Άσ’ τον τρελό στην τρέλα του. Ή μάλλον άσε τον βουκώλο με τη γκλίτσα του. Ε, τι άλλο να πω για αυτούς τους «Κέλτες»; Για να γίνω πιο συγκεκριμένος οι τύποι με ταξιδεύουν όταν τους ακούω. Το πού είναι πονεμένη ιστορία. Ξαφνικά μεταφέρομαι σε παραδοσιακές ταβέρνες όπου το προσωπικό είναι ενδεδυμένο με στολές εποχής (Α, ρε Βουλγαρία με τα ξύδια σου...) και τραγουδάνε όλοι μαζί, δημιουργώντας εύθυμη ατμόσφαιρα. Συνδυάστε την και με καμιά μπουκάλα ρακί και είστε μέσα.
Όπως αντιληφθήκατε το συγκρότημα απλώνεται σε folk μονοπάτια. Δε μένουν στάσιμοι σε αυτά όμως, αφού το black metal στοιχείο έχει κυρίαρχο ρόλο. Αλλά black metal επικό με σημεία να θυμίζουν πολύ τους πατέρες BATHORY και να φέρνουν στο μυαλό τύπους να κραδαίνουν σπαθιά ενώ τρέxουν γυμνοί στα δάση (G-A-Y σκηνικό αν μή τί άλλο). Σίγουρα δηλαδή στο να δημιουργεί εικόνες ο συγκεκριμένος δίσκος είναι εγγύηση.
Μουσικά τώρα δε θα μπορούσα να τους κατακεραυνώσω. Γενικά έχουν κάνει καλή δουλειά με αξιοπρεπή παραγωγή (λίγο τα τύμπανα θέλουν προσοχή) και παραδοσιακά όργανα να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο (υπέρ του δεόντος σε σημεία). Όταν όμως σε μερικά κομμάτια ο τραγουδιστής αρχίζει κάτι γιολολέι γιολολέι (αλα γερμανός μπάρμπας) με αστεία προφορά, τότε το λιγότερο που μπορείς να κάνεις είναι να γελάσεις. Κάπου εκεί είναι που χάνουν το νόημα. Στο γεγονός συνδράμει και το ότι τα παραδοσιακά μέρη, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά ακούγονται λίγο κοινότοπα, παρωχυμένα. Δεν είναι απαραίτητα άσχημα, αλλά δε μπορώ να πω ότι σε ωθούν να προβείς σε δεύτερη, άντε τρίτη ακρόαση.
Ίσως με λίγη δουλίτσα παραπάνω να καταφέρουν να ξεχωρίσουν, αφού μέσα στο ”An Deiz Ruz” εντοπίζονται κάποια σημεία (λέγετέ με black metal μέρη) που φέρουν αισιοδοξία για το μέλλον. Μέχρι την επόμενη δουλειά τους όμως ας αρκεστούν σε ένα ταπεινό...
5.5
- Καλλιτέχνης: Heol Telwen