metal.team

Είναι περίπου 11 και μισή, έχουν κλείσει οι κουρτίνες, και ένα τσόυρμο παλαβοί σωριάζονται μπροστά στη σκηνή με αναπτήρες στα χέρια ψάχνοντας για καμμιά πένα κλπ. Το club-venue-ποντικοφωλιά δεν διαθέτει σοβαρό φωτισμό. Είναι ψιλοσκοτεινά τα πράγματα. Παρ’όλα αυτά ο κόσμος περιφέρεται, φωνάζει, αγοράζει μπλούζες, βγάζει φωτογραφίες, πίνει μπύρες. Όλοι είναι μέσα στη τρελή χαρά. Μια ανάλαφρη αλλά συνάμα χαρούμενη ατμόσφαιρα άφησαν πίσω τους οι Savatage. Και φανταστείτε ότι το show τελείωσε εν μέσω απίστευτου πανικού και «ξεχειλωμένης» έκδοσης του “Hall of the mountain king”. Δεν ξέρω πως να το εξηγήσω. Μια θετική ενέργεια μετέδωσε το σχήμα. Ίσως επειδή τα πάντα πήγαν ρολόι. Τα πάντα υπήρξαν θετικά. Η ειδοποιός διαφορά όμως είναι αλλού...

Εντοπίζεται στη χημεία μεταξύ Oliva-Caffery-Plate-Middleton, η οποία συναντάνται το πολύ σε άλλα πέντε σχήματα του χώρου. Είναι φοβερό. Χωρίς βιρτουόζικες εκτελέσεις, χωρίς Geoff Tate στο μικρόφωνο, χωρίς «πυρηνικό» drumming, εν πάσει περιπτώσει, χωρίς κάτι που να κάνει «μπάμ» εκ πρώτης όψεως (ή ακροάσεως), το σχήμα καταφέρνει να βγάλει στην επιφάνεια με τρόπο μαγευτικό την πρωταρχική ουσία της μουσικής. Ουσία που παραμένει η ίδια από την εποχή των «ταμ-ταμ» και δεν είναι άλλη από το συναίσθημα. Η μουσική είναι έκφραση. Έκφραση συναισθημάτων του ανθρώπου. Στο χώρο του metal, λίγοι σου σηκώνουν τη τρίχα όπως οι Savatage. Και δεν είναι βέβαια μόνο αυτό. Δεν είναι μόνο η φόρτιση του κοινού. Είναι και ο πανέξυπνος συνδυασμός με ...αποφόρτιση. Τί εννοώ;

Ακούγεται από τα μεγάγωνα και όλοι τραγουδάμε “The show must go on” των Queen. Στο καπάκι, πετάγονται οι Savs στη σκηνή...πάρτε ένα “Commissar”. Συνεχίζουν με το εκπληκτικό “Surrender”, πανικός στα πρώτα 2μιση λεπτά...επική ατμόσφαιρα στα δύο τελευταία με το πιάνο και άντε μαζέψτε τα κομμάτια σας. Ξανά στη πρίζα με “Sarajevo”, ολίγον «1990», “Handfull of rain”, “Dead winter dead”, “Wake of Magellan” (πότε θα το ακούσουμε όλο, πού να πάρει..) και ...ταράμ ταράμ ...”Edge of thorns”. Κάπου εδώ δεν επικοινωνούμε πλέον. Από δω και μπρός το συγκρότημα μας έχει διακτινίσει στη δική του διάσταση.

Κάπως «παιδιάστικη» η περιγραφή...Αλήθεια όμως, γιατί όχι; Αφού είναι τόσο όμορφες οι αναμνήσεις. Ένα μπουλούκι όλοι μαζί, μπροστά μπροστά, και πάνω-κάτω ασταμάτητα στους ρυμθμούς αυτού του αριστουργήματος. Θυμάστε τα ρίχτερ στην αντίστοιχη περίπτωση στο Rockwave. Και αφού αρχίζει και μας πείθει σιγά-σιγά ο Damond Jiniya, μας κολλάει στο τοίχο με μια εκπληκτική ερμηνεία του “24hrs”, τόσο τέλεια που δεν πιστεύαμε στα αυτιά μας. Ο τύπος πήγε της κραυγές του Oliva ακόμα παραπέρα. Και να σκεφτεί κανείς ότι 3 λεπτά πριν το έπαιζε Z.Stevens… Έχουμε να κάνουμε με ικανότητες, όχι αστεία.

Μετά τη τετράδα φόρτισης Sarajevo μέχρι Edge of thorns, είχαμε medley αποφόρτισης που συνεχίστηκε με άλλο ένα recital του Jiniya στο “Beyond the doors of the dark”. Στη συνέχεια ήταν η ώρα «να γυρίσουμε στο παρελθόν», όπως ανακοίνωσε ο Jon Oliva. Μίξη “Sirens” με “Strange wings”, μίξη επικίνδυνη. Το “Strange wings” βέβαια είναι κομμάτι που έχει αυτό το «κάτι» που απογειώνει τον ακροατή – το ξέσπασμα του κοινού στο Rockwave έχει μείνει χαραγμένο στις μνήμες πολλών.

Τα παίξαμε. Για να γεμίσουμε πάλι. “12/24”, “Mozart&Madness”, “Chance”. Παρουσίαση των μελών. Ακούστηκε και η φοβερή ατάκα αυτοσαρκασμού εκ μέρους Caffery “14 years ago I met Mr. Oliva..14 years after, we’re still playing in the garage (καθότι το μέρος λεγόταν Garage)” που έκανε το κοινό να σκάσει στα γέλια, και ορισμένους από εμάς να σκεφτούν πόσο βαθιά νυχτωμένοι είναι μερικοί-μερικοί. Δεν πειράζει. Ας κατακρίνουν, και ας μην ακούσουν ποτέ το “All that I bleed”, αφιερωμένο βέβαια στον Chris Oliva.

Και αφού συγκινήθηκαν όλοι καλά-καλά... ”Morphine Child”. Μόνο γι’αυτό και το “Surrender” πρέπει να αρπάξετε το Poets&Madmen. Μαζί με αυτό το έπος, έκλεισε και αυτή περίοδος «φόρτισης»-«γεμίσματος». Μια ματιά στο ρολόι τοίχου (!). Είχαμε λίγο ακόμα. Τώρα που το σκέφτομαι, αν έπαιζαν λίγο παραπάνω, δεν θα τη βγάζαμε καθαρή. Ολίγον από “Streets”, “Jesus saves”, “Tonight he grins again”, “Agony&Ecstacy”. Λιώσαμε.

Και πήρε το μικροφωνάκι ο Jon, και μας έστειλε για βρούβες. “Believe” κύριοι. Δεν αστειέυονται. Ξανά στο χοροπηδητό με το “Gutter ballet” και ύστερα η πρώτη αποχώρηση. Ξαναμπήκαν με “Temptation relevation” και σειρά είχε το απόλυτο test για τον Damond Jiiya: “When the crowds are gone”. Περιμέναμε περισσότερα είναι η αλήθεια. Στις ψιλές νότες βέβαια. Αν και τη παρούσα περίοδο, σίγουρα τις πιάνει καλύτερα απ’ότι ο -ανησυχητικά παχύς πλεόν- Jon Oliva.

2 ώρες και 20 λεπτά Savatage. 2 ώρες και 20 λεπτά ΜΟΥΣΙΚΗ. 2 ώρες και 20 λεπτά φόρτιση/αποφόρτιση, γέμισμα/ξελίγωμα, ψυχολογική ανύψωση/σωματική εκτόνωση. Μοναδική εμπειρία...

Για την ιστορία ας γίνει αναφορά στις πραγματικά φιλότιμες προσπάθειες του Blaze Bayley να ξυπνήσει το κοινό. Ο τύπος προσπαθεί, τα δίνει όλα. Το παλεύει το θέμα. Απ’ότι έχω καταλάβει η κατάσταση έχει ως εξής: εντυπωσιακή μουσική δε παίζει, αλλά καταφέρνει να κερδίζει τη συμπάθεια, ίσως και τη συμπόνοια του κόσμου για την πραγματικά τίμια προσπάθεια που κάνει. Βέβαια, αν συνεχίσει έτσι δισκογραφικά, η συνέχεια επί σκηνής θα είναι ρόλοι support group σε clubs 1000 ατόμων. Τίμιος μεν, αξίζει τα 17 ευρώ του CD μόνο και μόνο για το ότι είναι γνήσιος, αλλά έτσι μέλλον δεν έχει. Τον λυπάται κανείς όταν αναφέρεται στα χρόνια των Iron Maiden, προλογίζοντας το “When two worlds collide”. Ίσως τα καταφέρει καλύτερα σε ήδη γνωστή μπάντα που ψάχνει τραγουδιστή.

Σημ: Ο υπογράφων «την πάτησε» και δεν του έμεινε φωτογραφία για το group στο τέλος, παρέα με μια Αμερικάνικη, μια Αγγλική και δύο Ελληνικές σημαίες....Ουφ!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured