Διονύσης Κοτταρίδης

Κάθε γειτονιά έχει το δικό της ηχοτοπίο –δεν λέω soundtrack, διότι η έννοια είναι για πάντα καταδικασμένη στη θέση του συνοδευτικού. Με συγκεκριμένη περιοδικότητα συμβάντων, κορυφώσεις, σταθερές, τυχαία γεγονότα… Λοιπόν, το ηχοτοπίο της δικιάς μου αμφισβητεί τα σκήπτρα της εικόνας κάθε Σάββατο και μάλιστα εις διπλούν. Μία το πρωί και μία αργά το απόγευμα, με ακρίβεια εθνικού θεάτρου. Για τη χαοτική συμφωνία της λαϊκής ίσως τα πούμε άλλη φορά, εδώ θα μας απασχολήσει η απογευματινή παράσταση. Από εκείνες του ενός.

Με τη δροσιά ξεμυτίζει. Αυτοσχέδια φραπεδιά στο χέρι, ύφος «πώς θα περάσει κι αυτή η νύχτα» στη φάτσα μα μ’ έναν τόνο «στα παπάρια μου κιόλας, σε τελική ανάλυση». Σέρνει τα κατεστραμμένα δίχαλά του μέχρι τα σκαλιά της εισόδου –η πολυκατοικία αθάνατης παλαιο-πασοκικής κοπής– και βολεύει τον παγκάλιο όγκο του στη μέση του τρίτου με τους αγκώνες στα γόνατα και τις χούφτες κάτω απ’ το σαγόνι. Εάν εξαιρέσεις τα πυκνά μαλλιά, σαν χιονισμένο δάσος της Ηπείρου, ο υπόλοιπος είναι για τα πιτς. Από τα νύχια μέχρι λίγο πριν την κορυφή, τα έχει τα χρονάκια του άλλωστε. Κάνει χάζι και τον κάνουν οι περαστικοί, φουντώνει δυο τσιγάρα κολλητά, κι έπειτα σηκώνεται, ζώνει τη «λευκή» φανέλα από μέσα (τα λάστιχα της βερμούδας γυρισμένα) και κινάει για τ' αμάξι, το οποίο συνήθως βρίσκεται σε ακτίνα λίγων μέτρων. Ένα Νισάν Τσέρι, αν δεν κάνω λάθος του '87 –ο άνθρωπος έχει χιούμορ. Λίγα κλικ αργότερα αναλαμβάνει ο ήχος του κλαρίνου κι η παραμόρφωση των ηχείων. Αυτός μονάχος στο τιμόνι, ακίνητος, χαμένος, πορτοπαράθυρα όλα τέντα, το 'να πόδι μέσα, τ' άλλο έξω, και τα φυσήματα του κλαρίνου ξέθωρα απ' το κασετόφωνο μα ακόμα λαμπερά. Θέλει τον χώρο του το κλαρίνο να πάνε και να έρθουν με τη βολή τους τα κύματα, να αντηχήσουν, να κάνουν τον κύκλο τους. Τι να κλάσει το δυαράκι, υπάρχει τουλάχιστον ο δρόμος... Τα περιστέρια μετακομίζουν προσωρινά, οι κυρίες κουνάνε υποτιμητικά τα κεφάλια απ' τα μπαλκόνια κι οι μαγαζάτορες σιχτιρίζουν χαμηλόφωνα. Μέχρις εκεί όμως οι αντιδράσεις.

Akroastika_ksesamarota

Κάτι παρόμοιο μου έχει ξανατύχει. Ο Cobain φρεσκοπεθαμένος, για να το τοποθετήσω χρονολογικά. Δράστης, εμφανισιακά τυπικός δεκαεπτάχρονος κάγκουρας με τσουλούφι και BMX, το μαύρο πρόβατο της γειτονιάς. Εγώ τρία-τέσσερα χρόνια μικρότερος και τα πατρικά μας διαμερίσματα φάτσα, με διαφορά ενός ορόφου. Παρεμπιπτόντως, νεο-πασοκικές οι πολυκατοικίες. Συν τοις άλλοις, ο τύπος χοντρή νεύρωση με την καθαριότητα και οτιδήποτε μηχανοκίνητο. Τηλεκατευθυνόμενα, μηχανάκια, αμάξια, βενζίνα να πίνει... Εκείνο το σπορ Ρενό 19 του πατέρα του με τις πλάγιες ρίγες το είχε λιώσει στο τρίψιμο. Τα μισά απογεύματα της βδομάδας γουάξ ον γουάξ οφ, γουάξ ον γουάξ οφ. Φασίνα με τις ώρες και μετά μουσικής και προφανώς όχι με τίποτα «γυρίζω, συγυρίζω και σιγοτραγουδώ». Να βαράνε δηλαδή τα συστήματα τους Prodigy και να μην μπορείς να ξεφύγεις ούτε σε λουτροκαμπινέ οκτώ τετράγωνα μακριά. Να ουρλιάζει ο Αγγελάκας «δεν χωράς πουθενά» και το σύνθημα να ισχύει στην πράξη για περιθωριακούς, μικροαστούς και μεγαλοδικηγόρους. Εάν από κάτι δεν γλιτώνεις αυτό είναι ο ήχος, το κωλόπαιδο το ήξερε καλά. Αλλά ήτανε και κάτι μέρες που του την κάρφωνε αλλιώς κι έριχνε στο πλέιερ καμιά όπερα της πατριώτισσάς μας κι έμενε η γειτονιά μαλάκας. Έπλενε η μάνα μου τα πιάτα, τάιζε η γειτόνισσα το μωρό, ρούφαγε το απογευματινό του καφεδάκι ο κυρ-Γιάννης ο από κάτω, εγώ έπαιζα μπάλα στο οικόπεδο δίπλα και σταμάταγαν για όλους μαζί τα ρολόγια και υγραινόταν ο τόπος απ' τη φωνή της Κάλλας. Για λίγο βέβαια, γιατί μετά του βάζανε χοντρό χέρι και το χαμήλωνε. Ποτέ, όμως, την αστυνομία, ή μάλλον μια φορά που κατέβηκε ο αθεόφοβος με το ξεσκονιστήρι δωδεκάμισι ώρα το βράδυ...

Ο βιασμός ενός κοινού ηχητικού χώρου, πόσο μάλλον του προσωπικού προφανώς και είναι θέμα. Όμως τούτοι οι δυο τόσο διαφορετικοί τύποι εκτός από όνοι ολκής είναι και κάτι άλλο. Δεν οδηγάνε κάτω απ' τα μπαλκόνια με τα γούφερ στην τσίτα και μετά μην τους είδατε, ούτε κρύβονται πίσω απ' τους τοίχους του σπιτιού τους και σου πετάνε στα μούτρα τα όποια γούστα τους. Βγαίνουν στη μέση, στέκονται και υπό μια έννοια ανακοινώνουν πως «κουφάλες ακούστε να δείτε, σήμερα το απόγευμα θα κάνουμε κάτι όλοι μαζί». 

Στο Αυλάκι (Βινύλιο/Ακτίνα/Byte)

1. Πέτρος Λούκας Χαλκιάς –  Αναμνήσεις της Ηπείρου (General Music, -)
2. ProdigyMusic For The Gilted Generation (XL, 1994)
3. ΤρύπεςΕννιά Πληρωμένα Τραγούδια (Virgin, 1993)
4. PucciniTosca ηχογραφημένη τον Αύγουστο του '53 (Naxos)


 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured