Αγαπημένο μου ημερολόγιο,


 


πάντοτε κάκιζα τους γονείς μου που δεν μπορούσαν να μου εξασφαλίσουν ποτέ τίποτα με τις ανύπαρκτες διασυνδέσεις τους. Τώρα κακίζω και την αδερφή μου. Διότι, αν ήταν αναπληρώτρια κυβερνητικού εκπροσώπου (κι όχι της ταπεινής Β’ Βάθμιας, όπως τώρα), θα μπορούσα και ’γω να υλοποιήσω ό,τι ιδέα είχα και να τύχω και χρηματοδότησης από φορέα του δημοσίου. Όμως, εγώ είμαι μια γυναίκα άσημη, μεταξύ χιλιάδων άλλων και μάλιστα μπορεί μεταξύ των 120.000 που ο κ. Μάνος Αντώναρος φωτογράφισε εν αγνοία τους και θα τις εκθέσει τους επόμενους μήνες (αφού πρώτα τις ανέβασε στο internet) με έξοδα του δήμου Αθηναίων. Δεν ξέρω αν η έλλειψη νομικού πλαισίου το καθιστά «νόμιμο», σίγουρα όμως δεν το καθιστά «ηθικό». Η έλλειψη συναίνεσης στην αποτύπωση προσωπικών στιγμών στο κέντρο της Αθήνας (στην οδό Ερμού), την ώρα που μιλάς στο κινητό ή γλείφεις το δάχτυλό σου, στο κολλημένο μου μυαλό φαντάζει ωσάν το αδιάκριτο μάτι του Μεγάλου Αδερφού, που με μηδενικά έξοδα ή όποιο άλλο κόστος κάνει το κέφι του εις βάρος μου – είναι κι αυτό μια ακόμη εκδοχή των σκανδάλων τα οποία ταλανίζουν την κυβέρνηση. Φυσικά και «οι γυναίκες μπορούν και μόνες του» (τίτλος της έκθεσης), αγαπημενό μου ημερολόγιο, να ξεφτιλιστούν˙ αρκεί πριν να το έχουν επιλέξει.


 


 

Υ.Γ. Ευτυχώς, μάλλον τη γλίτωσα, αφού δεν έχω «καταπληκτικό χρώμα στα μάτια», όπως οι περισσότερες Ελληνίδες (βλ. συνέντευξη του δημοσιογράφου στο free press του Αθήνα 9.84).

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured