metal.team

Photos: Olga K.

Ουσιαστικά αυτό το κείμενο πρέπει να αποτελέσει ένα υμνολόγιο για την είσοδο της Ελλάδας στον παγκόσμιο συναυλιακό χάρτη. Εντάξει, να μην υπερβάλλω, αλλά τους Machine Head συγκεκριμένα έπρεπε να τους είχαν δει οι Έλληνες εδώ και καιρό. Όχι τίποτα άλλο, αλλά θα είχαν καταρριφθεί νωρίτερα όλα εκείνα τα στερεότυπα για true metal και nu metal και τι είναι metal, και τι δεν είναι.

Πριν πάμε στο ζουμί, οφείλω μια απλή αναφορά στο ότι support έπαιξαν οι Caliban και οι God Forbid. Ο λόγος για την απλή αναφορά είναι ότι αυτή η συναυλία είχε τεράστια σημασία λόγω του main act και τα υπόλοιπα φαίνονται αστεία. Οι Γερμανοί Caliban μάλλον άρεσαν περισσότερο στο κοινό με το groove-άτο core τους, ενώ οι Αμερικάνοι God Forbid με τον έγχρωμο τραγουδιστή μάλλον κούρασαν με την “in da hauz” συμπεριφορά τους και τα απανωτά beat-downs. Και αντίθετα με ό,τι περίμενε κανείς, το 90% του κοινού ήταν καθαρά metalheads που ούτε είχαν ξανακούσει νότα από τα παραπάνω επομένως…

‘Όταν με «παρέσερνε το κύμα» πέρσι τέτοια εποχή εν μέσω πανικού στο London Astoria, δεν απορούσα καθόλου. Έχει τέτοια ορμή η μουσική των Machine Head που στην κυριολεξία παρασέρνει τα πάντα. Όχι μόνο το κοινό στις συναυλίες, αλλά και τις μουσικές τάσεις ολόκληρες. Η εξέλιξη του νέου Αμερικάνικου metal ήχου στα τέλη των 90’s οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτούς. Το αν μερικά ξόανα (βλ. Linkin Park, Limp Biscuit κλπ) εξέλαβαν διαφορετικά δίσκους όπως το μνημειώδες “The More Things Change…” είναι άλλο θέμα. Στα καθαρά συναυλιακά, συγκρίνοντας το πέρσι με το φέτος, επισημάνω τον τρισάθλιο ήχο στο Gagarin 205. Δεν ξέρω αν έφταιγε ο εξοπλισμός. Πάντως, οι ενισχυτές του συγκροτήματος που τοποθετούνται στη σκηνή σε σχηματισμό ρόμβου και ζωγραφισμένοι στα πρότυπα του σήματος τους, έλειπαν. Το αποτέλεσμα ήταν απίστευτη βαβούρα στις κιθάρες για τα δεδομένα των Machine Head. Επίσης, το αν ο drummer Dave MacClain έπαιζε γεμάτος triggers στο Astoria δεν το είχα διακρίνει, πάντως στο Gagarin ήταν εμφανές, τόσο ακουστικά, όσο και οπτικά.

Πέρα από τα παραπάνω, ας μου επιτραπεί να πω ότι έγινε της Πόπης στη συναυλία, με ατελείωτο crowd-surfing, παρόλο που ο κόσμος είναι ακόμα απαίδευτος στον ήχο αυτό. Αναφέρω χαρακτηριστικά την νηνεμία στο πλέον χαρακτηριστικό συναυλιακό “The Blood, The Sweat, The Tears”. Γενικά πάντως επικράτησε πανικός που καιρό είχα να συναντήσω στην Ελλάδα. Λογικό είναι, διότι οι Αμερικάνοι εξαπολύσανε επίθεση με όπλα τόσο τα κλασσικά και ευρέως γνωστά “Ten Ton Hammer” και “Davidian”, όσο και τα συμπληρώματα από τους αντίστοιχους δίσκους, “Take My Scars” και “Old”. Φυσικά από το τελευταίο εξαίσιο ‘Through The Ashes Of Empires’ album ξεχώρισε το εναρκτήριο “Imperium”, στο άκουσμα του οποίου, το αξιαγάπητο και σούπερ-τίγκα Gagarin 205 ανατινάχθηκε.

Ομολογουμένως έπεσε πολύ ξύλο το βράδυ της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου, ειδικά μετά το πέρας της αφιέρωσης του “Descend The Shades Of Light” στον αδικοχαμένο Dimebag Darrell, όπου ένα πραγματικά συγκινημένο κοινό ξεσάλωσε παρέα με το σχήμα για το υπόλοιπο της συναυλίας. Μακάρι να μην υπήρχαν τρελοί μαλάκες σε αυτόν τον κόσμο και να μην ακούγαμε το “Walk” των Pantera μεταξύ των διασκευών που παραδοσιακά εκτελούν οι Machine Head. Θεωρώ αυτή τη συναυλία πάντως ιστορική ήδη, όχι απλώς «επειδή ήρθαν οι Machine Head», αλλά επειδή ήρθαν, βρήκαν ανταπόκριση, έπαιξαν διαολεμένα, έφεραν τον κόσμο ακόμα πιο κοντά τους, άνοιξαν τα αυτιά του Ελληνάρα παίζοντας στη μάπα του κομματάρες όπως το “In The Presence Of My Enemies”, και το μόνο που μένει είναι να μάθει τι σημαίνει circle pit. Tο ζήταγε ο Flynn, άνοιγαν όλοι λοιπόν ένα κύκλο και με το που «έσκαγε» το κομμάτι, έπεφταν όλοι για μπουνίδια και τον έκλειναν. Circle pit σημαίνει γυρνάει ο κόσμος γύρω-γύρω σε όλο το εμβαδόν του club, σαν να έχει μπει σε μίξερ…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured

Best of Network

Δεν υπάρχουν άρθρα για προβολή