άγρια Δύση δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί με τον ίδιο πρωταγωνιστή, καθώς κανένα studio δεν ήταν διατεθειμένο να ρισκάρει να δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε Ασιάτη. Ωστόσο η σειρά Κουνγκ Φου που αγαπήθηκε και στη χώρα μας, πραγματοποιήθηκε τελικά, αλλά με τον David Carradine στον κεντρικό ρόλο. Ο αιφνίδιος θάνατος του μόλις 32χρονου Lee το 1973, σχεδόν συνέπεσε με την πρεμιέρα του Enter the Dragon. Το Be Water αξίζει, κυρίως για τις υπαινικτικές ματιές στη ζωή ενός εμβληματικού αστέρα με ισορροπημένη αίσθηση των ιδανικών και με πολιτικοποιημένη στάση, που έγινε κειμήλιο πνευματικής απελευθέρωσης μέσα από την τέχνη της σωματικής βίας.

 

Fear City: New York Vs The Mafia (Sam Hobkinson)

Ο κόσμος της μαφίας και των εξουσιαστικών Νονών των περίφημων ιταλοαμερικανικών οικογενειών, έχει εξιδανικευτεί από τους μεγάλους σκηνοθέτες της Νέας Υόρκης και του Χόλιγουντ, με πολλά σπουδαία έργα όπως το The Public Enemy, το The Godfather, το Goodfellas, ή το Carlito’s Way. Άλλωστε, τα σπουδαία είναι που επιλέγουμε να θυμόμαστε. Ο ίδιος κόσμος έχει απεικονιστεί και με τους πιο ανέμπνευστους και exploitive τρόπους σε εκατοντάδες μέτριες παραγωγές που μαϊμουδίζουν τα χιλιοειπωμένα, όπως το The Sicilian, το Billy Bathgate, το Lansky και πιο πρόσφατα το σχεδόν αποκρουστικό Gotti με τον John Travolta. Σε κάθε περίπτωση, η γοητεία που ασκεί ο κόσμος των χρισμένων μαφιόζων, των εκτελεστών που είναι στη δούλεψη των Νονών και των καλοντυμένων κακοποιών στην ευρύτερη περιοχή της Μικρής Ιταλίας είναι διαχρονική στους θεατές. Φαίνεται ότι το Netflix ζορίστηκε που δεν είχε τίποτα ανάλογο με το περσινό αριστουργηματικό The Irishman του Martin Scorsese και έπρεπε να ικανοποιήσει την όρεξη για ιστορίες μαφίας, την οποία άνοιξε στους συνδρομητές του περιεχομένου του. Το Fear City: New York Vs The Mafia είναι ένα γλαφυρό και έντονο ντοκιμαντέρ για την δράση των μαφιόζων στη Νέα Υόρκη στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν το έγκλημα στους δρόμους του Μανχάταν είχε φτάσει στα ύψη. Το θέμα είναι τρομερά ενδιαφέρον, ειδικά όταν εμπλουτίζεται με την έρευνα του FBI και την παρακολούθηση των πιο δυνατών ανδρών της Μαφίας μέσα από κοριούς. Το ντοκιμαντέρ είναι σχετικά φλύαρο και εκτείνεται σε τρία ωριαία μέρη, ενώ το υλικό που προσφέρει και το σενάριο δεν είναι αντάξιο του θέματός του. Δυστυχώς το Fear City δεν έχει προκύψει από κάποια γενναία έρευνα. Οι ομιλητές είναι κάποιοι συνταξιούχοι υπάλληλοι του FBI, κάποιοι πρώην (;) μπράβοι της νύχτας (που μάλλον δεν λένε αλήθειες αλλά συμμετέχουν για την πρόσκαιρη φήμη) και παρατρεχάμενοι που δεν προσφέρουν ουσιαστικά insights ούτε μια διαφωτίζουν για τις φαμίλιες που αιματοκύλισαν την Νέα Υόρκη. Όσοι δεν έχετε πολλές απαιτήσεις για το θέμα θα περάσετε ευχάριστα, οι υπόλοιποι αναζητήστε το συγκλονιστικό Our Godfather (2019) σχετικά με τον μαφιόζο Tommaso Buscetta, ο οποίος κατέδωσε τους αντιπάλους του και άνοιξε το δρόμο για την επιχείρηση καθαρά χέρια στην Ιταλία.

 

I’ll Be Gone in the Dark (Liz Garbus, Elizabeth Wolff, Myles Kane, Josh Koury)

Τα ντοκιμαντέρ αληθινού εγκλήματος κερδίζουν συνεχώς την καρδιά των θεατών και γίνονται σίγουρο εμπορικό στοίχημα για τα τηλεοπτικά δίκτυα. Παραγωγές όπως το The Jinx, το Making a Murderer, το Abducted in Plain Sight και το Amanda Knox έχουν σημειώσει απίστευτο αριθμό θεάσεων και όλα δείχνουν ότι το κοινό δεν χορταίνει να χάνεται στα ίχνη ανεξιχνίαστων εγκλημάτων και να ταυτίζεται με παθιασμένους ερευνητές που είναι ταγμένοι στα ευρήματα. Το HBO έχει δείξει ότι ξέρει να κάνει και αυτό καλύτερα και το I’ll Be Gone in the Dark προσφέρει ένα απολαυστικό κοκτέιλ αστυνομικής έρευνας, εμμονής και τρόμου, που αντλεί υλικό κατευθείαν από τους δαίμονες που ταλανίζουν το σινεμά του David Fincher, ειδικότερα στο Zodiac αλλά και το τηλεοπτικό Mindhunter. Σε αντίθεση με άλλες δουλειές όπως το Conversations with a Killer: The Ted Bundy Tapes, το I’ll Be Gone in the Dark υιοθετεί τη ματιά του εθελοντή ερευνητή. Το ντοκιμαντέρ είναι βασισμένο στο βιβλίο της Michelle McNamara η οποία είχε κυνηγήσει λυσσαλέα τον μανιακό φονιά του Golden State, μέσα από άρθρα, απόρρητα στοιχεία και εξοντωτική έρευνα στο διαδίκτυο, ώστε να ξεκλειδώσει τη μεθοδολογία του και να διαβάσει τα μοτίβα συμπεριφοράς. Η Michelle McNamara ήταν μια γυναίκα που παθιαζόταν με τους γρίφους και τα εγκλήματα που δεν εξιχνιάστηκαν και που οι υποθέσεις τους σκονίζονται στα γραφεία απρόθυμων αστυνομικών. Δεν ήταν κάποια χαρισματική προσωπικότητα ούτε κάποια ιδιοφυΐα, απλά μια μέση Αμερικανίδα που είχε όλη την όρεξη και το χρόνο να συνδέσει τις τελείες της έρευνας και να ανακαλύψει ομολογουμένως συνταρακτικά στοιχεία για πολλές υποθέσεις βιασμών πίσω από της οποίες κρύβεται ένας παρανοϊκός κατά συρροή βιαστής. Τα πέντε μέρη στα οποία χωρίζεται το ντοκιμαντέρ είναι καλοδουλεμένα και το φινάλε σε αποζημιώνει για ορισμένα φλύαρα και μελοδραματικά σημεία. Το I’ll Be Gone in the Dark μας διαφωτίζει για την αντιμετώπιση των sex crimes στα 70’s (που λίγο πολύ ήταν σαν να σε πιάνουν επειδή έκλεψες ψωμί από φούρνο), δίνει φωνή στα θύματα του παρανοϊκού βιαστή με διακριτικότητα και σεβασμό και τέλος πετυχαίνει ένα οξύ σχόλιο πάνω στην εμμονή των ανθρώπων με το αναίτιο κακό. Το έγκλημα κατά συρροή αντιμετωπίζεται σαν μακάβριο παζλ που πρέπει να λυθεί, την ώρα που ο μανιακός είναι εκεί έξω, να παραμονεύει ασύλληπτος μετά από τόσα χρόνια φρικτών εγκλημάτων.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured