Άγγελος Κλειτσίκας

Μπορεί, σταθερά, τα Grammys να μην έχουν να πουν και πολλά (ή και τίποτα) για την πραγματικά αξιόλογη μουσική παραγωγή εκεί έξω, αλλά, αν μην τι άλλο, λειτουργούν ως το ετήσιο check-up/λάδωμα της μουσικής βιομηχανίας, ελέγχοντας προληπτικά το -νεκρικό κατά τ’ άλλα-  σφυγμό της (ή και οχι) και προσφέροντας αξιομνημόνευτες εμφανίσεις, ενώ, παράλληλα, φροντίζουν να μας επιφυλάσσουν και από μία πιο ποιοτική έκπληξη που ξεφεύγει από τα προβλεπόμενα. Για φέτος, μετά την ανακοίνωση των νικητών, κρατάω ως τέτοια την βράβευση του τρομερά υποτιμημένου ηλεκτρονικού μουσικού Kaytranada (aka Louis Kevin Celestin) που κέρδισε εις διπλούν, ένα Grammy για το Καλύτερο Χορευτικό/Ηλεκτρονικό Άλμπουμ με τη δεύτερη επίσημη κυκλοφορία του Bubba και ένα ακόμα για την Καλύτερη Χορευτική Ηχογράφηση με το “10%” από το ίδιο άλμπουμ στο οποίο συμμετέχει και η Kali Uchis. Για πολλά χρόνια, ο παραγωγός και DJ με καταγωγή από την Αϊτή και τον Καναδά βρισκόταν στο φόντο της μουσικής δράσης, κυκλοφορώντας πολλά low-key, ανεξάρτητα mixtapes ως Kaytradamus και στη συνέχεια με το τωρινό του όνομα. Άρχισε να χτίζει τη φήμη του κυρίως συμμετέχοντας ως παραγωγός και συνυπογράφοντας ως συνθέτης, πολλά κομμάτια πιο γνωστών ονομάτων, όπως του Anderson Paak., των BadBadNotGood και της Kali Uchis. Το πρώτο μπαμ έγινε όταν το φοβερό ντεμπούτο του 99,9% στην XL κέρδισε το βραβείο Polaris το 2016, δηλαδή το καναδικό Grammy (αρκεί να ακούσετε και να δείτε το βίντεο του “Lite Spots” από το συγκεκριμένο άλμπουμ για να καταλάβετε για τι ταλέντο μιλάμε). Για το Bubba, ο Kaytranada επέλεξε να στηριχτεί λιγότερο στη sample τεχνική και τα ένστικτά του ως DJ, προσδίδοντας έτσι μία φυσικότητα στον electro-funk ήχο του, που μαζί με στρατηγικές συνεργασίες-κλειδιά (Kali Uchis, Pharrell Williams, Mick Jenkins) έφτασαν τη μουσική του σε νέα ύψη, πρώτα στην κορυφή των χορευτικών/ηλεκτρονικών charts του Billboard και τώρα στα δύο πρώτα του Grammys. Διατηρώντας την εναλλακτική του αισθητική και ταυτότητα, ο Kaytranada καταφέρνει να τρυπώσει έξυπνα και στα μεγάλα σαλόνια, γι’ αυτό μην απορήσετε αν σύντομα βλέπετε το όνομά του πίσω από κάθε δεύτερη επιτυχία.

 

Στα 93 χρόνια ιστορίας των Oscars, μόνο 5 γυναίκες έχουν προταθεί συνολικά για το βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας. Οπότε, η υποψηφιότητα 2 γυναικών φέτος στην εν λόγω κατηγορία, της Chloé Zao για το Nomadland (που αξίζει και τη νίκη, αν με ρωτάτε) και της Emerald Fennell για το Promising Young Woman, είναι ένα γεγονός τουλάχιστον ριζοσπαστικό (αν είναι δυνατόν) για έναν θεσμό που η λέξη ανδροκρατούμενος μοιάζει πολύ ήπια για να τον περιγράψει. Επίσης, σε ακόμα μία κραυγαλέα απόπειρα να προφτάσει τις εποχές και το συμπεριληπτικό τους πνεύμα  -κάτι που έπρεπε να συμβεί εδώ και χρόνια, αλλά τώρα θυμηθήκαμε να σοκαριστούμε που δεν- η Ακαδημία πρότεινε για πρώτη φορά έναν Μουσουλμάνο και έναν Αμερικανοασιάτη για Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου: τους Riz Ahmed και Steve Yeun για το Sound Of Metal και Minari, αντίστοιχα. Πάντως, σε σχέση με άλλες χρονιές, οι ταινίες που είναι υποψήφιες για την ανώτατη διάκριση μοιάζουν πολύ πιο μετριοπαθείς και «λίγες», με το Indiewire να μας υπενθυμίζει 30 άλλες ταινίες, που πραγματικά άξιζαν μία θέση στην τελική κούρσα, με πρώτη και καλύτερη το αριστουργηματικό I'm Thinking Of Ending Things. 

 

Μία ακόμα ταινία που δεν έφτασε στην τελική λίστα για τα Oscars, είναι η πρόταση του Μεξικού για καλύτερη ξενόγλωσση ταινία. Το Ya No Estoy Aquí (I'm No Longer Here) ένα, διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα, coming of age δράμα του Fernando Frías. Η ταινία εναλλάσσεται χρονικά ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον του πρωταγωνιστή μας με το απίστευτα παλαβό κούρεμα και το σημειολογικά έντονο όνομα Ulises, ο οποίος είναι αρχηγός της συμμορίας/ομάδας Los Terkos που γυρεύει μπελάδες και εκφράζεται χορεύοντας στους ρυθμούς της μουσικής cumbia (εμένα μου ακούγεται σαν τη reggae εκδοχή των Λατινοαμερικάνων) στις φτωχογειτονιές της μεξικάνικης πόλης Μόντερεϊ. Μία παρεξήγηση, όμως, με μία εχθρική ομάδα θα τον αναγκάσει να φυγαδεύσει στις Η.Π.Α και τη Νέα Υόρκη, όπου θα προσπαθήσει μόνος του, έχοντας ως μόνη σύμμαχο μία έφηβη Κινεζο-Αμερικανίδα που  μαγεύεται από την εξωτική του αύρα. Η ταινία μας δείχνει τελικά πως το αληθινό πάθος του ήρωά μας, η δική του Ιθάκη θα έλεγε κανείς (sic), είναι ο μυσταγωγικός κόσμος που πλάθεται μπροστά του όταν βάζει τα ακουστικά και χάνεται στο μυστήριο της cumbia, εκεί που όλα σταματούν και τα πάντα βγάζουν νόημα χωρίς καμία προσπάθεια. Και κυρίως, το I’m No Longer Here καταφέρνει αυτό που κάνει η σπουδαία τέχνη: φωτίζει ιστορίες από γωνίες του κόσμου που αγνοούμε κάνοντάς μας περισσότερο δεκτικούς, ενσυναίσθητους και τρυφερούς ανθρώπους αυτού του χαοτικού, μα τόσο κοντινού στις επιθυμίες του, κόσμου. 

 

Σε κάτι πιο pop, το Flight Attendant, η σειρά του Steve Yockey για το HBO Max με πρωταγωνίστρια την Kaley Cuoco -που εδώ μας κάνει να ξεχνάμε πως είναι η Penny απο το Big Bang Theory- είναι ένα σπαρταριστό ψυχολογικό θρίλερ με γενναίες δόσεις μαύρου χιούμορ, εκλαϊκευμένης -ως και χαριτωμένα επιφανειακής- φροϋδικής ψυχανάλυσης και ρετρό αισθητικής, που ηγείται  -απ’ ό,τι διαβάζω-  ενός νέου ρεύματος κωμωδίας τρόμου. Η Kaley Cuoco υποδύεται όσο υπερβολικά απαιτεί ο ρόλος της την αεροσυνοδό Cassie Bowden, η οποία μπλέκει άσχημα σε μία περιπέτεια, αφού ξυπνάει δίπλα από το νεκρό σώμα του άνδρα με τον οποίο επέλεξε να περάσει το βράδυ της στη Μπανγκόκ, σε κατάσταση μέθης. Το επόμενο πρωί θα τα κάνει όλα λάθος και άθελά της θα εισέλθει σε μία σκοτεινή σπείρα από οικογενειακά μυστικά, ξεπλύματα τεράστιων χρηματικών ποσών και πληρωμένους δολοφόνους, για να συνειδητοποιήσει πως, ναι, τελικά μπορούμε να ελέγξουμε το παρελθόν μας όσο τραυματικό και αν είναι. Δε διεκδικεί κάποιο βραβείο πρωτοτυπίας, αλλά αν η πρώτη σεζόν του Kllling Eve δεν σας ήταν αρκετή -μιας και οι επόμενες ήταν κάτω του μετρίου- τότε το Flight Attendant είναι ένας άξιος διάδοχός της.  

https://www.youtube.com/watch?v=OP_WC5oOCe8

 

Πώς θα ήταν το μέλλον της ηλεκτρονικής μουσικής αν οι χρυσές της επιτυχίες είχαν διαφορετικούς δημιουργούς; Αυτό αναρωτήθηκε ο μουσικός δημοσιογράφος, συγγραφέας και αναλυτής Jon Savage, επιμελούμενος μία νέα συλλογή με τίτλο Do You Have the Force? Jon Savage’s Alternate History of Electronic Music, 1978–82, που κυκλοφόρησε από την Caroline True Records και περιλαμβάνει κομμάτια στα ρευστά όρια της ηλεκτρονικής μουσικής, disco και protο-techno από την εποχή που όλη η προσοχή μετά το punk είχε πέσει στο...post-punk. Εδώ, ο Βρετανός ξεθάβει άγνωστα τραγούδια που υπήρξαν οι προάγγελοι/εμβρυακές εκδοχές όλων αυτών των μουσικών ρευμάτων που θα άλλαζαν τον κόσμο και τα οποία θεωρεί πως βρίσκονταν πιο κοντά στο ιδεολογικό πυρήνα του punk απ’ ότι το ίδιο το post-punk. Ειδικά, τα “Extraterrestrial Lover” από την Sylive Love και “Disco Computer” των Trans Volta, είναι αποδείξεις πως το μέλλον της ηλεκτρονικής μουσικής (βλέπε, Daft Punk) προϋπήρχε και δεν το γνωρίζαμε, σαν όλα αυτά να συνέβαιναν σε ένα παράλληλο χωροχρόνο με διαφορετικούς νόμους και κανόνες. Πόσο ρευστή είναι η ιστορική μας πραγματικότητα σε κάθε έκφανση της, αλήθεια;

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured