Χάρης Συμβουλίδης

Kantafi_frontpage

Ως και την είσοδο των εξεγερμένων δυνάμεων στην Τρίπολη, η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε πάρει θέση για τα γεγονότα στη Λιβύη, παρότι στο παρελθόν, ανεξαρτήτως «χρώματος», αρεσκόταν σε βαρύγδουπες μα οπωσδήποτε ανέξοδες δηλώσεις για διάφορα περιστατικά ανά την υφήλιο –ποιος δίνει άλλωστε σημασία για τη γνώμη της Ελλάδας στη διεθνή σκακιέρα;

Αυτή η σιωπή και η μουδιασμένη, μετρημένη αναγνώριση του νέου στάτους κβο εκ μέρους του Υπουργού Εξωτερικών Σταύρου Λαμπρινίδη δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε προϊόν σχεδιασμένης ουδετερότητας. Θα πρότεινα μάλιστα να μη βιαστούμε να την αποδώσουμε αποκλειστικά στις παλιές εγκάρδιες σχέσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και των Παπανδρέου με τον συνταγματάρχη Καντάφι. Παρά τους λεονταρισμούς της Νέας Δημοκρατίας –η οποία τρέχει πάντα όπου φυσάει ο Δυτικός άνεμος, έχοντας μείνει αγκυλωμένη σε Ψυχροπολεμικά αντανακλαστικά– ίσως η κυβέρνηση να εκφράζει και το «ανεπίσημο» λαϊκό αίσθημα: οι Έλληνες συμπαθούν τον Καντάφι. 

Το παρελθόν του Πράσινου Ήλιου είναι βέβαια βαρύ. Ως ηγέτης της αντιπολίτευσης, ο Ανδρέας Παπανδρέου μας έλεγε (1977) ότι το καθεστώς Καντάφι δεν πρέπει να μετριέται στις στρατιωτικές δικτατορίες: «Πρόκειται για μια διακυβέρνηση στα πρότυπα του δήμου των αρχαίων Αθηναίων». Ως πανίσχυρος δε πρωθυπουργός (1984) δώριζε στον Καντάφι μια αρχαία λήκυθο με την εξής επιγραφή: «Στον μεγάλο ηγέτη και ελευθερωτή, στη μεγάλη φυσιογνωμία της δύσκολης εποχής μας, με θερμούς αγωνιστικούς χαιρετισμούς».

Kantafi_2

Υπό τη μπαγκέτα του Παπανδρέου, ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας ανέλαβε τότε να υλοποιήσει μια νέα εξωτερική πολιτική, φέρνοντας την Ελλάδα πιο κοντά στη Μέση Ανατολή. Επρόκειτο βέβαια για ακόμα μία κουταμάρα στο πλήθος εκείνων που χαρακτηρίζουν διαχρονικά ό,τι κατ’ ευφημισμό ονομάζεται «περήφανη εξωτερική πολιτική». Όσοι μάλιστα μεγάλωσαν στη δεκαετία του 1980, ίσως θυμούνται τις γιορτές νεολαίας ΠΑ.ΣΟ.Κ. όπου συχνά η «μεγάλη αραβική λιβυκή σοσιαλιστική λαϊκή τζαμαχιρία» διέθετε δικό της κιόσκι ή το περίφημο Πράσινο Βιβλίο του συνταγματάρχη, που θεωρείτο απαραίτητο σε κάθε «προοδευτικό» σπίτι (ήταν άλλωστε και πράσινο...). Για τον περίπλοκο βέβαια πόλεμο στο Τσαντ, όπου η Λιβύη είχε εμπλακεί –με προφανείς ηγεμονικές ορέξεις– από το 1978 και θα συνέχιζε να εμπλέκεται ως το 1987, ούτε ο κ. Παπανδρέου, ούτε ο κ. Παπούλιας (έτσι, για να μην ξεχνάμε κάποια πράγματα) είχαν κάτι ουσιώδες να πουν: η Συμφωνία της Ελούντας (1984) παίζει να συγκαταλέγεται ανάμεσα στις 20 πιο ανούσιες διεθνείς συμφωνίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.    

Ωστόσο, το πράγμα πηγαίνει νομίζω βαθύτερα, πέρα από τους όποιους χειρισμούς του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Γιατί σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, η οποία μπορεί να ξεφορτώθηκε τη μοναρχία μα ο πολιτικός της βίος ρέπει αταβιστικά προς την κληρονομικότητα, η έννοια της δημοκρατίας δεν μπορεί παρά να είναι προβληματική. Γι’ αυτό και η ελληνική δημοκρατία δεν είχε παρά σε μικρές περιόδους αληθή δυτικοευρωπαϊκά χαρακτηριστικά: μοιάζει περισσότερο με εκείνες τις διεφθαρμένες, αναξιοκρατικές οικογενειακές ολιγαρχίες της Μέσης Ανατολής, με τις αχανείς γραφειοκρατίες και το ατέλειωτο παζάρι ρουσφετιών. Που από Άσαντ σε πάνε σε Άσαντ, από Μουμπάρακ σε Μουμπάρακ και από Καντάφι σε Καντάφι (αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι εξεγέρσεις). Εδώ σε πάνε από Παπανδρέου σε Παπανδρέου και από Καραμανλή σε Καραμανλή –χώρια τους Πάγκαλους, τους Βενιζέλους και το μητσοτακέικο.   

Kantafi_4

Επίσης, επειδή ο Έλληνας δεν έχει μάθει να λειτουργεί συλλογικά (το πρόσφατο κίνημα των Αγανακτισμένων υπήρξε η πρώτη ίσως στιγμή στη μεταπολιτευτική ιστορία όπου τουλάχιστον επιχειρήθηκε κάτι τέτοιο), εξακολουθεί να γοητεύται από την «ισχυρή προσωπικότητα»: γουστάρει τους ηγέτες, όσους –έστω και για τα μάτια του κόσμου– βαράνε το χέρι στο τραπέζι και τα παίρνουν και λίγο στο κρανίο. Ο Καντάφι λοιπόν και ισχυρός ηγέτης υπήρξε και στο κρανίο τα πήρε όταν θεώρησε –όχι κι άδικα, για να δώσουμε ένα δίκιο και στον διάβολο– ότι ήταν η επέμβαση της Γαλλίας και των Η.Π.Α. που του στέρησε το Τσαντ. Το ότι βέβαια απάντησε με στυγνές τρομοκρατικές ενέργειες ή το ότι δεν είχε καμία δουλειά στο Τσαντ εξ’ αρχής δεν πολυένδιεφερε αυτή τη συνείδηση στην οποία αναφέρομαι. Μετράει περισσότερο ότι ο Καντάφι βρίσκεται εδώ κοντά, στη «γειτονιά», και ότι σήκωσε το ανάστημά του στους Αμερικάνους. Είδαμε άλλωστε ανάλογα φαινόμενα και σε πιο πρόσφατα χρόνια, με τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.

Από την άλλη, για να πάμε λίγο και στους Λίβυους, βρίσκω βεβιασμένα και λιγάκι αφελή τα πανηγύρια για τη «νίκη της δημοκρατίας» στη χώρα. Δεν λέω, σοκαρίστηκα όταν ο Καντάφι διέταξε τη λιβυκή αεροπορία να βομβαρδίσει τους εξεγερμένους: βαρβαρότητα από τις λίγες, που της άξιζε να μη μείνει ατιμώρητη. Όμως η αντοχή του στη συνδυασμένη αντίδραση του «λιβυκού λαού» και του ΝΑΤΟ παραήταν νομίζω μεγάλη: πίσω της λοιπόν ίσως να κρύβεται η υποστήριξη σημαντικού κομματιού της λιβυκής κοινωνίας, πολύ πιο πέρα από τα προνομιούχα φιλοκαθεστωτικά στρώματα. Θα άντεχε πιστεύετε τόσο ο Άσαντ αν το ΝΑΤΟ αποφάσιζε να ενισχύσει τους εξεγερμένους στη Συρία –οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, με πείθουν πολύ περισσότερο για τη θέλησή τους να γυρίσουν σελίδα στην ιστορία, προς μια κοινοβουλευτική κατεύθυνση; Αλλά για να μείνω στη Βόρεια Αφρική, ενδεχομένως η Λιβύη να αποδεικνυόταν μια περίπτωση ανάλογη της Αλγερίας –ως προς τις πρόσφατες εξεγέρσεις, πάντα– και όχι μια περίπτωση συγγενής με την Τυνησία και την Αίγυπτο. 

Kantafi_3

Ας μη λησμονούμε ακόμα κάποια ουσιώδη ζητήματα. Μιλάμε για μια χώρα που δεν ξέρει τι εστί δημοκρατία: εξωθήθηκε βίαια από ένα ξεχασμένο στον χρόνο ημι-αποικιακό καθεστώς εμίρηδων-κοτζαμπάσηδων σε μια μοντέρνα πετρελαϊκή εποχή με τη σφραγίδα του Καντάφι και δεν ξέρει ούτε από κοινοβούλια, ούτε από δημόσιες αντιπαραθέσεις. Είναι λάθος η συλλογιστική ότι η δημοκρατία αποτελεί κατάλληλο πολίτευμα για κάθε χώρα, ανεξαρτήτως συνθηκών και ιδιαιτεροτήτων: η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση δεν είναι εξαγώγιμο προϊόν από τις αγορές της Δύσης προς την υπόλοιπη υφήλιο. Επίσης –θα το πω– η χαϊδεμένη από τα Δυτικά ΜΜΕ αντιπολίτευση δεν μου γεμίζει το μάτι: αποτελεί ένα συνονθύλευμα (φιλελεύθεροι κοσμοπολίτες, ισλαμιστές με ενδεχομένως θεοκρατικές ατζέντες, πρώην καθεστωτικοί που δεν θέλουν να βρίσκονται στους χαμένους, αντιμαχόμενες φυλές κοκ.) το οποίο δεν θα κέρδιζε ποτέ τον λιβυκό εμφύλιο χωρίς την υπεροπλία του ΝΑΤΟ. Άρα πόσο σίγουροι είμαστε, τελικά, για το ακριβές λαϊκό της έρεισμα; 

Αποφάσισε λοιπόν ο λιβυκός λαός, στην πλειονότητά του, να περάσει σε μια μετα-κανταφική περίοδο, όπως οι γείτονές του Αιγύπτιοι και Τυνήσιοι; Ή πρόκειται για απόφαση αμερικανικών εταιρειών πετρελαίου ενοχλημένων από τη κανταφική μεταχείριση, η οποία εκτελέστηκε από το ΝΑΤΟ και κάποιους δυσαρεστημένους Λίβυους, που τώρα θα αρπαχτούν ανενόχλητοι για την εξουσία; Αν σε μια πενταετία η Λιβύη αναδειχθεί σε σύγχρονη αραβική δημοκρατία ικανή να διασφαλίσει στοιχειώδη δικαιώματα και να εκμεταλλευτεί προς όφελος του πληθυσμού της τον πετρελαϊκό της πλούτο, είχε όντως φτάσει η ώρα να ξεφορτωθεί τη σιδηρογροθιά του συνταγματάρχη. Αν όμως καταντήσει ένα ακόμα Ιράκ ή Αφγανιστάν στον χάρτη (αμφότερα κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, σας θυμίζω), ενδέχεται οι Λίβυοι να νοσταλγήσουν τον ιδιόρρυθμο καταπιεστή τους με τις συγκεχυμένες ιδέες, τη βγαλμένη από ταινία Τζέιμς Μποντ σωματοφυλακή και το εκπληκτικό γούστο στις κελεμπίες. Έστω κι αν κάτι τέτοιο φανερώνει τελικά περισσότερα για την παρούσα ιστορική κατάσταση της Λιβύης, παρά δικαιώνει έναν τύραννο. 
 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured