Η μουσική είναι παγκόσμια γλώσσα, ακριβώς γιατί είναι άυλη. Μεταξύ του ήχου και της ακρόασης δεν υπάρχει κάποια υλική παρεμβολή. Για αυτό μας λέει ιστορίες για τους μουσικούς και τις ζωές τους, τόσο καθαρά. Οι Baby Trio παράγουν έναν καθαρό ήχο για καθαρά αυτιά. Ο Γιώργος Κοντραφούρης, που μου έδωσε αυτή τη συνέντευξη μέσω mail, μάλλον με έκανε κοινωνό της ζωής του μέσω του ήχου του και μόνο, χωρίς εγώ ποτέ να ξέρω τίποτε για αυτόν…

 

Έχω την εντύπωση ότι ο ήχος αλλά και η μουσική των Baby Trio παραπέμπει στη δεκαετία του 1970, στο progressive rock ή ακόμα και στην acid jazz. Θα συμμεριζόσασταν την άποψή μου;

 

Νομίζω και εγώ ότι μάλλον προς τα εκεί κλίνει, χωρίς βέβαια να είχε υπολογιστεί κάτι τέτοιο από την αρχή. Εγώ προσωπικά έχω επηρεαστεί παρά πολύ από το γκρουπ του Tony Williams Lifetime – ειδικά από τον ήχο του δίσκου Emergency – και ο Αλέξανδρος και ο Βαγγέλης έχουν ξεκινήσει παίζοντας rock μουσική. Όλα αυτά προσπαθούμε να τα φιλτράρουμε με το δικό μας τρόπο στο Baby Trio. Παρόλα αυτά η νοοτροπία και η συμπεριφορά του τρίο είναι εντελώς βασισμένη στην παράδοση του jazz organ-guitar-drums trio.

 

Την ίδια στιγμή είναι μια μουσική εύληπτη και φρέσκια, απλή και αυθόρμητη, συγκεκριμένη, περιγραφική και ανθρώπινη. Αν σύγχρονα ρεύματα της μουσικής έχουν την τάση να αποξενώνουν τον ακροατή, στην περίπτωσή σας τους καλείτε όλους μέσα. Ακόμα και οι πειραματισμοί σας είναι ανεκτοί στο μέσο ακροατή. Αυτό είναι κάτι που προκύπτει ή αποτελεί αισθητικό σχεδιασμό του τρίο;

 

Αυτό νομίζω ότι προέκυψε από τις πρόβες και τις συναυλίες τις οποίες έχουμε κάνει και εξακολουθούμε να κάνουμε. Προσωπικά εγώ είχα πολλά χρόνια να αποτελέσω μέλος σε ένα ενεργό γκρουπ, που να συναντιέται τακτικά κάθε εβδομάδα και να παίζει, να συζητά, να προσπαθεί να βρει έναν κοινό ήχο μέσα από όλες τις καταβολές, τις απόψεις και τις συμπεριφορές τις οποίες έχουν τα μέλη του. Πιστεύω ότι με το παίξιμο και την ανοιχτή διάθεση ο ήχος σε μια ομάδα παίρνει μια φυσική μορφή, που μπορεί να αλλάζει με τον καιρό, αλλά πάντα με φυσικό και αβίαστο τρόπο.

 

Είστε εξαιρετικός πιανίστας, πράγμα που αποκαλύπτεται για μερικά δεύτερα και στο Main Course. Τελικά όμως ακόμα και στην περίπτωση του hammond διακρίνω πιανιστικά «περάσματα». Επίσης διακρίνω στοn τρόπο του παιξίματός σας τη χρήση κάποιων εφέ και τεχνικών που μου θυμίζουν εκκλησιαστικό όργανο. Μήπως σφάλλω;

 

Ευχαριστώ πολύ για το «εξαιρετικός πιανίστας», αν και πιστεύω ότι έχω πλέον μεγαλύτερη εκφραστική ευχέρεια στο hammond. Έχω πάντως γαλουχηθεί με το πιάνο και συνεχίζω να μελετάω σε αυτό. Σε όλα όσα καταλήγω στο τέλος, τα παίζω στο hammond – γι’ αυτό πιστεύω ότι σ’ αυτό κρατάω κατά κάποιον τρόπο την πιανιστική μου συμπεριφορά, αλλά μέσα σε μια οργανιστική νοοτροπία. Κι αυτό θα ήθελα να το εξελίξω στο μέλλον πιο πολύ. Έχω κάνει κάποια μαθήματα εκκλησιαστικού οργάνου και έπαιζα μάλιστα για δυο χρόνια  κάθε δεύτερη Τετάρτη σε εκκλησία στη Φιλανδία! Οπότε σίγουρα μου έχουν μείνει στοιχεία από εκείνη την εμπειρία.

 

Πόσο δύσκολο είναι ένας σπουδαστής του Εθνικού Ωδείου να περάσει από το κλασικό πιάνο στο τζαζ και κατόπιν από το πιάνο στο hammond; Πρακτικά πόσο δύσκολη είναι μια τέτοια αλλαγή;

 

Από το κλασικό πιάνο στο τζαζ πρακτικά δεν ήταν τόσο δύσκολο. Γιατί, όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με την τζαζ, ήδη είχα λύσει τεχνικά προβλήματα από την κλασική και καταλάβαινα τις μουσικές φόρμες. Άρα ασχολήθηκα και μελέτησα στιλιστικά πλέον στο πιάνο. Από το πιάνο στο hammond όμως ήταν πιο δύσκολο, γιατί είναι εντελώς διαφορετικά όργανα όσον αφορά στην παραγωγή του ήχου. Στο πιάνο ο ήχος και οι δυναμικές παράγονται από τα δάχτυλα και το χέρι, ενώ στο hammond αυτό δεν έχει καθόλου σημασία, γιατί με ό,τι δύναμη και να πατήσεις το πλήκτρο, ο ήχος είναι ίδιος. Δηλαδή δεν είναι «touch sensitive» όργανο όπως και το εκκλησιαστικό όργανο ή το τσέμπαλο – για αυτό εξάλλου το πιάνο ονομάστηκε pianoforte, γιατί μπορούσε να αποδώσει τόσο το σιγανό ήχο (piano) όσο και το δυνατό (forte). Οι δυναμικές στο hammond γίνονται με το πετάλι έντασης, το volume pedal. Επίσης και τα πλήκτρα είναι διαφορετικά, του hammond είναι πιο ελαφριά. Για αυτό μελετώ συνέχεια πιάνο, για να μη χάσω τον ήχο μου σε αυτό. Η λειτουργία και η συμπεριφορά στο hammond όμως ήταν εντελώς φυσική και αβίαστη για μένα.

Πολλοί καλλιτέχνες θέλουν να έχουν μια αναγνωρίσιμη αποτύπωση του έργου τους. Αυτό τους οδηγεί στο να επαναλαμβάνουν μια συγκεκριμένη μανιέρα. Θα μπορούσε αυτό να συμβεί και στους Baby Trio και πώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αποφευχθεί;

 

Θα μιλήσω γενικά πρώτα. Το Baby Trio είναι ένα γκρουπ που θέλει να αλλάζει τον ήχο του σύμφωνα με τα εκάστοτε μέλη του. Για αυτό, ανεπίσημο όριο ηλικίας είναι τα 25. Αυτό θέλω να το κάνω πρώτον γιατί νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί νέοι μουσικοί οι οποίοι παίζουν τρομερά καλά για την ηλικία τους και θα ήθελα να τους δώσω την ευκαιρία να δείξουν τι μπορούν να καταφέρουν από τώρα και, δεύτερον, για να εξελίσσομαι ταυτόχρονα και εγώ, συλλέγοντας όλες τις φρέσκιες ιδέες. Αυτή την ιδέα την πήρα από τη Φιλανδία, όπου συνέχεια μουσικοί διαφορετικών γενιών παίζουν μαζί και παίρνει ο ένας από τον άλλο στοιχεία. Κάτι το οποίο γινόταν και γίνεται εξάλλου συνέχεια στη διεθνή τζαζ σκηνή. Ο ήχος που έχουμε μέχρι τώρα πιστεύω ότι έγινε γιατί υπήρξε η χημεία του Αλέξανδρου με τον Βαγγέλη και με εμένα – με επισφράγισμα το Main Course. Τώρα ο Βαγγέλης δεν μετέχει στο Baby Trio και πιστεύω ότι είναι πλέον ένας από τους καλύτερους και πιο ευέλικτους ντράμερ. Ο Βασίλης Ποδάρας, που τον διαδέχτηκε, έχει αρχίσει ήδη να φέρνει μια καινούργια κατεύθυνση, εγώ και ο Αλέξανδρος αντιδρούμε διαφορετικά και ήδη ετοιμάζουμε νέα κομμάτια. Όλο αυτό μου φαίνεται πολύ συναρπαστικό, γιατί μόλις αρχίζεις και συνηθίζεις κάτι είναι ωραίο να το αλλάζεις και να ξεκινάς ξανά. Βέβαια κάποιος μου είπε τώρα τελευταία ότι μπορεί ο Αλέξανδρος και ο Βασίλης να αποφασίσουν να αλλάξουν εμένα! Ε, τότε πιστεύω ότι θα ήταν μια πολύ ριζική αλλαγή!!!

 

Αλήθεια, διδάσκετε; Και αν ναι, τι αποκομίζετε από την εμπειρία αυτή;

 

Ναι, διδάσκω πολλά χρόνια, τα τελευταία στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο στην Κέρκυρα. Κατ’ αρχήν βλέπω συνέχεια πόσο σημαντικές είναι οι βασικές αρχές στη μουσική και η απλότητα – γεγονός που το συνειδητοποιώ όλο και πιο πολύ. Από την άλλη πλευρά συναναστρέφομαι με καινούργιους μουσικούς, για τους οποίους πιστεύω ότι είναι πολύ πιο ώριμοι από εμένα στην ηλικία τους και βλέπω έτσι συνέχεια διαφορετικές οπτικές για πράγματα που τα θεωρούσα δεδομένα. Τέλος τους δύο ντράμερ του Baby Trio, Βαγγέλη Kοτζάμπαση και Βασίλη Ποδαρά, τους γνώρισα μέσα από τα μαθήματα και ο Βασίλης είναι ακόμη – τεχνικά – μαθητής μου στο Ιόνιο.

 

Αγαπάτε περισσότερο τη σύνθεση ή τον αυτοσχεδιασμό; Αν κάποιος, δηλαδή, σας υποχρέωνε να επιλέξετε ένα από τα δύο, τι θα επιλέγατε;

 

Τον αυτοσχεδιασμό, σίγουρα!

 

Τέλος, μια πιο προσωπική ερώτηση. Η ζωή σας ως μουσικού, τι επιρροή έχει στα προσωπικά ζητήματα και στις διαπροσωπικές σχέσεις σας;

 

Νομίζω ότι το «μουσικό» μέρος της ζωής μου αποτελεί μέρος της γενικότερης ζωής μου και σίγουρα επηρεάζει τα προσωπικά ζητήματα και τις σχέσεις, όπως και αυτά επηρεάζουν τη μουσική μου ζωή. Πάντως είμαι πολύ χαρούμενος και τυχερός εν μέρει που μπορώ και κάνω ακριβώς το ίδιο πράγμα, που πάντα ήθελα και θέλω, από 16 χρονών έως και σήμερα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured