Νίκος Σβέρκος

«Opinions are like assholes, everyone has one, some just stink more than others»
Πιθανόν πρωτοειπώθηκε από τον Charles Barkley

Ακούω τον άνκορμαν του κεντρικού δελτίου μεγάλου καναλιού να ζητωκραυγάζει για το πόσο συγκλονιστικά ωραίο είναι να συγκεντρώνεται κόσμος στο Σύνταγμα χωρίς κομματικές σημαίες, χωρίς συνδικάτα και χωρίς ιδεολογίες, παρά μόνον κραδαίνοντας τη «γαλανόλευκη». Οι μεγαλοστομίες δεν υπάρχουν μόνον για την αύξηση της θεαματικότητας, αλλά και για την καλλιέργεια εντυπώσεων. Πρόκειται για ένα κόλπο που πιάνει ακόμα. Δεν πρόκειται περί κάποιου φόβου ο οποίος έχει πιάσει τους opinion leaders. Όσο κυριαρχεί η εικόνα της μούτζας, της σημαίας και του λουκάνικου, τότε τίποτα δεν διακινδυνεύεται, τίποτα δεν τίθεται σε αμφισβήτηση. Η απλή κραυγή κρατάει λίγο και εντυπωσιάζει λίγο περισσότερο. Η ξεκάθαρη θέση και η υπεράσπισή της μέχρι τέλους προκαλεί ανησυχίες, όχι το ξέσπασμα.

Εδώ χρειάζεται μια σημαντική διασαφήνιση: δεν μπορείς να βάλεις στο ίδιο τσουβάλι όλους τους ανθρώπους που κατεβαίνουν στο Σύνταγμα, γιατί είναι διαφορετικοί αναμεταξύ τους. Στην πλατεία συνυπάρχουν οι ανήσυχοι με τους χαβαλεδιάρηδες, οι ευαισθητοποιημένοι με τους συμφεροντολόγους, οι μπλόγκερς με τους αναγνώστες, οι χίπστερς με τους σκυλολαϊκούς. Το να τους κριτικάρεις ή να τους επικροτήσεις είναι σαν να αποδέχεσαι την ύπαρξη συλλογικής ευθύνης και συνείδησης. Καθαρά φασιστική πρακτική δηλαδή. Αλλά κάποιες εικόνες κυριαρχούν και πρέπει να τις χλευάσουμε, κάποτε.

Πρέπει να μην σιωπάς δηλαδή απέναντι στις παραφωνίες που τις εκμεταλλεύεται ο αντίπαλος. Όπως δεν σιωπάς πια και δηλώνεις την αγανάκτησή σου απέναντι από τη Βουλή, άλλο τόσο πρέπει να κάνεις κάτι για όσους ακυρώνουν την ύπαρξή σου εκεί. Ένα πανό είναι μία δήλωση, είναι μια άποψη. Αν διαφωνείς και δεν παλεύεις να την καταρρίψεις, τότε θα κερδίσει πανηγυρικά. Αν αποκλείεις τα συνδικάτα, τα κόμματα, τις ιδεολογικές σημαίες και τις, εν τέλει δομημένες, προτάσεις για χάρη της απάνθρωπης πολυφωνίας, τότε είσαι άξιος της απραγίας σου.

Επί του προκειμένου, στο Σύνταγμα διαδραματίζεται μια τυπικά ελληνική σκηνή: οι καθημερινές συγκεντρώσεις είναι ένας αντικατοπτρισμός της ελληνικής κοινωνίας. Από τη μία, στα «ορεινά» υπάρχει η σιωπηρή πλειοψηφία που επηρεάζει τα πάντα με κατευθύνσεις συχνά σχιζοφρενικές. Εκεί σιχαίνονται τους κρατούντες την εξουσία, αλλά όχι αυτή καθαυτή την εξουσία. Βρίζουν τους 300 κλέφτες και τους υπόσχονται κρεμάλες, επειδή «όλοι ίδιοι είναι», όπως βρίζουν για παράδειγμα τους δημοσίους υπαλλήλους συλλήβδην, επειδή «κάθονται». Εκεί λοιπόν φαίνεται το αποτέλεσμα της ελληνικής πολιτικής. Απολίτικο άτομο δεν υπάρχει, ακόμα και η άρνηση της «πολιτικής» είναι στάση πολιτική.

Στα «πεδινά» γίνονται οι συνελεύσεις, οι οποίες αρχικά έμοιαζαν με group therapy, αρχίζουν όμως και αλλάζουν. Καλή η ψυχανάλυση, αλλά μερικές φορές χρειάζεται και λίγη πράξη. Πάλι καλά εκεί υπάρχουν γνωστές φάτσες, υπάρχουν άνθρωποι που εδώ και χρόνια τρώνε τα πεζοδρόμια, τις αίθουσες συνεδριάσεων, τα δακρυγόνα, τα βρισίδια των υπολοίπων. Υπάρχουν αυτοί που επιμένουν ότι πρέπει να πάρει πολιτική κατεύθυνση το όλο πανηγύρι και να πει μερικές σαφείς κουβέντες. Οι συνελεύσεις γίνονται εδώ και εκατονταετίες, αλλά κάποιοι συγκεκριμένοι φρόντισαν να τις υποτιμήσουν, να τις χλευάσουν και να τις ενοχοποιήσουν. Πάλι καλά που μερικοί τις ανακαλύπτουν τώρα, κι ας νομίζουν ότι λείπουν τα «κομματόσκυλα».

Το να πεις λοιπόν ότι η όλη κατάσταση πρέπει να αποκτήσει περισσότερο πολιτικά χαρακτηριστικά είναι άτοπο και ανούσιο, διότι ήδη έχει τέτοιο χαρακτήρα. Ήδη παράγεται πολιτική στο Σύνταγμα, αλλά διαφορετικών φάσεων και διευθύνσεων. Στη Μαδρίτη, εκεί όπου γεννήθηκε αυτό το περίεργο ραντεβού, η Puerta del Sol έχει πλέον γίνει ένα μεγάλο αντίσκηνο χωρίς ουσιαστική δράση. Πήγα εκεί και είδα μόνον μερικούς χίπις να χτυπάνε ταμπούρλα. Ακριβώς γι’ αυτό και τώρα η «αγανάκτηση» μεταφέρεται στο καθημερινό. Οι συνελεύσεις γίνονται στις γειτονιές και φτιάχνονται σαφέστερα αιτήματα. Είναι και αυτή μια σοβαρή λύση.

Σε τελική ανάλυση, το θέμα είναι αν προτιμούμε το λέιζερ και τη λεβεντομαλακία ή την πρόταση και την εργασία. Το Σύνταγμα δεν πρόκειται να λύσει κάτι, γιατί είναι μια σταγόνα. Μπορεί να ταράξει συνειδήσεις στη μειοψηφία του κόσμου που φοβάται να συμμετάσχει σε έναν φορέα, να απεργήσει, να διαδηλώσει. Οι επαναστάσεις όμως έχουν υλικά αίτια και υλικά αποτελέσματα. Στον ηλεκτρονικό κόσμο, πόσο μάλλον στον τηλεοπτικό, δεν γίνονται επαναστάσεις.

Ίδωμεν.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured