Ένα ζωηρό και γλυκύτατο πεντάχρονο αγόρι, ζει με τη μαμά του η οποία τον φροντίζει υπομονετικά, παίζει μαζί του και χτίζει ένα μικρό κόσμο στο κεφάλι του μέσα από ιστορίες. Ζουν μέσα σε ένα μικρό δωμάτιο λίγων τετραγωνικών χωρίς παράθυρα, στο οποίο ένας σαδιστής απαγωγέας τους παρέχει τα απολύτως απαραίτητα για τη σίτιση και τη διαμονή. Ο Λένι Έιμπραμσον δεν επιτρέπει στην αστυνομική ίντριγκα του εγκλήματος να σωματοποιηθεί  ποτέ και όλα είναι ζήτημα οπτικής και ερμηνείας του μικρού Τζακ. Σκηνοθετεί λοιπόν με στωικότητα μια πρώτη ύλη που βασίζεται σε μια αληθινή υπόθεση ομηρίας στην Αυστρία, όπου μια γυναίκα ζούσε στο υπόγειο για 28 χρόνια γεννώντας τα παιδιά του πατέρα-αφέντη της. Η ηρωίδα της ταινίας βρίσκεται σε αυτή την αποπνικτική ομηρία για 7 χρόνια, μαζί με τον 5χρονο Τζακ, ένα αγόρι με παραβιασμένα τα οχυρά του εύθραυστου συναισθηματικού του κόσμου. Δυο ήρωες, δέσμιοι ενός παθολογικού μοτίβου που διαβρώνει την καθημερινότητά τους και τους εξωθεί από την οικογενειακή μακαριότητα.


Η σκηνοθετική ματιά, ειδικά στο πρώτο υπέροχο μέρος της ταινίας, εστιάζει στον τρόπο που ο μικρός αντιλαμβάνεται τον κόσμο, μέσα από τις αισθήσεις του, που ωριμάζουν ερήμην των συνθηκών, μέσω του περιορισμένου χώρου, της αθώας φαντασίας και της ενστικτώδους δυσπιστίας απέναντι στην τηλεόραση που έχει το ρόλο της μοναδικής πηγής ρεαλισμού.

room.jpg

Το Room είναι μια καλοφτιαγμένη ταινία, καμωμένη με κόπο και εντιμότητα, την οποία προδίδει μονάχα το άνισο δεύτερο μέρος μετά την απόδραση του μικρού -η σκηνή απόδρασης η ίδια είναι ένα μικρό ποίημα αγωνίας και ψυχικής ανάτασης. Σύντομα η δράση μεταφέρεται στον αδιέξοδο επαναπατρισμό με την οικογένεια, την μετατραυματική περίοδο και την επίδραση των media. Η Μπρι Λάρσον δίνει έναν από τους γενναιότερους και πολυπλοκότερους γυναικείους ρόλους της χρονιάς, καθώς επικοινωνεί σε κάθε σκηνή την υπόκωφη έκκριση πανικού και ανασφάλειας που κοντράρεται μετωπικά με την αδιαπραγμάτευτη μητρική αγάπη και ανιδιοτέλεια. Με σπηλαιώδη απόγνωση ερμηνεύει μια σιδηροστόμαχη γυναίκα που τα ορατά τραύματα ορίζουν την κοινωνική δυσπραγία της. Μια γυναίκα που κρατάει ψηλά τον πήχη της ανθεκτικότητας για να μη λυγίζει κάτω από τα τραύματα και να αντέξει τα δυνητικά εγκλήματα.

Ευκαιρία να θυμηθούμε μερικές ακόμα ιστορίες με ανήλικα παιδάκια, σε ιστορίες αρκούντως παράδοξες – και γι’ αυτό άξιες να κινηματογραφηθούν.

Beasts of the Southern Wild (2011)

beasts-of-the-southern-wild-movie-image-01.jpg


Το «μικρό» μυαλό της 6χρονης “hushpuppy” ζορίζεται να αντιληφθεί τα μεγέθη, της ίδιας και του κόσμου που την περιβάλλει. Μέσα της στροβιλίζονται σαν δυσοίωνοι δερβίσηδες η ρημαγμένη της παιδικότητα, η απειλή μιας καταστροφικής πλημμύρας (τύπου Κατρίνα), η κλονισμένη υγεία (και ψυχραιμία) του πατέρα, η απουσία της μητέρας και η καταχνιά που αφήνει πίσω της η ρημαγμένη «γη της επαγγελίας». Το σταδιακό ξεχαρβάλωμα της θηλυκότητας συμβαίνει σε ένα σφοδρό περιβάλλον από πλημμυρισμένες καλύβες, χαρτοκούτια, ωμά ψάρια και λάσπες. Όμως δεν μένουμε ούτε δευτερόλεπτο εγκλωβισμένοι στις λεπτομέρειες εξαθλίωσης. Η καλειδοσκοπική ματιά της μικρής θα μας παρασύρει σε κάτι σαφώς πιο υπερβατικό. Αφού τα μάτια της απορροφήσουν εικόνες φύσης, καταστροφής, αλκοολισμού και άγριας τρυφερότητας, θα περιχαρακώσει τη σκέψη της σε μια αυτοσχεδιαστική αφήγηση, που προορίζεται να είναι η κληρονομιά της στους επιστήμονες του μέλλοντος. Στην πραγματικότητα αυτή θα είναι η πρώτη ύλη για ένα σπάνιας αξίας οικουμενικό ψυχογράφημα για ένα κορίτσι που ζει σε μια πολυεθνική κοινότητα, η οποία βρίσκεται βαθιά κρυμμένη σε κάποιον παραπόταμο της Λουιζιάνα..

Lawn Dogs (1997)

lawn-dogs.jpg


Στο επίκεντρο αυτού του unsung indie κοσμήματος από τα 90’s υπάρχει η αναπάντεχη φιλία ενός προνομιούχου 10χρονου κοριτσιού με ζοφερή φαντασία, με έναν ατίθασο νεαρό κηπουρό. Αυτή φτιάχνει μπισκότα για να απασχολεί το μυαλό της από τον ενδοοικογενειακό κυνισμό των baby-boomers. Αυτός εκπροσωπεί όλους τους αστικούς κινδύνους από τους οποίους οι κάτοικοι του αποστειρωμένου προαστίου έτρεξαν να κρυφτούν πίσω από ομοιόμορφες αυλές με καταπράσινο γρασίδι. Ένα ιδιαίτερο χαρμάνι παραμυθένιας φαντασίας και κοινωνικού σχολίου για τις ταξικές διαφορές, με απογειωτικό φινάλε όπου ένα ανείπωτο παραμύθι ξεχύνεται ορμητικά στην πραγματικότητα. Όλη η ουσιά του ανεξάρτητου Αμερικάνικου σινεμά της δεκαετίας του 90, συμπυκνώνονται σε αυτό το κομψοτέχνημα.

Tideland (2005)

15b9ae3af32b0ddf2be2fbef22e08f8f.jpg


Όσο η ταινία του, Brothers Grimm ψυχορραγούσε ορφανή στα μαχαίρια των αδερφών Weinstein, ο Gilliam βρήκε καταφύγιο για την καλλιτεχνική του έμπνευση στον διαταραγμένο κόσμο ενός 9χρονου κοριτσιού που έπαιζε με κομμένα κεφάλια από κούκλες (!). Με τον πατέρα της (Τζεφ Μπρίτζες) να κείτεται νεκρός στο σαλόνι, η μικρή ηρωίδα θα βρεθεί στη μέση του πουθενά, να περιστοιχίζεται από λοβοτομημένους, τζάνκι και φρικιά. Ο Gilliam χάρη στον ιδιοφυή εκλεκτισμό του κατασκευάζει έναν σκοτεινό και παρακμιακό αντίλαλο της Αλίκης Στη Χώρα Των Θαυμάτων και τον τοποθετεί σε ένα αχανές αγρό που κυριαρχούν οι πυγολαμπίδες και οι ακέφαλες Μπάρμπι, ενώ οι εσωτερικοί χώροι βρωμάνε αποσύνθεση. Σε μια απόπειρα καμικάζι δημιουργίας, ο αγαπημένος σκηνοθέτης δημιούργησε για πρώτη και τελευταία φορά την ποιητική αναρχία και το χάος που πάντα ήθελε, σε μια ταινία που οι θεατές αποχωρούσαν πριν τελειώσει και που οι κριτικοί χαρακτήρισαν «unwatchable». Οι υπόλοιποι είμαστε ευγνώμονες.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured