Μέχρι πριν λίγο καιρό (ας πούμε, 3-4 μήνες) έκανα όνειρα ότι κάποια μέρα θα μπορούμε να πάμε σε συναυλίες, με μια μπύρα στο χέρι, να αγκαλιαστούμε κάτω από τον καυτό ήλιο και να τραγουδήσουμε με την δύναμη της ψυχής μας «Γουί αρ δε τσίλντρεν οφ δε σαααααααν» (ποτέ, όμως). Τώρα πια, το μόνο που θέλω είναι να πάω να φάω ένα σουβλάκι ή να πιω έναν καφέ σαν άνθρωπος. Δε ζητάω πολλά. Αυτό φαίνεται ότι θα αργήσει λίγο παραπάνω απ’ όσο υπολόγιζα γιατί οι επόμενες δύο εβδομάδες θα είναι κρίσιμες. Παραμένω αισιόδοξος, όμως και αυτή η αισιοδοξία μου τροφοδοτείται από την καλή διάθεση που προσπαθώ να έχω μέσω της συνεχούς ενασχόλησής μου με τη μουσική. Θέλω να κάτσεις να σκεφτείς. Σκέψου λίγο, όλες αυτές τις κενές ώρες της συγκεκριμένης περιόδου, μακριά από συγγενείς, φίλους και γνωστούς, άσκοπες μετακινήσεις και συναντήσεις με άτομα που δεν επιθυμείς πραγματικά να συναναστρέφεσαι, σκέψου ρε μλκ, όλες αυτές τις ώρες πού τις επενδύεις τελικά και τι σου αποφέρουν;

Εγώ έκατσα και σκέφτηκα και μου αποφέρουν ένα πολύ ωραίο μάζεμα διαμαντιών προηγούμενων ετών που για διάφορους λόγους δεν είχαν ακροαστεί ή είχαν και πέρασαν έτσι. Τέλος πάντων, από κάτω θα βρεις πράγματα που ίσως σε ενδιαφέρουν για να ασχοληθείς περαιτέρω, γεμίζοντας τις δικές σου κενές ώρες. Εκτός κι αν είσαι πολυάσχολος μονομεηντενάς, οπότε πάσο. Ξέρεις και ξέρω τι θα βάλεις να ακούσεις με την πρώτη ευκαιρία, γλυκέ μου.

Σε αυτό το άλμπουμ έκανε παραγωγή ο Kurt Ballou των Converge στις αρχές του 2005 και κάπου εδώ, ίσως έχεις ήδη πατήσει το play. Ναι. ΟΚ. Μαααααάλλον δεν τα πήγε πολύ καλά ο αρχηγούλης και η μπάντα το 2019 το έκανε remaster και πρόσφατα το έχωσε στο Bandcamp για να το προμηθευτούμε όσοι δεν το είχαμε πάρει πρέφα. Το γκρουπ των Gospel μας έχει αφήσει χρόνους από τότε, μιας και δεν κατάφερε να κάνει πάταγο, όμως, μάγκες μου, ακούστε σοβαρά κάτι εδώ: Οι Mastodon ίσως από εδώ πήραν τη φόρα που ήθελαν για να κάνουν κάτι τόσο πειραματικό όσο το Crack the Skye (2009), αφού στο The Moon is a Dead World (2005) τσεκάρεις μια πρώιμη μίξη του ήχου αυτού με το καθαρό prog, τα πλήκτρα του Wakeman και την όλη psychcore φασούλα. Εγώ μίλησα.

Σε εντελώς άλλο κλίμα, εκεί που οι Fairport Convention συναντούν το γκρίζο του πρώτου, του καλού True Detective, θα βρεις τους The Deep Dark Woods να φτιάχνουν κουκλάκια από κλαδιά, να ψαρεύουν σε όχθες που ξεβράζουν πτώματα, να ανάβουν μεγάλες φωτιές που μαζεύεται όλο το χωριό γύρω, περίπου 40 νοματαίοι και μουρμουρίζουν μελωδίες και προσευχές. Το The Place I Left Behind είναι ένας απλός αλλά αυθεντικός folk rock δίσκος του 2011 που ίσως δεν άκουσες, αλλά σίγουρα θα θες να ακούσεις κάποια στιγμή.

Πάμε στο αγαπημένο μας thrash metal που δεν τα πάει και πολύ καλά τα τελευταία χρόνια, αλλά, όσο σκάβουμε τον χώρο του thrash revival εκεί στα early 10s, όλο και κάτι ψιλά ανακαλύπτουμε. Οι Blessed Curse από το Σακραμέντο είναι αυτό που λέμε «αδυσώπητοι». Ο ομώνυμος δίσκος τους του 2012 ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος τους και σίγουρα είναι άδικο, αφού και ήχο καλό είχαν (ελέω Juan Urteaga και Trident Studios) και εξωφυλλάρα είχαν (ελέω Marc Sasso). Εντάξει, έμοιαζαν αρκετά σε πρώιμους Kreator, αλλά αυτό μόνο ως καλό μπορώ να το εκλάβω, γιατί, με έναν περίεργο τρόπο, ενώνουν τη Γερμανία με τις ΗΠΑ. Πάντως, τους ξεθάβω και τους βάζω εδώ, μαζί με κάτι άλλους θεούληδες, τους αγαπημένους Havok (το υπερέπος Time is Up κυκλοφόρησε το 2011) ως παραδείγματα προς μίμηση για το πώς αντιγράφεις σωστά τους παιδικούς σου ήρωες.

Οι Throat είναι Φινλανδοί από το Τούρκου, παίζουν ένα μπαστάρδεμα από punk, hardcore, noise και είναι μια από τις πολύ αξιόλογες περιπτώσεις της χώρας, χωρίς να βρωμάνε τυρίλα ή βορειοευρωπαϊκό βίκινγκ εθνικισμούλη. Το 2019, μάλιστα, γιόρτασαν και τα 10 χρόνια ύπαρξής τους με μια συλλογή όλων των ηχογραφήσεων που είχαν μέχρι τότε και κάπου εκεί μέσα ανακάλυψα ότι τα τυπάκια το είχαν πολύ πριν υπογράψουν συμβόλαιο με την Svart Records και ωριμάσουν και σωθούν και αυτοί μέσα στην ιντελέξουαλ κολυμπήθρα.

Αρκετά κοντά, στην παγωμένη Ισλανδία ένα γκρουπ με το όνομα Great Grief βαράει στο ψαχνό με το έξυπνα στημένο hardcore του. Το έχουμε ξαναπεί, το ζητούμενο με όλες αυτές τις μπάντες είναι να έχουν κάποια χαρακτηριστικά που θα τις κάνουν να ξεχωρίζουν. Και αυτοί οι γλυκούληδες, αν ακούσετε προσεκτικά τα τραγούδια τους, έχουν κάτι κιθαριστικά κοψίματα μούρλια. Ξέρουν να αλλάζουν με γοητευτικό τρόπο τους ρυθμούς όπως εμείς εδώ στην Ελλάδα περνάμε gently από την μια καραντίνα στην επόμενη χωρίς κανείς να παίρνει χαμπάρι ότι αισίως έχουμε φτάσει στην 5η. Μπορεί και όχι.

Παραμένουμε Βόρεια Ευρώπη. Ρε μάγκες, όπως και να το κάνουμε εκεί πάνω το χρήμα ρέει άφθονο και οι άνθρωποι αντί να ανοίγουν καφετέριες, ασχολούνται με τη μουσική. Έτσι και αλλιώς ψωλόκρυο κάνει έξω, που να πάνε. Οι Pymlico είναι ένα instrumental prog σχήμα, που όλη σχεδόν τη μουσική τη γράφει ο ντράμερ τους. Κι όμως, το Meeting Point του 2016 έχει τρομερές κιθάρες (δεν το περιμέναμε), εξαιρετικές ενορχηστρώσεις (το περιμέναμε) και γενικά, τα κομμάτια δεν ζέχνουν βαρεμάρα. Θετική μουσική all the way, λίγο φλώρικη σε μπάσα και δυναμικές, αλλά μην τα θέλουμε και όλα δικά μας. Προγκ παίζουν οι άνθρωποι, η σχέση τους με την έκκριση τεστοστερόνης στο πλαίσιο της μουσικής είναι πολύ σχετική και δεν είναι το ζητούμενο, άλλωστε. Βέβαια, αυτό δεν τους εμπόδισε να διαλέξουν το πιο αδιάφορο εξώφυλλο δίσκου από καταβολής κόσμου και να πάνε άπατο όλο το εγχείρημα.

Κλείνουμε το σημερινό Παρατηρητήριο με έναν δίσκο που μονοπώλησε 2-3 μέρες μας την προηγούμενη εβδομάδα. Άλλη μια εξαιρετική πρόταση από μια καλή φίλη της Επιτροπής και την ευχαριστούμε βαθιά για αυτό. Η Ramsey είναι μια ταλαντούχα καλλιτέχνιδα, η οποία συνθέτει, τραγουδά και παίζει την ηλεκτρονική μουσική της. Το ντεμπουτάκι της βγήκε το 2019 με τίτλο The Art of Survival και είναι πιο μέταλ απ’ όσο μέταλ άκουσα φέτος. Μάρτιο έχουμε, δεν έχω ακούσει και πολύ, οπότε δεν είναι αυτό το point. Η μουσική είναι σκοτεινή, άρρωστα μελωδική, στα όρια του trip hop, τα video που το ντύνουν οπτικά είναι χάρμα ιδέσθαι, γενικά μια τελειότητα. Ένας ακόμα ηλεκτρονικός pop δίσκος θα πει κάποιος, αλλά σκέψου ρε μλκ. Αυτό το άλμπουμ βγήκε την ίδια χρονιά με το When We All Fall Asleep, Where Do We Go? της Billie Eilish. Μοιάζουν αρκετά τα στυλάκια τους, με τη Ramsey να είναι τόσο rock όσο r'n'b είναι η Billie. Aν σε μπέρδεψα στα @@ μου φιλαράκι, άκουσε και βγάλε και μόνος σου συμπεράσματα, δε θα στα μασήσω κιόλας. Όσο το ακούω, πάντως, το βρίσκω καλύτερο από το πολυβραβευμένο. Μπουμ. Το είπα. Billie, πονάς; Αυτός είμαι. Δεν ενοχλώ κανέναν.

Διαβάστε Ακόμα

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured