Σπύρος Τορε

Ένα από τα πλέον «βαριά» ονόματα της εγχώριας ηλεκτρονικής σκηνής, ο Μιχάλης Δέλτα, θα εμφανιστεί το Σάββατο 17 Απριλίου στο Bios, παρουσιάζοντας το πρόσφατο νέο άλμπουμ του, Tech Me Away. Το Avopolis Greek άδραξε λοιπόν την ευκαιρία να ανταλλάξει απόψεις με έναν Έλληνα καλλιτέχνη που, αν και επέλεξε εναλλακτική πορεία στη μουσική του έκφραση, κατάφερε να αναδειχθεί και τελικώς να εδραιωθεί στο γενικότερο μουσικό προσκήνιο...

Αναδημοσίευση (από τον Απρίλιο του 2010) με αφορμή τα 25 χρόνια Avopolis

 Πολλές λαμπερές στιγμές στην καριέρα σας ως τώρα. Ποια αξιολογείτε, προσωπικά, ως την πολυτιμότερη;

Λαμπερές στιγμές σε μια πορεία (όχι καριέρα), είναι εκείνες στις οποίες το μουσικό μου έργο κόβει τον ομφάλιό του λώρο από εμένα και ενηλικιώνεται. Η ενηλικίωση αυτή είναι η λαμπερή στιγμή για τον καλλιτέχνη και για τη δημιουργία, όταν δηλαδή αποδεσμεύονται και οι δυο τους από την ανάγκη να αποδείξουν το οτιδήποτε. Επίσης, όταν ο ακροατής διακρίνει την έντιμη και ειλικρινή σχέση δημιουργού-έργου και, σαν συνέπεια αυτού, ταυτίζεται όσο επιθυμεί, όσο χωράει κάθε φορά μέσα του τον ήχο, τον λόγο, την αλήθεια. Με αυτήν την ερμηνεία λοιπόν αισθάνομαι ότι τέτοιες στιγμές δεν μετριόνται ούτε ξεχωρίζουν, απλά βιώνονται ανάμεσα στον δημιουργό και τον αποδέκτη ως στιγμές έκφρασης και συνεύρεσης.

Μπορείτε να αναφέρετε τρία ονόματα της μουσικής που έπαιξαν βασικό ρόλο στη «μουσική σας αφύπνιση»;

 Ξεχωρίζοντας τρεις από τους πολλούς, είναι οι  Brian Eno, Laurie Anderson και  Bill Evans. Προέρχονται από διαφορετικές μουσικές σχολές, παρ’ όλα αυτά μοιάζει σαν ο ήχος τους να αντηχεί μέσα μου ως ένα κοινό μονοπάτι απ’ το οποίο έχουν περάσει και έχουν αφήσει τα ίχνη τους.

 Πώς διακρίνει κανείς τα ακούσματά του από τον προσωπικό του ήχο – είναι εφικτό κάτι τέτοιο; 

Τα ακούσματά μου είναι τόσα πολλά και διαφορετικά. Ο προσωπικός ήχος μου δεν είναι συνυφασμένος με  τις μουσικές που ακούω εδώ και τριάντα χρόνια. Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω καθαρή εικόνα του ήχου μου, πέρα από το ότι η βάση της μουσικής μου στηρίζεται στην ηλεκτρονική μουσική. Δεν είμαι από εκείνους τους σύνθετες οι οποίοι συνηθίζουν να δημιουργούν μέσα από ένα συγκεκριμένο μουσικό είδος. Έχω πειραματιστεί και έχω προσφέρει διαφορετικά ακούσματα. Ωστόσο αισθάνομαι παιδί της techno κουλτούρας, της «μελοποίησης» δηλαδή του αστικού θορύβου. 

Ποιο χαρακτηριστικό επιζητάτε από ένα live DJ σετ, και ως δημιουργός αλλά και ως ακροατής; 

Ας μιλήσουμε καλύτερα για ένα live act και όχι DJ σετ – το δεύτερο αποτελεί ένα είδος χόμπι, χωρίς να υποβιβάζει κάτι αυτό που λέω. Το πώς θα παρουσιάσω κάθε φορά ένα μουσικό υλικό έχει μεγάλο ενδιαφέρον για μένα, επειδή με προκαλεί και ενίοτε με πάει λίγο παραπέρα. Αυτό λοιπόν που περιμένω από μια τέτοια διαδικασία είναι το να μπορέσω να επικοινωνήσω όσο το δυνατόν καλύτερα και καθαρά στον κόσμο τον ήχο μου, με όλο τον συναισθηματικό του κραδασμό. Φεύγοντας κάποιος από μια συναυλία μου να έχει πάρει κάτι μαζί του, έστω για λίγα δευτερόλεπτα. Αντίστοιχα, ως ακροατής, επιζητώ αυτή τη συγκεκριμένη συγκίνηση, να μπορέσω να μπω βαθύτερα μέσα μου παρέα με τους ήχους των δημιουργών και να εξωτερικεύσω ό,τι έχω ανάγκη κάθε φορά.

delta1

Ξέρουν οι Έλληνες να ακούν ηλεκτρονική μουσική; 

Εννοείται πως μια μερίδα ακροατών ακούει και παρακολουθεί την ηλεκτρονική μουσική εδώ και πολλά χρόνια. Εκτός από το νεανικό κοινό υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι με μουσική παιδεία και καλλιέργεια, ακομπλεξάριστοι και ανοιχτοί. Για παράδειγμα ο Αργύρης Ζήλος και ο Μάκης Μηλάτος, δυο σπουδαία κεφάλια στη μουσική ενημέρωση- εξέλιξη, είναι άνθρωποι που έχουν βοηθήσει με την εντιμότητα του έργου τους να ενημερωθεί το κοινό για μουσικά ακούσματα πέρα των πολύ γνωστών καλλιτεχνών και έχουν δημιουργήσει ένα είδος Διαφωτισμού με έναν πολύ προσωπικό τρόπο. Το λέω αυτό γιατί συνηθίζουμε να δίνουμε το credit μόνο στους καλλιτέχνες και κάτι τέτοιο αντηχεί άκομψα. Οι μουσικοί από μόνοι τους δεν επαρκούν, δεν ολοκληρώνουν τον στόχο της τέχνης της μουσικής, χρειάζονται και οι κριτικοί και οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί, οι οποίοι αποτελούν μια  αλυσιδωτή σχέση  στην τελική εικόνα.

 Φάκελος «Δισκογραφία». Πόσο «άρρωστο» βρίσκετε τον συγκεκριμένο ασθενή; Έχουμε να κάνουμε με τραγωδία ή απλά με μετάβαση σε μια νέα εποχή; 

Δεν βγάζω χρήματα από τους δίσκους μου, αφού όλοι τους κατεβάζουν από το ίντερνετ εδώ και χρόνια. Ούτε οι δισκογραφικές, αντίστοιχα, επιβιώνουν πλέον με τον ίδιο τρόπο, συγκριτικά με το πώς είχαν τα δεδομένα δέκα χρόνια πριν. Δεν με τιμά καθόλου αυτή η πραγματικότητα, αντίθετα με προβληματίζει έντονα και με προσβάλλει. Το ότι η μουσική πλέον θεωρείται δεδομένη παροχή, το ότι κάποια μεγάλα ονόματα όπως οι Radiohead και ο Moby είχαν το θράσος να κάνουν δηλώσεις δήθεν υπέρ του free download (καθαρό μάρκετινγκ), έχοντας στην τσέπη τρελά οικονομικά αποθέματα, με κάνει έξαλλο και ευτυχώς με απομακρύνει από το να εμπιστεύομαι το έργο τέτοιων καλλιτεχνών, που παλιότερα θαύμαζα. Ετοίμαζα τον νέο δίσκο μου εδώ και τρία χρόνια και, μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, κάποιοι μαλάκες τον συρρικνώνουν σε αρχείο MP3, προσφέροντάς τον δωρεάν. Αυτή δεν είναι μια νέα μετάβαση, είναι μια αμάζευτη ασυνειδησία. 

Θέλετε να μας προτείνετε κάποιον (νέο) ξένο ή Έλληνα καλλιτέχνη τον οποίον ανακαλύψατε πρόσφατα και σας έκανε εντύπωση ο ήχος του; 

Οι Port-Royal είναι ένα group ηλεκτρονικής μουσικής από την Ιταλία, οι οποίοι μου τράβηξαν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον, τόσο μουσικά, όσο και με τα video-projects τους. Μου θυμίζουν κάποιες ατμόσφαιρες του Τέλσον των Στέρεο Νόβα σε μια σημερινή εκδοχή, με μια έννοια. Κρατώ μια προσωπική επαφή μαζί τους και χαίρομαι για το ότι είναι ανοιχτοί και καλοπροαίρετοι. Από Έλληνες, βρίσκω αντιπροσωπευτική εκφράστρια της experimental pop την Etten, η οποία έχει μια δική της, ανενόχλητη, παρουσία στα ελληνικά μουσικά δρώμενα.  

Για το τέλος, υπάρχει κάτι που σας λείπει ως καλλιτέχνη; Κάποιος ανεκπλήρωτος ως τώρα στόχος; 

Είμαι πλήρης. Δίχως να το αντιληφθώ έφερα ένα μικρό φως, το οποίο παραμένει ενεργό σε πολλές καρδιές. Αυτή είναι και η δύναμη της έμπνευσης.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured