metal.team

 blackmetal

Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλωσε, μεγαλώνει και θα μεγαλώνει γενιές και γενιές πιτσιρικάδων που κάποια στιγμή στη ζωή τους αποφασίζουν να πάνε κόντρα στις παρωχημένες αντιλήψεις των γονιών τους και που το ανήσυχο πνεύμα της εφηβείας τους ωθεί -έστω και επιδερμικά- να ασκήσουν κριτική στον δογματισμό του «Πίστευε και μη ερεύνα».

Το Black Metal ιδίωμα είναι εν τη γενέσει του ένα σκοτεινό Evangelion (κλέβοντας λίγο τους Behemoth). Αποτελεί, ας πούμε, ένα επαναστατικό προτσές ενάντια στην απολυταρχία ποιου άλλου; Του θεού! Κεντρικό του θέμα είναι η φιλοσοφία του Αdversary, του εκπεπτωκότα αγγέλου. Εκείνου δηλαδή που αρνήθηκε τη μονοφυσιτική ορθότητα του πανάγαθου, παντελεήμονα και τέλειου δημιουργού του και σαν άλλος Προμηθέας (με τεράστιο προσωπικό κόστος) θέλησε να μοιραστεί με την ανθρωπότητα, τη δική του εκδοχή για τη δημιουργία του κόσμου. Θέλησε να αποκαλύψει το απαγορευμένο μυστικό της ανυπακοής σε κατεστημένα και συμβάσεις πάσης φύσεως διδάσκοντας την αξία της αποθέωσης του εφήμερου και της αναψυχής αλλά και της επίγνωσης. Πάντα σε ευθεία συγκρουσιακή σχέση με τις αρτηριοσκληρωτικές για την ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία απόψεις και εντολές του θεϊκού magnum opus. Συνεκδοχικά, το black metal τάσσεται ενάντια στη καθεστηκυία στάση κάθε θρησκείας ως προς τη δουλική υποταγή σε απυρόβλητα θέσφατα και δοξασίες που έρχονται σε ρήξη με τη φυσική ροή των πραγμάτων.

Όμως το black metal -όπως και το metal εν γένει- δεν είναι απαραίτητα τόσο σοβαρό όσο θέλουν να πιστεύουμε οι δημιουργοί του, παρά τις όποιες αγνές (sic) προθέσεις τους. Για τους περισσότερους από εμάς είναι και θα είναι χαβαλές. Είναι κουτσομπολιό γύρω από τις γραφικότητες των πρωταγωνιστών του, είναι η στιγμή εκείνη που απεκδυόμαστε το καθωσπρεπισμό της καθημερινότητας και αποζητούμε να δούμε πως είναι η ζωή μέσα από τα μάτια του κακού της ταινίας. Είναι μια καθαρτική διαδικασία όπου βγάζουμε τη σκατίλα που ενεδρεύει μέσα μας, γρυλίζοντας στίχους, κάνοντας head banging και σφίγγοντας τα δόντια σαν άλλοι Abbath πάνω στις χιονισμένες κορυφογραμμές του Blashyrkh.

Στο προκείμενο όμως. Με αφορμή τις κυκλοφορίες στο χώρο της χρονιάς που πέρασε, όπως: το πολυαναμενόμενο “The Wild Hunt” των Watain, το διχαστικό ομώνυμο των Satyricon, το χαοτικό “Fenris Kindir” των Arckanum, το τελετουργικό “Le Grand Oeuvre” των -new entry στο χώρο- Situs Magus, το βίαιο “Blood Vaults” των The Ruins of Beverast, το ανατρεπτικό “Blessed Extinction” των Cult Of Erinyes αλλά και τα critically acclaimed άλμπουμς “Κατά τον Δαίμονα Εαυτού” των Rotting Christ και το “The Regal Pulse of Lucifer” των αναγεννημένων Thou Art Lord, όπως και πολλών άλλων και με δεδομένες τις αναφορές των περισσοτέρων εξ αυτών σε μνημειώδη άλμπουμ του παρελθόντος –μακρινού αλλά και πρόσφατου- αποφασίσαμε να κάνουμε και εμείς τη δική μας εκδοχή του χιλιοπαιγμένου «Τα καλύτερα …. όλων των εποχών».

Τέσσερις εκ της συντακτικής ομάδας του Avopolis/Metal, καταλήξαμε λοιπόν, έπειτα από έντονες διαμάχες, μειωτικούς χαρακτηρισμούς ένθεν και ένθεν, ειρωνείες, μετρήματα μήκους μορίων (κοινώς ποιος την έχει μεγαλύτερη) και άλλα τέτοια γραφικά και μεταλλάδικα, σε ένα ποτ-πουρί 12 δίσκων. Κυκλοφοριών που άφησαν εποχή με τον προοδευτισμό και τα καινά δαιμόνια που εισήγαγαν στο χώρο και των οποίων τα ενορχηστρωτικά αεροπλανικά και οι συνθετικές και στιχουργικές επιδεξιότητες, που είναι αναγνωρισμένες από σύσσωμη τη μεταλλική κοινότητα, έθεσαν τις βάσεις και πρέπει να αποτελούν σημεία αναφοράς για κάθε νέο black metal συγκρότημα που θέλει να σέβεται τον εαυτό του και κυρίως… τα αυτιά μας!

Ηλίας –ΑΝΤonIn_ARTaud- Παυλόπουλος

thorns_demosThorns – Grymyrk/Trøndertun (1991/92)

Nαι, είχε δίκιο ο Άγιος Γιοβανίτης ο Νορβηγοθρεμμένος, ο εκ του Snorre εκπορευόμενος. Εν αρχή ην οι Thorns. Tι και αν το “Deathcrush” των Μayhem είχε κυκλοφορήσει μια τετραετία πίσω. Δεν λογίζεται ως black όσο και αν η προμετωπίδα “Mayhem” (με true και χωρίς) έχει συνυφανθεί με τη δημιουργία του σκοτεινού αυτού παρακλαδιού. Άσε που ο Euronymous βρήκε ξαφνικά το 1991 μια “αντιπολίτευση” που ενώ δεν κατάφερε ποτέ να κυβερνήσει στις ψυχές των οπαδών του είδους, πέρασε υποδόρια και μουλωχτά τις βασικές της θέσεις στο genre μέσα από το κολασμένο δυσαρμονικό riffing του Ruch που διέπει απ' άκρη σ' άκρη το τιτανοτεράστιο “De Mysteriis...”. Μπορεί στα δύο αυτά demos -ύμνοι στην live ηχογράφηση σε υπόγα- η τετρακαναλιά να ακούγεται πολυτέλεια όμως το κεντρικό θεματάκι (-άρα) του “Lovely Children”, που χρησιμοποιήθηκε μερικά χρόνια αργότερα στο “From the dark past” των Μayhem, δηλώνει ανερυθρίαστα το πόσο μοχθηρά η συνιστώσα του Snorre επέβαλλε στο συλλογικό ασυνείδητο των μπλακμεταλλάδων την ιογενή ριφολογία της νέας εποχής. Τώρα, αν ψάχνεις για επιρροές τότε κάποιες λίγες θα πρέπει να τις αναζητήσεις στο “Into The Pandemonium” των Celtic Frost που λειτούργησε όχι τόσο σαν ευαγγέλιο, αλλά σίγουρα σαν συναξάρι έμπνευσης του Snorre. Προσωπικά, θεωρώ ότι δεν ακούγονται αυτά τα demo. Μια κακοφορμισμένη βαβούρα τα διατρέχει από την αρχή μέχρι το τέλος και ναι, ίσως είναι χρήσιμα για τους εγκυκλοπαιδιστές του μαύρου είδους ή έστω για αυτούς τους αρχαιολόγους/εξορκιστές που ψάχνουν να βρουν τη πηγή του κακού, όμως η συμβολή τους σε αυτό που όλοι ονομάζουν έκτοτε “second wave” (κάποιοι τους φορτώνουν και με το προπατορικό αμάρτημα του λεγόμενου suicidal black metal) είναι εκτός από βαθιά καταλυτική και ασύλληπτα επιδραστική μέχρι και τα σήμερα!

Ηλίας –ΑΝΤonIn_ARTaud- Παυλόπουλος

Darkthrone_-_Transilvanian_HungerDarkthrone – Transilvanian Hunger (1994)

Η αλήθεια είναι πως όταν έπεσε η ιδέα για το αφιέρωμα, το συγκεκριμένο άλμπουμ, προς έκπληξη μου, δεν ήταν ανάμεσα στις αρχικές προτάσεις. Στο δικό μου, τόσο δα και σακατεμένο μυαλό, δε νοείται αφιέρωμα στο δεύτερο κύμα του black metal χωρίς το “Transilvanian Hunger”. Ή μάλλον καλύτερα, δε νοείται αφιέρωμα για το black metal ΓΕΝΙΚΑ χωρίς να περιλαμβάνει το “Transilvanian Hunger”. Για 2 πολύ απλούς και τεράστιους, συνάμα, λόγους. Πρώτον, για το ομώνυμο κομμάτι. Ακόμη και να είχε κυκλοφορήσει ως single, πάλι θα του άξιζε μια θέση στο πάνθεον. Το αποτέλεσμα του συνόλου είναι άνισο, ίσως πείτε κάποιοι; Μαζί σας. Έχουν βγάλει και καλύτερα άλμπουμ, θα δηλώσετε κάποιοι άλλοι; Και πάλι μαζί σας. Το ομώνυμο κομμάτι όμως ΕΙΝΑΙ το black metal, από μόνο του. Στέκει αγέρωχο και παγωμένο μέσα στα χρόνια, μνημείο μαύρης κληρονομιάς. Ακόμη και τους στίχους... “So pure…so cold”, ποιός μπορεί να τους αγνοήσει; Απίστευτο δέσιμο ήχου – στίχου, συναίσθημα καταχνιάς, πραγματική πανώλη για το μυαλό. Ο δεύτερος λόγος, το αναγνωρίσιμο, ακόμη κι από την γάτα μου, εξώφυλλο – πιστή απότυπωση του ηχητικού παγετού που “ντύνει”. Η συνέχεια του δίσκου δεν κινείται στα ίδια επίπεδα με το ομώνυμο κομμάτι, επ’ ουδενί όμως δεν πρόκειται φυσικά για κακή κυκλοφορία. Οι περισσότερες μπάντες θα έκαναν βουτιά σε λίμνη με πιράνχας για να συμπεριλαμβανόταν ανάμεσα στην δισκογραφία τους. Και σίγουρα πρέπει να κατέχει μια θέση ανάμεσα στις καλύτερες δουλειές των Darkthrone, αλλά μην ξεχνάμε πως ακολούθησε έπειτα κι ένα “Panzerfaust”. Από ‘κει και πέρα την θέση του 2ου καλύτερου κομματιού, διεκδικούν τα “Skald Av Satans Sol”, “Graven Takeheimens Saler” και “En As I Dype Skogen”. Η παραγωγή, «φτωχή» και απόκοσμη, δημιούργησε μια σχολή από μόνη της, την οποία επιβαλόταν να είχε ο δίσκος σου ώστε να αποκτήσει το cult status που χρειαζόταν η εποχή (και μετέπειτα). Όσες φορές και να ακούσω το ομώνυμο κομμάτι, πάραυτα, η τρίχα θα στέκει πιο ψηλά από την υψηλότερη οροσειρά της Νορβηγίας. Επιβλητικότητα, κύριοι.

Παναγιώτης Μπιτσάκης

emperor_in_the_nightside_eclipseEmperor – In The Nightside Eclipse (1994)

Nαι, άντε γράψε τώρα εσύ για μια μπάντα τόσο επιδραστική στο χώρο της και μάλιστα για το ντεμπούτο της που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του black metal. Τι να πρωτοαναφέρεις; Τις τελετουργικές, πομπώδεις και σκοτεινές ατμόσφαιρες; Τα αριστουργηματικά συμφωνικά πλήκτρα και τις ενορχηστρώσεις του Ihsahn; Τα τεράστια riffs των μόλις ενηλικιωμένων Ihsahn και Samoth, που γύρισαν επιδεικτικά την πλάτη στον «άγραφο τότε κανόνα», πως black metal δίχως “ξύσιμο” δεν υφίσταται; Τις μεγαλειώδεις και επικές συνθέσεις που είναι μία και μία; Το υπέροχο εξώφυλλο του Necrolord, που μεταφέρει σε εικόνα αυτό που θα μπορούσε να βλέπει ο Frodo τη στιγμή που βρέθηκε μπροστά στη μαύρη πύλη της Μόρντορ;  Τις μοναδικές κορνίζες του Frost (Satyricon) στις φωτογραφίες του οπισθόφυλλου; Το “In The Nightside Eclipse” ήταν το πρώτο majestic black metal album που κυκλοφόρησε και κανένα που ακολούθησε δεν κατάφερε να το ξεπεράσει. Για πολλούς μάλιστα είναι ο υπέρτατος black metal δίσκος…

Θανάσης Μπόγρης

burzum_-_hvis_lyset_tar_ossBurzum – Hvis Lyset Tar Oss (1994)

Το να λέμε ότι το “Hvis Lysset..” είναι επιδραστικό για το black metal είναι σα να δηλώνουμε πως ο ήλιος βγαίνει από την ανατολή. Τα στίφη των ακολούθων που προσπάθησαν να κλέψουν λίγη από την αίγλη του τρίτου δίσκου του Varg αμέτρητα. Μια ολόκληρη ανατολικοευρωπαϊκή σκηνή (ακόμη και στις πιο ποιοτικές εκφάνσεις της, βλέπε Negura Bunget) να πατάει πάνω στη νατουραλιστική παρελθοντολαγνεία του concept. Σύσσωμο το ατμοσφαιρικό κίνημα να περιφέρεται γύρω από τα ριφ του “Det som engang var”, προσπαθώντας να τσιμπήσει ιδέες. Ο ρομαντισμός του Vikernes εδώ δε σταχυολογείται ως αβανταδόρικος (αυτό έλειπε…), αλλά ξεσηκώθηκε ξεδιάντροπα αργότερα από κάθε λογής φασιστόμουτρο (όχι ότι ο ίδιος είναι αθώος, αλλά τουλάχιστον δεν έκανε ποτέ παντιέρα τον εθνικοσοσιαλισμό μέσω των άλμπουμ του). Η ατμόσφαιρα του δίσκου κατακρεουργήθηκε από τη σκηνή σε διάφορες εκφάνσεις της (cascadian, depressive, atmospheric, μεταξύ άλλων), ενώ η κυκλική μονοτονία των ριφς αποτέλεσε αλφαβητάρι για όποιον θέλησε να κάνει μια νοσταλγική ένεση στον ήχο του.

Χρυσόστομος “Athotep” Τσαπραΐλης

Immortal__BattlesImmortal – Battles In The North (1995)

Ή αλλιώς “αυτό με το άσπρο εξώφυλλο”, όπως συχνά αναφέρεται σε συζητήσεις στις παρέες. Στην περίπτωση αυτή, τα πράγματα είναι απλά. Έχουμε να κάνουμε με ότι πιο τραχύ έχουν κυκλοφορήσει ποτέ οι Immortal. Το πρώτο καιρό της κυκλοφορίας του, το “Battles In The North” είναι η αλήθεια πως δεν έτυχε και της θερμότερης υποδοχής. Ο χρόνος όμως το καθιέρωσε στις συνειδήσεις των οπαδών, και όχι μόνο. Οι ταχύτητες χτυπάνε κόκκινο, η παραγωγή ξερή και μονοκόμματη και γενικά ένα άλμπουμ σερβιρισμένο κατευθείαν “in your face”! Θέλει ακροάσεις για να ανακαλύψεις το περιεχόμενο του. Στην αρχή θα σου φανεί ξύσιμο αλλά με κάθε ακρόαση θα σε κερδίζει. Τουλάχιστον σε μένα έτσι λειτούργησε. Δεν είναι τυχαίο πως ακόμη και τώρα, τόσα χρόνια μετά, ανακαλύπτω riff που μου διέφευγαν. Και ακριβώς αυτή είναι η μαγεία του. Ίσως γι’ αυτό και να συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στις καλύτερες δουλειές των Νορβηγών. Τεχνικά ίσως να μην πρόκειται για ότι πιο τέλειο αλλά το συναίσθημα που αναδύεται μέσα από τα κομμάτια του μετατρέπει το αίμα σου σε παγοκυψέλες. All time classic εξώφυλλο, μιας και πρόκειται για τον δίσκο απ’ όπου ξεκινά αυτή η σχέση λατρείας μεταξύ Immortal – χιονιού σε βίντεο, φωτογραφίες κτλ που κρατάει μέχρι τις μέρες μας. (Υπερ)Κομμάτια : “Battles In The North”, “Blashyrkh”, “Cursed Realms of the Winterdemons”, “Grim and Frostbitten Kingdoms”.

Παναγιώτης Μπιτσάκης

Ved_Buens_Ende__WritteVed Buens Ende – Written in Waters (1995)

Δίσκος μνημείο της παγκόσμιας μεταλικής μουσικής ιστορίας. Ένα συγκρότημα που δέησε να βγάλει μόνο ένα full length album και ένα demo, μα που οι δυσαρμονικές αφηγήσεις της κιθάρας του Vicotnik, οι ατονικότητες του Skoll στο μπάσο και το επιτηδευμένα παιδιάστικο και ανατριχιαστικό crooning του Carl Michael το τοποθέτησαν μια για πάντα στο πάνθεο του ακραίου αβανγκάρντ. Τι να πρωτοεξάρεις αλήθεια, το ανεπανάληπτο κατακερματισμένο ριφ στο τέλος του “Den Saakaldte”, τις παρανοϊκότητες του “Remembrance Οf Τhings Past”, με το πιάνο σε ευθεία αναφορά με τους πειραματισμούς του John Cage, τα παρακμιακά arpegios, το στοιχειωτικό ακορντεόν (!) στο “To swarm deserted away”; Για να μην μιλήσουμε για την ολιστική προσέγγισή τους όσον αφορά στην αισθητική του όλου εγχειρήματος: Εξώφυλλο αρτιστίκ, σε πλήρη σύγκρουση με την καθεστηκυία τάση του genre με τα ασπρόμαυρα εξώφυλλα, τα σατάνια, και τα πενταλφίδια. Στίχοι τύπου “Οh if only it could wither, wither in the absence of your thoughts, so I cry...” στο “You, that may wither” να φέρνουν στο νου τα λεγόμενα κάποιου “ιδανικού και ανάξιου εραστή” που θα έλεγε και ο Καββαδίας και όχι κάποιου κάφρομπλακμεταλά. Όλα αυτά αυτομάτως περιβάλλουν το “Written In Waters” με μια αχλή ανατρεπτικότητας. Ναι, οι Ved Buens Ende ήταν και παραμένουν οι ρεφορμιστές του είδους. Πολλοί τους σνόμπαραν αλλά τους παραδέχονταν. Πολλοί τους μιμήθηκαν, κανένας δεν τους ξεπέρασε…

Ηλίας –ΑΝΤonIn_ARTaud- Παυλόπουλος

album-la-masquerade-infernaleΑrcturus – La Masquerade Infernale (1996)

Τι είναι το “La Masquerade Infernale”; Χμμ... αν ήμουν ο Κόμης του Λωτρεαμόν θα έγραφα τα εξής: Είναι ένα μυστικιστικό λιμπρέτο εμπνευσμένο από μοχθηρά γριμόρια του μεσαίωνα, σατανικές επωδούς εν είδει μπωτλερικής ποίησης και βοκαλιστικά γεμάτο παρανοϊκή πρόζα. Μια ηχητική εντροπία, ένα bal masqué που λαμβάνει χώρα σε κάποια μουχλιασμένη υπόγεια αίθουσα στο κέντρο της Βενετίας την ώρα της πιο επικίνδυνης acqua alta. Εκεί λοιπόν όπου συναρμόζει το μαυρομεταλλικό χάος με την ελιτίστικη φινέτσα του νεορομαντισμού και τα απαγορευμένα “τρίτονα του διαβόλου”- κάνουν πάρτι μέσα στις διαγαλαξιακές συνθέσεις του Garm, βρίσκεται η ψυχή μιας εκλεπτυσμένης ενορχηστρωτικής διάνοιας που δίχασε αρχικά τους θιασώτες του πρωτόλειου “Aspera Hiems Symfonia”. Τους δίχασε για να τους ξανακερδίσει όμως μετά από λίγα απανωτά play και να τους κάνει κοινωνούς του πιο φαντασμαγορικού δημιουργήματος που δέησε ποτέ ο ακραίος ήχος να φιλοξενεί στις τάξεις του. Άραγε ποιος από εμάς τους τότε νεόκοπους μεφιστοφελίδες μπορεί να ξεχάσει τα οπερατικά διπολικά λογύδρια του Simen, τη τελετουργική καταχνιά με τα τσέλα του “Ad Astra” και φυσικά ποιος δεν θυμάται την αντίδρασή του όταν άκουσε το drum 'n' bass σημείο του “Chaos Path”, αναφωνώντας από τα έγκατα της ευρείας ημιμάθειας του “Ρε, παίζει techno εδώ!”.  Ένας δίσκος που επάξια τον διαδέχτηκε το “Sham Mirrors” αφού εκεί, στο διαστρικό ιντερλούδιο του “For To End Yet Again” εντέλει πειστήκαμε ώστε να υπογράψουμε το διαβολικό μας pact με την μπάντα μια για πάντα.

Ηλίας –ΑΝΤonIn_ARTaud- Παυλόπουλος

enthrone-darkness-triumphant1Dimmu Borgir – Enthrone Darkness Triumphant (1997)

Με τούτο 'δω το άλμπουμ μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Όπως κι εγώ τότε, δεν σας κρύβω. Και μιλάμε και ουσιαστικά για το τελευταίο πραγματικά καλό άλμπουμ της μπάντας, αφού σιγά σιγά κατηφόρισε προς τα λημέρια των Nightwish, με αποτέλεσμα να γίνουν μια πιο extreme εκδοχή τους. Ευχαριστώ, δεν θα πάρω! Εδώ έχουμε την συνέχεια και αποκορύφωση της ανοδικής τους πορείας απ' το ξεκίνημα, και συνάμα πιο μελωδική ίσως. Τα πλήκτρα δεν ενοχλούν, αντιθέτως γεμίζουν τον ήχο και προσδίδουν το χρώμα που του αρμόζει. Μαύρο. Ποιός δεν αναγνωρίζει σε δευτερόλεπτα το "Mourning Palace", από την εισαγωγή του κι όλας. Ήταν η εποχή που ο Shagrath έπινε κι έφτυνε αίμα ακόμη. Μπορεί πλέον να μην παίζει συχνά στο στερεοφωνικό μου αλλά δεν μπορεί κανείς να μην του αναγνωρίσει πως έμπασε πολλούς στον (υπο)κόσμο του black metal. Έβαλε το συγκεκριμένο ιδίωμα στα μεγάλα σαλόνια (μαζί με τους Cradle Of Filth), με ότι θετικό κι αρνητικό συνεπάγεται αυτό. Τότε το συναίσθημα κυριαρχούσε της επαγγελματικότητας. Στις μέρες μας όμως κακά τα ψέμματα. Είναι από τους δίσκους ατμοσφαιρικού/majestic black metal που δεν παραπονέθηκε κανείς true οπαδός για τα πλήκτρα στην μουσική του.

Παναγιώτης Μπιτσάκης

Ddheimsgard__666Dødheimsgard – 666 International (1999)

… ή αλλιώς ο πιο ρηξικέλευθος ίσως δίσκος του black metal! Σε αυτό το δίσκο ο όρος avant-garde metal αποκτά άλλη υπόσταση και νόημα, συμπληρώνοντας την αγία τριάδα αυτού, μαζί με τα “Written in Waters” των Ved Buens Ende και “La Masquerade Infernale” των Arcturus. Ότι πειραματισμός μπορούσε να γίνει μουσικά, υλοποιήθηκε εδώ. Το black metal παντρεύεται μοναδικά με το industrial, σιγοντάρεται από διάφορα ηλεκτρονικά/techno μπλιμπλίκια, κάνει παρέα με τις ψυχωτικές ερμηνείες ενός ψυχωτικού Aldrahn και χρησιμοποιεί σαν όχημα τις τουλάχιστον ιδιοφυείς συνθέσεις και ενορχηστρώσεις του Mr. Fixit (aka Vicotnik). Ο σχεδόν δεκάλεπτος industrial οργασμός σχιζοφρένειας του “Shiva Interfere”, η χαοτική black ωμότητα του “Ion Storm”, ο ακραία περιπετειώδης χαρακτήρας του “Regno Potiri”, η εφιαλτική ατμόσφαιρα του “Final Conquest”, οι αρρωστημένες τσίτες του κυρίως μέρους και το υπερ-groovy τέλος του “Sonar Bliss” και η “παλαβομάρα” του “Completion” συνθέτουν ένα δίσκο που κάνει τους «πουριστές» να φρικάρουν. Ένα μανιφέστο παράνοιας αυστηρά για τολμηρά και ανήσυχα πνεύματα…

Θανάσης Μπόγρης

Satyricon__RebelSatyricon – Rebel Extravaganza (1999)

Ήδη από τις παραμονές του “Rebel Extravaganza” οι Satyricon ήταν μια διαφορετική μπάντα. Άφησαν πίσω τους τα μεσαιωνικά και folk θέματα που κυριαρχούσαν μέχρι και το “Nemesis Divina” και έβγαλαν στο προσκήνιο ένα ψυχρό, πικρό και γεμάτο κακία πρόσωπο. Οι δομές των κομματιών γίνονται πολύπλοκες, τα κομμάτια έχουν μεγαλύτερες διάρκειες και πολλές αλλαγές, οι “ρομαντικές” μελωδίες αποβάλλονται, οι ατμόσφαιρες δεν βασίζονται πλέον στα πλήκτρα αλλά στις τεράστιες κιθάρες, ενώ εντυπωσιάζουν το θηριώδες drumming του Frost, αλλά και τα στριφνά και κτηνώδη βιτριολικά φωνητικά του Satyr. Η ωμότητα, οι φρενήρεις ταχύτητες, το υπό την επήρεια αμφεταμινών, κρύο και μηχανικό riffing, συνδυάζονται ιδανικά και δημιουργούν ένα δίσκο ορόσημο, που μαζί κάνα δύο-τρία ακόμα που κυκλοφόρησαν το 1999/2000, έδωσαν άλλη τροπή στο μαυρομεταλλικό ήχο, ακριβώς τη στιγμή που αυτός άρχιζε να δείχνει στέρηση φαντασίας και σημάδια βαλτώματος.

Θανάσης Μπόγρης

granddeclarationMayhem – Grand Declaration of War (2000)

Το δεύτερο full length των Mayhem έσκασε το 2000 και ξένισε πολύ κόσμο. Κλινικός ήχος, militant ατμόσφαιρα στο πρώτο μισό, καθαρά φωνητικά ως επί τω πλείστον από το Maniac, είτε σε μορφή απαγγελίας, είτε ως distorted αφήγηση. Το δεύτερο – και πιο πειραματικό – μέρος του άλμπουμ εισέπραξε μανιώδη κατηγορώ λόγω αντισυμβατικών δομών και ηλεκτρονικών πειραματισμών. Όσο αμφιλεγόμενο και να θεωρείται, το “Grand Declaration” ήταν αυτό που μαζί με τα “Rebel Extravaganza”, “666 International”, και “Thorns”, έχτισαν το λεγόμενο intelligent black. Ο συγκεκριμένος δίσκος πάτησε για τα καλά στις αξίες των Voivod, ήπιε industrial νερό, και εν τέλει είναι ο πιο avant-garde εκ των τεσσάρων. Κάτι σαν το “Into the Pandemonium”, το “Grand Declaration” δεν αντιγράφτηκε από πολλούς, λόγω -και- της ευφυΐας του. Τα ψήγματα της επιρροής του όμως ανιχνεύονται σε μεγάλο μέρος της post-2000 σκηνής, από τους Deathspell Omega ως τους Virus και γενικότερα σε όλο το καραβάνι των “έξυπνων” κυκλοφοριών που ξεκίνησε στα early 00's στη Νορβηγία, και χωρίς να γίνει πολύ λαοφιλές, κατάφερε να ξεχωρίσει.

Χρυσόστομος - Athotep - Τσαπραΐλης

fasiteDeathspell Omega – Fas – Ite, Maledicti, in Ignem Aeternum (2007)

Έχεις στην πλάτη σου το μαυρομεταλλικό άλμπουμ της δεκαετίας, το “Si Monumentum…”, ένα χρόνο μετά κυκλοφορείς το αριστουργηματικό “Kénôse”, και στα καπάκια γράφεις το “Diabolus Absconditus”. Το επόμενο βήμα φάνταζε δύσκολο, αλλά οι Deathspell Omega απέδειξαν το 2007, με το “Fas – Ite…” πόσο τεράστια μπάντα είναι. Εδώ βλέπουμε την περαιτέρω μείωση των παραδοσιακά νορβηγικών επιρροών, η οποία είχε ήδη ξεκινήσει με το πέρασμα του συγκροτήματος στη δεύτερη και ουσιαστικότερη περίοδό του. Οι Ved Buens Ende-ικές δυσαρμονίες αξιοποιούνται με τον πλέον δημιουργικό τρόπο, χτίζοντας ένα μετά-αποκαλυπτικό μνημείο που όρισε κατά μεγάλο βαθμό τη μουσικοστιχουργική φόρμα του ορθόδοξου black εντεύθεν. Συνθετικό χάος που απαιτεί ιδρώτα από τον ακροατή, κρυπτικοί θεολογικοί στίχοι, ένα δυσπρόσιτο έργο τέχνης. Πολλοί προσπάθησαν να αξιοποιήσουν τις διδαχές του δίσκου, πλασάροντας δυσκοίλια μουσική εμπειρία, με (και καλά) φιλοσοφημένο θρησκευτικό περίβλημα. Τεράστιο πλέον κίνημα, το οποίο, παρόλο που έχει δώσει ορισμένες εξαιρετικές δημιουργίες, καταντάει κουραστικό λόγω του οχετού κυκλοφοριών οι οποίες μηρυκάζουν αποτυχημένα και ανέμπνευστα το εν λόγω διαμάντι.

Χρυσόστομος “Athotep” Τσαπραΐλης

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured