Θάνος Καμπύλης

Ο χορός της κρίσης έχει ανοίξει για τα καλά, κι ένα από τα πολλά φαινόμενα που έφερε μαζί είναι και οι γνωστοί μας πλέον «Aγανακτισμένοι». Οι Ιndignados της Puerta del Sol που μάθαμε όλοι μας τις τελευταίες μέρες. Είναι μαζικό κίνημα; Είναι εντελώς ανούσιο; Είναι ξενέρωτο γιατί δεν σπάει κανείς τίποτα; Είναι παράξενο γιατί είναι από τις πρώτες φορές που γίνεται μια μεγάλη συγκέντρωση μη αριστερών/συνδικάτων/κομματικών στελεχών με σημαιούλες;

Είναι όλα τα παραπάνω και τίποτα, στο μυαλό μας. Ένα είναι πάντως σίγουρο: πως ακόμα και σε αυτό καταφέραμε να διχαστούμε σαν έθνος. Από τη μια, όσοι πέσανε με τα μούτρα στην «αγανάκτηση», ακολουθώντας μια μόδα –είτε το θέλουμε είτε όχι– εκ Ισπανίας ορμώμενη, από την άλλη όσοι έσπευσαν είτε να την καταδικάσουν, είτε να την απαξιώσουν, είτε να τη σνομπάρουν. Σε κάθε περίπτωση νομίζω, αξίζει να δούμε αποστασιοποιημένα το φαινόμενο. Τουλάχιστον αυτό θα προσπαθήσω να κάνω εδώ, γι' αυτό και παραθέτω τις «αλήθειες» μου σε τυχαία σειρά, και με μπερδεμένα στρατόπεδα:

-Είναι το ξεκίνημα μιας κίνησης, για την οποία δεν ξέρουμε πού θα φτάσει, αλλά δεν ξέρουμε και τι ακριβώς είναι. Ετερόκλητη, σίγουρα, μα και με δυναμική από την άλλη.

-Όταν τελικά θες να περιφρουρήσεις μια πορεία, μπορείς να το κάνεις πολύ εύκολα.

- Είναι κρίμα να απαξιώνεται μια τέτοια κίνηση –όποια κι αν είναι– από τον προοδευτικό κόσμο της Αριστεράς, που για κάποιο λόγο νιώθει πως οι πορείες αποτελούν δικό της κάστρο. Το «τυφλό» πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη (Παλλαϊκά συλλαλητήρια το Σάββατο σε όλη τη χώρα) μου θύμισε μάλιστα την κοντόφθαλμη λογική των αθλητικών εφημερίδων, όταν π.χ. κερδίζει ο Παναθηναϊκός το 6o ευρωπαϊκό τρόπαιό του και ο Γαύρος έχει σεντόνι «Το μυστικό του Μιραλάς». Είναι υποκρισία, και δεν καταλαβαίνω γιατί ο κόσμος πρέπει να βγαίνει στους δρόμους μόνο με συγκεκριμένες παρατάξεις.

-Οι αγανακτισμένοι είναι αυτό που λέει το όνομά τους: αγανακτισμένοι. Αρκεί όμως κάτι τέτοιο για να ταρακουνήσει τα 300 βλαστάρια στην πολυκατοικία της Βουλής; Νιώθουν καθόλου «καυτές ανάσες» από τον λαό ή το βλέπουν σα μια χαριτωμένη κίνηση των Ελλήνων οι οποίοι «επιτέλους ξύπνησαν»; Και σε ποιον βαθμό είναι άραγε αγανακτισμένοι; Θα μείνουν π.χ. για τρεις μήνες κατασκηνωμένοι στο Σύνταγμα; Και μετά;

-Δεν προτείνεται κάτι συγκεκριμένο. Ο καθένας είναι αγανακτισμένος, και δικαίως, όμως αυτή η αγανάκτηση θα πρέπει να εκφραστεί σε συγκεκριμένες σκέψεις και απόψεις, και όχι απλώς σε αόριστες αποδοκιμασίες και έξυπνα πανό.

-Ποιο είναι το μεγαλύτερο καλό των Αγανακτισμένων κατά τη γνώμη μου: κατάφεραν να δείξουν ότι ο κόσμος δεν πρέπει να φοβάται να κατέβει στο δρόμο. Ότι ένας συνταξιούχος παππούς, μια άνεργη 25χρονη, ένας απολυμένος 40άρης και μια νοικοκυρά με δύο παιδιά στο καροτσάκι, μπορούν να συνυπάρξουν για να διεκδικήσουν κάτι –ό,τι κι αν είναι αυτό.

-Εύλογη απορία: τώρα αγανάκτησε ξαφνικά ο κόσμος; Τώρα έφτασε ο κόμπος στο χτένι και το μαχαίρι στο κόκαλο, κτλ. κτλ.; Σίγουρα όχι. Υπήρξε μια σημαντική καθυστέρηση...αγανάκτησης. Αλλά αν σκεφτείς ότι είμαστε στην Ελλάδα, κάλλιο αργά, παρά ποτέ.

-Κράτησα την απογοήτευση για το τέλος. Μου ’δειξε σήμερα μια φίλη ένα βιντεάκι από προεκλογική συγκέντρωση του Ανδρέα Παπανδρέου το 1985. Ύστερα είδαμε του Καραμανλή. Για σύγκριση. Σε μια περίοδο αρκετά πιο πωρωμένη πολιτικά. Το αποτέλεσμα όμως ήταν ένα: λαοθάλασσα. Πού είναι η απογοήτευση λοιπόν; Όταν η συγκέντρωση έχει συγκεκριμένη πολιτική χροιά, μαζεύει απείρως περισσότερο κόσμο από κάτι ουδέτερο και αχρωμάτιστο. Τουλάχιστον έτσι το βλέπω εγώ. Και το θεωρώ κρίμα.

-Ελπίδα υπάρχει; Θα ’πρεπε να υπάρχει. Είναι το ζητούμενο. Και πού ήταν; Βρισκόταν νομίζω σε δύο σημεία. Στη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο. Αλλά και στον πολιτισμό της όλης κίνησης. Την επόμενη μέρα δεν είδαμε λαμπόγυαλα και συντρίμμια. Δεν είδαμε κλάματα από δακρυγόνα, και υπερβάσεις εξουσίας από όσους εφαρμόζουν τον νόμο. Κι αυτό είναι ένα κέρδος.

-Συμπέρασμα; Πολλά. Αλλά θα αρκεστώ σε κάτι που διάβασα στο twitter. Ίσως θα ’ταν καλύτερα, άσχετα από το αν είσαι στους Αγανακτισμένους ή όχι, πριν κατέβεις να διαμαρτυρηθείς, να κοιταχτείς καλά τουλάχιστον για έξι ώρες στον καθρέφτη σου (το ορκίζομαι: έξι ώρες έλεγε), να κάνεις την αυτοκριτική σου, και –αφού δεις με ποιους πραγματικά έχεις υπάρξει κατά καιρούς– τότε να φωνάξεις το σύνθημα της αλλαγής με καθαρή τη συνείδηση, και από το μηδέν. Reset το λένε οι κομπιουτεράδες. Ένα κουμπί είναι. Αλλιώς format, και γρήγορα...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured