Νίκος Σβέρκος

 
«Οι ειδήσεις είναι σαν το πορνό. Ο κόσμος δεν θέλει να πληρώνει για αυτές στο ίντερνετ, αν και κάπου σε ένα κακοφωτισμένο δωμάτιο ο Πολ Κρούγκμαν μπορεί να δούλεψε πολύ σκληρά για να τα καταφέρει». Αυτός ο τρομερά εύστοχος παραλληλισμός εκστομίστηκε στις αρχές Αυγούστου από τον Τζον Όλιβερ, τον βρετανοαναθρεμμένο κωμικό που ανεβαίνει δυο-δυο τα σκαλιά στο τηλεοπτικό στερέωμα της Αμερικής. Το αντικείμενο του 10λεπτου επεισοδίου του σόου του, με τον γενικό τίτλο "Last Week Tonight with John Oliver", ήταν τα περίφημα «πουμπλί» όπως λέγονται εγχωρίως στην δημοσιογραφία –δηλαδή οι πληρωμένες καταχωρήσεις που μοιάζουν με απρόσκοπτα ρεπορτάζ, αλλά επί της ουσίας αποτελούν έμμεση διαφήμιση ενός προϊόντος.
 
Ο Τζον Όλιβερ εργάζεται σε καλωδιακό κανάλι το οποίο δεν έχει διαφημίσεις –το HBO– παραδεχόμενος στο παρακάτω βίντεο ότι μπορεί να παρουσιάσει το συγκεκριμένο «σκετς» ακριβώς επειδή ο τηλεοπτικός του σταθμός δεν εξαρτάται από τα διαφημιστικά έσοδα. Είναι ένα πρώτο χτύπημα στο στομάχι, αν σκεφτούμε τι ακριβώς λέει για όλα τα υπόλοιπα κανάλια. Ακολούθως δίνει χαρακτηριστικά στους τηλεθεατές να καταλάβουν τι ακριβώς είναι τα «πουμπλί», που τα βλέπουμε συνεχώς, κυρίως στα διαδικτυακά ειδησεογραφικά μέσα. Μην ανησυχείτε, είναι παντού τα «πουμπλί»· και στο Avopolis μπορεί κατά καιρούς να έχετε πέσει πάνω σε κάποιο, αν και συνήθως εδώ είναι εξωφρενικά προφανές ότι πρόκειται για διαφημιστικές καταχωρήσεις: τα κείμενά τους φαίνονται από μακριά ότι δεν είναι γραμμένα από γραφιά του σάιτ, που καταθέτει στο word τις σκέψεις του, μα από κάποιον μισοεξαντλημένο εργαζόμενο σε διαφημιστική εταιρία, ο οποίος έχει όλα τα άλλα, εκτός από έμπνευση.
 
{youtube}E_F5GxCwizc{/youtube}
 
Δόξα τω Θεώ, οι δημοσιογράφοι έχουμε το αποκλειστικό προνόμιο στο να εντρυφούμε σε λέξεις με αρνητικό περιεχόμενο και έννοια. Αυτή είναι άλλωστε, πάνω-κάτω, η απαίτηση από εμάς και τη δουλειά μας. Γιατί αποτυπώνουμε την πραγματικότητα. Κανείς ποτέ δεν θα αποκτήσει λοιπόν αυτοπεποίθηση αγαπητές αναγνώστριες και αγαπητοί αναγνώστες, αν πίνει ένα συγκεκριμένο φαρμακευτικό σκεύασμα διαφημισμένο από νεαρά καλλίπυγο πολιτεύτρια (ναι συμβαίνει...). Γι' αυτό και θα προσπαθούμε, στο μέτρο του δυνατού, να αποτυπώνουμε την αλήθεια, ακόμα κι αν κάτι τέτοιο έχει δυσκολέψει πολύ στην εποχή μας.
 
Επιστρέφουμε όμως στο προκείμενο. Στα πουμπλί στις Η.Π.Α. πρέπει να αναγράφεται καθαρά ότι κάποιος επιχορηγεί το εν λόγω άρθρο, όσο μικρή και αν είναι η εν λόγω αναφορά. Ο Τζον Όλιβερ δείχνει τρανταχτά παραδείγματα: η Swiffer πλήρωσε στο Buzzfeed για να φτιάξει μια λίστα με τους 10 πιο αποτελεσματικούς τρόπους να καθαρίζεις στο σπίτι σου. Απλό και ευκρινές. Το δεύτερο χτύπημα στο στομάχι έρχεται όμως όταν αποκαλύπτει ότι ένα κατά τα φαινόμενα σοβαρό άρθρο για το πώς έχει αποτύχει το γυναικείο σωφρονιστικό σύστημα στην Αμερική, αποτελεί ουσιαστικά προϊόν χορηγίας από το Netflix για τη νέα σαιζόν του Orange Is The New Black. Διάολε, όλη αυτή η κατάσταση αρχίζει να γίνεται διεστραμμένη...
 
Φανταστείτε για παράδειγμα να γράφαμε ένα άρθρο για το πώς η οικονομική ευδαιμονία στη Νορβηγία οδηγεί τις τοπικές κοινωνίες στην απομόνωση. Και ως «χορηγός» να εμφανιζόταν η δισκογραφική εταιρία που κυκλοφορεί το νέο άλμπουμ των Burzum. Θα ρίχνατε καντήλια ναι ή όχι; Αυτή η προσαρμοσμένη στα μουσικά ερώτηση την οποία θέτουμε, δείχνει τελικά και τον βαθμό ανοχής που έχουμε στη διαφημιστική φρενίτιδα. Φανταστείτε ακόμα χειρότερα λοιπόν, μέσα στην κριτική για τον ίδιο δίσκο, να υπάρχουν αναφορές για το πόσο «φιλικές για το περιβάλλον» έχουν γίνει πια οι πετρελαϊκές εταιρίες της Νορβηγίας...
 
Ξεφεύγοντας από το συγκεκριμένο ζήτημα πρέπει να επισημανθούν δύο θέματα: ότι υπάρχει (ή τουλάχιστον μπορεί να υπάρξει) η καθαρή δημοσιογραφία, ακόμα και τώρα που κανείς δεν έχει την ευθιξία να δώσει ένα ελάχιστο κόμμάτι του οβολού του για να ενημερώνεται –και όχι απλώς να πληροφορείται. Και μάλιστα είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η δημοσιογραφία εντίθεται στα κωμικά σόου. Είναι εντυπωσιακή η νέα τάση που καταγράφεται εδώ και χρόνια στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, με κορυφαίους τον Τζον Στιούαρτ ή τον Στίφεν Κολμπέρ. 
 
Στη φτωχή Ελλάδα, βέβαια, φαίνεται στην πρώτη ματιά ότι τα κωμικά σόου αμερικάνικου Τύπου έχουν φτάσει μόνο μέχρι το επίπεδο της καταγραφής τύπου Πέτρου Κωστόπουλου και Νίκου Μαστοράκη· καλοζωία, αραλίκι, γκομενοκουβέντες και «πιπεράτα» σχόλια. Κι εδώ έρχεται το δεύτερο ζήτημα: αυτή η ελληνική κατασκευή είναι τελικά μια πολιτική στάση, ένα ιδιότυπο πολιτικό «πουμπλί», ακόμα πιο επικίνδυνο για την πραγματικότητα. Οι ισχυροί μπορούν έτσι να διαμορφώνουν μια επίπλαστη δημόσια εικόνα που απέχει πολύ, πάρα πολύ, από την πραγματικότητα.
 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured