Λίλα Τζαμούση

Όταν ήμουν στις τελευταίες τάξεις του λυκείου, σκεφτόμουν μόνο τη φοιτητική ζωή που θα ακολουθούσε. Το καινούργιο μου σπίτι, οι καινούργιοι μου φίλοι, το καινούργιο μου πανεπιστήμιο. Διάβασα, πέτυχα και ήρθα λοιπόν εδώ για να ξεκινήσω ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή μου, που θα μου προσέφερε όλα τα εφόδια για μια αξιοπρεπή επαγγελματική αποκατάσταση. Στην αρχή όλα ήταν ωραία. Έβλεπα μόνο εντυπωσιακά αμφιθέατρα, κουστουμάτους, προσεγμένους καθηγητές και ζωηρούς φοιτητές να μπαινοβγαίνουν στις αίθουσες μιλώντας, γελώντας. Έτσι νομίζω πως βλέπουν τη σχολή μου οι περισσότεροι πρωτοετείς. Γιατί τόσο κρατάει ο ενθουσιασμός. Παίρνεις τον χρόνο να ξεκουραστείς από τις πανελλήνιες και τότε αρχίζει να καθαρίζει το μάτι σου και να βλέπεις τι πραγματικά συμβαίνει.

Τα αμφιθέατρα δεν είναι πια τόσο εντυπωσιακά. Τα έδρανά τους είναι σπασμένα, οι τοίχοι τους γεμάτοι αφίσες παρατάξεων, και, όπου υπάρχει έστω κι ένα τετραγωνικό εκατοστό κενού τοίχου, κάποιος έχει φροντίσει να το βανδαλίσει με σπρέι. Οι καθηγητές συνεχίζουν να είναι κουστουμάτοι, αλλά η αδιαφορία τους (των περισσότερων, όχι όλων, θέλω να είμαι δίκαιη) είναι πια εμφανής. Θα διορθώσουν με τη γνωστή μέθοδο του ανεμιστήρα (το διαπίστωσα όχι όταν κόπηκα σε κάποιο μάθημα, αλλά, όταν εντελώς αδιάβαστη, πήρα ένα αδικαιολόγητο 8), θα κόψουν το 70% των φοιτητών γιατί έτσι νομίζουν ότι το μάθημα αποκτά κύρος ή θα τους περάσουν όλους για να πάνε κόντρα σε υψηλότερα «κεφάλια», όταν επεμβαίνουν στη μέθοδο διδασκαλίας τους. Οι φοιτητές εξακολουθούν να μιλάνε και να γελάνε στους διαδρόμους, αλλά, αν παρατηρήσει κανείς καλύτερα, θα δει ότι αυτό συμβαίνει επειδή δεν ανακυκλώνονται: είναι παντού και πάντα οι ίδιοι, ανήκουν σε κάποια παράταξη, περνάνε τα μαθήματα χωρίς να τους έχει δει ποτέ κανείς ούτε στην παράδοση (αλλά ούτε και στην εξέταση), οπότε τι ανάγκη έχουν; Στη θέση τους κι εγώ θα χαμογελούσα, το παραδέχομαι.

Οι γονείς μου παραπονιούνται ότι έχω φτάσει πέμπτο έτος και ακόμα να τελειώσω. «Ο Χ, ο Ψ, ο Ω πώς πήραν πτυχίο δηλαδή;» Η απάντησή μου είναι αρκετά πιθανόν να περιλαμβάνει τις λέξεις «πρύτανης», «ΠΑ.ΣΟ.Κ.», «bluetooth», «μέσον» και όχι απλά δεν θα τους ικανοποιήσει, αλλά μάλλον θα τους εξοργίσει και θα τους κάνει να αναφωνήσουν «τι δικαιολογίες είναι αυτές;» Δεν θα έχουν κι άδικο, βέβαια. Είναι επίσης πολλοί οι φοιτητές που δεν χρειάστηκαν τίποτα απ’ όλα αυτά για να αποφοιτήσουν με άριστα. Παιδιά τα οποία πραγματικά ενδιαφέρονται για το αντικείμενο σπουδών τους, ξεχώρισαν, κι έδειξαν από την αρχή ότι θα προχωρήσουν. Καλώς ή κακώς δεν ανήκω σ’ αυτήν την κατηγορία, οπότε θα πρέπει να αναμετρηθούν τα ταπεινά μου σκονάκια με τα πομπώδη ρουσφέτια. Έτσι είναι αυτά.

Πέντε χρόνια μετά, δεν έχω ούτε ένα ψήγμα του πρώτου ενθουσιασμού. Δεν με απογοήτευσε ούτε το καινούργιο μου σπίτι, ούτε οι καινούργιοι μου φίλοι. Μόνο το καινούργιο μου πανεπιστήμιο, που πάλιωσε, επιστήμονα σίγουρα δεν με έκανε και βέβαια, μυαλό δεν έβαλε. Πέντε μαθήματα πριν από το πολυπόθητο χαρτί, που σε κάποιο τοίχο θα κρεμαστεί αφού πρώτα περίτεχνα κορνιζωθεί –και μάλλον πουθενά δεν θα μου χρειαστεί... Αυτά έχει η απουσία του μαθήματος του επαγγελματικού προσανατολισμού στο σχολείο: να διαβάζεις Διεθνή Χρηματοδοτική και ο νους σου να τρέχει αλλού. Γράφω έτσι αυτό το κείμενο ακούγοντας τα Μπαράκια του Βαγγέλη Γερμανού –έναν δίσκο που μου έχει προσφέρει πολλά περισσότερα απ’ ότι το πανεπιστήμιο της Πατησίων.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured