Γνώριζα πως η Black Lotus Records έχει κάνει ανοίγματα προς τις σκηνές του εξωτερικού τα τελευταία χρόνια, αλλά αυτό το τελευταίο “μαντάτο” με άφησε μάλλον έκθαμβο μιας που οι UNDER EDEN δεν είναι καν Ευρωπαίοι.
Από την Αμερική έρχεται λοιπόν το μουσικό μπαστάρδεμα του furious death metal (όπως αυτοχαρακτηρίζεται) κουαρτέτου και πρόσφατου αποκτήματος του πασίγνωστου Ελληνικού recording label. Μπαστάρδεμα το οποίο γίνεται αντιληπτό στο αυτί του μέσου ακροατή πριν το πέρας του μισού της κυκλοφορίας η οποία αμφιρρέπει καθ’ όλη την διάρκειά της ανάμεσα σε μια πληθώρα death metal ηχοχρωμάτων.
Ξεκινώντας με ένα αδιάφορο opening κομμάτι, με ένα σχεδόν παιδικό intro και ένα μαυρο-μεταλλικό κιθαριστικό ξύσιμο/αναφορά στους IMPALED NAZARENE, το “The Savage Circle” μοιάζει να έχει τον αέρα μιας σουηδικής death metal κυκλοφορίας, συμπέρασμα το οποίο καταρρίπτεται πανηγυρικά λίγο αργότερα. Το τεχνικό death metal παίρνει την σκυτάλη στο 2ο μόλις track του CD μην αφήνοντας ακόμα την Αμερικάνικη καταγωγή της μπάντας να φανεί ούτε στο ελάχιστο. Οι κάποιες power metal νύξεις που ήδη υπάρχουν σε σημεία, κάνουν καθαρά και ξάστερα την εμφάνιση τους μετά και από το 3ο track επιβεβαιώνοντας αυτό που ο κάθε ακροατής υποψιάζεται από τα πρώτα δευτερόλεπτα του “The Savage Circle”. Φιλανδικό metal! To closing riff του 3ου σε σειρά “Zealot” αν και τείνει περισσότερο προς τον Αμερικάνικο brutal death ήχο σίγουρα αδυνατεί να σώσει την κατάσταση η οποία παίρνει και οριστικά την κατιούσα κάπου στο 4ο track με τα πρώτα μέτρια και αδούλευτα καθαρά φωνητικά και τα απανωτά κιθαριστικά solos.
Το υπόλοιπο της κυκλοφορίας συνεχίζεται στα ίδια μοτίβα και με τις ίδιες εναλλαγές ανάμεσα στα προαναφερθέντα death metal styles κάνοντας και κάποιες λίγες νύξεις σε πιο thrash-o-μεταλλικές καταστάσεις ενώ όσον αφορά στον τεχνικό αλλά και γενικότερο μουσικό τομέα, τα τύμπανα μου φάνηκαν (σε περίπτωση που αυτή η αίσθησή μου δεν οφείλεται στις πηγές του recording και την μίξη) σε κάποια σημεία παιγμένα με τρόπο ανέμπνευστο και τα στομαχίσια brutals ελάχιστα άνω του μετρίου. Ένα ακόμα πλην στο σύνολο της κυκλοφορίας είναι η μονοτονία που αυτή αποπνέει τόσο λόγω ομοιότητας των κιθαριστικών riffs όσο και για το συνολικό ηχητικό αποτέλεσμά της.
Περί αυτού και κλείνοντας, σίγουρα αδυνατώ να κατανοήσω το σκεπτικό σύμφωνα με το οποίο έχει γίνει η παραγωγή, της οποίας η μουντίλα θάβει τα κιθαριστικά riffs όχι μόνο λόγω έντασης αλλά και λόγω γενικότερα κακού ήχου στα έγχορδα, κρατώντας παράλληλα πολύ μπροστά την φωνή και τα τύμπαντα, στα πρότυπα της κλασικής average Ελληνικούρας.
Το πρώτο αυτό δισκογραφικό εγχείρημα των UNDER EDEN αν και εμπεριέχει κάποιες καλές ιδέες δεν μπόρεσε σίγουρα στο σύνολό του να μου κεντρίσει το ενδιαφέρον και μην μπορώντας μόνο από αυτό να βγάλω κάποιο ασφαλές συμπέρασμα περί των συνθετικών ικανοτήτων τους πραγματικά δεν ξέρω τι πρέπει να περιμένω από την επόμενη δουλειά τους. Προς το παρόν και μόνο για το γεγονός του ότι δεν είναι ανυπόφοροι κερδίζουν επάξια το passable:
5
- Καλλιτέχνης: Under Eden