Βαγγέλης Πούλιος

Καταλαβαίνω το αμπαζούρ, μπορεί να κάνει κάπως cozy τις χειμωνιάτικες νύχτες μας… Γιατί όμως επιστρέφει φέτος «χωρίς σελοφάν»;

Αυτό προέκυψε από έναν καινούργιο ρόλο που βάλαμε εφέτος και διατρέχει όλη την παράσταση, την ανοίγει και την κλείνει. «Χωρίς σελοφάν», λοιπόν, σημαίνει χωρίς όλα εκείνα που μας κάνουν καμιά φορά να μην μπορούμε να πάρουμε ανάσα και να νιώθουμε ότι δεν ζούμε, χωρίς περιττά «πρέπει» δηλαδή, χωρίς κανόνες και στερεότυπα.

Όπως διαβάζω, στήνετε το ΑμΠαζούΡ για 3η χρονιά… Σε τι διαφέρει η τωρινή περίσταση από τις προηγούμενες;

Η παράστασή μας εξακολουθεί να είναι μία μουσικοθεατρική πρόταση, με τη διαφορά ότι εφέτος έχει προστεθεί λίγη ακόμα πρόζα κι επίσης έχει γίνει πιο φανερό το «νήμα» που συνδέει όλα τα νούμερα μεταξύ τους.

Η σάτιρά σας εστιάζει κάπου συγκεκριμένα; Χρησιμοποιεί υλικά της εποχής μας ή δομείται αποκλειστικά ως «κωμική και ανάλαφρη εκδοχή της νοσταλγίας» (όπως αναφέρεται στο δελτίο Τύπου);

Με κάποιον τρόπο, είναι όλα αυτά μαζί. Σίγουρα είναι μια κωμική και ανάλαφρη εκδοχή της νοσταλγίας και, ως παράσταση του Στενού Κορσέ, διατηρεί έναν θηλυκό χαρακτήρα. Και σίγουρα χρησιμοποιεί υλικό της εποχής, όχι όμως τόσο με την έννοια της επικαιρότητας όσο με την έννοια της διαχρονικότητας που έχουν κάποια θέματα, όπως η θηλυκότητα ή οι σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους.

56e_2.jpg

Φαίνεται, πάντως, πως η εποχή μας επικαλείται συχνά και με διάφορους τρόπους τη νοσταλγία. Εσείς πώς την αξιολογείτε (και την εποχή και την τάση της προς τη νοσταλγία);

Τη νοσταλγία εμείς τη χρησιμοποιούμε ως μία αφορμή για έμπνευση και παιχνίδι με το θεατή· προσπαθούμε να βρούμε κοινούς κώδικες και να επικοινωνήσουμε, να γελάσουμε, να συγκινηθούμε. Δεν κολλάμε στο παρελθόν για να το εξωραΐσουμε, για παράδειγμα.

Πάντως κάθε εποχή που αντιμετωπίζει προβλήματα νοσταλγεί το παρελθόν και ψάχνει εκεί για προτάσεις και λύσεις. Το θέμα είναι να μην το κάνει παθητικά, αλλά με έμπνευση και δημιουργικότητα. Αυτό κάνουμε κι εμείς στην παράσταση.

Πώς αποφασίσατε να αναζητήσετε τη συλλογική έκφραση, ενώ τα περισσότερα γύρω μας μάλλον μας ωθούν προς μία πιο ατομική δράση; Πώς δηλαδή ξεκίνησε η ομάδα, τι αναζητούσατε σε αυτήν και τι τελικά βρήκατε; Και γιατί επιλέξατε ένα τέτοιο όνομα;

Την ομάδα την ξεκινήσαμε η Έλσα Λουμπαρδιά και η Άννη Θεοχάρη. Παιδικές φίλες, ηθοποιοί και οι δύο, με μαθήματα μουσικής και τραγουδιού στο βιογραφικό μας, συγκεντρώσαμε κάποια τραγούδια που αγαπούσαμε από πάντα και θα θέλαμε να τα έχουμε τραγουδήσει οι ίδιες και είπαμε: «και γιατί όχι;».

Τα ταιριάξαμε ωραία και με καινούργια τραγούδια που έγραψε η Άννη, διαλέξαμε και φίλους μουσικούς για να συνεργαστούμε (τον Ευθύμη Κούρτη και τον Νίκο Σολ)… Τα τραγούδια έδωσαν έμπνευση και για προζάτα νούμερα, καλέσαμε επίσης και την Έλια Ζαχαριουδάκη, φίλη ηθοποιό, να παίξει μαζί μας, κι εφέτος τη Βιβή Πηνιώτη. Έχουμε γίνει ωραία παρέα και αυτό που θέλουμε είναι να μεγαλώνει η παρέα μας κάθε φορά που παίζουμε, να προσφέρουμε στους θεατές αυτό που αγαπάμε και να χαίρονται κι εκείνοι μαζί μας. Θεωρούμε ότι το κάνουμε.

Διαλέξαμε το όνομα Στενός Κορσές διότι: είμαστε πλειοψηφία οι γυναίκες στην ομάδα, αγαπάμε το μπουρλέσκ και το παρουσιάζουμε συχνά στις παραστάσεις μας. Τέλος, επειδή δεν θα απαλλαγείτε εύκολα από εμάς, εάν παρακολουθήσετε παράστασή μας έστω μία φορά! 

56e_3.jpg

Θα θέλατε να περιγράψετε ένα τυπικό brainstorming του Στενού Κορσέ;

Μαζευόμαστε σ' ένα σπίτι, κυριλέ με καφεδάκι και τσιγαράκι, λέμε τα νέα μας, κάποιος θα πετάξει μια ωραία ιδέα για τραγούδι ή κείμενο, μονόλογο ή διάλογο, έχουμε περάσει εντωμεταξύ στις μπύρες, λύνονται οι γλώσσες κι οι  φαντασίες, πετάει ο ένας το μακρύ του, ο άλλος το κοντό του, στην αρχή συμφωνούμε, χασκογελάμε, συμπληρώνουμε, μετά διαφωνούμε, μαλώνουμε, βρίζουμε, ώσπου εξαντλημένοι πια καταλήγουμε στην αρχική ιδέα (ή και όχι!), εμπλουτισμένη όμως πλέον με νέα στοιχεία από τη φάση που προηγήθηκε. Κάπως έτσι. 

Πώς σας προέκυψε η ιδέα της σύνδεσης του θεάτρου με τη μουσική; Και τι είδους μεθοδολογικά ζητήματα προέκυψαν στην πορεία;

Όπως αναφέραμε ήδη, τα τραγούδια μάς δίνουν έμπνευση για κείμενα και τα κείμενα για άλλα τραγούδια και πάει λέγοντας. Το ζήτημα που προκύπτει σ’ αυτήν την περίπτωση είναι να δεθούν μεταξύ τους ώστε να αποτελέσουν μία παράσταση με ροή και συνέπεια. Έτσι μερικές φορές χρειάζεται να κόψουμε κάποιες ωραίες ιδέες. Αλλά δεν τις πετάμε! Τις κρατάμε για το επόμενο πρότζεκτ!

56e_4.jpg

Ιδανικά, πώς θα θέλατε να προετοιμαστεί ένας θεατής για την παράστασή σας; Με τι διάθεση να μπει στο θέατρο;

Η παράστασή μας είναι μία ραδιοφωνική εκπομπή που ταξιδεύει μπρος και πίσω στον χρόνο με τραγούδια και κείμενα, με συγκίνηση και χιούμορ. Ιδανικά, λοιπόν, θα θέλαμε (και παρακαλούμε) ο θεατής να μπει στο θέατρο όσο πιο σοβαρός και «συντονισμένος» γίνεται, ώστε να τον «αποσυντονίσουμε» εμείς όσο περισσότερο γίνεται, να το απολαύσει και να φύγει χαρούμενος.

Έχετε σχέδια για το 2018; Κι αν ναι, τι περιλαμβάνουν;

Έχουμε όνειρα για το μέλλον, να φτιάξουμε μια σούπερ επιθεώρηση! Κι ελπίζουμε να πραγματοποιηθούν!

{youtube}e5YLl1VJmo0{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured