Άγγελος Κλειτσίκας

φωτογραφίες: Δημήτρης Μυλωνάς (1,3), Γιώργος Κωστής (4), Τατιάνα Μπόλαρη (6) & Γιώργος Φιοράκης (7)

Αναφέρεστε στον ήχο σας με τον ευρηματικό χαρακτηρισμό «kozmik swamp music». Θα θέλατε να μας κάνετε τις απαραίτητες συστάσεις με τον όρο;

Τ.Π.: Αναπόφευκτα, κάπως θα έπρεπε να περιγράψουμε τον ήχο μας∙ είναι κάτι σαν αναγκαίο κακό. Οπότε, μιας και το «pre-middle age rock 'n' roll» δεν ήταν και τόσο κολακευτικό, διαλέξαμε το δικό μας μικρό tribute στον Gram Parsons. 

Ν.Φ.: Είναι ένα παιχνίδι με το proto-tag «Cosmic American Music» του Gram Parsons. Πάνω από όλα, ακούγεται καλά.

Όταν κάποιος διαβάζει την προϋπηρεσία των μελών της μπάντας, ψελλίζει ασυναίσθητα τη φράση «super group». Ποιοι κίνδυνοι κρύβονται πίσω από έναν τέτοιον χαρακτηρισμό;

Τ.Π.: Κατά κανόνα, είναι πιο δύσκολο να ανταποκριθείς στις προσδοκίες από το να τις δημιουργήσεις. Κατά τ’ άλλα, εμείς διασκεδάζουμε και πειραζόμαστε μεταξύ μας με τέτοιες «υπερβολές».

Ν.Φ.: Τελικά ναι, το παραδέχομαι, τουλάχιστον εγώ: είμαστε ένα δεινοσαυρικό «super group». Και το χειρότερο σ’ αυτή την ιστορία είναι ότι δεν …αμειβόμαστε σαν «super group»!!!

Ths_2.jpg

Με ποιον τρόπο μπορεί να εντοπίσει ο ακροατής την επιρροή του κάθε μέλους και των διαφορετικών ερεθισμάτων που κουβαλάτε στον τελικό ήχο, αλλά και στη γενικότερη καλλιτεχνική κοσμοθεωρία των Thee Holy Strangers;

Α.Κ.: Νομίζω ότι έχει να κάνει με την ελευθερία και με τη διάθεση που έχει  ο καθένας να συμμετάσχει στα κομμάτια. Παίζεις ελεύθερα και αφήνεις το αποτύπωμά σου στο τραγούδι. Δημιουργείται έτσι ένα μίγμα από προσεγγίσεις, που εύχεσαι να λειτουργήσει. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος.

Τ.Π.: Προσπαθώντας να απαντήσω αυτή την ερώτηση το μυαλό μου πήγε στον χώρο όπου προβάρουμε και στη δημιουργική διαδικασία που γεννά την μουσική μας. Δεν είναι εύκολο να την περιγράψω. Είναι μια διαδικασία πολύπλοκη αλλά και απλή, από πολύπλοκους αλλά συνάμα απλούς ανθρώπους, η οποία έχει σαν αποτέλεσμα μια πολυεπίπεδη μα συνάμα απλή και προσιτή μουσική. Δηλαδή, rock 'n' roll!

Ν.Φ.: Ακούγοντας τα τραγούδια του άλμπουμ μπορεί κάποιος να καταλάβει πως κάτι «συμβαίνει» από τον τρόπο που τα «εξυπηρετούν» οι συγκεκριμένοι μουσικοί. Επίσης, στις ζωντανές εμφανίσεις υπάρχει το στοιχείο του μικρού, αναπάντεχου αυτοσχεδιασμού, όπου το στυλ του καθένα μας έρχεται πηγαία στην επιφάνεια.

Το όνομα της μπάντας σχετίζεται μήπως με την Holly Goligthly και την πρώτη της μπάντα Τhee Headcotees, που παίζουν συγγενική americana/soul με εσάς; Ή υπάρχει κάποιο βαθύτερο υπόβαθρο;

Α.Κ.: Καταλαβαίνω τον συνειρμό, όμως όχι. Ακουγόταν καλά και ενσάρκωνε τις απόψεις μας για τον ξένο ως παρατηρητή, καθρέφτη και στόχο μιας αντιφατικής κοινωνίας.

Τ.Π.: Είχα πάντα την εντύπωση ότι οτιδήποτε έχει κάνει η Holly –είτε μόνη της είτε με τον Billy Childish– είναι η επιτομή του βρετανικού ύφους, στη φλέβα του Ray Davies. Δηλαδή σαφείς αναφορές στο rhythm 'n' blues, μα και πλήθος από άλλες τέτοιες, όπως τα βικτωριανά dancehall. Μία υπόθεση βρετανικής εκκεντρικότητας.   

Ths_3.jpg

Πέρα από τις δεδομένες παρελθοντικές επιρροές που μαρτυρά το ντεμπούτο σας, φαίνεται εναρμονισμένο και με την κατεύθυνση της σύγχρονης αμερικάνικης country σκηνής, η οποία αγκαλιάζει έντονα το gospel/soul στοιχείο. Ποια η σχέση σας μαζί της;

Α.Κ.: Ξεκίνησα να παίζω στον απόηχο του πανκ και μέσα από εκείνο προσέγγισα την παράδοση του rock 'n' roll, δεν θεωρώ τους Holy Strangers μέρος μιας «πιουρίστικης» country σκηνής. Με ενδιαφέρει αυτό που συμβαίνει όταν ένα τοπικό μουσικό ιδίωμα χάνει τον τοπικό του χαρακτήρα· και το πεδίο τομής της «μαύρης» μουσικής με την κουλτούρα των λευκών δημιούργησε μία παγκόσμια γλώσσα και μια δεξαμενή έμπνευσης που παραμένει ενεργή. Όσο αφορά το παρελθόν, η συγκεκριμένη μουσική δεν είναι παλιά και νεκρή για μας, αλλά ένα ολοζώντανο πράγμα το οποίο εξελίσσεται κάθε φορά που παίζεται, γιατί έτσι είναι η φύση της: είναι άμεση και ευέλικτη και μπορεί να μιλήσει για καταστάσεις και συναισθήματα που είναι παγκόσμια και επίκαιρα.

Τ.Π.: Αν μιλάς για συγκροτήματα όπως οι Drive By Truckers, οι My Morning Jacket ή οι Decemberists, ή για καλλιτέχνες όπως ο Sturgill Simpson και η Miranda Lambert, είναι πράγματα που όντως ακούω και οποιαδήποτε σύγκριση μαζί τους δεν θα με ενοχλούσε καθόλου –το αντίθετο μάλιστα. Όσον αφορά την παρελθοντολαγνεία, νομίζω ότι κάνεις από εμάς, όπως και κανείς μουσικός που σέβεται τον εαυτό, δεν ξεκινάει να κάνει κάτι συνειδητά retro. Το επιτηδευμένα retro για τους εστέτ είναι κάτι κενό, χωρίς ουσία.

Ν.Φ.: Αυτή είναι η μουσική μου. Μεγάλωσα με τον Hank Williams, τον Gram Parsons, τους Byrds, τους Grateful Dead και από την άλλη με τους Green On Red, τους Dream Syndicate και λοιπά τέτοια.  Όμως αυτό που έχει έρθει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια με την ετικέτα dark/goth country κλπ., είναι κάτι με το οποίο δεν θέλω να έχω καμία σχέση. Μία παιδαριώδης και βαρετή «ποζεριά», τραγούδια για «μπαμπούλες» και άλλα που δεν με ενδιαφέρουν στο ελάχιστο.

Ths_4.jpg

Δεν μπορώ να αγνοήσω την ομοιότητα που εντόπισα με την περίπτωση των Thee Holly Strangers, όταν διάβασα σε ένα πρόσφατο άρθρο του Pitchfork πως πολλοί μεγάλοι γκαραζοπάνκ ήρωες των 1980s και 1990s έχουν ακολουθήσει πια country/soul μονοπάτια, καθώς τα δύο είδη μοιράζονται στιχουργικά στοιχεία, αλλά και έναν επαναστατικό χαρακτήρα. Εσείς πού αποδίδετε τη συγκεκριμένη στροφή/εξέλιξη της πορείας σας;

Α.Κ.: Δεν μπορώ να μιλήσω για την country/soul, γιατί δεν υπήρξε συνειδητή απόφαση να παίξουμε το συγκεκριμένο είδος. Πάντως αυτή η μουσική –με την ευρύτερη έννοια– υπήρξε συστατικό όλων των ακουσμάτων μας μέσα στα χρόνια. Η χημεία των Holy Strangers την έφερε στο προσκήνιο με τη συγκεκριμένη μορφή. Εμπεριέχει μνήμες των απλών ανθρώπων (το εργατικό αμερικανικό τραγούδι, τα μπλουζ, τη φολκ) και είναι ταιριαστό να αναφερόμαστε σε αυτές, από την εποχή, την ταξική και κοινωνική μας θέση.

Το άλμπουμ εκπέμπει ηχητική ζεστασιά και συντροφικότητα. Αλλά και οι διεργασίες πίσω του, ως κυκλοφορία λ.χ. τριών διαφορετικών εταιρειών (Labyrinth Of Thoughts, Lab, Merlin’s Music Box), αποπνέουν ένα αντίστοιχο συνεργατικό πνεύμα. Ποια η σημασία αυτής της αντίληψης στην κοσμοθεωρία σας;

Α.Κ.: Όσα χρόνια παίζω, πάντα υπήρχαν άνθρωποι που προσφέρονταν, στήριζαν και έκαναν εμάς τους μουσικούς να αισθανόμαστε μέρος μίας ευρύτερης κοινότητας. Έτσι συνέβη και τώρα. Η Labyrinth, η Lab και το Merlin’s είναι φίλοι μας χρόνια και μας βοήθησαν χωρίς δεύτερη σκέψη, αλλά επίσης μας έδωσαν και μια αίσθηση κοινού σκοπού, κάνοντας το όραμά μας και δική τους υπόθεση. Πόσο σημαντικό είναι αυτό σε τέτοιους καιρούς; Τρομερά σημαντικό. Όταν λειτουργεί έτσι το πράγμα, παίρνεις κι εσύ δύναμη: προχωράς και θέλεις να κάνεις το καλύτερο που μπορείς.

Τ.Π.: Το σκεφτόμουν αυτό πριν λίγες μέρες με αφορμή μια παρόμοια ερώτηση, και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι «δύσκολοι καιροί» τους οποίους ζούμε κατά κάποιον τρόπο επιβάλλουν μια τέτοια συντροφικότητα, καθώς και την αλληλεγγύη. Όπου δεν μπορεί ένας, μπορούν πολλοί μαζί. Έπειτα όμως το σκέφτηκα καλύτερα και, κοιτώντας προς τα πίσω, είδα πως οτιδήποτε έχω κάνει μουσικά έγινε με τον ίδιο τρόπο –είτε οι καιροί ήταν «εύκολοι» είτε «δύσκολοι». Είναι η ίδια η φύση του underground, φαντάζομαι.

Ν.Φ.: Η σύμπλευση πολλών ανθρώπων, η συλλογικότητα, είναι ο τρόπος που θα μας οδηγήσει σε μικρές υπερβάσεις… Καλλιτεχνικές ή ό,τι άλλο. Έτσι λειτουργούν οι Thee Holy Strangers· και γύρω τους δημιουργήθηκε μια συσπείρωση ανθρώπων που όχι μόνο βοήθησαν, αλλά αγκάλιασαν το όλο project, κάνοντάς το και δικό τους. Δεν θα μπορούσαμε να υπάρξουμε παρά σαν μέλος μια ολότητας: μιας underground «αδελφότητας», η οποία περιλαμβάνει και άλλα γκρουπ, όπως και πολλούς φίλους!

Ths_5.jpg

Οι ιστορίες του κάθε τραγουδιού φαινομενικά αποτινάσσουν οποιαδήποτε ελληνικότητα, στο τέλος όμως αφηγούνται μικρές περιπέτειες τρυφερότητας, αγάπης και απόδρασης από τον αγχωτικό αστικό βίο, που φυσικά καίνε τον αττικό πληθυσμό. Πόσο καλά εκπαιδευμένο θεωρείτε ωστόσο το ελληνικό κοινό για την «αμερικανοποιημένη» εξιστόρηση απεραντοσύνης την οποία επιλέγετε;

Α.Κ.: Δεν είναι μόνο θέμα ύφους, αλλά και ουσίας. Αν το τραγούδι μπορεί να πει μια ιστορία που έχει νόημα για έναν άνθρωπο που ζει στην Αθήνα και σε όποια άλλη βαλτωμένη πόλη του κόσμου σήμερα, τότε έχει λόγο ύπαρξης –και όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς φιλολογία. Για μας αυτή η μουσική μεταφέρει το βίωμα, τη μνήμη και το αίτημα της ελευθερίας, και μας κρατάει όσο γίνεται ολόκληρους μέσα στα ζόρια. Λέω για μας, γιατί ως γνωστόν υπάρχουν άπειρες προσεγγίσεις. Η δική μας δεν έχει σχέση με γραφικές αναπαραστάσεις της Αμερικής, έχει να κάνει με τις αγωνίες μας και τα όνειρά μας.

Τ.Π.: Γιατί «αμερικανοποιημένη»; Δεν βλέπω πουθενά να αναφερόμαστε στο Κλήβελαντ ή στο Τενεσί, ας πούμε. Ο τοπικισμός μπορεί να φιλτράρει την εμπειρία σου, να την «πνίξει», να σε εμποδίζει να την απολαύσεις γι’ αυτό ακριβώς που είναι: rock 'n' roll γεννημένο από τις εμπειρίες εκείνων που το δημιουργούν.

Ν.Φ.: Σίγουρα τα τραγούδια διαθέτουν μια «αστική» υφή, έχουν να κάνουν με την εποχή της κρίσης των τελευταίων χρόνων, τις δυσκολίες και ναι, με την πόλη μας, την Αθήνα. Τουλάχιστον έτσι τα αντιλαμβάνομαι εγώ.

Ths_6.jpg

Έχετε χαρακτηρίσει το ντεμπούτο σας ως «ένα μουσικό χρονικό της καταστροφής και της ελπίδας, της αγάπης και του έρωτα», μία καταγραφή έντονων καταστάσεων δηλαδή. Με ποιον τρόπο επιθυμεί το χρονικό σας να ταρακουνήσει μία κοινωνία στην οποία η αγάπη και ο έρωτας τείνουν να αντικατασταθούν (στα κυρίαρχα τουλάχιστον πρότυπα) από την επιφανειακότητα και την προσωρινότητα;

Α.Κ.: Ο δίσκος έχει τραγούδια που μιλάνε για την ένταση και το «χάσιμο» του έρωτα, αλλά όταν γράφαμε την παραπάνω φράση δεν είχαμε μόνο αυτό στο μυαλό μας. Έχει να κάνει με τον έρωτα σαν αλληλεπίδραση ανάμεσα στη ζωή και στα άτομα, στο ατομικό και στο συλλογικό, σε μία ένωση που μπορεί να ανατρέψει τα πάντα: «thunder and laughter», όπως λέει ένας στίχος από το άλμπουμ. Η μουσική είναι στοιχείο κοινότητας σε μια πολύ δύσκολη πραγματικότητα, σε έναν διαλυμένο κοινωνικό ιστό. Μας κρατάει σε επαφή με αυτή την αντίληψη και μας δίνει πίσω ένα μέρος από τη δύναμη που μας κλέβει η βία της καθημερινότητας. 

Τ.Π.: Δεν υπάρχει, τουλάχιστον από μένα, η προσδοκία να ταρακουνήσω κανέναν. Είναι rock 'n' roll, όχι πικετοφορία. Το μόνο που μπορείς να ελπίζεις είναι ότι η μουσική και οι στίχοι σου –αν είσαι ειλικρινής και τυχερός– θα έχουν μια οικουμενικότητα η οποία θα αγγίξει πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, σίγουρα τον καθένα με διαφορετικό τρόπο.

Ν.Φ.: Μάλλον προσπαθούμε να ταρακουνήσουμε τους εαυτούς μας απέναντι στο χρέος που έχουμε να σταθούμε κοντά σε ανθρώπους τους οποίους αγαπάμε και στο να μην χάσουμε τους εαυτούς μας. Αυτή η μετανεωτερική προσωρινότητα, αυτή η διαλυτική ρευστότητα, τείνει να γίνει το «μόνιμο» πρόβλημα για τον κάθε ένα από μας. Το άλμπουμ, από την άλλη, είναι ένα χρονικό δυνατών και αντιφατικών καταστάσεων· συγχρόνως όμως μοιράζεται κι ένα «ιερό» συναίσθημα! Μάλλον έχει να κάνει με το να μπορείς να συνεχίζεις να μοιράζεσαι και να ονειρεύεσαι… Να ονειρεύεσαι οτιδήποτε!

Ths_7.jpg

Τα τελευταία χρόνια στα εγχώρια εδάφη, εκθετικά ολοένα και περισσότερες μπάντες ενστερνίζονται την country/americana μουσική κληρονομιά (π.χ. Mani Deum, Penny Dreadful, Moa Bones). Θεωρείτε ότι είναι ακόμη μία παροδική μόδα ή έχει τα συστατικά για να αποτελέσει μία πραγματική σκηνή;

Τ.Π.: Αν εξαιρέσεις τους Penny Dreadful –που είναι και καλοί φίλοι και έχουμε μοιραστεί και την σκηνή μαζί– τα υπόλοιπα συγκροτήματα δεν τα γνωρίζω. Όμως ξανά, πιστεύω ότι δεν έχει να κάνει με ταμπέλες. Αν νιώθω μέλος μιας σκηνής, αυτό δεν συμβαίνει επειδή με τους μουσικούς και τα σχήματα τα οποία αισθάνομαι ως συνοδοιπόρους μπαίνουμε κάτω από κάποια κοινή ταμπέλα, αλλά επειδή έχουμε κοινή πορεία, αντίληψη και προσέγγιση. Και νομίζω ότι έτσι απαντιέται και η ερώτηση περί παροδικότητας. Με τους ανθρώπους στη συγκεκριμένη μπάντα γνωριζόμαστε πάνω από δύο δεκαετίες, παίζαμε μουσική ήδη από τότε, παίζουμε ακόμη και νομίζω ότι θα παίζουμε και για τουλάχιστον άλλο τόσο, ανεξαρτήτως από το πώς θα αποκαλείται η μουσική που παίζουμε.

Α.Κ.: Αληθινοί άνθρωποι που εκφράζονται παίζοντας αληθινή μουσική. Απλώς συμβαίνει και σε τέτοιους καιρούς είναι πολύτιμο!

Ν.Φ.: Ίσως να υπάρχουν τα στοιχεία για να δημιουργηθεί μια local underground «Americana» σκηνή. Μπάντες σαν τους Penny Dreadful είναι πολύ κοντά σε αυτό που χτίζεται τώρα σαν ήχος στην πόλη. Πού ξέρεις… ίσως να υπάρχει ήδη η συγκεκριμένη σκηνή!

{youtube}MTYZaieqyFY{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured