metal.team

Στην ιστορία της «ρόκ», δηλαδή της σημαντικότερης και ίσως μοναδικής πραγματικής έκφρασης της μουσικής ως τέχνη τον 20ό αιώνα, πρόσωπα και καταστάσεις άφησαν και αφήνουν ακόμα τα στιγματά τους. Η φύση αυτής της μουσικής, και ακόμα περισσότερο η φύση της εξελιγμένης της μορφής (δηλαδή του heavy metal) επιτρέπει σε αυτούς που πραγματικά ξεχωρίσουν να φτάσουν σε επίπεδα «θεοποίησης». Επιτρέπει μεν, αλλά δεν εγγυάται. Επέτρεψε πράγματι στον Ronnie James Dio να καθιερωθεί, και να ζήσει καταστάσεις που αντιστοιχούν στα πιο τρελλά όνειρα πολλών μουσικών. Υπάρχουν πολλοί που να έχουν παίξει με Vinny Appice, Cozy Powel, Ritchie Blackmore, Roger Glover, Tonny Iommi, Geezer Butler, Bill Ward, David Coverdale, Vivian Campbell; Παρ’όλα αυτά, ο αγαπητός μας Dio δεν έχει τη φήμη ορισμένων από τους παραπάνω. Κρίμα. Αλλά τι κρίμα; Πάει στο καλό η φήμη. Ignorance killed the cat, οπότε χαλαρά. Εδώ μιλάμε για μουσική επιπέδου.


Πίσω στα 1957 φαίνεται να ξεκινάει τη πορεία του μια από τις καλύτερες φωνές (και συνθετικά, όχι μόνο εκτελεστικά) του metal. Δεν τίθεται θέμα για «μεταλλιές» εκείνη την εποχή βέβαια. Ως το 1970 ο Dio είχε περάσει από πολλά και διάφορα groups για να έρθει μια στοιχειώδης αναγνώριση με τους Elf μέχρι το 1975. Κάπου εκεί έγινε το μαγικό. Ο Ritchie Blackmore γράπωσε 4 μέλη των Elf και σχημάτισε τους Ritchie Blackmore’s Rainbow όταν και κυκλοφόρησαν το ομώνυμο δίσκο με παραγωγό το γνωστό Martin Birch. Το σχήμα απογειώθηκε και καθιερώθηκε με το κλασσικό όνομα Rainbow. Γύρω στο 1975 ο Blackmore απέλυσε τα μέλη των Elf πλην του Dio και στην μπάντα προσχώρησαν οι Cozy Powel και Roger Glover (1977-78) σε drums και μπάσο αντίστοιχα. Ο Dio πάντως σημάδεψε την ιστορία των Rainbow με τα “Rainbow Rising”, “Long Live Rock’n’Roll”, “Rainbow on Stage”.


Ενώ βρισκόταν ακόμα στους Rainbow, προσελήφθη στους Black Sabbath και μας τσάκισε με το “Heaven and Hell”. Αργότερα στην παρέα ήρθε και ο Vinny Appice μετά τα προβλήματα με τον Ward. Τα στραβά που οδήγησαν στη ρήξη με τους Black Sabbath είχαν να κάνουν με κατηγορίες του Iommi έναντι του ίδιου και του Appice που αφορούσαν στη μίξη του “Live Evil”. Προσωρινό τέλος με τους πατέρες του heavy ήχου το 1983, και ενώ οι Rainbow ήταν ακόμα ενεργοί, οι Dio γίνονται πραγματικότητα αποτελούμενοι από τους: Ronnie James Dio, Vinny Appice, Vivian Campbell (κιθάρα, σήμερα στους Def Leppard), Jimmy Bain (μπάσσο, ex-Rainbow). Ο Dio μαζί με τον Appice πέρασαν τον Ατλαντικό και βρέθηκαν στην Αγγλια μόνο για να βρουν κιθαρίστα. Ο John Sykes (Tygers of the Pan Tang) απορρίφθηκε αλλά ο Campbell έκανε θαύματα στη συνέχεια. Ο Dio επηρρεάστηκε από την ατμόσφαιρα μια μικρής Αγγλικής πόλης στην Κορνουάλη και όταν γύρισε στο Los Angeles για τις ηχογραφήσεις στα Sound City studios είχε ένα σαφές concept στο μυαλό του.


Ξαφνικά, το ηφαίστειο του heavy metal που βρισκόταν σε πλήρη δραστηριότητα εκείνη την εποχή, πέταξε ένα πολύτιμο λίθο, ο οποίος απολαμβάνει απεριόριστης εκτίμησης και σήμερα, όπως αρμόζει σε κάθε τί που έχει πραγματική αξία. Το τερατάκι του Dio στο εξώφυλλο φιγουράροντας τη κλασσική «μεταλλική» χειρονομία (μην ακούω κουραφέξαλα για σατανάδες και ξωτικά), ένας τύπος που πνίγεται αλυσοδεμένος και από κάτω διαβάζουμε Holy Diver. Ένας δίσκος, ένα πραγματικό κεφάλαιο της ιστορίας του ποιοτικού metal.


Πολυμορφικός λόγω των κλασσικών NWOBHM κομματιών και των καθηλωτικών μελωδικών και χωρίς προηγούμενο επών αλλά συνάμα ομοιογενής καθώς κάθε δευτερόλεπτο κρύβει μέσα του την ανάσα του Dio, τα πανέξυπνα riffs του Cambell, και το πλαίσιο των Appice και Bain. Ειλικρινά, υπάρχουν στιγμές που ταρακουνάνε τον ακροατή στα πρόθυρα της συγκίνησης. Το title-track αποτελεί πλέον all-time-classic και αναπόσπαστο κομμάτι κάθε ζωντανής εμφάνισης ενώ παρέα με το “Don’t talk to strangers” (ψιλο-κλεμμένο από σύνθεση των Sweet Savage πάντως) έδειξαν το metal σπάει κόκκαλα αν παίζεται με ψυχή και όχι μόνο με επιθετικότητα. Προσωπικά πάντως, θεωρώ ως κορυφαία στιγμή το “Caught in the middle” το οποίο ας πούμε ότι μου χτυπάει τα καμπανάκια κάθε φορά που το ακούω. Ελπίζω να συμβαίνει και με εσάς το ίδιο. Τα υπόλοιπα κομμάτια απομακρύνονται από την Rainbow αισθητική και τείνουν τα προσεγγίσουν τα έξαλα νιάτα της εποχής. Ήταν έξυπνος ο Dio. Αποσβόλωσε το κόσμο με τις απίστευτες ερμηνείες του, αλλά τάραξε και τα νερά και πανικούς όπως “Straight through the heart”, “Rainbow in the dark”.


Η συνέχεια ήταν θριαμβευτική καθώς ο δίσκος πουλούσε τρελά, ενώ το φοβερό stage show με τους βράχους και το τέρας του εξωφύλλου έκανε το συγκρότημα ακόμα πιο γνωστό. Ο δρόμος της επιτυχίας ήταν χαραγμένος και το Last in Line που ακολούθησε, επιβεβαίωσε ότι η νέα δύναμη άκουγε στο όνομα Dio. Επί της ουσίας πάντως, το Holy Diver αποτελεί δίσκο σταθμό και περαιτέρω επιχειρηματολογία φαντάζει πενιχρή μπροστά σε μια και μόνο ακρόαση του δίσκου που όχι συνιστάται, αλλά επιβάλεται.


Ο 56άρης Dio παραμένει υπερδραστήριος μέχρι σήμερα (παρέα με Appice, Bain αλλά και πολλούς και διάφορους κιθαρίστες) ενώ η επιστροφή του στους Sabbath το 1991-92 για το “Dehumanizer” δεν έχει να πει πολλά. Πολλά όμως λέει ολόκληρη η δισκογραφία του με τους Dio η οποία φανερώνει το συνθετικό του υπερ-ταλέντο καθώς και οι συμμετοχές του σε διάφορα projects (π.χ. Hear N’ Aid). Μορφή του κλασσικού, παραδοσιακού, γνήσιου, ποιοτικού metal, με σαφή αντίληψη της μελωδίας αλλά και της θεατρικότητας. Όσο για τα όσα γράφονται στην αρχή περί «θεοποίησης», σύμφωνοι ότι δεν είναι και ο Ozzy, αλλά να είστε σίγουροι ότι τέτοιο πάθος για μουσική λίγοι το έχουν και ακόμα λιγότεροι το δείχνουν με τόση ειλικρείνια τόσο στους δίσκους όσο και επί σκηνής. Μουσική που αποπνέει τον αέρα της μελωδίας αλλά και που μιλάει στα ένστικτα του «μεταλλά» που αντιλαμβάνεται το metal πέρα από το πλαίσιο της μουσικής.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured