metal.team

Οι Paradise Lost, αυτό το τόσο απρόβλεπτο βρετανικό συγκρότημα, είναι πολύ γνωστοί στην χώρα μας και αυτό το αποδεικνύουν οι πάρα πολλές ζωντανές εμφανίσεις τους τα τελευταία χρόνια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα των nineties, οι P.L., μαζί με τους Pantera κράτησαν το heavy metal ζωντανό από την επίθεση του Seattle. Ζωντανά τους έχουμε παρακολουθήσει αρκετές φορές σε διάφορες φάσεις της καριέρας τους. Μιας καριέρας που αρχίζοντας από καθαρόαιμο death metal το γύρισε σταδιακά μα πανέξυπνα στο electro-pop. Kατόρθωμα θα έλεγε κάποιος...

H συναυλία τους στο London Astoria 2 ήταν μία από τις δύο συνολικά που θα έδινε η μπάντα αυτόν τον καιρό μιας και ετοιμάζει μανιωδώς το καινούριο της άλμπουμ. Μήπως δεν τους παίρνει να κάνουν περιοδεία; Αυτό λένε τα νούμερα μιας και είναι ευρέως γνωστό ότι το ‘Host’ (όπου κυκλοφόρησε τέλος πάντων) βούλιαξε στις πωλήσεις. Ισως η μη παράλληλη παγκόσμια κυκλοφορία του, ίσως η δυσπιστία από όλες τις πλευρές - τους metal fans, τους goth οπαδούς και τους λάτρεις της κλασικής Depeche Mode φόρμας από την άλλη - συνέβαλλαν, με τον τρόπο τους σ'αυτό. Ισως πάλι κάποιοι να επικρότησαν τη βουτιά σε κάτι το πιο διαφορετικό, χωρίς να παραβλέψουν την αμηχανία τους στα ηλεκτρονικά μονοπάτια, αλλά κι τη μη ιδιαίτερη πρόοδο από τα πονήματα ενός εκ των αγαπημένων groups του Greg Mackintosh, βασικού συνθέτη των Paradise Lost, των Depeche Mode.

Οπως και να'χει όμως, οι 1500 φίλοι τους που έδωσαν το παρόν, δεν πτοήθηκαν, και δεν έχασαν την ευκαιρία να δουν ζωντανά το ξεδίπλωμα - πρόκληση του νέου τους ήχου.

Το support συγκρότημα ήταν οι Kill II This, ένα αρκετά γνωστό συγκρότημα στην Αγγλία, προωθούμενο πολύ από τα μουσικά περιοδικά. Ανούσιο όμως για μας. Ένα ‘copy/paste’ κράμα Machine Head, Pantera και Fear Factory με έναν υπερποζερά κιθαρίστα και μια αδιάφορη κοπέλα (σημ. αρχισυντάκτη: κόπηκε η αυθεντική έκφραση...) στο μπάσο. Κλασικά ανέμπνευστο είναι ο κατάλληλος χαρακτηρισμός. Λίγες μπύρες, λίγο χτύπημα για χαβαλέ και αυτό ήταν.

Στο κυρίως πιάτο τώρα. Αφού πήγα στην τουαλέτα και ξαναγύρησα σαν στο σπίτι μου στην πρώτη σειρά (!), και μετά από αρκετή αναμονή, τα φώτα έκλεισαν για να υποδεχθούμε τον Nick Holmes και την παρέα του...

par2.jpg (10458 bytes)Οι κουρεμένοι (εδώ και καιρό), και ολίγον τι ξυρισμένοι, Paradise Lost ξεχύθηκαν στη σκηνή με το ‘Say Just Words’ και ο πανικός ξεκίνησε. Η πρώτη μου παρατήρηση: η τρομερή φόρμα που είχε ο Mackintosh (κιθάρα). Ακολουθησαν τα ‘True Belief’, ‘In All Honesty’, ‘Remembrance’, ‘Permanent Solution’ και τα πρώτα παράπονα για τις χαμένες κιθάρες άρχισαν να ακούγονται. Πραγματικά οι κιθάρες ήταν πολύ πίσω, με τα keyboards (αναμενόμενα;) ήταν απελπιστικά μπροστά.

Κάπου εκεί ο Holmes (φωνητικά) καταλαβε και τις αντιδράσεις, αλλά και το ηχητικό αποτέλεσμα, που αντικειμενικά δεν ικανοποιούσε. Ενα νόημα στον ηχολήπτη και μια μικροσυννενόηση αρκούσε. Η διαφορά φάνηκε καθαρά στα επόμενα: Τα ’Hallowed Land’, ‘So Much is Lost’, ‘Made the Same’, ‘Disappear’, ’Nothing Sacred’, ’This Cold Life’, και ‘Forever Failure’ είχαν τη δυναμική αυτή που απαιτείται να έχει το παίξιμο μιας live μπάντας, σε οποιοδήποτε ηχητικό χώρο κι αν κινείται.

Οσον αφορά στο set, η προτίμηση του γκρουπ στα τρία τελευταία τους άλμπουμ ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής, αλλά δεν έδειχνε να ενοχλεί κανέναν. Οι κιθάρες ακούγονταν, από το σημείο της συνεννόησης, καλύτερα πλέον, και τα πιο pop τραγούδια κουβαλούσαν τόσο αυτές, όσο και ενέργεια που σκορπιζόταν απλόχερα στο κοινό - η οποία όμως δεν μεταφραζόταν σε ανάλογη έκκριση αδρεναλίνης. Οι αντιδράσεις στους εκπροσώπους (κομμάτια) του νέου ήχου ήταν σχετικά χλιαρές, και η αντανάκλαση στις αντιδράσεις του Holmes, ο οποίος έδειχνε σκεπτικός, ήταν επίσης παρούσα και ολοφάνερη.

Τόσο αυτός όμως, όσο και ολόκληρη η παρέα των Paradise Lost τα έδωσαν όλα. Παίζοντας τα ‘Walk Away’, ‘Mercy’, ‘Shadowkings’, ‘As I Die’(!), και ‘Behind the Grey’, αποχώρησαν μέσα σε αποθέωση, κερδίζοντας στο νήμα. Ο Holmes πέταξε το μικρόφωνο υπό τις αποθεώσεις του κοινού και αποσύρθηκε για να επανέλθει με το συγκρότημά του, με τα αριστουργηματικά ‘Enchantment’ και ‘One Second’.

par3.jpg (14525 bytes)Επιστρέφοντας από το London Astoria 2, σκεφτόμουν όλες αυτές τις σταδιακές αλλαγές της μπάντας που αναφέρθηκαν στο εισαγωγικό κομμάτι, και προσπαθούσα να προβλέψω τρόπον τινά τους μελλοντικούς ηχητικούς προσανατολισμούς. Δεν περίμενα να κερδίσουν σίγουρα το κοινό με τις live αναπτύξεις επεξεργασμένων ηλεκτρονικών beats και samples του τελευταίου album, ακόμα κι αν οι κιθάρες πλέον δεν παρουσιάζονταν ως ξένα σώματα αλλά ως το κύριο όπλο μετάδοσης της ενέργειας.

Από τη φύση του έτσι κι αλλιώς ένα τέτοιο album είναι λίγο δύσκολο να μπει στο πετσί σου. Να χωνευτεί βεβαίως και ναι. Το συμπέρασμα είναι λοιπόν, ότι η χώνεψη επιτεύχθη για κάποιους (φυσικά και όχι για όλους), δύσκολα όμως μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι επιτεύχθη και το παράλληλο κλείσιμο σε κάποιο ιδιαίτερο κομμάτι της καρδιάς μας, το οποίο είναι εν τέλει και αυτό που μένει. Σίγουρα περιμένουμε με ανυπομονησία το επόμενο βήμα στο άγνωστο, μιας και αυτή η μπάντα πάντα μας εκπλήσσει. Ευχάριστα ή δυσάρεστα, ποτέ δεν εφησυχάζει, ούτε καν κοντοστέκεται. Και τέλος σίγουρα, και έξω από ήχους, και κολλήματα, λίγοι μπορούν να γράψουν καταθλιπτικούς στίχους που μπορούν να τριγυρνούν για μέρες στο μυαλό σου. Like a fever… Inside of me…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured