Βαρεθήκατε τα τούρκικα σήριαλ που μας έχει φλομώσει η ιδιωτική τηλεόραση; Δεν θέλετε ακόμα μια χρονιά, να δείτε σε επανάληψη κάποια εκπομπή που παιζόταν το '95; Τότε, φτιάξτε μια φραπεδιά με μπόλικο αφρό, έτσι ώστε να μη βυθίζεται το καλαμάκι μέσα και αράξτε να ασχοληθούμε λίγο με τη μεταλλική σαπουνόπερα που βρίσκεται εδώ και 2-3 μήνες στο απόγειό της και ακούει στο όνομα QUEENSRYCHE.
Ενώ οι φίλοι του γκρουπ έμαθαν πως η “φαγούρα” ξεκίνησε στις 14 Απριλίου, στο show που έδωσε το group στη HSBC Arena, στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι στην πραγματικότητα, μιας και το κλίμα μέσα στο συγκρότημα, άρχισε να στραβώνει την περίοδο ‘93-‘94, ακριβώς τότε που ηχογραφούσαν το “Promised Land”. Τα τελευταία χαριτωμένα γεγονότα ωστόσο, είναι ακριβώς αυτό που περιγράφει ο θυμόσοφος λαός με το δεύτερο μέρος της έκφρασης «ήταν στραβό το κλίμα, το έφαγε και ο γάιδαρος…». Για να δούμε όμως λίγο σύντομα τα επίμαχα γεγονότα πριν αναφέρουμε τ’ οτιδήποτε άλλο.
Στις 27 Μαΐου, η μπάντα εμφανίζεται στο Rocklahoma Festival , στο Pryor της Οκλαχόμα. Το κοινό δεν είναι πολύ ενθουσιώδες και σε μια ατυχή προσπάθεια του Tate να το «ξυπνήσει», ξεστομίζει στο κοινό το αμίμητο “you guys suck, I’m serious…” (εδώ το επίμαχο απόσπασμα). Ποικίλα σχόλια για τα λεγόμενά του, ακολουθούν και κατακλύζουν το διαδίκτυο, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα διαδίδονται περίεργες φήμες πως ο Geoff Tate επιτέθηκε στους Michael Wilton και Scott Rockenfield, γρονθοκοπώντας στο πρόσωπο τον πρώτο και κυνηγώντας με ένα μαχαίρι τον δεύτερο, στο προαναφερθέν show στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, στις 14 Απριλίου, το οποίο μάλιστα ήταν στα πλαίσια του εορτασμού των 30 ετών του group. Αφορμή αυτής της συμπεριφοράς, από πλευράς Tate, ήταν πως ο ίδιος κρυφάκουσε τους υπόλοιπους να συζητούν την απομάκρυνσή του από τη μπάντα. Δυο-τρεις μέρες μετά (30 Μαΐου) ο υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων των QUEENSRYCHE, Jeff Albright, δήλωσε πως δεν υπάρχει θέμα και πως ο Tate ασχολείται με την ηχογράφηση του δεύτερου σόλο του δίσκου, ενώ όλοι οι υπόλοιποι από το συγκρότημα ασχολούνται με ένα νέο project, με τον Todd La Torre (τραγουδιστή των Crimson Glory), στα φωνητικά, υπό το όνομα RISING WEST (West, εκ των αρχικών ονομάτων των Wilton, Eddie, Scott και Torre). Όλοι θέλουν να μείνουν απασχολημένοι μέχρι το τέλος του 2012, όπως συνεχίζει ο Albright και πως το 2013 θα ξαναενώσουν τις δυνάμεις του για τη δημιουργία καινούργιο δίσκου και για την περιοδεία που θα ακολουθήσει.
Την 1η του Ιουνίου έρχεται και η απάντηση Tate για ότι έχει ακουστεί μέχρι εκείνη τη στιγμή, μέσω μιας άτυπης συνέντευξης που έγινε στα πλαίσια του ακουστικού show που έδωσε ο ίδιος την προηγούμενη μέρα στο Cricket Muve Music Lounge, στο Σαν Αντόνιο του Τέξας, λέγοντας πως όλα είναι φήμες και κουτσομπολιά και πως αυτός ασχολείται με την ηχογράφηση του επόμενου προσωπικού του δίσκου. Μέσα στην ίδια βδομάδα, τα υπόλοιπα μέλη των QUEENSRYCHE, καταγγέλλουν πως δεν έχουν πρόσβαση στο επίσημο site, καθώς και στη σελίδα του Facebook των QUEENSRYCHE, μιας και έχουν αλλάξει οι κωδικοί, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ενημερώσουν τους οπαδούς του group, για τις επερχόμενες συναυλίες των RISING WEST. Αργότερα έγινε γνωστό πως αυτό το πρόβλημα συχνά-πυκνά υπήρχε από τον Μάρτιο, τόσο στην επίσημη ιστοσελίδα τους και το λογαριασμό στο Facebook, όσο και στο λογαριασμό του Twitter, αλλά και τους λογαριασμούς του PayPal.
Στις 8 & 9 Ιουνίου πραγματοποιούνται οι προγραμματισμένες συναυλίες των RISING WEST, στο Hard Rock του Seattle, κατά τις οποίες το συγκρότημα αποδίδει set που αποτελούταν από τραγούδια, αποκλειστικά από τα πρώτα 5 albums των QUEENSRYCHE, συν το ΕΡ που είχαν κυκλοφορήσει πριν το ντεμπούτο τους. Και οι δυο ημερομηνίες είναι sold-out και το merchandise που είχε ετοιμαστεί, γίνεται ανάρπαστο. Στα αξιοσημείωτα συμπεριλαμβάνεται και το γεγονός πως υπήρξαν και άτομα που ταξίδεψαν από την Ιαπωνία για να δουν τις συγκεκριμένες συναυλίες.
Στις 11 Ιουνίου οι QUEENSRYCHE ήταν προσκεκλημένοι των SCORPIONS, να ανοίξουν τη συναυλία τους στο West Valley City της Γιούτα, αλλά αυτή η εμφάνιση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ο Geoff Tate με το προσωπικό του σχήμα, κάνει τελικά το support και δηλώνει πριν τη συναυλία, πως μερικά μέλη των QUEENSRYCHE δεν κατάφεραν να εμφανιστούν στη συναυλία, εξαιτίας «προσωπικών λόγων». Στον απόηχο της εμφάνισης των QUEENSRYCHE που δεν πραγματοποιήθηκε, γίνεται γνωστό πως 2-3 μέρες πριν τη συναυλία, η σύζυγος του Geoff, Susan Tate (manager των QUEENSRYCHE) και η κόρη της Miranda (θετή κόρη του Geoff και πρώην σύζυγος του δεύτερου κιθαρίστα των QUEENSRYCHE, Parker Lundgren), με επίσημη ανακοίνωση η πρώτη και ανάρτηση στο Facebook η δεύτερη, ξεσπάθωσαν εναντίον των Michael Wilton, Scott Rockenfield, Eddie Jackson και Parker Lundgren, υπερασπιζόμενες τον Geoff.
Στις 20 Ιουνίου βγαίνει επίσημη ανακοίνωση από τους QUEENSRYCHE, που αναφέρει πως το συγκρότημα χωρίζει τους δρόμους της με τον Geoff Tate και πως ο Todd La Torre (Crimson Glory) είναι επίσημα ο αντικαταστάτης του. Συνεχίζει, πως τους τελευταίους μήνες υπήρχαν ανάμεσα στο συγκρότημα και τον Tate, διαφορές που συνεχώς μεγάλωναν, με την συγκεκριμένη εξέλιξη να αποτελεί την μοναδική πλέον λύση, μιας και δεν μπορούσε να βρεθεί κάποια άλλη, αμοιβαία αποδεκτή και από τις δύο πλευρές. Η αντίδραση της πλευράς Tate ήταν σχεδόν άμεση, καταθέτοντας δικαστική προσφυγή για την απόκτηση των δικαιωμάτων χρήσης του ονόματος των QUEENSRYCHE, όπως έγινε γνωστό σε συνέντευξη που παραχώρησε και δημοσιεύτηκε στις 26 Ιουνίου, στον ιστότοπο του πασίγνωστου περιοδικού Rolling Stone.
Στις 13 Ιουλίου, κατά την προκαταρτική απόφαση του Ανώτερου Δικαστηρίου King County, της πολιτείας της Ουάσινγκτον, μετά από προσφυγή του Geoff Tate εναντίον των υπολοίπων μελών του group, το δικαστήριο αποφασίζει πως οι Michael Wilton, Scott Rockenfield, Eddie Jackson και Parker Lundgren, μπορούν να λειτουργούν και να περιοδεύουν υπό την ονομασία του ονόματος QUEENSRYCHE, μέχρι να βγει η οριστική απόφαση που θα ξεκαθαρίζει όλες τις λεπτομέρειες που άπτονται της υποθέσεως.
Αρχές Σεπτέμβρη και ο Tate μετά από μερικές μικρές «απειλές», πως θα βγάλει στο δρόμο τους δικούς του QUEENSRYCHE, ανακοινώνει επίσημα πως θα περιοδεύσει με το όνομα “Queensrÿche starring Geoff Tate: The Original Voice”, ανακοινώνοντας συνάμα και τα μέλη που θα απαρτίζουν την μπάντα του, κάποια εκ των οποίων αρκετά ηχηρά, όπως του Glen Drover (Megadeth, King Diamond, Eidolon). Μέχρι τότε έχει προλάβει να βγάλει παιδιάστικες ανακοινώσεις για τον ίδιο περί «μοναδικής και μακροχρόνιας δημιουργικής δύναμης πίσω από τους QUEENSRYCHE», να μας παρουσιάσει το tour bus, το οποίο και βάπτισε… “Tate 1” (μάλλον ακολουθεί και sequel…) και να διανείμει ΕPK σε ηλεκτρονικά μέσα, όπου αυταπαρουσιάζεται στο κοινό, με το «εγώ» του να περισσεύει.
Κάπου εδώ σταματάνε προς το παρόν τα πολύ πρόσφατα γεγονότα της συγκεκριμένης σαπουνόπερας. Αν ασχοληθούμε λίγο πιο βαθιά και παρασκηνιακά με τη συγκεκριμένη υπόθεση, αυτό που κάνει μεγάλη εντύπωση είναι πως το συγκρότημα έχει αποσιωπήσει τα οποιαδήποτε προβλήματα που ανέκυπταν συχνά πυκνά, σχεδόν μαεστρικά, χωρίς να μαθευτεί το παραμικρό στο ευρύ κοινό. Όπως προαναφέρθηκε, τα προβλήματα ξεκίνησαν περίπου το 1993, κατά την ηχογράφηση του τελευταίου διαμαντιού που κυκλοφόρησαν οι QUEENSRYCHE, δίσκο που διαδέχτηκε το υπερ-επιτυχημένο και τριπλά πλατινένιο, “Empire”. Όπως αναφέρουν στις ένορκες γραπτές καταθέσεις τους οι Eddie Jackson και Michael Wilton, η συμπεριφορά του Geoff Tate είχε αρχίσει ήδη να γίνεται επιθετική, εκείνη την περίοδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένα περιστατικό, αυτόπτης μάρτυρας του οποίου ήταν ο μπασίστας του συγκροτήματος. Κάποια μέρα που βρίσκονταν στο studio ηχογραφώντας το “Promised Land”, ο Tate άρχισε, εντελώς ξαφνικά, να ουρλιάζει και να βρίζει τον Chris DeGarmo, κατηγορώντας τον ότι του έφερνε συνεχώς «μαλακίες» (όπως ακριβώς είχε αναφέρει) για να τραγουδήσει. Συνεχίζοντας ο Jackson την περιγραφή του περιστατικού, ο Tate βρισκόταν σε τέτοια κατάσταση λύσσας και μανίας, που φοβήθηκε μην επιτεθεί στον DeGarmo, ο οποίος εντελώς ψύχραιμος, δεν αντέδρασε καθόλου, οδηγώντας τελικά σε εκτόνωση το περιστατικό. Ο Wilton στη δική του γραπτή κατάθεση αναφέρει πως εκείνη την περίοδο ο Tate εξέφρασε στα υπόλοιπα μέλη πως δεν ένιωθε χαρούμενος μέσα στο συγκρότημα, δεν του άρεσε η μουσική κατεύθυνση που είχε η μπάντα, δεν ήθελε πλέον να τραγουδάει πλέον σε metal/hard rock ύφος και έλεγε στους υπόλοιπους συχνά πως αυτό μπορεί να ήταν το τελευταίο album που μπορεί να συμμετείχε μιας και σκεφτόταν να αποχωρήσει. Αναφέρει επίσης ο Wilton, πως τότε ήταν που προέκυψαν και τριβές σχετικά με τα δικαιώματα για τη συγγραφή των τραγουδιών. Διόλου τυχαίο είναι λοιπόν το γεγονός πως στις 4 Ιουνίου του 1994 και 4 μήνες πριν την κυκλοφορία του “Promised Land”, η μπάντα υπογράφει συμβόλαιο καθορισμού και εκμετάλλευσης του ονόματος των QUEENSRYCHE, το οποίο προβλέπει σύσταση εταιρίας , της Tri-Ryche Corp. (εδώ μπορείτε να δείτε το συμβόλαιο), η οποία αναλαμβάνει να «τρέχει» τη λειτουργία του συγκροτήματος, σε studio συνθήκες και περιοδείας, καθώς και διάφορες παράπλευρες λειτουργίες, όπως τα δικαιώματα των κομματιών και άλλα συναφή θέματα. Επίσης προβλέπει τι γίνεται σε περίπτωση που κάποιο μέλος αποχωρήσει, δηλαδή τι αξιώσεις μπορεί να έχει ο αποχωρήσαντας από το group, αλλά και για τον τρόπο που επιμερίζονται τα δικαιώματα στα υπόλοιπα μέλη.
Τον Μάρτιο του 1997 κυκλοφορεί το “Hear In The Now Frontier” και όλα καταρρέουν γύρω από τους ‘Ryche. Διάφορα προβλήματα ανέκυψαν εντός της μπάντας, όπως η πτώση των πωλήσεων, εξαιτίας και της μουσικής κατεύθυνσης που είχε αυτή πλέον πάρει, εντάσεις που είχαν προκύψει από διαφωνίες σχετικά με τα δικαιώματα των κομματιών ή η χρεωκοπία της ΕΜΙ America Records με την οποία είχε το group συμβόλαιο. Τα προσωπικά προβλήματα του Tate, ο οποίος ήταν στα χωρίσματα με τη γυναίκα του Susan, χειροτέρεψαν περαιτέρω την κατάσταση, ενώ η ανακοίνωση του DeGarmo πως θα αποχωρήσει από το συγκρότημα, ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Tο κερασάκι στην τούρτα ήταν η απόφαση της Q Prime (εταιρεία management) να σπάσει το συμβόλαιο που είχε με το συγκρότημα, σαν συνέπεια της αποχώρησης του DeGarmo.
Μετά από κάμποσο καιρό αβεβαιότητας, όλοι συμφώνησαν να συνεχίσουν τους QUEENSRYCHE με την προσθήκη του Kelly Gray, ο οποίος θα εκτελούσε και χρέη παραγωγού εκτός από κιθαρίστα. Το “Q2K” ήταν το επόμενο βήμα. Η μπάντα άλλαξε επίσης και management εκείνη την περίοδο, με την ομάδα του Ray Daniels, τον manager των RUSH, να αναλαμβάνει. Ο δίσκος μετά από ένα εύλογο διάστημα και από εκτεταμένη περιοδεία, κατάφερε να φτάσει τα 150.000 αντίτυπα σε πωλήσεις. Τότε ήταν που τα προβλήματα επανήλθαν. Ο Tate, παρά των σωστών χειρισμών του management και τη θετική της πορεία μετά την αποχώρηση του DeGarmo, δεν εμπιστευόταν τον Daniels και προχώρησε στην απόλυση του Daniels. Οι υπόλοιποι είχαν αντιρρήσεις και ήταν δυσαρεστημένοι από αυτή την κίνηση, αλλά δεν ήθελαν να μπουν σε κόντρα με τον Tate, μιας και τους είχε «δώσει τελεσίγραφο» πως σε περίπτωση που δεν συμφωνούσαν μαζί του, θα εγκατέλειπε το συγκρότημα. Αντικαταστάτης του Daniels ήταν ο Lars Sorensen και βοηθός του η Susan Tate, σύζυγος του Geoff.
Το 2003 σκάει σαν κεραυνός εν αιθρία η επιστροφή του DeGarmo στο συγκρότημα για τη δημιουργία του “Tribe”, με τους οπαδούς να στήνουν χορούς και ανακοινώνεται επίσης πως προσλαμβάνεται και ο Mike Stone σαν δεύτερος κιθαρίστας (!!!). Ο DeGarmo υπογράφει τις μισές συνθέσεις, κάποιες και σε συνεργασία με τους άλλους και αποχωρεί πριν καλά-καλά ο δίσκος φτάσει στα ράφια των δισκοπωλείων. Σύμφωνα με τον Wilton, η αιτία που έφυγε εκ νέου ο DeGarmo από το group ήταν ο ίδιος ο Tate, αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που δημιουργούσε εντάσεις κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του “Tribe”, με αποκορύφωμα τη στιγμή που «ευχαρίστησε» αγενέστατα τον DeGarmo για τη «συμμετοχή» του στο album, λέγοντας του πως ήταν περιττός για τους ‘Ryche.
Το 2005 άλλο ένα τελεσίγραφο του Tate περίμενε τα υπόλοιπα μέλη των QUEENSRYCHE. Ο Tate «απείλησε» ξανά πως θα έφευγε από την μπάντα αν δεν έδιωχναν από manager τον Sorensen και δεν προσλάμβαναν την σύζυγό του Susan, βοηθό του Sorensen μέχρι εκείνη τη στιγμή. Παρά τους ενδοιασμούς και τις αντιρρήσεις, οι Wilton, Rockenfield και Jackson, υποκύπτουν ξανά στις «επιθυμίες» του frontman των QUEENSRYCHE, με την «περίοδο-Tate» να ξεκινά και μαζί με αυτή και η κατρακύλα της μπάντας.
Η ιδέα του “Operation: Mindcrime II”, ήταν μία από τις πρώτες ιδέες της Susan Tate ως manager του συγκροτήματος. Το παρασκήνιο της δημιουργίας του πολυαναμενόμενου δίσκου, όπως ο Wilton το αναλύει στα έγγραφα που κατέθεσε στο δικαστήριο, είναι κάτι παραπάνω από ζουμερό. Όταν η μπάντα άκουσε από τον Tate να ηχογραφήσουν το sequel του κλασσικού τους δίσκου, δυσανασχέτησε, μιας και δεν ήθελαν να μειωθεί η αξία του πρώτου. Ο Tate όμως με την δικαιολογία πως η ιδέα του concept ήταν δική του, μαζί με τη γυναίκα του προσέλαβαν με συνοπτικές διαδικασίες τον Jason Slater να εκτελέσει χρέη παραγωγού, συνθέτη, αλλά και μπασίστα (!!!). Από εκεί και πέρα ξεκινούν τραγελαφικά γεγονότα. Ο Wilton αναφέρει πως ο Tate εξανάγκασε τη συμμετοχή τους στο συγκεκριμένο δίσκο να περιοριστεί στο ελάχιστο, ο παραγωγός είτε εξαφανιζόταν όποτε το συγκρότημα το χρειαζόταν, είτε έπαιζε βιντεοπαιχνίδια ή κοιμόταν στους καναπέδες του στούντιο όταν ήταν παρών, ο Tate δούλευε με session-άδες γράφοντας τα κομμάτια όπως αυτός τα ήθελε, πετώντας πολλές φορές στον κάλαθο των αχρήστων ότι είχαν συνεισφέρει οι Wilton και ΣΙΑ, καθώς και άλλα τέτοια χαριτωμένα. Ο Τate κατηγορεί τους υπόλοιπους πως… βαριόντουσαν να ασχοληθούν με τη σύνθεση και την ηχογράφηση του album, λέει πως ο Wilton συνείσφερε μια νότα σε ένα τραγούδι και παρόλα αυτά πήρε credit (είσαι μεγάλη καρδιά τελικά ρε Geoff…) και αναφέρει μεταξύ άλλων πως προσλήφθηκαν και session μουσικοί για να παίξουν τα μέρη των Rockenfield και Wilton (Matt Lucich και Mitch Doran αντίστοιχα). Στο ίδιο μήκος κύματος με τα λεγόμενα του Tate, κινήθηκε και ο Slater, ο οποίος υποστήριξε μεταξύ άλλων πως ο Tate ήταν ο μοναδικός από την μπάντα που ενδιαφερόταν και δούλευε για το δίσκο και πως η μπάντα δεν ήξερε τα κομμάτια όταν πήγε να τα ηχογραφήσει.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν μερικά εκτενέστατα posts του Mitch Doran (session κιθαρίστα στο “Ο:Μ II”) στο forum του Mylespaul site, o οποίος φαίνεται να ρίχνει κάποιο φως στα τεκταινόμενα του παρασκηνίου της ηχογράφησης του δίσκου (γράφει με το ψευδώνυμο "Kingdom of Nye"). Προσλήφθηκε αρχικά να συνεισφέρει εκτελεστικά σε κάποια κομμάτια. Τελικά, όπως αναφέρει στις δημοσιεύσεις του, κατέληξε να παίξει το 90% των ρυθμικών μερών του δίσκου, να γράψει και να παίξει και τα περισσότερα solo που ακούγονται στο album, να συνεισφέρει στην παραγωγή, να βοηθήσει τον Tate στη βελτίωση των φωνητικών γραμμών, καθώς και να βοηθήσει και στη μίξη. Διαβάζοντας όλα όσα δήλωσε μπορεί κανείς να ανακαλύψει αρκετά περίεργα γεγονότα, άξια προβληματισμού. Ξεκινώντας, ένα από αυτά, το οποίο ακυρώνει εν μέρει κάποιους από τους ισχυρισμούς των Tate/ Slater, ήταν πως δεν συνάντησε ποτέ στο στούντιο τους Wilton και Rockenfield, αλλά δούλεψε παρέα με τον Jackson, o οποίος σύμφωνα με τα λεγόμενά του ήταν από τους πιο επαγγελματίες μουσικούς που είχε δουλέψει. Ήξερε όλα τα μέρη του «απ’ έξω και ανακατωτά», ήταν ευδιάθετος, φιλικός και πολύ συνεργάσιμος, ενώ ακούγανε παρέα οι δύο τους ότι είχαν ηχογραφήσει και επανηχογραφούσαν κάτι σε περίπτωση που δεν τους ικανοποιούσε. Ένα άλλο περίεργο περιστατικό ήταν πως μετά τις ηχογραφήσεις και κατά τη διάρκεια του mastering του album, ο Doran βρισκόταν στο studio με τον Slater, όταν ο τελευταίος έλαβε ένα μήνυμα στο κινητό του από τον Wilton, ο οποίος του έλεγε πως άκουσε το δίσκο και τα κιθαριστικά μέρη στα κομμάτια, δεν του ακούγονταν σαν αυτά που είχε ηχογραφήσει και ζητούσε εξηγήσεις. Εκείνες μάλιστα τις μέρες καθάριζε το χώρο που είχαν χρησιμοποιήσει για τις ηχογραφήσεις και με έκπληξη ανακάλυψε cd που περιείχαν demo ηχογραφήσεις του “Ο:Μ II”, μέσα στα οποία βρήκε και ηχογραφήσεις του Rockenfield, για πέντε κομμάτια του δίσκου, τα οποία ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκαν, μιας και οι Tate/ Slater είχαν αναθέσει στον Matt Lucich να παίξει όλα τα μέρη του δίσκου. Το πιο περίεργο γεγονός που προκαλεί τα περισσότερα ερωτηματικά είναι πως το όνομα του Doran στα credits του δίσκου αναφέρεται μόνο στο ότι βοήθησε στην ηχογράφηση και στη μίξη, ενώ είχε ήδη προσφέρει σε πολλαπλάσιο ποσοστό απ’ ότι αναφέρεται.
Μετά την περιοδεία που ακολουθεί, ο Tate απολύει τον Stone, ο οποίος και ενημερώνει τηλεφωνικώς την υπόλοιπη μπάντα για το τι είχε συνέβη. Όταν οι υπόλοιποι ζήτησαν εξηγήσεις από τον Tate, αυτός του είπε πως ο Stone ζητούσε ένα σκασμό χρήματα για να συμμετάσχει στη μπάντα και αμέσως πρότεινε ως αντικαταστάτη του τον Parker Lundgren, το «αίσθημα» της κόρης του Tate, Miranda. Για ακόμα μια φορά παρά τις ενστάσεις των υπολοίπων πέρασε του Tate. Το επόμενο album της μπάντας ήταν το “American Soldier”, το concept του οποίου καταπιανόταν με ιστορίες Αμερικανών βετεράνων στρατιωτικών και για ακόμα μια φορά, ιδέα της Susan Tate, συζύγου του Geoff και manager του group. Οι Wilton και Jackson, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, δουλεύουν παρέα στο προσωπικό studio του δεύτερου, γράφοντας κομμάτια για το album, τα οποία δεν μπαίνουν ποτέ στο δίσκο, μιας και ο Tate τα απορρίπτει και δεν δέχεται να τα τραγουδήσει, με αποτέλεσμα τα ονόματα των Slater και Gray να φιγουράρουν πρώτα, με αυτό του Tate να ακολουθεί, στα credits των κομματιών. Ο Tate ωστόσο υποστηρίζει πως κανένας από την υπόλοιπη μπάντα δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα να συνθέσει κάτι για τον δίσκο ή να παίξει σε αυτόν αναγκάζοντας τον ίδιο να προσλάβει για ακόμα μια φορά session κιθαρίστα, τον Damon Johnson.
Με το “Dedicated To Chaos” που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2011, η μπάντα επεφύλασσε ακόμα ένα κακόγουστο αστείο για το κοινό της, μιας και ο δίσκος είναι ίσως ότι χειρότερο έχει κυκλοφορήσει στην καριέρα της. Ο Wilton αναφέρει πως ξανά μανά συνέθεσε με τους υπόλοιπους κομμάτια στο σπίτι του Rockenfield, όπου πήγε και κάποια στιγμή και ο Slater για να τα ηχογραφήσουν και για ακόμη μια φορά τα κομμάτια αυτά μένουν εκτός δίσκου γιατί δεν άρεσαν στον Tate. Κάπου εκεί αρχίζει η μουρμούρα από την τριάδα Wilton/ Jackson/ Rockenfield για την Susan (μην ξεχνιόμαστε, η manager του group), μιας και τα έσοδα της μπάντας βρίσκονται στο ναδίρ και ψάχνουν εναλλακτικούς τρόπους για την καλύτερη προώθησή της. Σκαλίζοντας διάφορα έγγραφα, αποδείξεις, τιμολόγια κτλ, ο Wilton ανακαλύπτει πως μέσα από τους λογαριασμούς των QUEENSRYCHE, τρέχει παράλληλα και η οικονομική δραστηριότητα των THE VOODOOS, σχήμα του οποίου είναι επίσης manager η Susan. Η δραστηριότητα αυτή ήταν γνωστή τόσο στην ίδια, όσο και στον Geoff, χωρίς οι υπόλοιποι να έχουν γνώση αυτού. Επίσης η συγκεκριμένη δραστηριότητα διώκεται από το αμερικανικό δίκαιο (ξέπλυμα χρήματος κατά κάποιον τρόπο) και ήταν επίσης επιβαρυντική για το συγκρότημα, μιας και εμφάνιζε μεγαλύτερα κέρδη, αλλά και έξοδα από τα πραγματικά, με αποτέλεσμα οι QUEENSRYCHE να φορολογούνται περισσότερο. Η Susan από εκείνη τη στιγμή ξεκινά να βρίσκεται υπ’ ατμών.
Η σταγόνα όμως που ξεχείλισε το ποτήρι ήρθε στις αρχές του 2012, όταν ο Rockenfield έλαβε ένα email από τον Mike Kadrie των Zoetifix Studios. Πριν αναφερθώ στο περιεχόμενο του email, να αναφέρω πρώτα πως τον Δεκέμβρη του 2010 ο εν λόγω κύριος είχε επικοινωνήσει για πρώτη φορά με τον Rockenfield, εκδηλώνοντας ενδιαφέρον για το concept του “Operation: Mindcrime”, το οποίο θα αποτελούσε το σενάριο μιας ταινίας animation που ήθελε να ετοιμάσει. Μετά από συνομιλία των δύο, ο Rockenfield πέρασε το θέμα στη Susan, αφού ήταν και η manager του συγκροτήματος, στο οποίο και ανήκει η πνευματική ιδιοκτησία του concept. Μέσα στο 2011, οι συνομιλίες του Kadrie τόσο με το ζεύγος Tate, όσο με τον Rockenfield «φούντωσαν». Ο Rockenfield σε κάποια φάση σταμάτησε να λαμβάνει mail από τον Kadrie, μετά από προτροπή των Tates όπως αποδείχτηκε αργότερα. Έτσι φτάνουμε στις αρχές του 2012 και στο επίμαχο mail, στο οποίο ο Kadrie τον ενημερώνει τον drummer των ‘Ryche, πως ήρθε σε συμφωνία και υπέγραψε συμβόλαιο με τον Tate για τα δικαιώματα του concept. Ο Rockenfield μένει «παγωτό» μιας και δεν είχε ενημερωθεί από τους Tates επί της υπόθεσης και προφανώς κανένας άλλος στην μπάντα, ούτε καν ο Chris DeGarmo, o οποίος ήταν και ο κύριος συνθέτης του. Ο «φίλτατος» Tate υποστηρίζοντας λοιπόν, πως η ιδέα του concept ήταν δική του, υπέγραψε με τον Kadrie συμβόλαιο, του οποίου οι κυριότεροι όροι ήταν $150.000 αποζημίωση για τη χρήση του concept, $10.000 προκαταβολή και 20% ποσοστό κερδών επί των δικαιωμάτων της ταινίας για τον ίδιο (παραβλέποντας ότι βάσει του συμβολαίου που αναφέραμε παραπάνω, για το ποσοστό των πνευματικών δικαιωμάτων της μπάντας, όλοι είχαν το ίδιο μερίδιο στα δικαιώματα του concept), ενώ ένα 20% από τα κέρδη του soundtrack και του merchandising από την ταινία θα μοιραζόταν σε όλα τα μέλη της μπάντας. Όπως καταλαβαίνετε ήταν πολλά τα λεφτά για τον Tate και μεγάλη η χασούρα για τους υπολοίπους, γεγονός που μάλλον έβγαλε την τριάδα έξω από τα ρούχα της και οδήγησε στην απόλυση της Susan και ό,τι μετέπειτα ακολούθησε.
Ήδη έχουν ακουστεί αρκετές κατηγορίες και από τις δύο πλευρές εναντίον της άλλης και σίγουρα μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση θα υπάρξουν κι άλλες. Προσωπικά δεν μπορώ να δεχτώ πως φταίει ο ένας ή ο άλλος. Για να οδηγηθεί το συγκρότημα σε όλη αυτή τη σαπουνόπερα, αναμφισβήτητα έφτιαξαν και οι δύο πλευρές. Όσο μεγάλη είναι η ευθύνη του Tate για ό,τι έπραξε εναντίον των υπολοίπων, άλλη τόση είναι η ευθύνη της τριάδας Wilton/ Jackson/ Rockenfield, οι οποίοι έδιναν πάτημα στον Tate να κάνει ό,τι έκανε, αφήνοντας να διαιωνίζεται μια άρρωστη κατάσταση για τόσα χρόνια. Ο Tate προφανώς κοιτούσε την πάρτη του, λειτουργώντας αντιεπαγγελματικά πολλές φορές και αυταρχικά, αναλαμβάνοντας με το έτσι θέλω τα ηνία του συγκροτήματος, κάνοντας ό,τι περνούσε από το χέρι του για να περιορίσει την συμμετοχή των υπολοίπων, όπου αυτό ήταν εφικτό. Βέβαια τίποτα από αυτά μπορεί να μην είχε συμβεί εάν οι υπόλοιποι δεν τον άφηναν ελεύθερο να δρα όπως αυτός ήθελε, επιστρατεύοντας εκβιασμούς και μηχανορραφίες, υπό την ανοχή τους ή ακόμα καλύτερα εάν είχαν δώσει νωρίτερα ένα τέλος στην μπάντα, σεβόμενοι την ιστορία της και την μουσική της διαδρομή. Δυστυχώς όμως ένα brand name, διότι περί τέτοιου πρόκειται, αποφέρει αρκετά κέρδη σε όσους εμπλέκονται σε αυτό, ιδιαίτερα από το κομμάτι των συναυλιών, αν σκεφτούμε πως οι τελευταίες συναυλίες που έκανε η μπάντα της έφεραν κέρδη μεταξύ $35.000-$60.000 η κάθε μία.
Τι θα ξημερώσει για το συγκρότημα η επόμενη μέρα; Πως θα συνεχίσει η κάθε πλευρά; Οι QUEENSRYCHE χωρίς τον Tate θα κυκλοφορήσουν δίσκο αντάξιο της ιστορίας τους; Θα συνεχίζουν να ξεφτιλίζονται όλοι οι εμπλεκόμενοι σαν άνθρωποι και σαν καλλιτέχνες; Τα ερωτήματα που γεννιούνται από όλα αυτά που έγιναν τους τελευταίους μήνες είναι πολλά και δύσκολο να απαντηθούν. Εγώ το μόνο που θέλω να εκφράσω σαν οπαδός αυτού του Τεράστιου group, είναι να σταματήσουν τα ίδια του τα μέλη να αδικούν τους εαυτούς του και να μικραίνουν τους QUEENSRYCHE. Είναι κρίμα…