Ólafur Arnalds
Φωτ.: Elli Thor
Γιάννης Παπαϊωάννου

   

Όταν το μελάνι αντικαθίσταται από μια μηχανική γλώσσα και το πεντάγραμμο από spectral analysis, ο ρόλος των ηλεκτρονικών μέσων στη σύγχρονη κλασική μουσική είναι κάτι παραπάνω από απλώς εργαλειακός, είναι υπαρξιακός. Δεν πρόκειται απλώς δηλαδή για μια τεχνολογική επέκταση, αλλά για έναν ριζικό αναστοχασμό πάνω στο τι σημαίνει να συνθέτεις, να ακούς, και να υπάρχεις μέσα στον ήχο.

Η μετάβαση από τη χειρόγραφη παρτιτούρα στο περιβάλλον των DAW (Digital Audio Workstations) σηματοδότησε μια πρακτική αλλαγή. Σήμανε μια νέα συνειδητοποίηση του ήχου ως υλικού που όχι μόνο γράφεται, αλλά χειραγωγείται, χτίζεται, ζωγραφίζεται, γεννιέται εκ νέου, αυτονομείται. Όπως οι αλχημιστές της musique concrète, έτσι και οι σύγχρονοι συνθέτες οπλίζονται με μικρόφωνα, granular samplers και αλγόριθμους, αναζητώντας μια νέα έννοια του οργανικού.

Κάποτε, η σύνθεση ξεκινούσε με τη σιωπή της παρτιτούρας και το βάρος της μύτης του μολυβιού. Ένα σύμβολο που περίμενε να γίνει ήχος. Τα πεντάγραμμα, αυστηρά και αδιάλλακτα, ήταν ο τόπος όπου η μουσική προεξοφλούσε τη μοίρα της· έπρεπε να παιχτεί, να περάσει μέσα από ανθρώπινα χέρια, ανάσες, σφάλματα. Εκεί, κάθε σύμβολο ήταν υπόσχεση και ο συνθέτης, ένας θεός που μιλούσε με σιωπή.

Και ύστερα ήρθαν οι κυματομορφές.

Το DAW, είτε είναι το Ableton, το Logic ή το Pro Tools, δεν ζητάει σημειογραφία. Τουλάχιστον, όχι με τον τρόπο που το κάνει η παρτιτούρα. Ζητάει χειρισμό. Δεν του μιλάς με νότες αλλά με clicks, fades, automations, glitches. Και εκεί μέσα δεν γράφεις μουσική για να την ακούσει μια ορχήστρα, αλλά για να την ακούσει ένα σύστημα. Μπαίνεις μέσα στον ίδιο τον ήχο για να τον ερμηνεύσεις, να τον διαλύσεις και να τον ξαναφτιάξεις.

Οπτικοποιείς πλέον την ηχητική ύλη και αυτή η οπτικοποίηση αλλάζει ριζικά τη σκέψη. Ό,τι κάποτε ήταν χρόνος και σιωπή, τώρα είναι pixel και κυματομορφή. Το waveform δεν είναι ουδέτερο: επιβάλλει μια αισθητική· εθίζει τον νου στην ένταση, στην πληρότητα, στον "γεμάτο" ήχο. Η σκέψη του κενού, η έλξη της αναμονής, σπάνια ανθίζουν σε timelines. Ο ψηφιακός καμβάς ευνοεί το ογκώδες, το μεταμορφώσιμο, το συνεχές.

Και αυτό εννοείται δεν είναι καταγγελία, είναι παρατήρηση. Κάθε τεχνολογία φέρει τη δική της μεταφυσική. Και οι σημερινοί συνθέτες καλούνται να υπάρξουν όχι απλώς ως δημιουργοί, αλλά ως διαμεσολαβητές ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον κόσμο της χειροποίητης έντασης και τον κόσμο της αποσπασματικής επεξεργασίας. Ο ένας μυρίζει ανθρώπινο ιδρώτα και γραφίτη. Ο άλλος, ηλεκτρισμό και buffer memory.

Ίσως αυτός ο δυϊσμός να είναι και η αληθινή πρόκληση της σύγχρονης κλασικής σύνθεσης. Όχι απλώς να ενώσει τα μέσα, αλλά να παραδεχτεί πως, μέσα από αυτά, μετασχηματίζεται και το ίδιο το υποκείμενο που γράφει. Όπως ο Glenn Gould προφήτεψε όταν εγκατέλειψε το πιάνο για το στούντιο, η πραγματική σύνθεση σήμερα δεν είναι αυτή που γράφεται, αλλά αυτή που επιμελείται. Που χειραγωγείται. Που αναδύεται μέσα από layers, όπως ένα όνειρο μέσα σε ένα άλλο όνειρο.

Κι ίσως τελικά, η κυματομορφή να μην είναι η φυλακή της μουσικής, αλλά το νέο της σώμα, και ο σύγχρονος συνθέτης, πλέον, ένας ανατόμος.

Μουσική για μηχανές, λοιπόν. Music for Machines: Μια νέα στήλη στο Avopolis για τον ήχο μετά τον άνθρωπο.

Η Μusic for Machines είναι μια στήλη στο Avopolis για την "ηλεκτρονική μουσική", είναι μια εξερεύνηση του ήχου ως μορφή σκέψης, εκεί που η σύγχρονη σύνθεση συναντά τις μηχανές για να χαθεί μαζί τους. Modulars, field recordings, custom αλγόριθμοι, spectral ύλες, παρεμβάσεις στο πιάνο, σπάνια gadgets, data που ανασαίνουν: μουσική που γράφεται από χέρια ανθρώπινα αλλά με πρόθεση μετα-ανθρώπινη.

Θα αναζητούμε νέους συνθέτες που δεν φοβούνται το λάθος, το θόρυβο, την επανάληψη. Εκείνους που δεν κάνουν “πειραματική” μουσική, αλλά μουσική χωρίς προκαθορισμένη γλώσσα. Που χρησιμοποιούν το DAW σαν καμβά, το feedback σαν μέτρο, και τον θόρυβο σαν υλικό πίστης. Σαν να λέμε αν ο Beethoven έγραφε σήμερα το "Grosse Fuge", ίσως να το δούλευε σε Max/MSP.

Καλώς ήρθατε στη Music for Machines.


Πέντε μοναδικές τελετές για μηχανές και φαντάσματα

Carolina Eyck – Live Theremin concert @SUPERBOOTH21

Βυθισμένες σε ένα ηλεκτρομαγνητικό πέπλο, οι συναυλίες της Carolina Eyck μοιάζουν με τελετές από έναν παράλληλο κόσμο, εκεί όπου ο ήχος γεννιέται από την πρόθεση. Η Eyck δεν αγγίζει το όργανό της· χαϊδεύει περιμετρικά τις κεραίες του. Και το theremin, πειθήνιο και άγριο μαζί, υπακούει. Με τη φωνή της (σχεδόν άυλη) και το πιο δύστροπο από τα ηλεκτρονικά όργανα, ξεδιπλώνει περιοχές του ήχου που μοιάζουν σαν να μην έχουν ακόμα αποκτήσει όνομα. Είναι ένας διάλογος ανάμεσα σε φαντάσματα και συχνότητες, μια επικοινωνία χωρίς λέξεις.

Γερμανο-Σορβικής καταγωγής, η Carolina Eyck έχει χαρτογραφήσει τη δική της τροχιά στον ηχητικό ουρανό. Από τα δεκαέξι της ανέπτυξε μια προσωπική τεχνική οκτώ δακτύλων, τόσο ακριβή που μετατρέπει το αόρατο σε γλυπτό. Το βιβλίο της The Art of Playing the Theremin είναι πλέον η βίβλος για τους thereminists σε όλο τον κόσμο – όχι απλώς μια μέθοδος, αλλά μια νέα αντίληψη για το τι μπορεί να είναι η μουσική. Έχει ανέβει σε σκηνές παντού, συνομιλώντας ηχητικά με καλλιτέχνες που κινούνται από το ηλεκτρονικό ιερατείο των Tangerine Dream, μέχρι τις techno τελετουργίες του Jeff Mills, τις jazz φωνητικές ακροβασίες του Theo Bleckmann, την πολυμορφική ιδιοφυΐα του Jacob Collier και την κιθαριστική πυρκαγιά του Steve Vai. Κι όμως, παρά τη λάμψη αυτών των συνεργασιών, το πιο καθηλωτικό στοιχείο παραμένει η ίδια: μια γυναίκα μπροστά σε μια κεραία, μετέωρη ανάμεσα σε κύματα και σιωπή, τραγουδώντας με το σώμα της τον αέρα.

Fred Again.. – Tiny Desk Concert

Μαθητευόμενος του Brian Eno από πολύ νεαρή ηλικία, κουβαλά πάνω του την αύρα του «στρατηγικού συναισθήματος»: μπορεί να γράψει για τον Ed Sheeran και την ίδια στιγμή να συνθέσει ηχητικές προσευχές από αναμνήσεις, κλάματα και TikTok αποσπάσματα. Αλλά μην προσπαθήσεις να τον κατατάξεις. Ούτε ως παραγωγό, ούτε ως «ηλεκτρονικό», ούτε ως contemporary συνθέτη. Ό,τι κάνει ο Fred Again.. (και το Tiny Desk του είναι σχεδόν μανιφέστο) δεν είναι ακριβώς μουσική με τη στενή έννοια, αλλά συναισθηματική αρχιτεκτονική. Χρησιμοποιεί video samples, φωνές από συνομιλίες, απομεινάρια της καθημερινότητας, όπως ο Reich χρησιμοποίησε τους ήχους των σιδηροδρομικών σταθμών και των αφηγήσεων στο Different Trains. Μόνο που εδώ η αμαξοστοιχία είναι ψηφιακή, και περνά μέσα από σκληρούς δίσκους, όχι από σταθμούς.

Χτυπά ρυθμούς πάνω στο τραπέζι για να χτίσει ένα loop που νιώθει. Συνδυάζει φωνές, εικόνες, σιωπές και φίλτρα με τρόπο που δεν είναι τεχνικός, αλλά σχεδόν τελετουργικός. Η μουσική του δεν είναι φτιαγμένη μόνο για να ακουστεί, αλλά για να ανασάνει μαζί σου. Ο Fred Again.. δείχνει πώς μπορείς να πάρεις τα θραύσματα και να τα μετατρέψεις σε έναν ενιαίο, ευάλωτο, εξανθρωπισμένο ήχο. Και εκεί κάπου, ανάμεσα σε ένα sample από ένα voice note και ένα αρμονικό φίλτρο, ίσως να αναγνωρίσεις και κάτι δικό σου.

Nils Frahm – Live at the Philharmonie de Paris - ARTE Concert

Στην φιλμαρισμένη συναυλία του από την Philharmonie de Paris, ο Frahm εμφανίζεται πρώτα μόνος, πίσω από μια glass harmonica, και ο ήχος μοιάζει λιγότερο με μουσική και περισσότερο με ψίθυρο από κάποιον που έρχεται από μακριά, για να μείνει κοντά. Είναι το σημείο όπου η σιωπή αρχίζει να παραμορφώνεται, να φορτίζεται, να αποκτά μορφή. Η κάμερα δεν καταγράφει performance, αλλά μια εσωτερική πλοήγηση. Ο Frahm είναι περικυκλωμένος από αναλογικά synthesizers, tape machines, πιάνα, φίλτρα, κουτιά από άλλη εποχή. Και το απίθανο είναι ότι τα χειρίζεται όλα ταυτόχρονα, χωρίς βιασύνη και χωρίς επίδειξη.

Η ουσία βρίσκεται αλλού: στο πώς παντρεύει τον αναλογικό κόσμο με τον ψηφιακό, όχι σαν τεχνικός, αλλά σαν ποιητής μηχανών. Το πιάνο του αναπνέει μέσα σε κύματα από subfrequencies. Οι delay γραμμές του μοιάζουν να θυμούνται. Κι έτσι, ο Frahm κερδίζει κάτι σπάνιο: απόλυτη εκφραστική ελευθερία, όχι γιατί έχει πολλά εργαλεία, αλλά γιατί δεν τα διαχωρίζει. Είναι σαν να σου λέει: δεν έχει σημασία αν είναι πλήκτρο, κουμπί ή χορδή, αν μπορεί να μεταδώσει νόημα, είναι μουσικό όργανο. Κι εμείς, ακίνητοι, μέσα σε αυτόν τον χαμηλό φωτισμό και την παγωμένη ακουστική της αίθουσας, ακούμε τον Frahm να αποδομεί τη μουσική και να τη φτιάχνει ξανά, σαν κάποιος που προσπαθεί να θυμηθεί πώς είναι να νιώθεις.

Hania Rani – Live at Invalides in Paris, France for Cercle

Η Hania Rani διαλογίζεται μέσα από ήχο. Στο live της στο Invalides του Παρισιού, μπροστά σε έναν ουρανό που μοιάζει να ακούει, ξεκινά μόνη. Ένα σώμα, ένα Prophet 08, μια φωνή που δεν ζητά να τραγουδήσει, αλλά να υπάρξει. Η μουσική ανασαίνει. Η Rani φτιάχνει μια παλλόμενη δραματουργία με το synthesizer, σαν να γράφει καρδιακούς χτύπους πάνω σε σινθικά φίλτρα. Ύστερα, σχεδόν αθόρυβα, μετακινείται στο πιάνο. Δεν εγκαταλείπει το ένα για το άλλο· απλώς ενώνει δύο πλευρές του ίδιου εαυτού. Tην τεχνολογία τη χρησιμοποιεί για να απελευθερωθεί. Χωρίς διαμεσολάβηση. Χωρίς ερμηνευτή. Ο ήχος γίνεται φωνή.

Στη συνέχεια, όταν η αυτοσχεδιαστική ομάδα την ακολουθεί, η μουσική της διαστέλλεται. Ανοίγει χώρο. Δεν χάνει την ευαισθησία της – την μεταφέρει σε άλλες φόρμες. Είναι μια συνθήκη ακρόασης όπου τίποτα δεν είναι προσχεδιασμένο και όλα είναι αναγκαία. Ο ήχος προκύπτει από το τώρα, από τα βλέμματα, από τις παύσεις, από το κρυφό ρίσκο μιας συνεννόησης χωρίς λέξεις. Στην ουσία, η Rani παίζει με τα όρια της αφής, του χρόνου, της οικειότητας. Και μας αφήνει εκεί: θεατές ενός κόσμου που γεννιέται μπροστά μας, αλλά δεν μας ανήκει. Μόνο τον ακούμε. Και τον θυμόμαστε σαν όνειρο.

Ólafur Arnalds – Live from Hafursey, Iceland for Cercle

Στο κινηματογραφημένο του live από την ερημιά του Hafursey στην Ισλανδία, οι νότες μοιάζουν να βγαίνουν κατευθείαν από το έδαφος: από παγωμένες πέτρες, από τον ορίζοντα, από τον αέρα που δεν τολμά να φυσήξει δυνατά. Είναι μια μουσική που ταυτόχρονα σε αγκαλιάζει και σε ξεμακραίνει, οικεία και πανοραμική, ταπεινή και επική. Ο Arnalds παίζει με synths και πιάνο, παίζει με την παρουσία. Μετακινείται ανάμεσα σε αναλογικά πλήκτρα και ηλεκτρονικές υφές χωρίς να χάνει ποτέ την επαφή με την ουσία: αυτό που μετρά είναι το τώρα. Σε συνέντευξή του, λέει κάτι σαν προσευχή: «Αποφάσισα να επικεντρωθώ στο ότι βρίσκομαι εδώ, με φίλους που δούλεψαν σκληρά για αυτή τη μουσική. Αυτό είναι για μένα η απόλυτη δημιουργική κατάσταση. Όταν δεν μετρά τίποτα άλλο πέρα από το τι παίζεις τώρα».

Μιλά για τη σύνδεση. Και αυτή η σύνδεση (με τον εαυτό, με τους συνεργάτες, με τον τόπο) είναι που μεταμορφώνει τη μουσική του σε κάτι που δεν μπορείς να περιγράψεις εύκολα. Από την απαλή πρωινή ανάσα ενός πιάνου, μέχρι τα ηλεκτρονικά loops που στήνουν εσωτερικά τοπία, η διαδρομή μοιάζει αργή, αλλά διανύει κοσμικές αποστάσεις.

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured