avopolis.team

 

Τα 20 (+3) καλύτερα άλμπουμ της αλλοδαπής για το έτος που φεύγει σε αντίστροφη μέτρηση, όπως τα ψήφισε η βασική μας συντακτική ομάδα. Φυσικά και κέρδισαν οι DaftPunk –αστειευόμαστε τώρα;– θα βρείτε όμως εδώ σταχυολογήσεις από μια πολύ πλούσια σοδειά, η οποία πιστοποιεί το 2013 ως εξαιρετική χρονιά για τη μουσική...

23. QUEENS OF THE STONE AGE: ...Like Clockwork [Matador]

Queens_Of_The_Stone_AgeΤο νέο άλμπουμ μπορεί να στερείται ορμής και επιθετικότητας, είναι όμως μια προσεγμένη και βραδυφλεγή (λεπτο)δουλειά, η οποία αναδεικνύει τις αρετές της στην πορεία επαναλαμβανόμενων ακροάσεων. Με εξαίρεση το "My God Is The Sun", με τον οικείο stoner χαρακτήρα, είναι άλλα τα χαρακτηριστικά που κερδίζουν τις εντυπώσεις εδώ: υποχθόνια μπάσα, διεστραμμένες μελωδίες, υπέροχα φαλτσέτα και ρομποτικά ριφ κρατούν σε εγρήγορση τον ακροατή, ενώ εξελίσσεται αυτός ο νοερός, μεταμεσονύχτιος (κατά προτίμηση) περίπατος. Παρότι λοιπόν δεν εξιτάρει, το ...Like Clockwork ενεργοποιεί διαφορετικές απολήξεις νευρώνων, αρεσκόμενο σε μικρότερης έντασης (και διάρκειας) επιθέσεις, οι οποίες παίρνουν τη μορφή αιχμηρών ηχητικών λεπίδων και κιθαριστικών εισβολών/breakdowns, διαρρηγνύοντας την κεντρική μελωδική άτρακτο των τραγουδιών... (Άγγελος Γεωργιόπουλος

22. PAT METHENY: Tap - John Zorn's Book Of Angels vol. 20 [Tzadik/Nonesuch]

Pat_MethenyΘα τρομάξετε. Δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη. Πραγματικά θα τρομάξετε αν ακούσετε αυτόν τον δίσκο. Θα ακούσετε μια απίστευτη χρήση της ταστιέρας, αλλά και την εξίσου απίστευτη χρήση του δεξιού χεριού πάνω από τους καβαλάρηδες ή το ηχείο (μιας και χρησιμοποιούνται ηλεκτρικές αλλά και κλασικές κιθάρες). Και θα χρειαστεί ξεχωριστή ακρόαση της κάθε σύνθεσης προκειμένου να αποκρυπτογραφήσετε τις μελωδίες και τα τερτίπια του παιξίματος του Pat Metheny, έστω κι αν ξέρετε ότι –κατά μαρτυρία πολλών φτασμένων κιθαριστών– είναι μάλλον ο κορυφαίος εξαχορδίτης του πλανήτη... (Στυλιανός Τζιρίτας

 

 

21. CHVRCHES: The Bones Of What You Believe [Virgin/EMI]

ChvrchesΗ παρέα από τη χώρα των κιλτ ποντάρει εδώ σε διαχρονικές αξίες: ογκώδη synths, μια μεγάλη, παλλόμενη και ενεργητική ποπ καρδιά, χαρακτηριστικά φωνητικά –τόσο lead όσο και backing– και φυσικά στην αμεσότητα την οποία οφείλει να έχει ένα τέτοιο εγχείρημα. Οι Chvrches προσφέρουν εδώ ποπ με φρεσκάδα, αξιοπρέπεια, συνέπεια, ενέργεια και νεανικό attitude, ποντάροντας στο αδιαμφισβήτητο αισθητήριο που διαθέτουν για χτυπητές μελωδίες και για αξιομνημόνευτα hooks. Τις Κυριακές θα με ζητάς στις εκκλησιές; Μάλλον και την υπόλοιπη βδομάδα το ίδιο θα γίνεται, με τέτοιο ντεμπούτο... (Τάσος Μαγιόπουλος)

 

 

20. TOUCHÉ AMORÉ: Is Survived By [Deathwish]

Touche_Amore

Εδώ οι Καλιφορνέζοι τα βάζουν με την επωνυμία και επιβιώνουν με τον δικό τους «αυτοκαταστροφικό» τρόπο. Υπό την έννοια πως με το Is Survived By βγαίνουν πιο έξω απ’ τον κόσμο του ιδιώματός τους, αποδεχόμενοι την πρόκληση με γενναιότητα και μ' έναν πραγματισμό που προσωπικά με εκπλήσσει. Για παράδειγμα, δεν χώνουν τα κεφάλια στην άμμο –αντίθετα αποδέχονται το indie rock n’ roll που έτσι κι αλλιώς υπήρχε ήδη στο κύτταρό τους, για να το εντάξουν ομαλά στον κώδικα της μπάντας. Κι απ’ την άλλη, προσεγγίζουν καταβολές τύπου Thursday με πιο καθαρά αυτιά. Δεν φοβούνται, επίσης, να σπάσουν το φράγμα του δίλεπτου τραγουδιού-αποχύμωσης, αναπτύσσοντας παραπέρα μουσικό λόγο, άνευ μάλιστα εκπτώσεων στην αμεσότητα και στο «πάρε να 'χεις». Όσο για τις οργανικές τους εργασίες, αυτές σταθερά ρολάρουν τουλάχιστον ένα κλικ παραπάνω σε σχέση με την τελευταία φορά... (Διονύσης Κοτταρίδης)

19. PHOSPHORESCENT: Muchacho [Dead Oceans]

PhosphorescentΟ τραγουδοποιός κάτω απ’ το όνομα Phosphorescent, ο Matthew Houck, είναι άξιος παρασημοφόρησης για τον τρόπο που υιοθετεί τη μουσικά σαλεμένη υφολογία ενός Springsteen, ο οποίος μετά από μια δόση crystal meth παίζει κάτι στοιχειωμένα country outtakes απ’ το υπόγειο του Dylan, σε κάποιο απομακρυσμένο επαρχιακό μπαρ με πόρνες και φτηνά ποτά. Η στοχαστική περιπλάνηση στην απελπισία της americana βρίσκεται στο “Song For Zula”, στην ύπουλης δυναμικής κλιμάκωση του ανοιχτόκαρδου “Ride On , Right On”, αλλά και στα ξεχαρβαλωμένα πεντάλ του –πέρα από κάθε προσδοκία– "The Quotidian Beasts". Με το Muchacho οι Phosphorescent ακούγονται ψυχαγωγικοί ενώ την ίδια στιγμή στέκονται με ρίσκο απέναντι στο βαθύ σύμπτωμα της συναισθηματικής αποξένωσης... (Ανδρέας Κύρκος)

18. DANNY BROWN: Old [Fool's Gold/Warner Bros.]

Danny_BrownΕίναι πολύ εύκολο να πάρεις τον Danny Brown για τσαρλατάνο, για καρικατούρα ή απλά για κάποιον που ζει σε μια παράλληλη πραγματικότητα, στο μυαλό του. Είναι όμως ακριβώς αυτή η εξτραβαγκάντ προσωπικότητα που χτίζει τελικά μια περσόνα, η οποία εύκολα τραβάει το ενδιαφέρον. Και είναι βέβαια οι ικανότητές του στο μικρόφωνο εκείνες που προσφέρουν την ουσία και δίνουν υπόσταση στο καλλιτεχνικό οικοδόμημα που επιχειρεί να χτίσει. Στο Old επιδεικνύει λοιπόν εξαιρετικό «αυτί» για να βρίσκει τις μελωδίες που θα μπλέξουν το χιπ χοπ με τη σύγχρονη electronica, δημιουργώντας ένα μουσικό χαλί ατόφιας τρέλας, ιδανικό για τη φιλοξενία των ιδιόμορφων raps του... (Τάσος Μαγιόπουλος)

 

17. JULIA HOLTER: Loud City Song [Domino/EMI]

Julia_HolterΤο τρίτο άλμπουμ της Julia Holter σηματοδοτεί μια πολυσήμαντη μετάβαση για την Αμερικανίδα δημιουργό. Τη φέρνει, κατ’ αρχάς, στο δυναμικό μιας (κάπως πιο) μεγάλης εταιρείας και στις ανέσεις ενός επαγγελματικού στούντιο, και τα αποτελέσματα (παρότι αυτό δεν εξυπακούεται γενικά) γίνονται πλήρως αντιληπτά. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι εδώ γινόμαστε μάρτυρες μιας προσπάθειας από μέρους της για μια πιο προσιτή στον μέσο ακροατή (ό,τι κι αν σημαίνει κάτι τέτοιο...) συνθετική/ηχητική κατεύθυνση, χωρίς όμως εκπτώσεις. Πρόκειται νομίζω για μια διαδικασία πάντα ενδιαφέρουσα –και κομματάκι υποτιμημένη από τους ελιτιστές. Όποια κι αν είναι η συνέχεια, το πιθανότερο είναι στο μέλλον να βλέπουμε το LoudCitySong ως τον κομβικότερο δίσκο της Holter. Για καλό ή για κακό... (Μιχάλης Τσαντίλας)

16. ARVE HENRIKSEN: Places Of Worship [Rune Grammofon]

Arve_Henriksen«Φυτεύοντας» Τόπους Λατρείας στην αιθέρια πλευρά της σκανδιναβικής τζαζ, δεν μοιάζει και τόσο δύσκολο το ολίσθημα προς new age περιττολογίες. Και πράγματι, οι ισορροπίες του PlacesOfWorship είναι λεπτές. Εξίσου λεπτοί όμως αποδεικνύονται και οι χειρισμοί του Henriksen· δίχως τυμπανοκρουσίες και αμετροέπειες, μα πάντοτε με την προσήκουσα ταπεινότητα. Προσεγγίζει το δέος και την ου-τοπία του ιερού, όχι με σκοπό να καταδείξει το απρόσιτο της ιερότητας ενώπιον ανθρώπων, αλλά προσπαθώντας να εντοπίσει το ιερό μέσα από το πρίσμα του ανθρώπινου. Μπαίνει επίσης μπροστά κι αυτό το αλάνθαστο, διάφανο θρόισμα της τρομπέτας του, φτιάχνοντας τελικά έναν δίσκο ενδοστρεφή, μα σίγουρα όχι κλειστοφοβικό... (Βαγγέλης Πούλιος)

15. SAVAGES: Silence Yourself [Matador]

SavagesΠάντοτε είχα αδυναμία στα συγκροτήματα τα οποία ξεπετάγονταν από το πουθενά και έδειχναν δυνατότητες για εξέλιξη, κυρίως όταν τα αποτελούν νέα, γεμάτα ενέργεια παιδιά, που δεν φοβούνται να βάλουν τις ορμόνες της ηλικίας στη μουσική τους. 39 λεπτά μετά την έναρξη, φτάνεις στο συμπέρασμα πως το (μπόλικο) hype που περιβάλλει το Silence Yourself των Savages είναι ετούτη τη φορά απόλυτα δικαιολογημένο. Γιατί πρόκειται για έναν δίσκο στιβαρό, γεμάτο κολλητικές συνθέσεις με άπλετο στιχουργικό βάθος. Είναι μια δήλωση τόσο καλλιτεχνική, όσο και ιδεολογική, από τέσσερις κοπέλες που δείχνουν να ήρθαν για να κλέψουν την παράσταση στη φετινή χρονιά. Καθώς τα σκέφτεσαι όλα αυτά, πατάς ξανά το play επιζητώντας να ξαναζήσεις την εμπειρία... (Τάσος Μαγιόπουλος)

14. THESE NEW PURITANS: Field Of Reeds [Infectious Music]

These_New_PuritansΘα αναγνωρίσω σαφώς την τόλμη που χρειάζεται ώστε να κάνεις ένα τόσο θεαματικό βήμα σε επίπεδο κατεύθυνσης συγκριτικά με το παρελθόν σου, προκειμένου να ακολουθήσεις το όραμα μιας επερχόμενης δουλειάς. Πιστεύω επίσης ότι το να προσπαθήσεις να επαναπροσεγγίσεις τις λιτές, απλές μέσα στην ambient φιλοσοφία τους φόρμες του David Sylvian και των Talk Talk της εποχής των Spirit Of Eden και Laughing Stock, είναι ένα στοίχημα που αξίζει να παίξεις: γιατί έτσι και το κερδίσεις, σου ανήκει με χαρακτηριστική άνεση μια πολυπόθητη θέση στο πάνθεον των «αθανάτων» της ευρύτερης ροκ πινακοθήκης... (Μάνος Μπούρας)

 

 

13. ULVER & TROMSØ CHAMBERORCHESTRA: MesseI.X - VI. X [Kscope]

UlverΤο Messe I.X - VI. X λάμπει μέσα στο σκοτάδι που δημιουργεί. Χρησιμοποιεί τις εκρήξεις με φειδώ και περισσότερο προτιμά να αφήνεται στις εσωτερικευμένες εντάσεις του, στην υπόκωφη δυναμική που αυτές δημιουργούν. Σαν ένα παιχνίδι μεταξύ σκιών, ένα μουσικό αντίστοιχο της φράσης με την οποία ολοκληρώνεται η φωνητική παρουσία του Kristoffer Rygg στον δίσκο: «searching for ghosts in the holy city». Από την μία λοιπόν τα φαντάσματα, αυτές οι εντάσεις που αποκαλύπτονται στις χαραμάδες· αυτό το λεπτομερέστατο μουρμουρητό των 19 εγχόρδων και των υπολοίπων οργάνων (πνευστά, πιάνο, τύμπανα, μέχρι και το μεσαιωνικό έγχορδο hurdy gurdy), το οποίο μπλέκεται με τα παραμορφωμένα ηλεκτρονικά, τα samples και τους διάφορους ανεπαίσθητους υποήχους των Ulver. Και από την άλλη το δέος, η υποβλητική παρουσία του ιερού ή το εκκωφαντικό κενό που αφήνει η απουσία του... (Βαγγέλης Πούλιος)

12. BILL CALLAHAN: Dream River [Drag City]

Bill_CallahanΗ γοητεία του Dream River δεν βρίσκεται τόσο στην πεπατημένη των σκονισμένων (ηχο)τοπίων της americana, ίσως ούτε και στον σαρδόνιο τόνο της φωνής του τραγουδοποιού Bill Callahan, με την οποία μας λέει  –πάντα με λίγα λόγια– ιστορίες για ερειπωμένα μπαρ και για ανοιχτούς ορίζοντες. Η γοητεία είναι κρυμμένη στις αόρατες αντιθέσεις. Από μια οπτική γωνία, ο Callahan διαθέτει όλη την αυτοπεποίθηση ενός μοναχικού αφηγητή νοτιοδυτικών country & folk ιστοριών και από μια άλλη έχει την αβεβαιότητα ενός unhip μουσικού, ο οποίος δεν αισθάνεται προϊόν της εποχής του. Σε μια πρώτη λοιπόν ακρόαση ακούγεται μελαγχολικός, χαμένος, και σε προσωρινή ανακωχή με τους δαίμονές του, ενώ σε μια δεύτερη –πιο προσεκτική– περισσότερο γλυκός, θυμίζοντας πεζό ταξιδιώτη σε φιλόξενους μελωδικούς χάρτες όπου ξεχάστηκε μόνος του για να χαρεί από την αρχή την αξία του ατόφιου, γνήσιου τραγουδιού... (Ανδρέας Κύρκος)

11. STEPHANMICUS: Panagia [ECM/Μικρή Άρκτος]

Stephan_MicusΜε λίγα λόγια, φτιάχνεται ένας χώρος εκτεινόμενος χοντρικά από τη Βαυαρία ως τα Ιμαλάια, που ταυτόχρονα λειτουργεί ως διαπολιτισμικό συνεχές, μέσα στο οποίο το συγκεκριμένο ωθείται διαρκώς προς το αφηρημένο. Καθώς δηλαδή ο Micus θέτει σε κίνηση τα γρανάζια αυτού του ιδιότυπου κόσμου στο στούντιό του στη Μαγιόρκα, το χριστιανικό των ύμνων ξανοίγει σε πανανθρώπινο και η Θεοτόκος μεταμορφώνεται από μητέρα του Ιησού πρώτα σε σύμβολο της γυναίκας και τελικά της θηλυκής ενέργειας: η μεσοβυζαντινή υμνωδία ενώνεται, εις σώμα ένα, με το απωανατολίτικο γιν & γιάνγκ. Η διαρκής επικοινωνία όλων των επιμέρους «συστατικών» και οι αναπλάσεις του περιεχομένου είναι το μεγάλο επίτευγμα αυτού του άλμπουμ, που –χωρίς να λοξοδρομήσει στιγμή προς το new age– στέκει μάρτυρας του τι μπορεί να επιτύχει ο Micus στα πιο εμπνευσμένα του. Ένας από τους δίσκους του 2013, το δίχως άλλο... (Χάρης Συμβουλίδης)

10. ARCTIC MONKEYS: AM [Domino/EMI]

Arctic_Monkeys345767Τα τραγούδια του δεν εκπέμπουν μόνο μεταμεσονύχτιο ηδονισμό. Ίσα-ίσα, πλάι στην τυλιγμένη με φαλσέτο φωνητικά, καβλιάρικη φανκιά των 1970s θα βρείτε λογιών-λογιών αναφορές: από τον Lennon του Walls And Bridges μέχρι την έρπουσα ριφολογία των Sabbath κι από τη glam-ουριά των T-Rex ως τη ρυθμική αγωγή του χιπ χοπ. Και το σημαντικότερο; Το άλμπουμ δεν παραπαίει ως άλλος πύργος της Βαβέλ, μα διατηρεί καθ' όλη τη διάρκειά του μια συνοχή και μια συνέπεια αξιοθαύμαστη. Αν θέλετε τη γνώμη μου, παρότι υπολείπεται απ' το να είναι ένα εξαιρετικό πόνημα ή η πιο χαρακτηριστική στιγμή της δισκογραφίας τους, το AM προκύπτει ως μια πραγματικά απολαυστική δουλειά, που ενσωματώνει επιρροές με πιο ολοκληρωμένο τρόπο σε σχέση π.χ. με το προπέρσινο Suck It And See... (Μιχάλης Τσαντίλας)

9. WADADA LEO SMITH & TUMO: Occupy The World [TUM]

Wadada_Leo_SmithΑς πούμε ότι στο Occupy The World ο Wadada Leo Smith χαϊδολογά τις δάφνες του, αλλά αποφεύγει να αναπαυτεί πάνω τους. Ότι ενώ δηλαδή παραμένει εδραιωμένος σε όσα εντυπωσίασαν στα Δέκα Καλοκαίρια της Ελευθερίας, φροντίζει τώρα να τα «στραμπουλίξει» λίγο, επιθυμώντας να εξερευνήσει γνωστά εδάφη με λιγάκι διαφοροποιημένους τρόπους. Ας ξεμπερδεύουμε λοιπόν εξ αρχής με τα των συγκρίσεων: όχι, το Occupy The World δεν είναι ισάξιο του Ten Freedom Summers, αν και ενδέχεται ορισμένοι να νιώσουν πιο άνετα μαζί του, καθώς η διπλή διάρκεια (δείχνει να) καθιστά μερικά πράγματα περισσότερο ευθύβολα, σε σχέση με τις 4,5 ώρες του περσινού –τετραπλού– άλμπουμ. Ας γίνουμε όμως και σαφείς: είναι μια δουλειά με δικό της εκτόπισμα, μια στιβαρή δισκάρα η οποία έρχεται να επιβεβαιώσει την πολύ δημιουργική περίοδο που διανύει στα 71 του ο Smith.... (ΧάρηςΣυμβουλίδης)

8. KVELERTAK: Meir [Domino/EMI]

Kvelertak(Και) το Meir εκτός απ' το να θυμάσαι, σε αναγκάζει να λησμονείς. Μάλιστα, ακόμα πιο έντονα και επιτακτικά απ' τον προκάτοχό του. O Kurt Ballou απ' την καρέκλα του ηχοθέτη δεν το παίζει στα σίγουρα, ενώ άνετα θα μπορούσε ν' αλείψει βρώμα πάνω στη βρώμα. Δεν το παίζει και τραγικά λάθος, να φερμάρει τίποτα έπη στο καρτούν έπος τους –εκτός των άλλων είναι κι Αμερικάνος ο άνθρωπος. Αντιθέτως, βγάζει τους Νορβηγούς στον κόσμο πιο εδώ και τώρα, πιο συγκεκριμένους και ακομπλεξάριστους, με το φαν κύτταρό τους απείραχτο και ανανεωμένο. Κι αυτοί συνεχίζουν να βρίσκουν τις χαμένες ροκ εντ ρολ συνάψεις, να παίρνουν τον κατήφορο κουτρουβάλα στη γλώσσα της μανούλας, να ανασαίνουν σε ρεφρέν ανοιχτωσιές και να ανοίγουν περάσματα μες στα τραγούδια. Ενώ εσύ είσαι πάντα ελεύθερος να τους πιάσεις απ' όπου σε πιάσουν, γιατί κάπου θα σε πιάσουν, είτε διαθέτεις ρυτίδες, είτε σπυριά... (ΔιονύσηςΚοτταρίδης)

7. HAXANCLOAK: Excavation [TriStar]

Haxan_CloakΤα ηλεκτρονικά του Krlic και ό,τι άλλο μουσικό στοιχείο μετέρχεται εδώ σε φυσική ή σαμπλαρισμένη μορφή (κυρίως το απίστευτο μπάσο, αλλά κι εκείνο το μουγκρητό του τσέλου, το σκριιιιτς των βιολιών ή τα καταπληκτικά τύμπανα στο "Mirror Reflecting") χτίζουν έναν Άδη με την ομηρική έννοια: έναν σκοτεινό κόσμο που βήμα-βήμα γίνεται ολοένα και πιο τρομακτικός. Όσο προχωράς προς τα έγκατά του, τόσο αρχίζεις να χάνεις την ελπίδα σου, με την απώλεια της επίγειας υπόστασής σου να αναδεικνύεται σε αδιέξοδο που σε συνθλίβει, οδηγώντας σε στην απελπισία ("Mara"). Κι αν το σφυροκόπημα δείχνει να κατακάθεται στο "The Drop", λίγες αμφιβολίες σου μένουν: δεν είδες κάποιο φως στο τούνελ, μάλλον συμβιβάστηκες με την κολασμένη σου μοίρα κι έμαθες να επιβιώνεις, αναμένοντας το παράλογο κάθε που νόμισες πως βρήκες επιτέλους έναν μπούσουλα... (Χάρης Συμβουλίδης)

6. KILLER MIKE & EL-P: Run The Jewels [Fool's Gold/Warner Bros]

Killer_Mike__El-PΠατάς λοιπόν το play κι ακούς τις πρώτες νότες: επιβλητικά drum breaks, ένα παραμορφωμένο μπάσο κάνει τα ηχεία να πάλλονται κι ο El-P να ραπάρει με μανία, σε ταχύτητες... Need for Speed! Λίγο μετά αναλαμβάνει τη σκυτάλη ο Killer Mike, προτού οδηγηθούμε στο ρεφρέν, όπου παλιομοδίτικα πλήκτρα αναλαμβάνουν να πλαισιώσουν μελωδικά το μέχρι τότε μινιμαλιστικό κλίμα του τραγουδιού. Η συνέχεια δεν θα παρεκκλίνει από το εν λόγω πλαίσιο, στηριζόμενη στο τρίπτυχο επιθετικά beats/περίπλοκη μα σκεπτόμενη στιχουργική/ηχητικός πειραματισμός. Όπως ακριβώς δηλαδή έχει κάνει σε ολόκληρη την καριέρα του ως παραγωγός και ράπερ ο El-P, αλλά και ο Killer Mike ως MC. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι ο σύγχρονη οπτική και η διάνοιξη νέων μουσικών μονοπατιών στη χιπ χοπ μουσική δεν αποτελεί καινούργιο έδαφος για τον El Producto, ο οποίος έχει ήδη βάλει τη σφραγίδα του σε δίσκους-σταθμούς για τον μαύρο ήχο, όπως λ.χ. τα ντεμπούτο των Company Flow και Cannibal Ox... (Τάσος Μαγιόπουλος)

5. THE OCEAN: Pelagial [Metal Blade]

The_OceanΤο Pelagial των Ocean δομείται ως μια ιεροτελεστία βύθισης, η οποία –αναλόγως των διαθέσεων και της ροπής σου στη μελαγχολία– μπορεί να λάβει και την ιδιότητα της καταβαράθρωσης. Η αρχική σύλληψη ήθελε ένα άλμπουμ αμιγώς οργανικό και υπάρχουν εκδόσεις όπου θα βρείτε αυτήν την εκδοχή, σε εναλλακτική μίξη. Ακούγοντάς την, συναισθάνεσαι νομίζω ακόμα περισσότερο την κλιμάκωση της κλειστοφοβίας, όπως τη χτίζουν συνθέσεις και ενορχηστρώσεις. Σε κάποιον μάλιστα βαθμό ίσως τελικά οι στίχοι και τα φωνητικά να κατέστρεψαν αυτήν την αίσθηση ταύτισης της υδάτινης αβύσσου με το ψυχικό βένθος και να υποβίβασαν την εντύπωση την οποία προξενεί στον ακροατή η χρήση υδάτινων samples και οι πλεξούδες πιάνου και αυθεντικών μπουρμπουλήθρων. Στην οργανική έκδοση του Pelagial, οι Ocean μοιάζουν με μια μπάντα που παίζει κάτω από τον βυθό, εντύπωση που αμβλύνεται στην «κανονική» κυκλοφορία του δίσκου... (Χάρης Συμβουλίδης)

4. FIRE! ORCHESTRA: Exit! [Rune Grammofon]

Fire_OrchestraΈτσι πήχτρα όπως είναι στο γκολ και ξύλο, στην τέχνη και στην τακτική, θα μπορούσαμε να εντάξουμε το Exit! στην κατηγορία «και του σαλονιού και του λιμανιού». Ή και του στούντιο ρετιρέ και του πεζοδρομίου. Ας το αποφύγουμε όμως, γιατί το πόνημα ακυρώνει στην πράξη διαχωρισμούς και απλουστεύσεις. Δεν είναι απλά κι έτσι, κι αλλιώς άμα το επιλέξει: είναι αυτό που είναι. Τόσο πληθωρικό συναισθηματικά, ακριβώς επειδή αποδέχεται πως οι πιο λεπτοί χρωματισμοί δημιουργούνται όχι πάνω στον συμβιβασμό, αλλά στο αγκάλιασμα με το ενστικτώδες.

Κι ακόμα, έτσι όπως διατρέχει τα στυλ και τις δεκαετίες, θα μπορούσαμε να λιβανίσουμε την Fire! Orchestra για την ικανότητά της να επεξεργάζεται και να συγχωνεύει. Σαν ένα άξιο τέκνο της παράδοσης των ελεύθερων ορχηστρών του Sun Ra ή του Charlie Haden, με διευρυμένες τις στιλιστικές της συντεταγμένες. Αλλά ας μην επιλέξουμε ούτε αυτήν την κατεύθυνση. Δεν είναι λάθος, είναι ολίγον άδικο. Ειδικά όταν κυκλοφορούν τέτοιες μοναδικές δισκάρες και παράλληλα κυκλοφορούν πολλοί που συνεχίζουν να πιστεύουν πως δεν βγαίνει μεγάλη μουσική σήμερα... (ΔιονύσηςΚοτταρίδης)

3. JON HOPKINS: Immunity [Domino/EMI]

Jon_Hopkins

O Hopkins διαθέτει έναν πολύ γοητευτικό τρόπο να μετακινείται μεταξύ των ηλεκτρονικών ειδών τα οποία τον απασχολούν. Δεν παίζει με τις παγιωμένες ταυτότητές τους, παίζει όμως –και μάλιστα διαρκώς– με την υφή τους και το συναισθηματικό εκτόπισμα που μπορεί να προκύψει αν βάλεις το τάδε δίπλα/μέσα/στις παρυφές του τάδε. Ας μην είμαστε αφελείς δέσμιοι της αδυναμίας μας στο DIY, αυτά τα πράγματα δεν συμβαίνουν μέσω μιας τέτοιας οδού, ούτε τα κάνεις παίζοντας με το λάπτοπ στο δωμάτιό σου· απαιτούν σημαντικές συνθετικές ικανότητες και απαιτούν, επίσης, τα «όρια» και οι εν δυνάμει «παραβάσεις» τους να λάμπουν ήδη αυθύπαρκτα στη δημιουργική φαντασία... (Χάρης Συμβουλίδης)

 

2. BOARDS OF CANADA: Tomorrow's Harvest [Warp]

Boards_Of_CanadaTο Tomorrow's Harvest δεν τσουβαλιάζει τραγούδια στοχεύοντας στη συμπλήρωση κάποιου ηχητικού ορίου. Ναι, θα μπορούσες να ακούσεις τα τραγούδια του αποσπασματικά. Όμως έτσι θα έχανες τη μαγεία που προσφέρει αν το αφήσεις να παίξει από την αρχή μέχρι το τέλος. Γιατί πρόκειται για μια μουσική διαδρομή, για μια αβέβαιη εξόρμηση στον ήχο και στις δυνατότητές του, για μια νοητική μα και ψυχολογική εμπειρία. Ένα ταξίδι, για να καταφύγω και σ' ένα χρήσιμο κλισέ, εσκεμμένα μουντό και βουτηγμένο στο σκοτάδι. Που –όπως αναφέρουν και οι ίδιοι οι Boards Of Canada– δεν σκιαγραφεί τον κόσμο μετά την καταστροφή του, αλλά εκείνο το αναπόφευκτο, δυσοίωνο στάδιο κατά το οποίο η ανθρωπότητα βρίσκει αυτή τη στιγμή μπροστά της. Τίτλοι τραγουδιών: "Reach For The Dead", "Cold Earth", "Sick Times", "Collapse", "Nothing Is Real". Εξώφυλλο: η πόλη του Σαν Φρανσίσκο ξεθωριασμένη, ως πόλη-φάντασμα. Ως κάτι που κάποτε υπήρχε αλλά πλέον διατηρείται μόνο σαν ανάμνηση παλιών, ένδοξων εποχών οι οποίες έχουν περάσει ανεπιστρεπτί... (Τάσος Μαγιόπουλος)

1. DAFT PUNK: Random Access Memories [Daft Life/Columbia]

Daft_Punk858Η μνήμη του υπολογιστή και η δικιά μας έχουν μια ουσιαστική διαφορά. Η μεν ανασύρει απόλυτα: καλείς και σχεδόν πάντα λαμβάνεις επακριβώς το γραμμένο. Η δε, καθώς ανασύρει, φιλτράρει την πληροφορία μέσα απ' όλες τις υπόλοιπες. Εδώ σχεδόν πάντα λαμβάνεις εκδοχές του γραμμένου κι ίσως ποτέ το γραμμένο το ίδιο –κάθε κλήση είναι μια εν δυνάμει νέα ύπαρξη. Αυτό το περίπου περιέχει την ψευδαίσθηση, περιέχει κι όλη τη γοητεία.

Όποιος πει λοιπόν για ντίσκο αφιερώματα και ρετροσπεκτίβες δεν έχει ακούσει, ή τέλος πάντων ακούει για να επαληθεύσει την κουφαμάρα του. Άντε να συμφωνήσουμε πως γενικά οι Daft Punk θα μπορούσαν ακόμα και σ' αυτό το πλαίσιο να γίνουν πιο τολμηροί, να το παίξουν λιγότερο σίγουρα σε πολλά σημεία. Ε και; Αντίθετα με την εντύπωση που έχω για ένα κάρο ανασκαλευτές της ποπ/ροκ ηχογραφίας, δεν σκέφτηκα ούτε για μια στιγμή πως το αυθεντικό επισκιάζει αυτό που ακούω τώρα. Όσα και να θυμίζει... Δεν πρόκειται πότε ν’ ακούσω MJ, Chic ή Fleetwood Mac αντί για το Random Access Memories των Daft Punk.

Υπάρχει μια χρυσή ισορροπία ανάμεσα στο ανασύρω και στο ανατρέχω που λέγαμε. Δεν ξέρω αν εδώ οι Γάλλοι τη βρίσκουν, ξέρω πως αναγνωρίζουν την ύπαρξή και τη σημασία της, αντί να τη θεωρούν αυτονόητη και αυτοκινούμενη από ψευδαισθήσεις ατομικότητας. Και την αναγνωρίζουν με όλη την πυκνή ελαφρότητα ενός μεγάλου ποπ άλμπουμ... (Διονύσης Κοτταρίδης)

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured