Την ημέρα που κάποιος ξέχασε να κλείσει τις κάνουλες του ουρανού, ήταν αναμενόμενο ότι στο Six d.o.g.s. δεν θα μαζευόταν κάποιο εντυπωσιακό πλήθος για χάρη των Death And Vanilla. Επίσης αναμενόμενο –αν είχες λίγη εμπειρία από τα εγχώρια συναυλιακά ήθη– ήταν και το ότι οι περισσότεροι από όσους έκαναν τον κόπο να έρθουν μέχρι την Αβραμιώτου εκείνο το βράδυ, επέλεξαν να μείνουν στο μπαρ μέχρι να τελειώσει το πρόγραμμά του το support συγκρότημα...

Deathvanl_2.jpg

Εδώ που τα λέμε, βέβαια, οι «δικοί μας» Cruel Anagrams δεν έκαναν και πολλά για να καλέσουν κοντά τους το ακροατήριο. Εννοώ ότι όσα παίζουν ο Ανδρέας Ιωάννου (κιθάρα) και η Io L (φωνή, σύνθι, μείκτης) έχουν στον πυρήνα τους μια «ψυχρότητα»· ή (καλύτερα) μια αποστασιοποίηση, η οποία δεν σου επιτρέπει να μπεις εύκολα στο κόλπο. Αυτή η αίσθηση εκπέμπεται περισσότερο από τη φωνή της Io L, που εκφέρεται με θεατρικότητα και ύφος αριστοκράτισσας στρίγκλας, αλλά και από τους ψυχρούς συνθετικούς ήχους των πλήκτρων της. Κι όμως, η ερμηνεύτρια απέδειξε στο τελευταίο κομμάτι του σετ ότι μπορεί άνετα, αν το θελήσει, να τραγουδήσει –και μάλιστα καλά. Ως είχε, πάντως, η εμφάνισή τους, έτσι όπως διεπόταν από μια 1980s αισθητική και μια αδιαπέραστη σκοτεινιά, δεν έπεισε ούτε εμένα, ούτε τον νεαρό καθηγητή δημόσιου σχολείου από το Αμβούργο, τον οποίο γνώρισα στο Six d.o.g.s. λίγο πριν ξεκινήσει η συναυλία.

Deathvanl_3.jpg

Οι Death And Vanilla, από την άλλη, δεν είχαν προβλήματα πειστικότητας. Οι ηχογραφήσεις των τριών μουσικών διαθέτουν έναν αρτίστικο αέρα κι αυτός μεταφέρθηκε καλά επί σκηνής. Επιπλέον, το παρουσιαστικό μα και η στάση τους μαρτυρούσαν ότι δεν υπήρχε απόσταση ανάμεσα στο «είναι» και στο «φαίνεσθαι». Η Marleen Nilsson (φωνή, πλήκτρα), με τον συνεσταλμένο τρόπο της, ήταν εκείνη που ανέλαβε την επικοινωνία με το κοινό, ενώ οι Anders Hansson (κιθάρα, πλήκτρα) & Magnus Bodin (βιμπράφωνο, πλήκτρα) παρέμειναν ανέκφραστοι και σκυμμένοι πάνω από τα όργανά τους καθ' όλη τη διάρκεια του σετ.

Deathvanl_4.jpg

Όσα έπαιξε το σουηδικό τρίο θα μπορούσαν χονδρικά να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: στα ...τραγουδένια κομμάτια, όπου κυριαρχούσε η φωνή της Nilsson και η ποπ διάθεση, και στα πιο αφαιρετικά, έως και στριφνά οργανικά, όπου εύκολα μπορούσες να χάσεις την επαφή με τον χώρο και τον χρόνο. Τους βρήκα περισσότερο εύστοχους όποτε κινούνταν εντός της πρώτης κατηγορίας (στο όμορφο “California Owls”, για παράδειγμα), αφού στα υπόλοιπα δεν ήταν λίγες οι φορές που γινόταν δύσκολο να ξεχωρίσει το περιεχόμενο από το περιτύλιγμα. Σε κάθε περίπτωση, η μπάντα πετάει τόσα πολλά διαφορετικά συστατικά στο ηχητικό της μείγμα (τους Stereolab, τους Mazzy Star, τον Badalamenti, την ποπ των 1960s, την ψυχεδέλεια), ώστε κάθε τραγούδι καταλήγει διαφορετικό. Επομένως, η προσοχή του ακροατηρίου τους παραμένει αμείωτη.

Deathvanl_5.jpg

Συνολικά, κρίνεται επιτυχημένη η εμφάνιση των Σουηδών στο Six d.o.g.s., ειδικά αν συνεκτιμηθούν τα αρκετά προβλήματα που αντιμετώπισαν με τον ήχο. Αν μη τι άλλο, οι αντιδράσεις του κοινού στάθηκαν ιδιαίτερα ένθερμες και «ανάγκασαν» το γκρουπ να ξανανέβει στη σκηνή για ένα ακόμα τραγούδι, έπειτα από την ολοκλήρωση του ωριαίου «κανονικού» σετ. Μπορεί να μην ήταν αποστομωτικοί ή συγκλονιστικοί, μπορεί να μη διέλυσαν εντελώς τις υποψίες που τους θέλουν απλά ικανούς αναβιωτές, πάντως δικαίωσαν τους fans και έδειξαν ότι υπάρχει πράγματι κάτι άξιο προσοχής στην περίπτωσή τους. Έστω κι αν αυτό το κάτι δεν είναι πάντα ξεκάθαρο...

{youtube}3pl0VQUzn5Y{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured