Νίκος Σβέρκος

Opinionadsver2_frontpage

Τώρα που ήρθε ξανά η ώρα να μετρήσουμε αποκαΐδια, τόσο των ζωών μας όσο και των κτιρίων, πρέπει να κάτσουμε για μια φορά να σκεφτούμε τι είναι αυτό που τα προκαλεί. Γιατί κι εγώ θρήνησα για τον καμένο ιστορικό κινηματογράφο “Αττικόν”, όχι όμως επειδή χάθηκε κάτι όμορφο, αλλά επειδή το κατέστρεψε κάτι φαινομενικά αναγκαίο.

Ας τα πιάσουμε ένα-ένα. Η νέα δανειακή σύμβαση είναι καταστροφική. Και η αντιμετώπιση που μας επιφυλάσσουν οι δανειστές και οι κυβερνήσεις μοιάζει κάπως έτσι: κάποιος άνθρωπος υποφέρει από μια βαριά ασθένεια και οι γιατροί του λένε «έτσι κι αλλιώς θα πεθάνεις, αλλά για να μην πονάει πολύ το κεφάλι σου, θα σου κόψουμε πρώτα τα πόδια». Κι εκείνος προσπαθεί να πάρει μια άλλη γνώμη, να πει τι τον πονάει πραγματικά, αλλά γνωρίζει ποιος έχει το νυστέρι.

Αυτή η κατάσταση δεν είναι καινούργια. Εδώ και δεκαετίες οι πολιτικοί που κυβερνούσαν την Ελλάδα έμοιαζαν με έναν γιατρό ο οποίος διακατέχεται από μια μανία για εγχειρήσεις, έχοντας πάντα στο πλευρό του τα ισχυρά αναισθητικά: ρουσφέτια, ψέματα και μεγάλα λόγια. Και όταν τα αναισθητικά σταμάτησαν να επιδρούν, ο ασθενής άρχισε να υποφέρει αφόρητα μέχρι να προταθεί ο ακρωτηριασμός.

Opinionadsver_2

Μέσα σε μια τέτοια ασθένεια μεγάλωσε η σύγχρονη Ελλάδα. Η οποία έπνιγε τον πόνο της σε σκυλάδικα, εκτονωνόταν πετώντας καρέκλες σε γήπεδα, φανατιζόταν με ψευδεπίγραφα πολιτικά διλήμματα. Και κατάπινε αμάσητη την προπαγάνδα. Αυτό όμως που οι κυβερνώντες έκαναν πως δεν καταλάβαιναν, ήταν ότι ο «ασθενής» μετατρεπόταν σε ένα τέρας. Ένα τέρας χωρίς αρχές, χωρίς κοινωνικές αξίες, χωρίς πολιτικές επερωτήσεις και πολιτιστικές διεξόδους.

Φτάσαμε έτσι σήμερα να καίγεται ένας ιστορικός κινηματογράφος και καμιά εικοσαριά άλλα κτίρια στο κέντρο της Αθήνας, μαζί με τζαμαρίες πολυκαταστημάτων και ενεχυροδανειστηρίων. Αυτό όμως που μερικοί δεν θέλουν να δείξουν και άλλοι να δουν, είναι ότι πρώτα κάηκε η ζωή των ανθρώπων. Οι οικονομικοί αριθμοί απλά επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές: η κοινωνία στην Ελλάδα είναι πτωχευμένη και θα εξαθλιωθεί ακόμα παραπάνω.

Αν κάποιος τρώει σκουπίδια για μια ζωή είναι εύλογο να βλέπει, να ακούει και να ψηφίζει σκουπίδια. Και τελικά να καίει ό,τι του θυμίζει τη σκουπιδιάρικη ζωή του. Ένας όμορφος κινηματογράφος είναι για έναν χρεοκοπημένο άνθρωπο –είτε αυτός περικλείεται από μια απόλυτη «ιδεολογία», είτε ακολουθεί τις αστυνομικές εντολές των ανωτέρων του– ακριβώς το ίδιο πράγμα με ένα υποκατάστημα πολυεθνικής αλυσίδας καφετεριών. Και θέλει να τα δει όλα αποκαΐδια.

Αρκετά λοιπόν με τους κλαυθμούς για τα καμένα κτίρια. Όλα τους είναι απλά η απόδειξη ότι η κοινωνία κάηκε, ότι η αλληλεγγύη καταστράφηκε και ότι η δημιουργία έχει υποτιμηθεί. Είναι καιρός να κλάψουμε για άλλα, πιο σημαντικά. Για τις ζωές και το μέλλον όλων μας. Κι αυτό το συναίσθημα να γίνει δημιουργική οργή. Να χτίσουμε τον νέο κόσμο κρατώντας τον παλιό ως υπενθύμιση για να θυμόμαστε τι δεν πρέπει να ξανακάνουμε. Για να θυμόμαστε την εξαθλίωση και να θέλουμε να μην την ξαναζήσουμε.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured