Τελευταία μέρα σήμερα για τη ζωντανή παρουσίαση στο Κύτταρο ενός από τους σημαντικότερους δίσκους του 2007 - της Μουσικής Δωματίων. Μια καλή ευκαιρία για το Avopolis ώστε να κάτσει να τα πει με τη Σαβίνα Γιαννάτου, η οποία τόλμησε να κυκλοφορήσει κάτι τόσο έξω από τα συνηθισμένα, σε πείσμα πολλών αντιξοοτήτων...

Όταν άκουσα το Μουσική Δωματίων, σκέφτηκα πως γυρίζεις σελίδα στη διαδρομή σου. Είναι έτσι;
«Δυστυχώς δεν γυρίζω σελίδα. Δυστυχώς με την έννοια ότι η Μουσική Δωματίων, όπως και κάθε τι άλλο που έχω κάνει μόνη μου - σαν το Rosa Das Rosas ας πούμε - πάει παράλληλα με τα υπόλοιπα πράγματα. Οπότε σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να πω πως γυρίζω σελίδα. Αλλά σίγουρα ο δίσκος αυτός δείχνει κάτι, ότι θέλω μια πιο προσωπική έκφραση, όπως και το πώς προχωράω εγώ σε αυτόν τον χώρο. Δεν έχω νομίζω τη δυνατότητα να γυρίσω σελίδα, να πω δεν κάνω πια τα άλλα και θα κάνω αυτό - αν και κάτι τέτοιο μπορεί ξέρεις να είναι και καλό. Γιατί είμαι και εκείνα μαζί. Απλώς καλό είναι, πιστεύω, να υπάρχει και μια ισοτιμία σε ό,τι κάνεις, ώστε να μη χρειάζεται να κάνεις αγώνα αν θέλεις να βγάλεις κάτι τόσο προσωπικό, όπως η Μουσική Δωματίων. Για μένα έχει μεγάλη σημασία η σχέση μεταξύ έναρθρου και άναρθρου λόγου - είναι άλλωστε κάτι που το κάνω στους αυτοσχεδιασμούς εδώ και χρόνια».

Χρειάστηκε δηλαδή αγώνας ώστε να εκδοθεί η Μουσική Δωματίων;
«Ευτυχώς, επειδή είχα καλή σχέση με τη Lyra, δεν χρειάστηκε αγώνας. Δήλωσα απλά πως ήθελα να το κάνω και ρώτησα πόσα λεφτά θα μπορούσαν να μου δώσουν. Και κάναμε μια αρχική συμφωνία, να μην ξεφύγω πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσό. Νομίζω βασικά ότι κανείς δεν ήθελε τη Μουσική Δωματίων. Υπάρχει και η άποψη ότι αφού κάνεις τόσο καλά τα άλλα, τι το θέλεις αυτό; Απλώς δεν μου έφεραν αντίρρηση - και το θεωρώ σημαντικό. Γιατί διαφορετικά θα ψαχνόμουν πολύ για να το βγάλω και είναι μια πολύ απογοητευτική διαδικασία. Την έχω ξαναπεράσει για το Rosa Das Rosas - δεν στο βγάζει κανείς και νιώθεις ότι αδυνατείς να επικοινωνήσεις».

Αφορμή για το album στάθηκε το παλιό τραγούδι του Γιώργου Μουζάκη “Κάποιο Δειλινό”, έτσι δεν είναι;
«Όταν αποφάσισα να μπω στο στούντιο για να κάνω κάτι δεν το είχα στο μυαλό μου. Αλλά με το που μπήκα ήταν το πρώτο που μου ήρθε, μαζί βέβαια με τους αυτοσχεδιασμούς. Και άρχισα μετά να κοιτάζω τις παλιές μου εκπομπές από το Γ΄ Πρόγραμμα για να βρω τι με συγκινεί».

Το συγκεκριμένο τραγούδι το έχεις σε δύο εκτελέσεις και το λες και στις δύο με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, σαν να σιγοψιθυρίζεις κάτι. Πώς πιστεύεις ότι θα αντιδρούσε ο γνωστός για τον οξύθυμο και αθυρόστομο χαρακτήρα του Μουζάκης, αν ζούσε ακόμα και το άκουγε;
«(Γέλια!) Δεν έχω ξέρεις καμία εικόνα για τον Μουζάκη! Ξέρω μονάχα ότι έγραψε τον ύμνο του Παναθηναϊκού. Δεν ξέρω, θέλω να πιστεύω πως θα του άρεσε που ένας άνθρωπος από έναν τελείως άλλο χώρο, με άλλη ηλικία και άλλα βιώματα καταπιάστηκε με ένα τραγούδι του που, για μένα τουλάχιστον, είναι πολύ παλιό. Τώρα δεν νομίζω πως θα τρελαινόταν κιόλας να το ακούει. Πάνω από το τραγούδι έχω βάλει εντωμεταξύ μια μελωδία η οποία είναι ο “Επιτάφιος Του Σείκιλου”, ένα από τα λίγα σωζόμενα αρχαία ελληνικά τραγούδια, γιατί οι στίχοι του λένε στην ουσία ακριβώς τα ίδια πράγματα με το “Κάποιο Δειλινό”. Στην αρχή μάλιστα είχα προσθέσει και τα αρχαία λόγια, αλλά έπειτα αποφάσισα να τα αφαιρέσω και να αφήσω μόνο τη μελωδία να παραπέμπει εκεί. Οι δύο εκτελέσεις οφείλονται στο ότι σκέφτηκα πως το τραγούδι αυτό έχει δύο όψεις. Μία που ξορκίζει τον θάνατο και μία που έχει μια θρησκευτικότητα, που μοιάζει δηλαδή πράγματι με επιτάφιο».

Και δίπλα στον Μουζάκη βάζεις τον Γιάννη Αγγελάκα, διασκευάζοντας το “Σ’ Ένα Ανοιξιάτικο Λιβάδι”...
«Η αλήθεια είναι ότι δεν το διασκεύασα, το είπα όπως ακριβώς το είπε ο Αγγελάκας. Βέβαια, όταν το άκουσε ο Γιάννης, μου είπε «Σαβίνα, δεν είχα καταλάβει ότι ήταν έτσι η μελωδία»! Ήθελα ξέρεις να βάλω και τον Γιάννη να τραγουδήσει στον δίσκο, αλλά, όταν άκουσε το “Σ’ Ένα Ανοιξιάτικο Λιβάδι”, το σκεφτήκανε μαζί με τον Βελιώτη και μου είπε όχι. Θεώρησε πως το έλεγα καλύτερα μόνη μου».

Σε ανησύχησε καθόλου, όταν έφτιαχνες το album, αν θα το έπαιζαν τα ραδιόφωνα; Γιατί ανατρέπεις με αυτό μια εικόνα που έχουν για σένα τα τελευταία χρόνια τόσο τα μουσικά ΜΜΕ, όσο και μια σημαντική μερίδα του κοινού - μέσα από δουλειές όπως π.χ. τα Σεφαραδίτικα, τα μεσογειακά ή το χατζιδακικό Πάω Να Πω Στο Σύννεφο...
«Η βασική μου έγνοια ήταν να βγει το album. Φοβόμουν πολύ ότι δεν θα μπορούσα να το βγάλω καθόλου. Μετά θα έβλεπα για τα υπόλοιπα. Παρόλα αυτά μπαίνει στο ραδιόφωνο. Όχι πολύ συχνά βέβαια, αλλά έχει τύχει να ακούσω ακόμα και το “Παιδί Και Οι Ληστές”. Κοίταξε, κάποιες εκπομπές υπάρχουν - αυτοί οι οποίοι είναι να πληροφορηθούν και να ενδιαφερθούν για το album θα το κάνουν. Ας είναι και πέντε άνθρωποι. Όσο για το κοινό, πράγματι, μου έτυχε και η περίπτωση ενός φίλου, ο οποίος ήρθε και μου είπε «Σαβίνα, δεν μπορώ να το ακούσω αυτό το πράγμα». Άλλοι όμως ένιωσαν να τους απελευθερώνει το υλικό του album - και το χάρηκα. Είναι πολύ πιο σημαντικό αυτό. Είναι και για μένα ένα θέμα βέβαια αυτό που λες, ότι το κοινό με ξέρει από διαφορετικές μου δουλειές. Είμαι όμως και αυτό. Και αν υπήρχε περισσότερη ενθάρρυνση, θα έβγαζα πιο συχνά στη δισκογραφία και αυτό μου το κομμάτι».

Παρακολουθείς γενικά τι γίνεται στον χώρο της ελληνικής μουσικής;
«Όχι, δεν ξέρω τι γίνεται, σχεδόν τίποτα. Ξέρω τους Νέον που κάνουν ηλεκτρονική μουσική και βλέπω μεγάλη κινητικότητα στον χώρο των συγκροτημάτων - είχα πάρει μάλιστα και το album των Mary And The Boy. Και νομίζω πως υπάρχουν πολύ καλές γυναικείες φωνές στον εντεχνο-παραδοσιακό χώρο. Ο Νίκος Μαμαγκάκης, ας πούμε, περιστοιχίζεται από καταπληκτικές φωνές. Η Ευτυχία Μητρίτσα είναι μια τέτοια περίπτωση, με πολύ καλή φωνή, ολόσωστη, που να ξέρει και μουσική, είναι καθηγήτρια μουσικής σε σχολείο. Είχε εμφανιστεί ή πέρισυ ή πρόπερσι στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, λέγοντας ένα τραγούδι της Στέλλας Γαδέδη».

Θεωρείς ότι στο εξωτερικό, όπου έχεις βγει με επιτυχία, θα μπορούσες να κάνεις περισσότερα πράγματα από ότι εδώ;
«Όλα νομίζω μπορώ να τα κάνω κι εδώ, αλλά σε άλλη κλίμακα. Ο αυτοσχεδιασμός είναι κάτι το οποίο θα μπορούσα να το έχω εξελίξει πολύ έξω και δεν το έχω κάνει. Δεν με ξέρουν να φανταστείς έξω ως αυτοσχεδιάστρια. Είχα παίξει μια φορά με τον κοντραμπασίστα Barry Guy, που είναι πολύ γνωστός στη free jazz, μου είχαν ζητήσει να παίξω εγώ τραγούδια κι αυτός να αυτοσχεδιάζει. Και όταν συναντηθήκαμε και τον ρώτησα αν ήθελε να αυτοσχεδιάζαμε μαζί, μου είπε πως δεν ήξερε ότι υπήρχε και αυτή μου η πλευρά. Και καταλήξαμε να βγούμε και να αυτοσχεδιάσουμε, χωρίς καθόλου τραγούδια. Θα είχε για μένα σημασία να δικτυωθώ στον χώρο αυτόν. Αλλά είναι κάτι που πρέπει να το κάνω ολομόναχη, ενώ συνήθως το κάνει ένας μάνατζερ. Κι εγώ είμαι λίγο αδρανής».

Πιστεύεις όμως ότι στο εξωτερικό δέχονται εύκολα κάτι από την Ελλάδα που δεν τοποθετείται κάτω από την «ethnic» ταμπέλα;
«Ο λόγος που βγαίνω στο εξωτερικό είναι ακριβώς αυτός. Τα ρεμπέτικα ας πούμε τραγούδια τα καταλαβαίνουν, είναι λίγο-πολύ όπως είναι για εμάς τα fados της Πορτογαλίας. Θυμάμαι όμως ότι όταν είχα βάλει σε κάποιους να ακούσουν Σαββόπουλο δεν καταλάβαιναν τίποτα, δεν μπορούσαν να δουν γιατί τον θεωρούσα σημαντικό. Και όταν κάποτε τραγουδούσα εδώ τραγούδια του Χατζιδάκι και είχα εντάξει σε αυτά και τα Reflections, μια ξένη καλλιτέχνης η οποία είχε έρθει να παρακολουθήσει το πρόγραμμα, μου είπε στο τέλος «μου αρέσαν όλα, εκτός από τα αγγλόφωνα». Αυτά δηλαδή που εγώ τα αγαπούσα τόσο πολύ, που είχα μεγαλώσει μαζί τους και που τα θεωρούσα το τέλειο, εκείνη δεν τη συγκινούσαν».

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured