Άγγελος Κλειτσίκας

 

Ο χαρακτηρισμός της Erased Tapes στον τίτλο, δεν είναι δικιά μου έμπνευση. Είναι η απάντηση που έδωσε ο ίδιος της ο ιδρυτής, Robert Raths, όταν του ζητήθηκε να περιγράψει την εταιρεία του με μία μόνο πρόταση. Από τη μία μεριά, η φράση αυτή συμπυκνώνει ιδανικά τόσο τα μελαγχολικά ηχοτοπία που αναπτύσσονται στον εσωτερικό κόσμο του ακροατή, όσο και τη διαχρονικότητα που αναπνέει μέσα στο σύμπαν της Erased Tapes, λόγω της συγκέντρωσης καλλιτεχνών με κλασική μουσική παιδεία, που της χαρίζουν το στίγμα τους. Από την άλλη, η πυκνότητα της απάντησης σε τόσο στενό λεκτικό χώρο αναδεικνύει και το κυρίαρχο μοτίβο που συνδέει τα μέλη ενός φαινομενικά αντιφατικού ρόστερ: εκλεπτυσμένη μινιμαλιστική αισθητική, απόλυτη συναισθηματική αταξία.

Inderasd_2.jpg

Ο μινιμαλισμός αποτελεί λέξη-κλειδί για να κατανοήσει κανείς τον κωδικοποιημένο αλγόριθμο που δημιουργεί το νόημα ανάμεσα στους καλλιτέχνες της δισκογραφικής. Πολλοί μεγάλωσαν εκτεθειμένοι στα ίδια βασικά ερεθίσματα, γνωστών συνθετών νεοκλασικής, μινιμαλιστικής μουσικής: σαν τον Αμερικάνο πολυοργανοπαίκτη Ralph Towner με τη δωδεκάχορδη κιθάρα του και τις εκπληκτικές συνθέσεις μουσικής δωματίου, τoν Keith Jarrett –μία προφανής αναφορά– τον επιτυχημένο Πολωνό συνθέτη Henryk Górecki, τον ευφυέστατο και εκ φύσεως πειραματιστή Βρετανό βιολοντσελίστα Gavin Bryars. Κοινή όμως συνισταμένη, είναι ο πατέρας του μοντέρνου, φυσικού μινιμαλιστικού ήχου: ο Εσθονός Arvo Pärt, επνευστής της συνθετικής και εκτελεστικής τεχνικής Tintinabulli, η οποία βασίζεται στην ψαλτική παράδοση της Καθολικής Εκκλησίας.Τα βραβεία που έχει κερδίσει τα τελευταία 20 χρόνια, μιλάνε από μόνα τους. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που πολλοί κριτικοί αναφέρονται στην Erased Tapes ως το «πνευματικό παιδί του Arvo Pärt». 

{youtube}TJ6Mzvh3XCc{/youtube}

Η δισκογραφική ιδρύθηκε τις αρχές του 2007, με έδρα το Λονδίνο. Ο γεννημένος στη Γερμανία εμπνευστής της, Robert Raths, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον με ποικίλα ερεθίσματα, αλλά ποτέ δεν φαντάστηκε τον εαυτό του να ασχολείται επαγγελματικά με τον χώρο της μουσικής. Ο πατέρας του έπαιζε όργανο στην εκκλησία και τον παρότρυνε έτσι να παίξει πιάνο, ενώ η μητέρα του τον διασκέδαζε με «απαγορευμένα» μελωδικά γλυκίσματα. Παρ' όλα αυτά τον κέρδισε το σχέδιο και οι καλές τέχνες, κι έτσι σπούδασε αρχιτεκτονική. Όλα άρχισαν να αλλάζουν το 1999, όταν και ξεκίνησε δουλειά σε ένα μουσικό τηλεοπτικό κανάλι, σαν σχεδιαστής του στούντιο. Το μικρόβιο είχε εισχωρήσει ανεπιστρεπτί στον οργανισμό του και από τότε άρχισε να σκέφτεται τη δημιουργία μιας δισκογραφικής με τους δικούς του κανόνες, μακριά από τη συσχέτιση με οποιαδήποτε σκηνή ή με άλλη ανεξάρτητη εταιρεία.

Inderasd_3.jpg

Σκοπός του ήταν –και είναι ακόμη– να συγκεντρώσει μία παλέτα ονομάτων που θα πετύχαιναν να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ του ποπ ήχου και της κλασικής μουσικής και του ηλεκτρονικού στοιχείου με το ακουστικό, φέρνοντας, όπως έχει πει, στο ίδιο δωμάτιο «άτομα που ίσως και να μη γνωρίζονταν ποτέ». Η Erased Tapes είναι όμως και παράδεισος για τον φετιχιστή συλλέκτη δίσκων: τα εξώφυλλα λ.χ. αποτελούν συμβολικά μινιμαλιστικά κομψοτεχνήματα (πολλά από αυτά έχουν σχεδιαστεί μάλιστα από τον Αμερικάνο καλλιτέχνη Gregory Euclide, γνωστό στους μουσικούς κύκλους από τη δημιουργία του εξωφύλλου του δεύτερου άλμπουμ των Bon Iver), τα οποία κρύβουν μέσα τους έναν ολόκληρο κόσμο από μικροαντικείμενα για να εξερευνήσεις και να δεθείς μαζί τους. Στην ίδια αισθητική γραμμή κινούνται και τα βιντεοκλίπ των καλλιτεχνών, αλλά και τα social media της δισκογραφικής. 

Αυτό όμως που έχει πραγματικό ενδιαφέρον είναι οι ιστορίες των πρωταγωνιστών. Θα πραγματοποιήσουμε έτσι μερικές εκλεκτικές χρονικές στάσεις στον κατάλογο της εταιρείας, αποδομώντας τους πιο ιδιαίτερους από εκείνους.

{youtube}PfIzE3NnOcU{/youtube}

Η πρώτη κυκλοφορία που έστρεψε τα βλέμματα κριτικών και ακροατών προς το λονδρέζικο loft όπου στεγάζεται η Erased Tapes, ήταν το ντεμπούτο ενός χαρισματικού Ισλανδού πιανίστα (και όχι μόνο). Την ιστορία βασικά του Ólafur Arnalds, μόνο η μουσική μπορεί να χαρίσει: ξεκίνησε ως ντράμερ σε μία hardcore μπάντα που έπαιξε το 2004 μαζί με τους Heaven Shall Burn –ένα γερμανικό metal γκρουπ– στην ισλανδική τους περιοδεία. Ο τολμηρός Arnalds πήρε τότε την πρωτοβουλία και τους έστειλε κάποιες ηχογραφήσεις με επικά progressive rock κομμάτια που είχε γράψει. Οι Γερμανοί ενθουσιάστηκαν και του ζήτησαν να γράψει το intro και το outro για το νέο τους άλμπουμ. Λίγες μέρες μετά, δέχθηκε τηλεφώνημα από την Erased Tapes για να ηχογραφήσει το Eulogy For Evolution

Inderasd_4.jpg

Έτσι ξεκίνησε μία πλουσιότατη πιανιστική καριέρα, η οποία περιέχει τα πάντα. Τρία άλμπουμ στην Erased Tapes, με το δεύτερό του (...And They Have Escapes The Weight Of Darkness, 2010) να αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές κυκλοφορίες της δισκογραφικής, δύο projects για τα οποία παρήγαγε ένα κομμάτι κάθε μέρα της εβδομάδας, μια συνεργασία με τον φίλο του Janus Rasmussen των Bloodgroup –με τον οποίον σχημάτισε και το drone techno ντούο Kiasmos και κυκλοφόρησαν μόλις πέρυσι το εσωστρεφώς χορευτικό ομότιτλο ντεμπούτο τους (επίσης στην Erased Tapes)– αλλά και συνθέσεις soundtrack για κινηματογραφικές ταινίες όπως το Hunger Games και το Gimme Shelter. Σπουδαιότερή του όμως δουλειά έως τώρα είναι το «ντύσιμο» του βρετανικού τηλεοπτικού δράματος Broadchurch, για το οποίο κέρδισε και βραβείο BAFTA. Τημ περίοδο αυτή ασχολείται με την επανεκτέλεση συνθέσεων του Σοπέν μαζί με τη γερμανο-ιαπωνικής καταγωγής Alice Sarra Ott, σε ένα ιδιαίτερα απαιτητικό project, όπως έχει δηλώσει.

Επόμενη σημαντική κυκλοφορία για την Erased Tapes το ντεμπούτο των British Expeditionary Force με τον εξευγενισμένα εμβατηριακό ήχο (From Chapter One: A Long Way Home, 2007), εμπνευσμένο από τα ομώνυμα βρετανικά στρατεύματα στη Γαλλία κατά τους δύο παγκοσμίους πολέμους. Και το 2009 προστέθηκαν δύο ακόμη αξιοπρόσεχτες κυκλοφορίες: το ντεμπούτο των ρομαντικών, αιθέριων post-rockers Codes In The Clouds (Paper Canyon), αλλά και το Music For Falling From Trees του Peter Broderick, ο οποίος –όποτε δεν ηχογραφεί για τη Bella Union τα πιο εύπεπτα folk του– γράφει πειραματική, έγχορδη και ευρύχωρη ambient για την Erased Tapes. Το ίδιο έτος κυκλοφόρησε την πρώτη του κατάθεση στην εταιρεία κι ένας πολυπράγμων Γερμανός συνθέτης, ο σπουδαιότερος ίσως που διαθέτει.

{youtube}CJrKz1KyWSM{/youtube}

Ο Nils Frahm γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1982 και μεγάλωσε σε ένα βαθιά καλλιτεχνικό περιβάλλον. Ο πατέρας του εργαζόταν ως ελεύθερος φωτογράφος και είχε συνεργαστεί κατά περιόδους με τον δισκογραφικό κολοσσό ECM, πουλώντας φωτογραφίες του για εξώφυλλα. Έτσι, πολλοί δίσκοι έφταναν σαν δώρο στο σπίτι, λ.χ. έργα του Keith Jarrett, του Arvo Pärt και του Thelonious Monk. Όταν ο Frahm άρχισε επίσημα μαθήματα πιάνου με τον Ρώσο καθηγητή του, είχε ήδη γράψει τις πρώτες του συνθέσεις. Γρήγορα όμως ανακάλυψε και τα πιο ποπ διαμάντια της μουσικής βιομηχανίας: έχει λ.χ. αναφέρει συχνά πόσο πολύ τον εντυπωσίασε η παραγωγή του Amnesiac των Radiohead. Πριν αρχίσει πάντως να δημιουργεί ολοκληρωμένα έργα σύγχρονης κλασικής μουσικής, είχε δουλέψει από ταχυδρόμος μέχρι καθαριστής σπιτιών.

Inderasd_5.jpg

Πρώτη του δουλειά στην Erased Tapes ήταν το Wintermusic (2009), οι συνθέσεις του οποίου αποπνέουν την αύρα που υποδεικνύει ο τίτλος. Επόμενη δουλειά το The Bells (2010), με το crossover να συμβαίνει το 2011 χάρη στο Felt –ένα πολλά υποσχόμενο στολίδι, με αρετές αφαίρεσης, απλότητας και μινιμαλιστικής κομψότητας. Αλλά η σημαντικότερη μέχρι σήμερα κατάθεσή του είναι το Spaces του 2013. Μια συλλογή από μη ηχογραφημένα κομμάτια σε live εκτελέσεις, που τους δίνουν μία επιπρόσθετη θεατρικότητα, μετατρέποντας έτσι τον δίσκο σε concept album –σε παράσταση δηλαδή πίσω από αιματοβαμμένες κουρτίνες, με μεγαλεπήβολους πιανιστικούς κρότους και με διάχυτη τη βροχερή μελαγχολία του άστεως. Η φετινή του προσπάθεια (Solo) είναι ακόμη μία φιλόδοξη απόπειρα, αφού τον βρίσκει να ηχογραφεί τις συνθέσεις του στο μεγαλύτερο πιάνο του κόσμου. Είναι ο πιο προσωπικός του δίσκος ως τώρα, σύμφωνα με τον ίδιο. 

Στην καριέρα του συγκαταλέγονται όμως και πολλά παράλληλα projects. Όπως οι συνεργασίες με τον Ólafur Arnalds (οι οποίες απέφεραν μερικά ενδιαφέροντα ΕΡ) και με Γερμανούς μουσικούς σαν τον F.S Blumm και την Anne Muller, το soundtrack της περσινής γερμανικής ταινίας Victoria, αλλά και η έκδοση ενός βιβλίου με παρτιτούρες από τους πρώτους του δίσκους του: όπως έχει πει, με χαρακτηριστικό ρομαντισμό, «όσο πιο αναλώσιμα, ψηφιακά και εικονικά γίνονται τα πάντα, τόσο μεγαλύτερη η επιθυμία για κάτι που κρατάει για πάντα». Αν έχω κάτι να προτείνω εγώ, είναι να κυνηγήσετε τον κύριο Frahm σε κάποια ζωντανή του εμφάνιση, καθώς το αποτελούμενο από 4 πιάνα τελετουργικό εγκεφαλικού μουδιάσματος που έζησα πριν 6 μήνες σε έναν επαρχιακό αυστριακό καθολικό ναό, με στοιχειώνει ακόμα.

Inderasd_6.jpg

Τρίτο σπουδαίο όνομα της Erased Tapes, δίπλα στον Frahm και στον Arnalds, είναι το ambient ντούο των A Winged Victory For The Sullen. Τα δύο μέλη κουβαλάνε το καθένα τη δικιά του βαριά καλλιτεχνική προϋπηρεσία. Ο Dustin O’ Halloran πραγματοποίησε τα πρώτα του βήματα με τους σκοτεινούς indie/folk αισθηματίες Devics στη Bella Union, ενώ παράλληλα έγραφε μουσική για ανεξάρτητες ταινίες Αμερικάνων σκηνοθετών. Με τους Devics σε περίοδο νάρκης, ο Dustin ηχογραφεί από το 2004 τα δικά του έργα πειραματικού, πιανιστικού μελοδράματος, γνωρίζοντας επιτυχία cult διαστάσεων. Το άλλο ήμισυ, ο παραλίγο επαγγελματίας τενίστας Adam Wiltzie, έχει υπάρξει παραγωγός σημαντικών σχημάτων (Bedhead, Mercury Rev, Flaming Lips), μα και μέλος των Stars Of The Lid, γκρουπ που ασπάζεται ένα κράμα κλασικής μουσικής και καλλιτεχνικού post-rock.

Το ομώνυμο, παρθενικό άλμπουμ των A Winged Victory For The Sullen κυκλοφόρησε στην Erased Tapes το 2011 και έσπειρε ενθουσιασμό ανάμεσα σε κριτικούς και άτομα που έψαχναν έναν δίσκο κινηματογραφικών ενορχηστρώσεων και ευαίσθητης ψυχοσύνθεσης. Το πραγματικά όμως εντυπωσιακό και υπερφιλόδοξό τους έργο ήρθε το 2014 κι έχει τον τίτλο Atomos. Ουσιαστικά αποτελεί μουσική για την πειραματική χορογραφία ενός εκ των σημαντικότερων εν ζωή χορογράφων, του Wayne McGregor, ο οποίος έχει συνεργαστεί και με άλλους «περιθωριακούς» καλλιτέχνες (π.χ. τον Ben Frost). Ο δίσκος είναι ένα εκρηκτικό, κυκλοθυμικό συνονθύλευμα οργανικών συνθέσεων, που ανά στιγμές μοιάζουν σαν να ηχογραφούν την Αποκάλυψη· σε άλλες, πάλι, μεταφέρουν την πιο γαλήνια εικόνα που μπορεί να σχηματίσει ο ανθρώπινος νους. 

{youtube}=LWJVHKheW34{/youtube}

Υπάρχουν βέβαια κι άλλα ενδιαφέροντα ονόματα στο ρόστερ της Erased Tapes. Από το πιο ποπ της απόκτημα, τον βρετανό Douglas Dare με τη θεατρική του φωνή και τις θλιμμένα πιασάρικες συνθέσεις, τον θρυλικό στα χωράφια του Ουκρανό βιρτουόζο Lubomyr Melnyk –ο οποίος έχει αναπτύξει τη δικιά του πιανιστική τεχνική του «συνεχόμενου ήχου», δημιουργώντας ένα παχύ ηχητικό χαλί– ή τον κινηματογραφικό συνθέτη Michael Price, που πήρε EMMY για τη μουσική επένδυση του τελευταίου επεισοδίου του (βρετανικού) Σέρλοκ Χολμς (σειρά με διαστάσεις ποπ φαινομένου). Φέτος ο Price έβγαλε ένα αξιόλογο ντεμπούτο (Entaglements), που μόνο η Erased Tapes θα μπορούσε να υποστηρίξει. Ακόμα, πρέπει να σταθούμε στο ντεμπούτο του Ιάπωνα ξυλοφωνίστα Masayoshi Fujita (Apologes), αλλά και στην παλιά electro καραβάνα Rival Consoles, που έχει επίσης φετινό δίσκο (Howles).

Όπως έχει δηλώσει ο Nils Frahm, η Erased Tapes «είναι ένα υπέροχο μέρος να δημιουργείς μουσική και δεν θα μπορούσα να είμαι πιο χαρούμενος από αυτή την οικογένεια. Και είναι μία οικογένεια. Υπάρχει μία διάχυτη αίσθηση ελευθερίας». Το label λειτουργεί λοιπόν ως φωλιά συνάντησης, όπου όλοι ανταλλάσσουν ιδέες μα και ανθρώπινα συναισθήματα. Τον ψυχικό όμως αντίκτυπο που επιφέρουν οι δίσκοι της, τον έχει διατυπώσει με τρομαχτική αίσθηση αυτογνωσίας ο ίδιος της ο ιδρυτής: «είναι μουσική που σταματάει τον χρόνο και επιτρέπει στον ακροατή να προβληματιστεί για τη ζωή και τις επιλογές του».

Προτεινόμενη Δισκογραφία:

Nils Frahm – Spaces (2013)

Ólafur Arnalds – Broadchurch OST (2014)

A Winged Victory For The Sullen – Atomos (2014)

Kiasmos – Kiasmos (2014)

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured