Όσοι παρακολουθούμε την πορεία του Ayloss εδώ και χρόνια ήμασταν υποψιασμένοι. Και δεν ήταν μόνο το “Sentinel” του 2012 -η προφανής αιχμή του δόρατος μέχρι πρόσφατα-, ούτε το απίστευτο περσινό split “Sol” με τον Mare Cognitum. Από τα δυο πρώτα χτυπήματα του 2006-07 καταλάβαινες ότι εδώ παίζει κάτι που ξεπερνά τα στεγανά της εγχώριας σκηνής. Το “Sentinel” ήταν απλά η πυρά που έκαψε τα αυτιά μας, προϊδεάζοντας, και κάνοντάς μας να διψάμε για το τρίτο «κανονικό» αραβούργημα του Άυλου, ο οποίος χωρίς καν να ιδρώνει, βάζει τα γυαλιά σε μια ολόκληρη σκηνή, ενώ παράλληλα γυρνάει ανάποδα την όλη φιλοσοφία του black metal, χαράσσοντας νέα ρότα στην ιδεολογική φουρτούνα της θάλασσας του Είδους μας.
Μιάμιση ώρα είναι γενναία διάρκεια για ένα άλμπουμ. Μοιρασμένη σε 2 ενότητες (“Singularity” και “Eternity”, με 4 κομμάτια η πρώτη και 3 η δεύτερη), παραμένει παρ' όλα αυτά μια εύκολα παρεξηγήσιμη κίνηση που θα μπορούσε να φέρει χασμουρητά – αν δε μιλούσαμε για τους Spectral Lore. Εδώ η διάρκεια έχει αφηγηματική λειτουργία, δίχως πλατειασμούς. Και αυτό το λέει ένα άτομο που κουράστηκε από το 30λεπτο ambient “Atlas” που έκλεινε το “Sentinel”. Το “III” δεν έχει ίχνος περιττής μακρηγορίας, και σε κάνει να απορείς για το πόσο γρήγορα πέρασε η ακρόαση.
Όσον αφορά τις 2 ενότητες, καθεμία κλείνει με ένα instrumental κομμάτι, ενώ -πολύ αδρά- στιχουργικά κινούνται γύρω από την πνευματική πορεία της ανθρωπότητας, με θέαση μέσα από ένα θετικό πρίσμα, αλλά και την προσπάθεια διεκδίκησης ενός λαμπρού, κοσμικού μέλλοντος από αυτήν, για αυτήν. Μια τελείως διαφορετική οπτική από αυτή της μισανθρωπίας και του μηδενισμού που κυριαρχούν στο black metal. Οι στίχοι είναι αντάξιοι υπαρξιακού δοκιμίου, και η μελέτη τους είναι επιβεβλημένη για την ολοκληρωτική θεώρηση του έργου. Παραθέτω ένα απόσπασμα, ενδεικτικά:
“Throughout the times of perplexity and illusion
We've got some last Gods left, worth keeping
That go by such names as Kindness and Honesty.
I want us to hold swords again
As in the years of the old tales.
But this time, to fight for Dignity and Solidarity.
”Στο μουσικό τμήμα, το “III”, συνεχίζει στο μονοπάτι του “Sentinel”, κάνοντας όμως τεράστια βήματα προς τα εμπρός. Τα ambient σημεία είναι πιο μαζεμένα, και καλύτερα ενσωματωμένα στις δομές των κομματιών. Ο “Omphalos” με το καλημέρα μας παρουσιάζει ένα μονολιθικό χειμαρρώδες πρόσωπο, παρόμοιο με αυτό των Darkspace, πριν περάσει σε πιο mid tempo αστρικά μονοπάτια, που διακατέχονται από τη γνωστή ανάταση των Spectral Lore. Ρωμαλέα ριφ που σφύζουν μεγαλείου και μελωδικότητας, ευδιάκριτα όργανα στην παραγωγή, ένας ήχος-ογκόλιθος που σε παρασέρνει προς τα πάνω. Δε μιλάμε για παρθενογένεση προφανώς, τα εργαλεία κατασκευής του δίσκου ήταν και είναι στη διάθεση όλων, όχι μόνο του Άυλου. Αλλά μόνο αυτός πήρε το μαυρομεταλλικό riffing και το έπλασε με τέτοια άποψη σε ηχομορφές τιτάνιων διαστάσεων, κελαρυστής ροής (ο δίσκος δε μπουκώνει πουθενά στα 90 λεπτά του, το ξαναλέω), και Έμπνευσης που σε αφήνει με ανοιχτό το στόμα. Πραγματική πρόοδος, όχι μόνο για τη μπάντα, αλλά και για το ολόκληρο το genre.
Η ποικιλία τεράστια. Σε ταχύτητες, σε διαθέσεις, ακόμη και εντός των κομματιών (λογικό αν αναλογιστείς πως κανένα πέραν του πρώτου δεν πέφτει κάτω από τα 10 λεπτά). Το “Veiled Garden” για παράδειγμα ξεκινά με ήρεμη και άκρως μελωδική κιθαριστική διάθεση, και κάποια λίγα ξεσπάσματα, μετατρέπεται σε ambient στοχασμό, ψυχραίνει απότομα μέσω μιας ΡΙΦΦΑΡΑΣ που δίνει πάσα σε μια σχεδόν noise υπερταχεία, και κλείνει πάλι με ambient ανάσα. Κάθε κομμάτι έχει πολλά να πει, και στις πρώτες ακροάσεις δεν ξέρεις τι να περιμένεις σε κάθε γωνία. Το πρώτο instrumental (“Drifting through Moss and Ancient Stone”) κινείται σε επικούς δρόμους, με μια ακουστική κιθάρα που χρωστάει πολλά στα αρπίσματα των Twilight-of-the-Gods-era Bathory (υπάρχουν και υμνικές Quorthon-ιες που πλαισιώνουν την ατμόσφαιρα). Το “Cosmic Significance” που κλείνει το δίσκο είναι ένα θετικό ambient στο πρώτο μέρος του, με ανάλαφρα, space πλήκτρα (που θα μπορούσαν να ανήκουν σε 70's ψυχεδελικό δίσκο), ενώ στο δεύτερο τμήμα, όπου τα υπόλοιπα όργανα μπαίνουν σιγά σιγά, παίρνει μια progressive χροιά, πριν κορυφώσει και έπειτα επανέλθει για το τόσο ευχάριστο κλείσιμο. Τέλος, τα φωνητικά είναι στο γνωστό για τους Spectral Lore μοτίβο της λαρυγγικής διήγησης, της οποίας το μόνο αρνητικό είναι πως κάνει την παρακολούθηση των στίχων δύσκολη.
Δυο χρόνια περιμέναμε αυτόν το δίσκο, και ο Άυλος κατάφερε να κυκλοφορήσει ένα διαμάντι που ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ενώ τη σήμερον ημέρα η ακρόαση ενός δίσκου πολλές φορές καταντά -έστω και σε σημεία- μια κουραστική διαδικασία, λόγω της εμμονής στα υπάρχοντα δοκιμασμένα μουσικά πλαίσια, με το “III” ένας άνθρωπος καταφέρνει να κρατήσει αναλλοίωτο το ενδιαφέρον μας για 90 ολόκληρα λεπτά, μέσω της θριαμβευτικής αστείρευτης έμπνευσης και υλοποίησης αυτής. Το “III” είναι δίσκος που πρέπει να τρίβεται στα μούτρα κάθε «μεγάλου» συγκροτήματος, αποδεικνύοντας πως δε χρειάζεται τίποτε περισσότερο από τη Θέληση ενός ατόμου για να δημιουργηθεί ένα μνημειώδες έργο τέχνης. Μακράν ο καλύτερος μέχρι στιγμής black metal δίσκος της χρονιάς.
{youtube}i5LGi4BQQZs{/youtube}